Οι Ανεύθυνοι (The Irresponsibles)




Του Δημήτρη Γ. Απόκη

Κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου, ως μεταπτυχιακός φοιτητής στο πανεπιστήμιο στις Ηνωμένες Πολιτείες, ανάμεσα στα βιβλία που περιείχε η προτεινόμενη βιβλιογραφία που μας είχε δώσει ο καθηγητής στο βασικό μάθημα αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, ήταν και μια μονογραφία του 1940, του αμερικανού ποιητή και αργότερα επικεφαλή της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου, Archibald MacLeish, με τον προκλητικό τίτλο «Οι Ανεύθυνοι».

Ο τίτλος μου προξένησε έντονο ενδιαφέρον και με μια έρευνα στο διαδίκτυο κατάφερα να προμηθευτώ  ένα αντίγραφο της μονογραφίας σε πρώτη έκδοση.

Πρόκειται για ένα κείμενο που από την πρώτη κιόλας παράγραφο σε μαγεύει μη επιτρέποντας να το αφήσεις κάτω μέχρι να φτάσεις στην τελευταία γραμμή.

Ο διαχρονικά εκπληκτικός αμερικανός λόγιος διαπραγματεύεται στη μονογραφία τη μεγάλη συζήτηση που διαδραματίζονταν την εποχή εκείνη στις ΗΠΑ, αναφορικά με το εάν η χώρα θα έπρεπε να εμπλακεί στον πόλεμο εναντίον του Ναζισμού που είχε ξεσπάσει στην Ευρώπη.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες η ακαδημαϊκή και πολιτική αντιπαράθεση ήταν σφοδρή με τους αντιτιθέμενους στην είσοδο στον πόλεμο να έχουν ισχυρά και σαγηνευτικά επιχειρήματα.

Ο MacLeish, αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο για την ανθρωπότητα, τη Δημοκρατία, και τον πολιτισμό γενικότερα, αποφάσισε μέσω αυτής της μονογραφίας να αντιπαρατεθεί κατά μέτωπο με όλους αυτούς οι οποίοι φορώντας παρωπίδες και ορμώμενοι από συμφέροντα, έκαναν πως δεν έβλεπαν ή  αρνούνταν να δουν τον τεράστιο κίνδυνο για τον πλανήτη από την απειλή επικράτησης του Ναζισμού.

Στις πρώτες κιόλας γραμμές της μονογραφίας έγραφε, «Η Ιστορία, εάν ειλικρινής ιστορία συνεχίσει να γράφεται, θα έχει μια ερώτηση να θέσει στη γενιά μας και ανθρώπους σαν εμάς. Θα τεθεί για τα βιβλία που έχουμε γράψει, τα αντίγραφα των επικοινωνιών μας, τις φωτογραφίες των προσώπων μας, τα λεπτά των συναντήσεων μας στα διάσημα δωμάτια κάτω από τα πορτραίτα των πνευματικών μας δημιουργών. Η ερώτηση θα είναι η ακόλουθη: Γιατί οι ακαδημαϊκοί και οι συγγραφείς της γενιάς μας σε αυτή τη χώρα, ως μάρτυρες της καταστροφής των συγγραμμάτων και του πνεύματος σε μεγάλες περιοχές της Ευρώπης, και στην εξορία, τη φυλάκιση,  και τη δολοφονία ανδρών που το έγκλημα τους ήταν το πνεύμα και τα συγγράμματα – μάρτυρες επίσης στην άνοδο στη δική μας χώρα των ίδιων δυνάμεων καταστροφής, με τις ίδιες παρορμήσεις, τα ίδια κίνητρα, τα ίδια μέσα – γιατί οι ακαδημαϊκοί και οι συγγραφείς της γενιάς μας στην Αμερική απέτυχαν να αντιταχθούν σε αυτές τις δυνάμεις όταν μπορούσαν – υπήρχε ακόμη χρόνος και τόπος να τους αντιμετωπίσουν με τα όπλα του πνεύματος και της συγγραφής;»

Ακούγεται παράξενο και θα πρέπει να παραδεχτώ ότι η σύγκριση είναι πάρα πολύ προχωρημένη, αλλά καθώς βαδίζουμε στην εκλογική αναμέτρηση των Ευρωεκλογών την Κυριακή, το δίλλημα για τη χώρα μας είναι παρόμοιο.

Η επίκληση του Archibald MacLeish και της συγκεκριμένης μονογραφίας του σε καμία περίπτωση, για να προλάβω τυχόν συνειρμούς, δεν έχει ως στόχο να συγκρίνει πολιτικές δυνάμεις, απόψεις, και πρόσωπα στην Ελλάδα με τους Ναζί, αν και δυστυχώς οι όψιμοι νοσταλγοί τους έκαναν αισθητή την παρουσία τους την περασμένη Κυριακή στην κάλπη.

Επίσης, σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί συνολικά επίθεση στον πνευματικό κόσμο της χώρας, αν και μια μεγάλη μερίδα του, όπως εξάλλου και όλοι μας, δεν είναι άμοιρη ευθυνών για την κατάσταση στην οποία βρέθηκε η πατρίδα που όλοι αγαπάμε και πονάμε.

Στο πρόσωπο των ακαδημαϊκών και συγγραφέων της τότε Αμερικής, όσο με αφορά, βλέπω σήμερα την Ελληνική κοινή γνώμη και τον  Έλληνα ψηφοφόρο. Στο δίλλημα της αντιπαράθεσης με το Ναζισμό, (αν και επαναλαμβάνω είναι βαριά σύγκριση που έχει ως μοναδικό στόχο να αναδείξει τη σοβαρότητα του διακυβεύματος), βλέπω το δίλλημα της προσήλωσης, με δυσκολία και βαριές θυσίες, στη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και στη μια και καλή αποκοπή από το αμαρτωλό παρελθόν που οδήγησε τη χώρα στην οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση.

Η κάλπη της Κυριακής, αν και πρόκειται για Ευρωεκλογές, έχει λάβει χαρακτήρα απάντησης στο ακόλουθο σαφές και σκληρό ερώτημα. Θα υπάρξει συνέχεια, παρά τα οποία λάθη και σίγουρα έγιναν ανθρώπινο είναι, στην πορεία της μεταρρύθμισης και της προσαρμογής της χώρας στα σοβαρά και σύγχρονα ευρωπαϊκά πρότυπα ή θα επανέλθουμε παρά τις βαριές θυσίες των τελευταίων χρόνων, με βάση τη λογική της τσέπης μας και της νοοτροπίας του ωχ αδελφέ, στην Ελλάδα του δεν υπάρχει αύριο, αρκεί εγώ να είμαι βολεμένος, να περνάω καλά και μάλιστα με δανεικά.

Είμαι σίγουρος ότι δεν υπάρχει άνθρωπος, και ειδικά ο Πρωθυπουργός της χώρας, Αντώνης Σαμαράς, που να μην έχει πρόβλημα με τις πολιτικές σκληρής λιτότητας που εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια από τους ισχυρούς της Ευρώπης. Δυστυχώς όμως όταν η ομάδα έχει εξαθλιωθεί με δική της μάλιστα ευθύνη, ο νέος προπονητής είναι υποχρεωμένος να παίξει στους κανόνες του παιχνιδιού που επιβάλλει ο πανίσχυρος αντίπαλος, ελπίζοντας να ισορροπήσει το παιχνίδι και σιγά σιγά να αρχίσει να το παίξει στα ίσια με σοβαρές πιθανότητες διεκδίκησης.

Σε αυτό το κομβικό σημείο βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα, έχοντας αντέξει το σφυροκόπημα του πρώτου ημιχρόνου. Είναι στα αποδυτήρια και συζητά την επιλογή μάνατζερ  και τακτικής για το δεύτερο κρίσιμο ημίχρονο, στο οποίο θα κριθεί εάν θα οικοδομήσει στην καλή άμυνα του πρώτου ημιχρόνου για να βγει στην αντεπίθεση και να διεκδικήσει με αξιώσεις την επάνοδο στην πρώτη εθνική.

Ο κίνδυνος είναι σαφής. Η ομάδα, στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Ελληνικός λαός καταβεβλημένος από την κόπωση του πρώτου ημιχρόνου να ενδώσει στις σειρήνες του κούφιου χαλαρωτικού μασάζ ή να επιμείνει βγαίνοντας στο δεύτερο ημίχρονο στηρίζοντας το μάνατζερ που ισορρόπησε το παιχνίδι και έχει αρχίσει να περνάει στην τακτική αντεπίθεσης με σοβαρή πιθανότητα να κλέψει το παιχνίδι στο ενενήντα.

Σήμερα, λίγα εικοσιτετράωρα πριν να ανοίξουν οι κάλπες των Ευρωεκλογών, ως Έλληνες, καλούμαστε, για τα δεδομένα της χώρας μας, να απαντήσουμε λίγο πολύ, στο ερώτημα που έθεσε στη διαχρονική ως αξία μονογραφία του ο Archibald MacLeish. Όπως και τότε, σε τρομερά ευρύτερο φάσμα, έτσι και την Κυριακή, για τα ελληνικά δεδομένα, όλοι μας καλούμαστε να επιλέξουμε μεταξύ της επιβεβλημένης μεταρρύθμισης της χώρας και της επανόδου στις πρακτικές και τις αντιλήψεις του τραγικού παρελθόντος που μας οδήγησε στην οδυνηρή κρίση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια.

Στην πολιτική και μάλιστα σε ώρες κρίσιμων αποφάσεων που παίζεται το μέλλον της χώρας και των παιδιών μας είναι τραγικό να αποφασίζουμε με το θυμικό. Πέρα από ιδεολογίες, πέρα από το δικαιολογημένο θυμό και την αγανάκτηση, είναι ώρα για ψυχρό ρεαλισμό και για αίσθημα ευθύνης. Οι Σειρήνες της ανευθυνότητας λένε πολλά και υπόσχονται τα πάντα. Το μόνο που δεν λένε είναι με τι σχέδιο και τι χρήματα θα τα υλοποιήσουν. Η καθεστωτική νοοτροπία στην καρδιά του κράτους, η οποία απειλείται σοβαρά από την πορεία μεταρρύθμισης που βρίσκεται σε εξέλιξη, αντιδρά και κάνει τα πάντα να την ανατρέψει γνωρίζοντας ότι η επιτυχία αυτή της πορείας θα την οδηγήσει σε πλήρη εξαφάνιση. Τα γνωστά σε όλους μας συμφέροντα παίζουν το παιχνίδι του πατάμε σε όλες τις βάρκες για να είμαστε μέσα σε ότι προκύψει.

Δυστυχώς η κρίση είναι τέτοια που τα ψέματα έχουν τελειώσει. Παρά τα οποιαδήποτε λάθη και το θυμό όλων μας η στήριξη της πορείας προς τη μεταρρύθμιση είναι μονόδρομος. Ας μην είμαστε λοιπόν ανεύθυνοι.

*Ο Δημήτρης Απόκης είναι Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος.

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: