Cyprus President of the Republic Nicos Anastasiades and Estonian Prime Minister Kaja Kallas (R frt) during a Special meeting of the European Council in light of Russia’s aggression against Ukraine, in Brussels, Belgium, 24 February 2022. EPA, OLIVIER HOSLET, POOL
Οι ραγδαίες εξελίξεις στο ουκρανικό αγγίζουν εκ των πραγμάτων και το Κυπριακό, πέραν των άλλων επιπτώσεων που θα έχει η χώρα μας από τον πόλεμο, που βρίσκεται σε εξέλιξη από την περασμένη Πέμπτη, με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Είναι προφανές πως ένα διεθνές ζήτημα, που βρίσκεται για χρόνια στην ατζέντα και για μακρά περίοδο δεν καταγράφει πρόοδο, εξελίξεις όπως αυτές που συμβαίνουν, ενδεχομένως να το βάλουν πιο βαθιά στο ράφι και στην ακινησία. Εκτός κι εάν διαμορφωθεί εκτελέσιμος σχεδιασμός δράσεων και πρωτοβουλιών.
Την ίδια ώρα, όμως, είναι σαφές πως τα όσα διαδραματίζονται στο ρώσο-ουκρανικό μέτωπο, πρέπει να προκαλέσουν ανησυχία, καθώς ενδεχομένως να δημιουργήσουν προηγούμενο. Κυρίως επί του εδάφους ενόψει του γεγονότος ότι η λεγόμενη διεθνής κοινότητα, ο «δυτικός κόσμος», αντιδρά μεν, χωρίς ωστόσο τα αποτρεπτικά του εργαλεία να έχουν, μέχρι στιγμής, αποτελέσματα.
Η εισβολή, η κατοχή εδαφών και η προσάρτηση εδαφών, όπως η περίπτωση της Κριμαίας, υποδηλούν κάποιους παραλληλισμούς. Οι δυο ρωσόφωνες κοινότητες από την μια και η τουρκοκυπριακή από την άλλη, κάλεσαν προς βοήθεια τις… μητέρες πατρίδες για βοήθεια. Ή καλύτερα τους υπέδειξαν να ζητήσουν βοήθεια ( στην περίπτωση της Κύπρου δεν υπήρξε καν κάλεσμα για παρέμβαση).
Περαιτέρω και στις δυο περιπτώσεις υπερισχύει η λογική του ισχυρού. Επιβολή διά της ισχύος. Αυτή, άλλωστε, είναι η ωμή πραγματικότητα στις διεθνείς σχέσεις.
Η Ρωσία για γεωστρατηγικούς λόγους, για να αποτρέψει την περικύκλωση του ΝΑΤΟ, επιχείρησε να στείλει διά της ισχύος ένα μήνυμα προς τους «απέναντι». Οι όποιες δεσμεύσεις υπήρξαν μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού, για μην επέκταση του ΝΑΤΟ μέχρι τα σύνορα με τη Ρωσία (αυτή η άτυπη συμφωνία αμφισβητείται από τους δυτικούς), έχουν εγκαταλειφθεί και η Μόσχα θεώρησε πως θα έπρεπε να καταστείλει στρατιωτικά και με αυτόν τον τρόπο να στείλει κι’ ένα δυναμικό μήνυμα αποτροπής του τύπου «ως εδώ και μη παρέκει».
Καθίσταται επίσης προφανές πως η Ρωσία στοχεύει σε αυτό που θέλουν και οι ΗΠΑ για τον εαυτό τους, να δορυφοροποιήσουν, δηλαδή, την Ουκρανία, έχοντας ως προηγούμενο τη δοκιμασμένη σοβιετική μέθοδο της φιλανδοποίησης, που λειτούργησε επιτυχώς για την ΕΣΣΔ κατά την εποχή του ψυχρού πολέμου.
Με το μοντέλο της φιλανδοποίησης φλερτάρει και η Άγκυρα. Η κατοχική δύναμη θεωρεί πως οι στρατηγικές της επιδιώξεις μπορούν να επιτευχθούν μέσα από τον έλεγχο, τη φιλανδοποίηση δηλαδή, της Ελλάδος και της Κύπρου. Η ευκολότερη οδός για τον πλήρη έλεγχο της Κύπρου.
Την ίδια ώρα, υπάρχουν διαφορές. Μια σημαντική διαφορά είναι η εξής:
Οι εξελίξεις στην Ουκρανία ενδεχομένως να αποτελέσουν και μια ευκαιρία για τη Λευκωσία να επαναφέρει το Κυπριακό στη διεθνή πολιτική σκηνή. Θα είναι ευκαιρία, μέσα στις σκληρές συζητήσεις για τον πόλεμο στην Ουκρανία, να τεθεί και το Κυπριακό σε μια σωστή βάση.
Αυτό, όμως, για να γίνει χρειάζεται προφανώς και ένα σχεδιασμό και αναθεώρηση προσεγγίσεων. Όπως είναι γνωστό, η Λευκωσία είχε επιλέξει το εργαλείο των κυρώσεων, που ομολογουμένως, δεν απέδωσε τα αναμενόμενα.
Ωστόσο, ήταν μια πολιτική επιλογή, που συντηρούσε το θέμα των τουρκικών παράνομων ενεργειών και προκλήσεων στο τραπέζι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ήταν μια συνεχής όχληση τόσο προς την Τουρκία όσο και προς το τεράστιο γερμανικό λόμπι στην Ε.Ε. Αυτή η πολιτική αναθεωρήθηκε για να επανέλθουν τα ΜΟΕ, γνωρίζοντας ότι δεν θα είχαν καμία τύχη.
Η συζήτηση από τους Ευρωπαίους εταίρους μας των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, οι αποφάσεις που έχουν ληφθεί, επιτρέπει- εάν υπάρχει πολιτική βούληση – να επανέλθει και το ζήτημα τούτο και για την κατοχική Τουρκία.
Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE