Τα υπέροχα βουνά της Ελλάδας κρύβουν μέσα τους την ψυχή αυτού του τόπου…




Στα υπέροχα βουνά της Ελλάδας, με την ακλόνητη γοητεία τους, που κρύβουν μέσα τους την ψυχή αυτού του τόπου, είναι αφιερωμένο το περιοδικό του ΑΠΕ ΜΠΕ, Πρακτορείο, που κυκλοφόρησε.

Είναι τα βουνά, στα οποία η φύση παραμένει παρθένα, με την καθαρότητά τους να διακρίνεται απ’ όλα τα σημεία του πλανήτη, είναι αυτά που μας κρατούν κοντά στο ανθρώπινο μέτρο. Το Πρακτορείο, πρώτη μέρα του Δεκεμβρίου, διάλεξε να σας παρουσιάσει μερικά απ’ τα βουνά και τα χωριά τους που αγαπήσαμε και αγαπάμε, πολλές φορές ξεχασμένα, που αν μη τι άλλο μας θυμίζουν τις ρίζες μας, την ιστορία μας, αλλά και τους ανθρώπους τους, τους δικούς μας ανθρώπους.

Το σεργιάνι ξεκινά με τον θεϊκό Όλυμπο, κάνει μια στάση στα χωριά της Ορεινής Τριχωνίδας και στις γιαγιάδες που τα κρατούν ζωντανά, γλυκαίνεται από τα νερά των Πρεσπών, προσεγγίζει τη αγριότητα των Αγράφων, γυρνά στο πιο τουριστικό αλλά μυθικό βουνό του Πηλίου και κλείνει με το Καϊμακτσαλάν και τις ομορφιές του. Επίσης, το Πρακτορείο ακολουθεί τους ορεινούς δρόμους του κρασιού, κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα και του τσίπουρου στη βόρεια Εύβοια.

Ζήσε το μύθο σου στον Όλυμπο

Της Πέπης Γιούλτση

Από την παιδική φαντασία όπου οι θεοί του Ολύµπου ζωντάνευαν ανάµεσα στα σύννεφα του µυθικού βουνού, µέχρι τις πρώτες εφηβικές αποδράσεις στα Πριόνια, εκεί όπου τελειώνει η άσφαλτος, και τις εµπειρίες οινογνωσίας της ενήλικης ζωής στο Ελατοχώρι Πιερίας, κοινός παρονοµαστής των εξορµήσεών µας ήταν πάντα ο Όλυµπος. Και όχι µόνο για αυτούς που ζουν κάτω από τη σκιά του βουνού αλλά για τους περισσότερους κατοίκους της βόρειας Ελλάδας. Η ευκολία, βέβαια, στην πρόσβαση ήταν πάντα ένα ισχυρό κίνητρο, µαζί µε την επιβλητική όψη της κατοικίας των δώδεκα θεών, όταν φυσάει Βαρδάρης και από κάθε γωνιά του Θερµαϊκού Κόλπου µπορεί να δει κανείς ακόµη και το χιόνι να γυαλίζει στο θρόνο του Δία, από τις ακτίνες του χειµωνιάτικου ήλιου.

Κάπου ανάµεσα στο δέος που προκαλεί η θέαση της κορυφής του ψηλότερου βουνού της Ελλάδας και στο µυστήριο που αποπνέουν η ιστορία του και οι δραµατικές µεταβολές στη µορφολογία του τοπίου, ξεπηδά η επιθυµία για την κατάκτηση του επί χιλιάδες χρόνια ακατόρθωτου: µιας ανάβασης στην κορυφή. Κι΄ αν σκεφτεί κανείς ότι ο Όλυµπος κυριαρχούσε στην ελληνική µυθολογία, προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι η πρώτη κατάκτηση της ψηλότερης κορυφής του καταγράφηκε στην ιστορία στις 2 Αυγούστου του 1913. Λίγες µέρες νωρίτερα κατέφθαναν στη Θεσσαλονίκη ο Ελβετός φωτογράφος – εκδότης Frederic Boissonas και ο συµπατριώτης του, συγγραφέας τεχνοκριτικός Daniel Baud Bovy, για να παρακολουθήσουν και να φωτογραφήσουν τις πολεµικές επιχειρήσεις, προσκεκληµένοι της ελληνικής κυβέρνησης. Περιµένοντας να περάσουν οι οκτώ µέρες που µεσολαβούν ανάµεσα στους υποχρεωτικούς εµβολιασµούς τους για τη χολέρα, αποφάσισαν να εξερευνήσουν τον Όλυµπο. Οδηγός τους ήταν ο κυνηγός αγριοκάτσικων Χρήστος Κάκαλος και οι τρεις τους κατάφεραν να φτάσουν µέχρι το τέλος της διαδροµής, τον Μύτικα που βρίσκεται σκαρφαλωµένος στα 2.918 µέτρα.

Από εκείνη τη στιγµή και µετά και καθώς το ακατόρθωτο είχε πια επιτευχθεί, όλο και περισσότεροι θνητοί έβαζαν στοίχηµα µε τον εαυτό τους να φτάσουν µέχρι εκεί. Σύµµαχος στην προσπάθεια έγιναν τα πρώτα καταφύγια που άρχισαν να ξεφυτρώνουν σε όλες τις πλευρές του βουνού προσφέροντας στον ορειβάτη, τον αναρριχητή και τον πεζοπόρο µια ανάπαυλα, µια ευκαιρία να ξαποστάσει και να ανακτήσει τις πολύτιµες δυνάµεις του.

Σήµερα το πιο δηµοφιλές ελληνικό βουνό διαθέτει εννέα κύρια καταφύγια και άλλα έξι τα οποία δεν είναι στελεχωµένα µε προσωπικό και χρησιµοποιούνται σε περίπτωση ανάγκης.
Δεν χρειάζεται όµως κανείς να γίνει ορειβάτης για να ζήσει την εµπειρία του Ολύµπου. Η µαγεία του αποκαλύπτεται στον επισκέπτη που θα αγγίξει τα παγωµένα νερά στις βάθρες που σχηµατίζονται στο φαράγγι του Ενιπέα, θα µυρίσει τη ρίγανη και το θυµάρι γύρω από το µοναστήρι του Αγίου Διονυσίου, θα γευτεί τη φασολάδα που εδώ και χρόνια σιγοβράζει στο καζάνι του εστιατορίου, που σηµατοδοτεί το τελευταίο σηµείο πολιτισµού στα Πριόνια, προτού αρχίσει το ανηφορικό µονοπάτι µε τα πόδια για την κορυφή.

Τα γύρω χωριά πλαισιώνουν αρµονικά το µυθικό βουνό και επιφυλάσσουν διαρκώς και νέες εκπλήξεις. Στους πρόποδες του Ολύµπου το Λιτόχωρο φιλοξένησε στα χοντρά βότσαλα της παραλίας του τα καλοκαιρινά µπάνια των παιδικών µας χρόνων. Στο ορεινό χωριό µε τη γραφική πλατεία του αποτυπώθηκαν στη µνήµη µας οι πρώτες εικόνες από το επιβλητικό φαράγγι αλλά και οι γεύσεις και τα αρώµατα από το παραδοσιακό ριγανάτο. Από τους Μύλους του Λιτόχωρου ξεκινά, άλλωστε, η διαδροµή προς το φαράγγι ανάµεσα σε κρυστάλλινες πηγές, ξύλινα γεφυράκια, αρωµατικούς θάµνους, πεύκα και έλατα. Όσοι ξέρουν καλά τον τόπο προτείνουν µάλιστα στον επισκέπτη να κάνει και την αντίθετη διαδροµή: αντί να ανεβεί, δηλαδή, το φαράγγι µε σηµείο εκκίνησης το Λιτόχωρο, να το κατεβεί µε αρχή τα Πριόνια και σηµείο τερµατισµού το χωριό. Ενδιάµεσοι σταθµοί θα είναι πάντοτε η παλιά µονή Αγίου Διονυσίου του 16ου αιώνα, η σπηλιά του Αγίου Δηµητρίου, οι καταρράκτες και οι λιµνούλες, όπου οι πιο τολµηροί µπορούν να βουτήξουν στα νερά που διατηρούν την ιδιαίτερα χαµηλή θερµοκρασία τους ακόµη και το κατακαλόκαιρο.

Εικόνες βγαλµένες από τα παραµύθια υπόσχεται και ο Παλιός Παντελεήµονας, ένα χωριό στα 600 µέτρα υψόµετρο, όπου µέχρι πριν κάποια χρόνια δεν υπήρχε καν ηλεκτρικό ρεύµα, σε µια συνειδητή προσπάθεια να παραµείνει αναλλοίωτη η όψη του στο χρόνο. Εκεί, ακόµη και σήµερα, δεν κινείται ρόδα αυτοκινήτου και µια βόλτα µε τα πόδια στα γραφικά πετρόστρωτα σοκάκια, ανάµεσα στους παραδοσιακούς ξενώνες και τα ταβερνάκια κάνει τον τουρίστα να αναρωτιέται αν ξαφνικά θα ξεπηδήσουν λιλιπούτεια ανθρωπάκια από τα πλούσια φυλλώµατα των δέντρων, τα ανθισµένα πολύχρωµα λουλούδια και τα κρεµαστά φαναράκια.

Σε αυτό το τοπίο, µόλις χαθούν και οι τελευταίες ακτίνες του ήλιου και το σούρουπο καλύψει την κορυφογραµµή στην κατοικία των θεών, οι πρώτες µελωδίες του αργεντίνικου τάνγκο δελεάζουν τον άπειρο χορευτή να κάνει τα πρώτα του βήµατα στην πίστα, σε µια µιλόγκα που εδώ και καιρό πια διοργανώνουν Γερµανοί επισκέπτες που γοητεύτηκαν από την περιοχή και ανέλαβαν τη σχετική πρωτοβουλία.

Λίγο µακρύτερα, το παρελθόν συναντά το παρόν και η παράδοση τη µόδα. Οι νέοι του Ελατοχωρίου, στο πλαίσιο του project “Sex and the village” και τους αυτονόητους συνειρµούς που δηµιουργεί, προσέφεραν στα 800 µέτρα υψόµετρο Cosmopolitan µε βασικό ποτό το τσίπουρο. Σήµερα µας ξεναγούν στο χιονοδροµικό κέντρο, διοργανώνουν βραδιές γευσιγνωσίας και γιορτές κρασιού µε τοπικά προϊόντα, καίνε τα στέµφυλα το φθινόπωρο και κρατάνε ζωντανά το “Κύριε Ελέησον” τα Θεοφάνια, τα κουδούνια στον Ευαγγελισµό, το κάψιµο της ρόκας το Πάσχα, τον “κριτσµά” για το µάζεµα του καπνού.

Δηλώνουν, εξάλλου, µε πείσµα ότι δεν εγκαταλείπουν τον τόπο τους. Αυτός είναι ο τόπος του Ολύµπου, ενός βουνού µε χίλια πρόσωπα που όταν το κοιτά κανείς από µακριά καταλαβαίνει πολύ καλά γιατί οι αρχαίοι Έλληνες έφτιαξαν το αρχαίο Δίον ειδικά στην συγκεκριµένη τοποθεσία: ακριβώς απέναντι από το θρόνο του Δία, ανάµεσα σε λίµνες και πηγές καλά κρυµµένες στην πυκνή βλάστηση, ώστε να ξαφνιάζουν τον επισκέπτη που σταµατά στη θέα των καβουριών πάνω στο πλακόστρωτο. Λίγα µέτρα µακρύτερα, οι πινακίδες του αρχαιολογικού χώρου δηµιουργούν στο µυαλό του επισκέπτη την εικόνα των τεράστιων σκηνών που είχαν στήσει στο χώρο οι αρχαίοι

Μακεδόνες, µε τα πλούσια τραπέζια λίγο πριν ξεκινήσει η εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου για την Ασία το 335 π.Χ. Και για όσους δεν έχουν ακόµη επισκεφτεί τον Όλυµπο, µια τουριστική πρόταση περιλαµβάνει απαραίτητα: -το Κάστρο του Πλαταµώνα, εκεί όπου η απόληξη του Ολύµπου “αγγίζει” τη θάλασσα, λίγα µέτρα πάνω από το σηµείο όπου το τρένο της παλιάς γραµµής έµοιαζε να πετά πάνω από το νερό, -την πηγή των µουσών που γεννήθηκαν όταν η Μνηµοσύνη κοιµήθηκε µε το γιο του Κρόνου, -τον εθνικό δρυµό του Ολύµπου που ξεκινά από τα 600 µέτρα υψόµετρο και φτάνει µέχρι την κορυφή του Μύτικα, -τα ενδηµικά φυτά και λουλούδια του Ολύµπου, µε τα κόκκινα και κίτρινα άνθη, που δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στον κόσµο,-µια εµπειρία Ορειβατικού Μαραθωνίου, -τον αρχαιολογικό χώρο της Πύδνας -αλλά και µια προσεκτική µατιά στα πετρώµατα ενός βουνού που άρχισαν να σχηµατίζονται πριν από διακόσια εκατοµµύρια χρόνια ώστε ο Όλυµπος να σχηµατιστεί αναδυόµενος από το βυθό της θάλασσας. Και αν οι επισκέπτες είναι αρκετά τυχεροί ή διαθέτουν µεγάλη φαντασία ίσως να αισθανθούν τις δυνάµεις που δηµιουργούν οι λιθοσφαιρικές πλάκες, σµπρώχνοντας προς τα πάνω το έδαφος και κάνοντας τον Όλυµπο να ψηλώνει ακόµη κάποια εκατοστά το χρόνο. Από όποιο υψόµετρο, όµως, και αν κοιτάζει κανείς θωρώντας την υπέροχη Μακεδονική γη και το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου πελάγους, µπορεί να καταλάβει αυτό που ήθελε πάντα να πει ο Κώστας Χατζής τραγουδώντας:“όταν κοιτάς από ψηλά, µοιάζει η γη µε ζωγραφιά…”.

 

 

 

 

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: