Realpolitik και αμερικανική αναστροφή έναντι του Ιράν




Του Χρήστου Ιακώβου

Η συμφωνία μεταξύ του Ιράν και των έξι μεσολαβητών (πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας συν τη Γερμανία) για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης αποτελεί ένα από τα γεωπολιτικά κομβικά σημεία του 2015.

Η περιοχή μεταξύ της Ανατολικής Μεσογείου και του Ιράν παραμένει το επίκεντρο του γεωστρατηγικού ενδιαφέροντος των ΗΠΑ. Σ’ αυτό το χώρο οι Αμερικανοί, πέραν της ειδικής περίπτωσης του Ισραήλ, έχουν να προασπίσουν τρία βασικά συμφέροντα: α) να διατηρήσουν ένα σύστημα ισορροπίας ισχύος στην περιοχή, β) να προασπίσουν την ασφάλεια των ενεργειακών δρόμων και γ) να νικήσουν τις ακραίες ισλαμικές οργανώσεις, εκεί που απειλούνται τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Για κάθε βήμα που θα πρέπει να κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει πάντοτε να αντιμετωπίσουν έκαστο στόχο σε συνάρτηση με τους άλλους δύο. Αυτό αυξάνει το βαθμό δυσκολίας των ΗΠΑ για μία σταθερή και αποτελεσματική γεωστρατηγική.

Η παλαιότερη επιλογή που γυρόφερνε επί μακρόν σχετικά με πιθανή επίθεση στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν – το είδος της επίθεσης που το Ισραήλ ευνοούσε – θα ήταν αυτοκαστροφική και θα καθιστούσε το Ιράν εξαιρετικά επικίνδυνο. Ο μόνος τρόπος που θα μπορούσε να πλήξει τις εγκαταστάσεις, χωρίς να υποστούν παράπλευρες απώλειες, ήταν η επίθεση κατά της ναυτικής ικανότητας του Ιράν, με την παράλληλη χρήση αεροπορικής δύναμης για να περιορίσουν τις συμβατικές δυνατότητες της Τεχεράνης. Μία τέτοια επίθεση θα μπορούσε να πάρει μήνες και η αποτελεσματικότητά της θα ήταν αβέβαιη. Επίσης, η πιθανότητα να μπλοκάρει τα Ιράν, ως απάντηση, τα στενά του Χορμούζ, όπου το 45% του εξαγομένου διά θαλάσσης πετρελαίου, θα μπορούσε να αυξήσει κατακόρυφα τις τιμές του μαύρου χρυσού και να ανακόψει την παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη.

Μετά την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ, προκειμένου οι ΗΠΑ να διαχειριστούν άλλα στρατηγικά συμφέροντα, η ανάγκη αποτροπής της αύξησης γεωστρατηγικής επιρροής του Ιράν έγινε πιο πιεστική. Με δεδομένη τη χαοτική κατάσταση στο Ιράκ ο κίνδυνος να καταστεί το Ιράν η κυρίαρχη δύναμη στον Κόλπο γινόταν πιο αισθητός. Συνεπώς, αυτή η εξέλιξη ήταν θεμελιωδώς στρατηγική πρόσκληση για τους Αμερικανούς που θα έπρεπε να σκεφτούν πιο ριζοσπαστικές λύσεις.

Έτσι, σταδιακώς και βαθμιαίως, άρχισε να ωριμάζει η επιλογή που παλαιότερα φαινόταν αδιανόητη, δηλαδή η αναστροφή της αμερικανικής πολιτικής έναντι του Ιράν. Αυτό συνίστατο στη στρατηγική σύλληψη του Ιράν από γεωστρατηγικό αντίπαλο σε γεωστρατηγικό εταίρο. Αυτή ήταν η λύση που επέλεξαν οι Ρούσβελτ και Νίξον όταν αντιμετώπιζαν στρατηγικές καταστάσεις με σοβαρά αδιέξοδα, δηλαδή η δημιουργία συμμαχιών με χώρες που στο παρελθόν θεωρούνταν στρατηγικές απειλές. Ο Ρούζβελτ συμμάχησε με τη σταλινική Σοβιετική Ένωση και ο Νίξον με την μαοϊκή Κίνα, προκειμένου να αντιμετωπίσουν μία τρίτη δύναμη που θεωρείτο πιο επικίνδυνη. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, υπήρχε έντονη ιδεολογική αντιπαλότητα μεταξύ του νέου συμμάχου και των ΗΠΑ. Παρ’ όλα αυτά, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετώπιζαν αδιέξοδες εναλλακτικές λύσεις, το στρατηγικό συμφέρον ξεπέρασε την ηθική αποστροφή και στις δύο πλευρές. Η εναλλακτική επιλογή για το Νίξον έφερε τη νίκη έναντι της Γερμανίας στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Για το Νίξον, το άνοιγμα προς την Κίνα υπερφαλάγγισε την αδυναμία των Αμερικανών έναντι των Σοβιετικών, την οποία προκαλούσε ο πόλεμος στο Βιετνάμ, γεγονός που τους έδωσε προβάδισμα στην αλλαγή της παγκόσμιας ισορροπίας δυνάμεων.

Σήμερα η σύγκλιση συμφερόντων των δύο κρατών επιβάλλει ύφεση στις σχέσεις τους. Τόσο το Ιράν όσο και οι ΗΠΑ θέλουν να νικήσουν τη σουννιτική ισλαμική απειλή που εκκολάφθηκε με τις αραβικές εξεγέρσεις του 2011. Η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ, έχει δημιουργήσει κενό ισχύος και ακατάσχετη άνοδο του Ισλαμικού Κράτους. Συνεπώς, η προφανής λύση στο πρόβλημα είναι η προσαρμογή με το Ιράν. Όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν να δουν το πετρέλαιο να συνεχίσει να ρέει ελεύθερα μέσα από τα Στενά του Χορμούζ έτσι και το Ιράν θέλει να επωφεληθεί από αυτή τη ροή μέσω της άρσης των σε βάρος του κυρώσεων. Επιπλέον, το Ιράν αποτελεί για τους Αμερικανούς τα ιδανικό αντίβαρο προς τις μονομερείς ηγεμονικές αξιώσεις της Τουρκίας στην περιοχή.

Όλα αυτά αλλάζουν αμοιβαίως τις μέχρι τώρα αντιλήψεις περί γεωστρατηγικής απειλής.

Η μόνη χώρα που θα μπορούσε να αποτελέσει λυδία λίθο στα αδιέξοδα των αμερικανών στην περιοχή ήταν η Τουρκία αλλά οι γεωστρατηγικές επιλογές του Ερντογάν έχουν ακυρώσει αυτή την προοπτική. Έτσι η πρόσφατη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν ενισχύει την γεωστρατηγική μοναξιά της Τουρκίας.

Το Πακιστάν δεν είναι σε θέση να επεκτείνει την επιρροή του προς τα δυτικά. Το Ισραήλ είναι πολύ μικρό κράτος για να αντισταθμίσει τις μεγάλες απειλές που υπάρχουν σήμερα στη Μέση Ανατολή. Η Αραβική χερσόνησος είναι υπερβολικά κατακερματισμένη. Συνεπώς, η παραδοσιακή διπροσωπία της Αμερικής στην περιοχή (βλ. Realpolitik), την ενθαρρύνει στο πολύ προφανές που είναι η αναζήτηση μίας εναλλακτικής λύσης με το Ιράν. Μία στρατηγική συνεργασία με τις ΗΠΑ θα δώσει προσωρινά στο Ιράν το πάνω χέρι στις σχέσεις με τους Άραβες, αλλά μέσα σε λίγα χρόνια θα πρέπει οι ΗΠΑ να επαναβεβαιώσουν την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή. Η οριοθέτηση της σφαίρας επιρροής του Ιράν θα εξαρτηθεί από την ευθυγράμμισή του με τις ΗΠΑ και σε άλλα ζητήματα. Όπως και οι συμφωνίες στο παρελθόν με τον Στάλιν και το Μάο, έτσι και αυτή με τα Ιράν είναι για τις ΗΠΑ μία δυσάρεστη εξέλιξη πλην όμως αναγκαία αλλά και, πιθανόν, προσωρινή.

Ο Χρήστος Ιακώβου είναι Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: