FILE PHOTO: The cargo section of Piraeus Port. Photo via ΑNA-MPA, Pantelis Saitas
Στην οικονομική εφημερίδα Les Echos δημοσιεύεται ανταπόκριση από την Αθήνα του Basile Dekonink για τους σχεδιασμούς του Πεκίνου αναφορικά με την Ελλάδα.
Στις 31 Αυγούστου, η υπουργός Εξωτερικού Εμπορίου της Ολλανδίας, Liesje Schreinemacher, απάντησε στις ανησυχίες των εργοδοτών για την ευρωπαϊκή εξάρτηση από κινεζικά κεφάλαια. Εάν η Ευρώπη διαθέτει μηχανισμούς για τον περιορισμό της ξένης επιρροής σε στρατηγικούς τομείς, η αξιωματούχος αναγνώριζε ωστόσο αδυναμίες στο επίπεδο των 27. Πρώτον: Η Ελλάδα και το λιμάνι του Πειραιά, «εξαρτώμενα» από την Κίνα.
Δέκα χρόνια αφότου το Πεκίνο εγκαινίασε τους «Νέους Δρόμους του Μεταξιού» (Belt & Road Initiative, ή BRI), επτά χρόνια μετά την πώληση του μεγαλύτερου λιμανιού της σε έναν κινεζικό δημόσιο όμιλο, την Cosco, η Ελλάδα εξακολουθεί να θεωρείται ως το προγεφύρωμα του τεράστιου σχεδίου στην ΕΕ – και ένα κράτος μέλος εξαρτώμενο από τη δεύτερη παγκόσμια δύναμη.
Ωστόσο, αν η άνοδος του Πειραιά είναι μια αναμφισβήτητη εμπορική επιτυχία, η εξαγορά του από την Cosco το 2016 (η οποία σήμερα κατέχει το 67%) δεν έλαβε ποτέ τη διάσταση που φανταζόταν εκείνη την εποχή το κινεζικό αφήγημα.
Τον Πειραιά που ήταν το πρώτο λιμάνι της Μεσογείου το 2019 με κίνηση εμπορευματοκιβωτίων 5,65 εκατομμυρίων TEU (μονάδα ισοδύναμη με είκοσι πόδια ή 6,1 μέτρα) – έναντι 665.000 το 2009 – ξεπερνούν σήμερα οι ανταγωνιστές από το Μαρόκο και την Ισπανία, με τα λιμάνια της Ταγγέρης και της Βαλένθια. Μετά από χρόνια διαξιφισμών με τις τοπικές αρχές και παραχώρηση πολλών τροποποιήσεων, η Cosco μόλις έλαβε έγκριση για το αναπτυξιακό της σχέδιο ύψους 600 εκατομμυρίων ευρώ.
Ο σιδηροδρομικός διάδρομος προς τη Βουδαπέστη, που υποτίθεται ότι θα επέτρεπε στους Κινέζους εξαγωγείς να πουλήσουν εκατομμύρια προϊόντα στην κεντρική Ευρώπη, έχει δει μόνο μια πολύ μικρή ποσότητα εμπορευματοκιβωτίων να περνά από το 2016.
Γενικότερα, «οι κινεζικές εισροές κεφαλαίων δεν είναι τόσο άφθονες όσο ήταν κάποτε – οι κρατικές τράπεζες της Κίνας είναι πλέον απασχολημένες με τη διάσωση της αγοράς ακινήτων της Κίνας. Και η Ελλάδα προσελκύει σήμερα άμεσες ξένες επενδύσεις από ένα ευρύ φάσμα επενδυτών. Η Κίνα δεν θεωρείται πλέον ‘ο σωτήρας της χώρας’», εκτιμά ο Plamen Tonchev, επικεφαλής για την περιοχή της Ασίας στο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων της Αθήνας.
Εάν η Ελλάδα, το πρώτο κράτος μέλος της ΕΕ που εντάχθηκε επίσημα στην πρωτοβουλία BRI το 2018, φροντίζει τις σχέσεις της με την Κίνα, οι διπλωματικοί δεσμοί έχουν χαλαρώσει. Από την επίσκεψη του Xi Jinping στην Αθήνα το 2019, μόνο Κινέζοι διπλωμάτες δεύτερης βαθμίδας έχουν επισκεφθεί την Ελλάδα και αντίστροφα.
Με πολύ πιο ατλαντικό προσανατολισμό από την κυβέρνηση Τσίπρα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν αντιτάχθηκε όπως οι προκάτοχοί της στα ευρωπαϊκά ψηφίσματα κατά του Πεκίνου – τον Ιούλιο του 2016 και τον Ιούνιο του 2017, η Ελλάδα υποστήριξε την Κίνα στην εδαφική της διαμάχη κατά των Φιλιππίνων και στη συνέχεια μπλόκαρε μια ευρωπαϊκή δήλωση σχετικά με το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Πέρα από την βιτρίνα του Πειραιά, οι Κινέζοι επενδυτές είδαν να αποκλείονται από πολλά έργα επενδύσεων και υποδομών τα τελευταία χρόνια – σχετικά με το 5G, σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, τερματικούς σταθμούς εισαγωγής LNG, το παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού, την εξαγορά της ασφαλιστικής εταιρείας Εθνικής Ασφαλιστικής…
«Πιστεύω ότι ο δρόμος [των σινο-ελληνικών σχέσεων] θα γίνει πιο δύσκολος, δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό, εκτιμούσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης πριν από ένα χρόνο κατά τη διάρκεια συνεδρίου που διοργάνωσε μια αμερικανική δεξαμενή σκέψης. Η επένδυση στο λιμάνι του Πειραιά […] αποτέλεσε επιτυχία, αλλά δεν αναμένω περαιτέρω σημαντικές κινεζικές επενδύσεις σε υποδομές. Η Κίνα και η Ελλάδα έχουν μια σχέση που θα χαρακτήριζα καλή, αλλά ποτέ δεν θα αποβεί σε βάρος των συνολικών γεωπολιτικών μας προσανατολισμών» -καταλήγει το δημοσίευμα
Στην ίδια εφημερίδα, δημοσιεύεται άρθρο με υπογραφή Lucie Robequain και τίτλο “Η πανωλεθρία των δρόμων του μεταξιού, αλήθεια;”.
Επισημαίνει ότι με τους Δρόμους του Μεταξιού, η Κίνα έχει γίνει απαραίτητη σε περιοχές όπου δεν είχε καμία επιρροή πριν από δεκαπέντε χρόνια, στην Αφρική ή τη Λατινική Αμερική. Αλλά οι Δυτικοί έχουν ακόμα ένα χαρτί να παίξουν.
Ακούγοντας ορισμένους Δυτικούς, οι κινεζικοί «Δρόμοι του Μεταξιού» δεν είναι παρά μια σειρά αποτυχιών.
Όμως η πραγματικότητα έγκειται στο ότι οι κινεζικές εταιρείες υψώνουν τις φίρμες τους σε όλες τις ηπείρους, ενώ η επιρροή των Ευρωπαίων μειώνεται. Ήρθαν να βοηθήσουν χώρες που το είχαν απόλυτη ανάγκη, όπως η Ελλάδα, που μπόρεσε να επεκτείνει το λιμάνι του Πειραιά πέρα από κάθε ελπίδα.
Θα ήταν εξίσου γελοίο να παραστήσουμε τις αναδυόμενες χώρες ως υποτελείς της Κίνας. Η αλήθεια είναι ότι παραμένουν ανοιχτές σε όλες τις επενδύσεις και ότι οι Δυτικοί έχουν ακόμη σοβαρά επιχειρήματα να προβάλουν σε αυτή τη μάχη επιρροής: τα σχέδιά τους είναι πιο διαφανή, πιο ανθεκτικά και πιο οικονομικά βιώσιμα από τα κινέζικα- αναφέρεται μεταξύ άλλων.
ΠΗΓΗ: Les Echos – Les déroutes de la soie, vraiment?
H Les Echos δημοσιεύει και ανταπόκριση από τη Σανγκάη με υπογραφή Frédéric Schaeffer και τίτλο “Οι Κινεζικοί Δρόμοι του Μεταξιού, ένα τιτάνιο έργο που προκαλεί αυξανόμενη δυσπιστία”.
Σημειώνει ότι μέσα σε δέκα χρόνια, η Κίνα έχει επενδύσει περίπου 1.000 δισεκατομμύρια δολάρια σε περισσότερες από 150 χώρες. Ωστόσο, η κριτική αυξάνεται σε αρκετές χώρες που αντιμετωπίζουν κρίση χρέους και εκφράζουν λύπη για την έλλειψη τοπικών οικονομικών οφελών.
Εν τούτοις, «Δεν έχουν υπολειτουργήσει όλα τα έργα της BRI», σημειώνουν οι Αμερικανοί ερευνητές Michael Bennon και Françis Fukuyama στο περιοδικό «Foreign Affairs». Το έργο για το λιμάνι του Πειραιά της Ελλάδας, το οποίο επέκτεινε το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, απέδωσε τα αποτελέσματα που υποσχέθηκε το Πεκίνο, όπως και άλλες πρωτοβουλίες της BRI» -αναφέρει μεταξύ άλλων το δημοσίευμα
Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE