Αστυνομικοί οδηγούν τον ηθοποιό-σκηνοθέτη Δημήτρη Λιγνάδη στην 19η Τακτική Ανακρίτρια, στα δικαστήρια της Ευελπίδων, την Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2021. ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΟΡΕΣΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
Ο Δημήτρης Λιγνάδης ήταν ένα είδος νεοελληνικού celebrity. Γιός ενός διαπρεπούς φιλόλογου και κριτικού θεάτρου, με τα απαραίτητα διαπιστευτήρια «αριστεροφροσύνης» της μεταπολίτευσης, προσαρμόστηκε κι ο ίδιος εύκολα στα μονοπάτια της «προοδευτικής» θολοκουλτούρας.
Το πώς κατέληξε καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, όπως ακριβώς παλαιότερα ο αείμνηστος μπαμπάς του, είναι ένα ερώτημα.
Πιθανόν ο νεότερος Λιγνάδης να ήταν ταλαντούχος ως ηθοποιός, δεν το γνωρίζω. Σίγουρα όμως ήταν ταλαντούχος, εκτός από το ψωνιστήρι και στο στο…παραμύθιασμα των ψωνισμένων. Των ανόητων «επώνυμων» της πολιτικής, της τέχνης και χρήματος που σπρώχνονταν για να εξασφαλίσουν μια φωτογραφία μαζί του.
Είχε απόλυτο δίκιο. Γι αυτό και δεν την πάτησε από επώνυμους που ήξεραν, αλλά δεν μιλούσαν. Αποκαθηλώθηκε από τα ανώνυμα θύματα του που αποφάσισαν ότι ήρθε η ώρα να τον τιμωρήσουν.
Η περίπτωση του, λοιπόν, μοιάζει εξαιρετικά με αυτή του, μακαρίτη πλέον, Τζέφρει Έπσταϊν στην Αμερική. Μοναδική διαφορά ότι εκείνος ήταν τραπεζίτης και πάμπλουτος. Ηταν όμως επίσης φιλότεχνος, «διασκεδαστής επωνύμων» και απόλυτα διεστραμμένος.
Ο Έπσταϊν, όπως ο Λιγνάδης, είχε διασυνδέσεις με την «αφρόκρεμα» της πολιτικής και επιχειρηματικής σκηνής στις ΗΠΑ. Μέχρι και σε Ευρωπαίους γαλαζοαίματους έφτανε η μπογιά του. Τους έκανε όλους να περνούν καλά. Μέχρι που ήρθε η ώρα της πρώτης καταγγελίας και ακολούθησε χιονοστιβάδα αποκαλύψεων. Τότε μονομιάς οι επώνυμοι «εξαφανίστηκαν». Ούτε που ήθελαν να τον ξέρουν.
Δυστυχώς για εκείνους τους ήξερε απ’ την καλή και την ανάποδη, ο τραπεζίτης. Τις αδυναμίες και τα βίτσια τους. Γι αυτό και χαιρόταν να επιδεικνύει έναν πίνακα ζωγραφικής με τον Μπίλ Κλίντον σε ναζιάρικη πόζα, να φοράει το μπλε φόρεμα της Μόνικας Λεβίνσκι και να επιδεικνύει τις κόκκινες γυαλιστερές γόβες του.
Ο Αμερικανός βέβαια, δεν πρόλαβε να μιλήσει για τους επώνυμους φίλους του. Βρέθηκε κρεμασμένος, κατά μυστήριο τρόπο, στις φυλακές υψίστης ασφαλείας που τον φιλοξενούσαν. Και ο Λιγνάδης, δεν έχει προλάβει να συνέλθει από το σόκ.
Προς το παρόν κάνει το παγώνι και γλείφει ακόμη και την Μενδώνη που τον δίκασε προκαταβολικά για να γλυτώσει την θεσούλα της. Αλίμονο όμως αν μεθαύριο μέσα στην απελπισία του, αποφασίσει να μιλήσει. Κάτι μου λέει ότι θα κλάψουνε μανούλες, εκεί…ψηλά στον Υμηττό, που λέει και το τραγούδι.
Ναι, συμβαίνουν και στο Τέξας …αυτά: Μόνο που αν δεν είχαμε τους λιγνίτες θα…τουρτουρίζαμε ακόμη!