Η Ελλάδα χρειαζόταν περισσότερο χρόνο και χρηματοδότηση, παραδέχεται τώρα το ΔΝΤ




Της ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΣΩΚΟΥ
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ – ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ

Το πρόγραμμα του ΔΝΤ για την Ελλάδα δεν προέβλεπε «κούρεμα» του χρέους, προκειμένου να αποτρέψει τη μετάδοση της κρίσης στις ευρωπαϊκές τράπεζες, ενώ η αναδιάρθρωσή του έγινε με καθυστέρηση. Επιπλέον, η δημοσιονομική προσαρμογή ήταν απότομη και οδήγησε σε μεγαλύτερη από την προβλεπόμενη ύφεση. Σε συνδυασμό δε με τις υψηλές ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών και την υστέρηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων, οδήγησε τελικά στη βραχυπρόθεσμη αύξηση του χρέους. Αυτά αναφέρει έκθεση αξιολόγησης του Ταμείου για τα 32 προγράμματά του κατά τη διάρκεια της κρίσης, από το 2008 μέχρι το 2013.

Σύμφωνα με αυτή, η εσωτερική υποτίμηση που ακολουθήθηκε σε περιπτώσεις σαν της Ελλάδας ήταν μία δύσκολη διαδικασία που χρειαζόταν περισσότερο χρόνο και χρηματοδότηση για να λειτουργήσει. Αντίστοιχα, και η δημοσιονομική προσαρμογή θα έπρεπε να είναι πιο ήπια, αποτρέποντας τη μεγάλη ύφεση και ανεργία. Κι ενώ οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι σημαντικές, η έκθεση τονίζει ότι θα πρέπει να είναι πιο ρεαλιστικές ως προς τη φιλοδοξία και τα αποτελέσματά τους. Οσο για το δημόσιο αλλά και το ιδιωτικό χρέος, καλύτερα θα ήταν αυτό να είχε αναδιαρθρωθεί στην αρχή ώστε να επιστρέψει το συντομότερο η εμπιστοσύνη στη βιωσιμότητά του.

Οπως γράφει η έκθεση του ΔΝΤ, η καθυστέρηση στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους καθυστέρησε και την ανάκτηση της εμπιστοσύνης στην Ευρωζώνη, ενώ η συστημική εξαίρεση που δόθηκε στην Ελλάδα αποκάλυψε τα προβλήματα των προγραμμάτων όταν η βιωσιμότητα του χρέους δεν είναι εξασφαλισμένη. Οταν τελικά αποφασίσθηκε η αναδιάρθρωση, με καθυστέρηση δύο ετών, είχαν αυξηθεί οι πιθανότητες να αποδειχθεί ανεπαρκής.

Ερωτώμενος όμως αν ο ρυθμός της προσαρμογής στην Ελλάδα έπρεπε να είναι μικρότερος, ο αναπληρωτής διευθυντής του τμήματος Στρατηγικής του Ταμείου Βίβεκ Αρόρα εκτίμησε ότι «η ταχεία προσαρμογή ήταν αναπόφευκτη, καθώς η χώρα είχε χάσει πρόσβαση στις αγορές και η επίσημη χρηματοδότηση δεν ήταν μεγαλύτερη». Συμφώνησε, ωστόσο, ότι θα ήταν καλύτερη μία αρχική αναδιάρθρωση του χρέους, καθώς αυτό ήταν πολύ υψηλό, αλλά και πάλι έθεσε το ερώτημα «αν αυτό ήταν εφικτό ή αποδεκτό» το 2010.

Ο ίδιος τόνισε ότι, σε περιπτώσεις εσωτερικής υποτίμησης, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι πολύ σημαντικές για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Αλλά τόνισε ότι για να επιτύχουν πρέπει να υπάρχει ιδιοκτησία του προγράμματος. Επιπλέον, ο βοηθός διευθυντής Πίτερ Αλουμ τόνισε ότι η Ελλάδα πρέπει να δώσει έμφαση στη βελτίωση της παραγωγικότητας για να τονώσει τις εξαγωγές. Οπως είπε, «αυτό εξαρτάται από την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και την ανταπόκριση του ιδιωτικού τομέα», αλλά και του χρηματοοικονομικού κλάδου, καθώς τόνισε ότι ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας πρέπει να γίνουν και νέες επενδύσεις που απαιτούν χρηματοδότηση.

Η έκθεση συζητήθηκε και στο εκτελεστικό συμβούλιο, που αναγνώρισε ότι οι προσπάθειες για εσωτερική υποτίμηση αποδείχθηκαν δύσκολες σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα λόγω εσωτερικών δυσκαμψιών, αλλά και λόγω του αρνητικού διεθνούς περιβάλλοντος. Μάλιστα, ορισμένοι διευθυντές σημείωσαν ότι οι υφεσιακές συνέπειες της υποτίμησης ήταν μεγαλύτερες από αυτές που προβλέπονταν, ιδιαίτερα σε συνδυασμό με τη δημοσιονομική προσαρμογή και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Προκειμένου δε να διατηρηθεί η δυναμική των μεταρρυθμίσεων, οι διευθυντές σημείωσαν ότι πρέπει να δοθεί περισσότερη και πιο μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση από το Ταμείο και τους άλλους θεσμούς, σε συνδυασμό με την εξασφάλιση της ιδιοκτησίας του προγράμματος.

Αν και τονίζει την επιτυχία των προγραμμάτων στην ενίσχυση της δημοσιονομικής σταθερότητας και την αποτροπή μιας παγκόσμιας οικονομικής κατάρρευσης, η έκθεση σημειώνει ότι στις χώρες που μείωσαν περισσότερο τα ελλείμματά τους (όπως η Ελλάδα), οι βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις στην ανάπτυξη ήταν μεγάλες και ότι είναι επιθυμητός ένας πιο ήπιος ρυθμός προσαρμογής που να διασφαλίζει τη βιωσιμότητά της. Διαφωνίες εξακολουθούν όμως να υπάρχουν εντός του συμβουλίου για την αναδιάρθρωση του χρέους, καθώς, παρότι αρκετοί συμφώνησαν ότι χρειάζεται έγκαιρη αναδιάρθρωση του χρέους, άλλοι τόνισαν ότι οι επιπτώσεις της θα πρέπει να εξετάζονται ανά περίπτωση.

WWW.KATHIMERINI.GR
Η Κατερίνα Σώκου είναι ανταποκρίτρια της Καθημερινής στην Ουάσιγκτον

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: