File photo: Ο πρόεδρος της Επιτροπής Διεθνών Υποθέσεων της Γερουσίας, Ρόμπερτ Μενέντεζ στην αίθουσα συνεδριάσεων, στην Ουάσιγκτον. EPA, MICHAEL REYNOLDS
Αυτά που διακηρύσσουν δημόσια οι Τούρκοι είτε τα υλοποιούν σταδιακά είτε τα χρησιμοποιούν ως εκβιαστικές πρακτικές για την περαιτέρω ενίσχυση των επεκτατικών στόχων τους. Δημιουργούν και νομιμοποιούν παράνομα τετελεσμένα γεγονότα χωρίς κανένα ουσιαστικό κόστος.
Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αυτής της τακτικής τους είναι τα όσα κάνουν τις τελευταίες μέρες στην παραλία της κατεχόμενης, περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση, στην προσπάθειά τους να κρατήσουν την Τουρκία στο «δυτικό στρατόπεδο» και να εξυπηρετήσουν ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, έχουν επιδείξει μέχρι στιγμής μια πρωτοφανή ανοχή απέναντι στις τουρκικές επεμβάσεις σε άλλες χώρες και στην κατάλυση του κράτους δικαίου από το ισλαμοφασιστικό καθεστώς του Ερντογάν.
Γράφτηκαν και ειπώθηκαν αρκετά για την επικείμενη συνάντηση του νεοσουλτάνου της Άγκυρας με τον Αμερικανό ηγέτη. Η τουρκική επιθετικότητα στην περιοχή αναμένεται να είναι μέρος της συζήτησής τους.
Δηλαδή, η τουρκική κατοχή στην Κύπρο και η παράνομη δράση της Τουρκίας σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο δεν συμπεριλαμβάνονται στα ζητήματα – όρους που θέτει η Ουάσιγκτον στην Άγκυρα για τη βελτίωση των σχέσεών τους.
Κατά τη διάρκεια ακρόασης στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας και απαντώντας σε ερώτηση του προέδρου της, Δημοκρατικού γερουσιαστική Ρόμπερτ Μενέντεζ, ο υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν ανέφερε ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν θα θέσει το θέμα των τουρκικών ενεργειών στον Ταγίπ Ερντογάν.
Ο κ. Μενέντεζ επεσήμανε ότι βρίσκει «εκπληκτικό το γεγονός» ότι «μια χώρα σύμμαχος στο ΝΑΤΟ και για την οποία είχαμε κάποτε προσδοκίες, έχει στις φυλακές της τους περισσότερους δημοσιογράφους και δικηγόρους» και ότι «παραβιάζει συνεχώς το Διεθνές Δίκαιο, απειλεί την Κύπρο, υπογράφει παράνομο μνημόνιο με την Λιβύη, το οποίο περνάει μέσα από την ΑΟΖ της Ελλάδας» και «έχει επιθετική συμπεριφορά εναντίον της Αρμενίας».
Ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ σχολιάζοντας την τοποθέτηση του γερουσιαστή είπε ότι «συμμεριζόμαστε αυτές τις ανησυχίες» και σημείωσε ότι αυτά τα θέματα θα συμπεριλαμβάνονται στην ατζέντα της συνάντησης Μπάιντεν – Ερντογάν.
Υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στην «έκφραση ανησυχίας» για τις τουρκικές ενέργειες στην Ανατολική Μεσόγειο (που ήταν «βαθύτατα προβληματικές», όπως είπε ο κ. Μπλίνκεν) και στις πραγματικές διαστάσεις του τουρκικού εγκλήματος της κατοχής και του εποικισμού στην Κύπρο, καθώς και της μόνιμης επιθετικής πολιτικής της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας.
Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών τόνισε μάλιστα ότι «είμαστε ικανοποιημένοι που είδαμε την Τουρκία να οπισθοχωρεί από αυτές τις προσπάθειες, συμπεριλαμβανομένης της απομάκρυνσης των πλοίων της από τα ύδατα που η Κύπρος θεωρεί μέρος της ΑΟΖ της και τη διακοπή των γεωτρητικών δραστηριοτήτων».
Διαφαίνεται λοιπόν και πάλι μία «αφελής αντίληψη» των πραγμάτων, εάν μελετηθεί ο τρόπος που δρα και ελίσσεται η Τουρκία. Όπως είναι γνωστό, ενόψει της συνόδου κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της συνάντησης Μπάιντεν – Ερντογάν, η Άγκυρα προσπαθεί τον τελευταίο καιρό να επιδείξει καλή διαγωγή, αλλά Ευρωπαίοι και Αμερικανοί αξιωματούχοι δείχνουν ότι ακόμη δεν έχουν αντιληφθεί τις τουρκικές ραδιουργίες.
Μήπως όμως με αυτή την πολιτική οι ΗΠΑ «απαλλάσσονται» από τις νομικές και ηθικές υποχρεώσεις τους για την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου και στην περίπτωση της Κύπρου, που, σημαίνει τερματισμός της κατοχής και πλήρης αποκατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων;
Επίσης, μήπως με αυτή την πολιτική στην ουσία η Τουρκία δεν θα έχει καμία δέσμευση που απορρέει από τη συμμαχία της με τις ΗΠΑ, σε σχέση με τα όσα διαπράττει σε Κύπρο και Αιγαίο;
Είναι γεγονός ότι τις προηγούμενες δεκαετίες, η οποιαδήποτε συνεργασία των ΗΠΑ με την Ελλάδα και την Κύπρο καθοριζόταν σε μεγάλο βαθμό από τις τουρκικές απαιτήσεις και τα τουρκικά συμφέροντα, μιας και η Ουάσιγκτον είχε καταστήσει την Τουρκία και το Ισραήλ ως τους πιο σημαντικούς συμμάχους της στην περιοχή.
Τώρα, λένε ότι η ανάπτυξη οποιασδήποτε μορφής συνεργασίας (συμπεριλαμβανομένης και της στρατιωτικής) με την Αθήνα και τη Λευκωσία δεν καθορίζεται από τα δεδομένα των αμερικανοτουρκικών σχέσεων.
Από τη μια, μπορεί να θεωρηθεί ως θετική εξέλιξη. Από την άλλη, υπάρχει το ενδεχόμενο, στη βάση των διμερών σχέσεων, να συμβεί η προαναφερθείσα δυσάρεστη εξέλιξη.
Γι’ αυτό, επειδή τώρα πρόεδρος των ΗΠΑ είναι ο Τζο Μπάιντεν (που έχει μια ιδιαίτερη σχέση με την ελληνοαμερικανική κοινότητα για περισσότερα από 40 χρόνια και ως γερουσιαστής μαζί με τον Πολ Σαρμπάνη είχαν κάνει παντιέρα τους το αίτημα για κατάργηση της τουρκικής κατοχής στην Κύπρο) και, επίσης, επειδή τώρα πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας είναι ο Ρόμπερτ Μενέντεζ (μαχητής για την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και της Κύπρου), μήπως έφτασε η ώρα ώστε η τουρκική κατοχή στην Κύπρο και η τουρκική επιθετικότητα στο Αιγαίο να συμπεριληφθούν στον κατάλογο των προϋποθέσεων και όρων που θέτουν οι ΗΠΑ προς την Τουρκία για τη βελτίωση των σχέσεών τους;
Και αν πρώτα οι Έλληνες δεν προτάξουν την ουσία του προβλήματος και τη διάσταση του τουρκικού επεκτατισμού, αν δεν αναδείξουν τη ρίζα του κακού στην περιοχή, τότε κανένας Μπάιντεν δεν θα θελήσει να βάλει φρένο στην Τουρκία.