Του ΣΕΝΕΡ ΛΕΒΕΝΤ
Συνεργασία με τις ΑΠΟΨΕΙΣ και την HELLAS JOURNAL
Περνώ μέσα από την Κερύνεια. Μπροστά από τα μεγάλα μαγαζιά, τα μικρά καταστήματα, τα εστιατόρια, τα καφέ, τα μικρά και τα μεγάλα κτίρια. Ο φίλος μου που είναι στο τιμόνι στρίβει από στενά σοκάκια για να αποφύγει τις μακριές ουρές αυτοκινήτων.
Και αυτά έχουν πολυκοσμία όπως η κύρια λεωφόρος. Δεν υπάρχει κανένα γνωστό πρόσωπο. Και τα καταστήματα και το πλήθος είναι από την Τουρκία. «Η Κερύνεια μετατράπηκε σε πόλη της Τουρκία», του είπα. Με κοίταξε με πόνο. «Μόνο η Κερύνεια; Όλες δικές της έγιναν», μου είπε. Ύστερα καθώς ανηφορίζαμε στον δρόμο ατένισα τα βουνά. Πάνω στις ψηλές βουνοκορφές είχαν πλάκωσει μαύρα σύννεφα.
Η Κερύνεια ούτε για εμάς ήταν χρήσιμη, ούτε για εκείνους. Έχασε προ πολλού την κυπριακή της ταυτότητα. Έγινε πόλη της Τουρκίας. Αλλά υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα σε εμάς και τους Ελληνοκύπριους. Εκείνοι ονειρεύονται ότι μια μέρα θα ξαναποκτήσουν την Κερύνεια. Εμάς δεν μας απέμεινε καν ένα τέτοιο όνειρο. Καθίσαμε σε ένα πολυσύχναστο εστιατόριο. Ούτε μας αναγνώρισε κανείς, ούτε εμείς αναγνωρίσαμε κανέναν.
Οι Κύπριοι που θέλουν να γίνουν τουρίστες, ας κοπιάσουν στην Κερύνεια. Όσοι θέλουν να γυρίσουν σε χωριά της Ανατολίας, να κοπιάσουν στην Καρπασία. Όποιοι θέλουν να μυρίσουν την Κύπρο, να περιδιαβάσουν στην οδό Λήδρας. Να πάνε στην Πάφο. Να περπατήσουν στην λεωφόρο με τις φοινικιές στην Λάρνακα. Να καθίσουν σε ένα καφενείο στα Βρέτσια να πιουν σκέτο καφέ. Αυτή η χώρα είναι δική μαααας! United Cyprus now!
Θέλω να γυρίσω περπατώντας το Βαρώσι από την μια άκρη μέχρι την άλλη. Να μου σφυρίξουν τα φίδια. Να περάσουν έρποντας στα πόδια μου οι σαύρες. Να τεντώσω τα αφτιά ακούγοντας τον ήχο των πολεμικών αεροπλάνων και να ατενίσω την θάλασσα. Τα δέντρα σίγουρα θα σε αναγνωρίσουν.
Αυτό δεν είναι νοσταλγικό παραλήρημα. Είναι πληγή της καρδιάς. Πόνος στο μάτι. Αναζήτηση ενός αγνοούμενου. Είναι και τα χωριά, οι κωμοπόλεις και οι πόλεις όπως οι αγνοούμενοί μας, τα οστά των οποίων ακόμα δεν μπορέσαμε να βρούμε. Μόνο τα ονόματά τους δεν έχουν αλλάξει. Άλλαξαν και τα μάτια τους και οι ψυχές τους.
Στην Κερύνεια είμαι ξένος, αλλά ακόμα είμαι οικείος στο Βαρώσι. Όποτε περάσω από εκεί, τα δέντρα ψιθυρίζουν το ένα στο άλλο μέσα από τα συρματοπλέγματα. Πες μου. Ποιος είναι ο ταξιδιώτης; Ποιος είναι ο πανδοχέας σε τούτα εδώ τα μέρη; Να καθίσουμε στο Μπουγιούκ Χαν και ψιθύρισέ μου στο αφτί. Να ειδοποιήσω και τους φίλους μου που πέρασαν μια ζωή διερωτώμενοι πότε θα απαλλαχτούμε. Να κοπιάσουν στο τραπέζι μας. Να πάμε λίγο στην Γαληνόπορνη και λίγο στην Τέρα.
Πέρασα μέσα από την Κερύνεια. Όμως, μου έλεγαν μην μπεις μέσα στην Κερύνεια. Άρα το φταίξιμο είναι δικό μου. Θα έβλεπα τον φίλο μου που έχει καρκίνο, δεν μπόρεσα να τον δω. Δεν μπόρεσα να βρω το σπίτι του. Είδα εσένα Κερύνεια. Τον όγκο που μεγαλώνει στους πνεύμονές σου…
Δύο χρώματα σφράγισαν τις επαναστάσεις στον κόσμο: Οι κόκκινοι της Ρωσίας, οι κίτρινοι της Γαλλίας