Ο Λευκός Οίκος λίγο μετά το ηλιοβασίλεμα. EPA, MICHAEL REYNOLDS / POOL
Η πανδημία έχει οδηγήσει τα εθνικά στερεότυπα σε άτακτη υποχώρηση. Στη Γαλλία, τη χώρα της λογικής, οι αρνητές του εμβολίου οργιάζουν. Οι φιλελεύθεροι Βρετανοί έχουν παραδοθεί σε μια καραντίνα μοναδικής σκληρότητας.
Οι ρυθμοί εμβολιασμού στη Γερμανία δεν έχουν καμιά σχέση με τη θρυλική αποτελεσματικότητα της χώρας. Από όλες τις εκπλήξεις, όμως, η μεγαλύτερη είναι η δίψα της αμερικανικής κοινωνίας για το κράτος.
Για μια φορά, η μικρή διαφορά με την οποία ψηφίστηκε το περασμένο Σάββατο το Σχέδιο Ανάκαμψης από τη Βουλή των Αντιπροσώπων δεν δείχνει μια διχασμένη χώρα. To γεγονός ότι μια μεγάλη πλειοψηφία των Αμερικανών και των δύο κομμάτων συμφωνεί για έναν νόμο είναι ήδη περίεργο.
Το ότι αυτός ο νόμος προβλέπει μια δημόσια δαπάνη 1,9 τρισεκατομμυρίων δολαρίων είναι ακόμη πιο περίεργο. Πολλοί αναρωτιούνται για τη σοφία μιας τόσο μεγάλης γενναιοδωρίας, εκτός από την κοινή γνώμη.
Η πανδημία έχει αποκρυσταλλώσει μια σκέψη που μέχρι πρόσφατα ήταν αποσπασματική. Κάποια στιγμή σε αυτόν τον αιώνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες έγιναν μια μετριοπαθώς σοσιαλδημοκρατική χώρα, από την άποψη του κοινωνικού τους κράτους. Οι Αμερικανοί δεν είναι βέβαια Δανοί.
Η μείωση των ανισοτήτων δεν περιλαμβάνεται στα πρώτα τους μελήματα. Παρόλο όμως που το 40% ψηφίζουν το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, δεν έχουν κληρονομήσει τις σκληρές του απόψεις. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι πλέον τόσο διαφορετικές ιδεολογικά από τον υπόλοιπο πλούσιο κόσμο.
Η τελευταία φορά που υπήρξε μια τέτοια επέμβαση στην οικονομία ήταν το 2008. Αλλά τότε η επιδοκιμασία των μέτρων που ελήφθησαν δεν ήταν τόσο μεγάλη. Αντιθέτως, το Tea Party τα έβαζε με την κυβέρνηση. Τώρα, η διαφορά στάσης εξηγείται από το γεγονός ότι υπάρχουν μόνο θύματα, όχι ένοχοι. Κι αν οι οικονομολόγοι διερωτώνται μήπως το ποσό της δαπάνης είναι υπερβολικά μεγάλο, το ερώτημα που κυριαρχεί στην κοινή γνώμη είναι μήπως ο πρόεδρος Μπάιντεν θα μπορούσε να είναι πιο τολμηρός.
Οι ΗΠΑ δεν έγιναν ξαφνικά μια σοσιαλδημοκρατία. Στα μάτια των νέων, αυτό έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό. Αν το Obamacare ήταν μη δημοφιλές το 2010, έγινε απαραίτητο πριν τελειώσει η δεκαετία.
Οι χώρες δικαιούνται μια όχι και τόσο ακριβή εικόνα για τον εαυτό τους. «Χωρίς μύθο δεν υπάρχει έθνος» έλεγε ο Γκορ Βιντάλ. Τα πολιτικά κόμματα πρέπει όμως να είναι πιο διορατικά από τους πολίτες. Για πολλές δεκαετίες, οι Ρεπουμπλικανοί συντηρούσαν την εικόνα μιας Αμερικής ξεχωριστής ως προς τον οικονομικό της ατομισμό. Ποτέ δεν ήταν ακριβές αυτό. Τώρα μοιάζει με παρωδία.
Ο μύθος μιας χώρας που ντρέπεται για την κεντρική της κυβέρνηση καταρρέει μαζί με τον αμερικανικό εξαιρετισμό.
(*) O Τζάναν Γκάνες είναι αρθρογράφος των Financial Times – Πηγή: Financial Times via ΑΠΕ-ΜΠΕ
Έχει ξεφύγει η κατοχική Τουρκία: Δεν θέλει την Ευρωπαϊκή Ένωση στην άτυπη Πενταμερή Διάσκεψη