Πώς τα δύο μεγάλα κόμματα των Ηνωμένων Πολιτειών έχασαν τη λευκή μεσαία τάξη




Του Ράσελ Ρόναλντ (Ρ.Ρ.) Ρίνο*

Πολύ αφού κατακαθίσει η σκόνη στην Αϊόβα – και στο Νιου Χαμσάιρ, ακόμη και στις ίδιες τις φετινές αμερικανικές εκλογές – , ένα ερώτημα θα παραμείνει: Γιατί η λευκή μεσαία τάξη εγκατέλειψε το φιλελεύθερο και συντηρητικό κατεστημένο που επί δεκαετίες υποστήριζε;

Ό,τι κι αν κάνουν ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Μπέρνι Σάντερς, οι υποψηφιότητές τους συνιστούν μια μεγάλη στροφή στην αμερικανική πολιτική. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η πολιτική μας κουλτούρα είχε οργανωθεί γύρω από τις ανάγκες, τους φόβους και τις προσδοκίες λευκών ψηφοφόρων της μεσαίας τάξης, με τρόπους που ικανοποιούσαν και τα συμφέροντα των πλουσίων και ισχυρών. Αυτό δεν ισχύει πλέον.

Όπως ξέρουμε, οι πλούσιοι είναι σήμερα αρκετά πλουσιότεροι. Αυτό από μόνο του δεν διαταράσσει την παλιά πολιτική συναίνεση. Πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι η λευκή μεσαία τάξη βρίσκεται σε παρακμή, τόσο οικονομικά όσο και πολιτισμικά.

Η ιστορία αυτή συνήθως αναλύεται με ρατσιστικούς όρους: Η λευκή Αμερική εκτοπίζεται από την πολυπολιτισμική Αμερική. Αυτό μπορεί να έχει μια δόση αλήθειας, αλλά στο μεγαλύτερό του μέρος είναι μύθος.

Στην πραγματικότητα, το ρήγμα δεν είναι διαφυλετικό, αλλά ενδοφυλετικό: Ο λαϊκισμός που παρακολουθούμε πηγάζει από τη σύγκρουση των λευκών που ευημερούν στην παγκόσμια οικονομία μ’ εκείνους που γίνονται όλο και φτωχότεροι.

Κι ενώ ακούμε πολλά για την οικονομική παρακμή της μεσαίας τάξης, η πολιτισμική της παρακμή δεν συζητείται τόσο συχνά. Κι όμως θα έπρεπε.

Πρώτον, υπάρχουν συνέπειες από την επιτυχία της ανώτερης μεσαίας τάξης, η οποία ζει σε έναν διαφορετικό κόσμο με ωραίες γειτονιές, καλά σχολεία και ασφαλές οικογενειακό περιβάλλον. Υπερηφανευόμαστε ότι ένα αξιοκρατικό σύστημα είναι σήμερα ανοιχτό σε πολύ περισσότερους ανθρώπους απ’ ό,τι πριν από 50 χρόνια. Και είναι αλήθεια – αλλά η κουλτούρα της φιλοδοξίας που απορρέει απ’ αυτό διαβρώνει περιέργως την εμπιστοσύνη της μεσαίας τάξης. Σήμερα, η πλειοψηφία αυτής της τάξης φοβάται ότι αν δεν ανεβαίνει, τότε σίγουρα κατεβαίνει.

Αλλά δεν είναι μόνο ο ανταγωνισμός που διαβρώνει τη λευκή μεσαία τάξη. Τη δεκαετία του 70, η χρήση ναρκωτικών υπονόμευε ήδη τη λευκή μεσαία τάξη. Από τότε, οι γάμοι μεταξύ μορφωμένων λευκών έχουν μειωθεί και η εγκληματικότητα έχει αυξηθεί. Πολλοί παππούδες ανατρέφουν οι ίδιοι τα εγγόνια τους, καθώς τα παιδιά τους αδυνατούν να το κάνουν.

Η πολιτισμική αστάθεια επιτείνει την οικονομική αστάθεια. Ένας άνθρωπος που βρίσκεται στο μέσον της μεσαίας τάξης νιώθει ότι τα παλιά του στηρίγματα κλονίζονται. Και το εντυπωσιακό είναι ότι τα ηγετικά στελέχη των δύο κομμάτων όχι μόνο δεν αντιλαμβάνονται αυτό το άγχος, αλλά το κάνουν ακόμη μεγαλύτερο.

Οι αριστεροί διανοούμενοι μιλούν συνεχώς για τη δημογραφική παρακμή των λευκών ψηφοφόρων της μεσαίας τάξης. Οι ψηφοφόροι αυτοί χαρακτηρίζονται συχνά ρατσιστές ή κατηγορούνται ότι στερούνται της ορμής της νέας αστικής «δημιουργικής τάξης». Το μήνυμα είναι το εξής: Οι λευκοί αμερικανοί μεσοαστοί όχι μόνο δεν συμβάλλουν στο μέλλον της Αμερικής, αλλά το εμποδίζουν κιόλας.

Το ίδιο σκληροί είναι και οι συντηρητικοί. Το μήνυμα της ηγεσίας τους είναι ότι αν δεν υπήρχε εκείνη, η μεσαία τάξη θα ήταν καταδικασμένη.

Γιατί λοιπόν προκαλεί εντύπωση η εξέγερση των λευκών ψηφοφόρων της μεσαίας τάξης;

Τα κατεστημένα των δύο κομμάτων υπόσχονται είτε ότι θα προστατεύσουν τα συμφέροντα αυτών των ψηφοφόρων (οι Δημοκρατικοί) είτε ότι θα οδηγήσουν τη χώρα σε μια ανάπτυξη που θα τους δώσει νέες οικονομικές ευκαιρίες (οι Ρεπουμπλικανοί). Αλλά αυτές οι υποσχέσεις χάνουν την ουσία.

Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι λευκοί μεσοαστοί ψηφοφόροι καλούνταν πάντα να συστρατευθούν με την πλούσια ελίτ για την επίτευξη υψηλών στόχων. Ας αντισταθούμε στον κομμουνισμό! Ας στείλουμε έναν άνθρωπο στη σελήνη! Ας νικήσουμε τον ρατσισμό! Ας προστατεύσουμε το περιβάλλον! Σήμερα, οι ψηφοφόροι της λευκής μεσαίας τάξης θέλουν μια διαβεβαίωση ότι μπορούν να παίξουν ενεργό ρόλο στην πολιτική. Θέλουν κάποιον να μιλήσει για την πολιτική τους αξία, όχι μόνο για τα συμφέροντά τους.

Αυτό ακριβώς κάνουν οι Τραμπ και ο Σάντερς. Ο πρώτος μιλά για την αποκατάσταση του αμερικανικού μεγαλείου, κάτι σαν το «Yes, we can» που έδωσε το 2008 τη νίκη στον Ομπάμα. Οι ψηφοφόροι που αισθάνονται αποδυναμωμένοι και περιθωριοποιημένοι ταυτίζονται μ’ αυτό το σύνθημα. Θέλουν να είναι εταίροι με τους πλούσιους στην οικοδόμηση του μέλλοντος, όχι να ζουν από τη γενναιόδωρη βοήθειά τους.

Αλλά και ο Σάντερς αντιλαμβάνεται την ισχυρή επιθυμία της λευκής μεσαίας τάξης να ανακτήσει τον κεντρικό της ρόλο στο εθνικό σχέδιο. Και την καλεί να συνεργαστεί μαζί του για τη θεμελιώδη αναδιάρθρωση της αμερικανικής πολιτικής οικονομίας. Μπορεί να θεωρούμε τον σοσιαλισμό του αφελή, αλλά κάνει κάτι που το πολιτικό μας κατεστημένο δεν μπορεί ή δεν θέλει να κάνει: Ζητά από τους ψηφοφόρους της μεσαίας τάξης να λάβουν μέρος στον μετασχηματισμό της χώρας.

Αν οι υποψήφιοι αυτοί έχουν ρεύμα, ο λόγος είναι ότι οι πολιτικές ελίτ της Αμερικής αποφάσισαν τις δύο τελευταίες δεκαετίες, για διάφορους λόγους, ότι η λευκή μεσαία τάξη δεν έχει ρόλο να παίξει στο πολυπολιτισμικό, παγκοσμιοποιημένο μέλλον που οραματίζονται. Ένα μέλλον που πιστεύουν ότι θα διαχειριστούν οι ίδιοι. Η περίοδος των προκριματικών εκλογών θα δείξει αν έχουν δίκιο.

Πηγή: The New York Times, ΑΠΕ-ΜΠΕ

  • Ο Ράσελ Ρόναλντ Ρίνο (R.R. Reno) – είναι διευθυντής του περιοδικού «First Things». Διετέλεσε καθηγητής θεολογίας και ηθικής στο Creighton University και είναι συγγραφέας πολλών βιβλίων, μεταξύ των οποίων το «Fighting the Noonday Devil», θεολογικό σχολιασμό του Βιβλίου της Γένεσης.

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: