Κύριε Σόιμπλε σήμερα 15 Ιουνίου έχετε την ευκαιρία να περάσετε στην Ευρωπαϊκή Iστορία




Του Αντώνη Πολυχρονάκη (*)

Ανοικτή επιστολή προς τον υπουργό Οικονομικών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας Δρ. Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.

Αξιότιμε κύριε υπουργέ,

Ο Γιάκομπ Μπούρκχαρντ, o Ελβετός ιστορικός, πρέπει να σας είναι γνωστός. Έχει χαρακτηρίσει τον διάλογο των Μηλίων, της “Θουκυδίδου Ξυγγραφής”, της ιστορίας του Πελοποννησιακού πολέμου, ως την «πληρέστερη φιλοσοφία της δύναμης των ισχυρών», η οποία αποκαλύπτεται στην δραματική διαπραγμάτευση μεταξύ των Αθηναίων και των πολιτών της Μήλου, από τους οποίους οι πρώτοι απαίτησαν την υποταγή, αν και γνώριζαν πολύ καλά πως θα επακολουθούσε αντίσταση και επομένως θα γινόταν αναπόφευκτη η συντριβή των πιο αδύναμων.

Πράγματι, μετά την παράδοση των Μηλίων λόγω της πείνας (από την πολιορκία) τους σκότωσαν, πούλησαν ως σκλάβους γυναίκες και παιδιά, ενώ εγκατέστησαν στο νησί Αθηναίους αποίκους. Η Αθήνα είχε ιδρύσει, όπως είναι γνωστό, μετά του Περσικούς Πολέμους την Συμμαχία της Δήλου, δηλαδή -τηρουμένων των αναλογιών- ένα είδος «Αιγαιακής Ένωσης» και βρισκόταν στο απόγειο της δύναμής της.

Δεν κομίζω γλαύκα εις ….Βερολίνο με το να υπενθυμίζω τον διάλογο, αλλά είναι χρήσιμο για όλους μας.

Το έτος 416 π.Χ. κατέπλευσε στη Μήλο ένας ισχυρός στόλος συνοδευόμενος από Αθηναίους απεσταλμένους για να διαπραγματευτούν την εκούσια υποταγή των κατοίκων της. Επρόκειτο για μια προσχηματική διαλογική συζήτηση, διότι το αποτέλεσμα θα επεβάλετο υπό την απειλή βίας, οι απεσταλμένοι της Αθήνας είχαν προσέλθει ως δικαστές και όπως εύστοχα παρατήρησαν οι Μήλιοι «αν τα νομικά επιχειρήματά μας είναι ισχυρότερα από τα δικά σας, τότε η έκβαση της συζήτησης θα μας οδηγήσει σε πόλεμο αν δεν ενδώσομε, ενώ εάν μας πείσετε, θα μας οδηγήσει στην δουλεία». (Ε 86)

Στο επιχείρημα αυτό δεν υπεισήλθαν καν οι Αθηναίοι, αλλά αποκρίθηκαν «Αν ήρθατε εδώ με σκοπό να εξερευνήσετε, με συλλογισμούς βασισμένους σε υποψίες, τι μέλλει να συμβεί ή αν έχετε τίποτε άλλο κατά νου αντί να έχετε μόνο υπόψη σας την παρούσα κατάσταση για να σκεφθείτε πώς να σώσετε την πολιτεία σας, καλύτερα να σταματήσομε την συζήτηση. Αλλιώς ας εξακολουθήσομε.» (E87) Οι Μήλιοι δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να αποδεχτούν την -φαινομενικά συμβιβαστική- διαπραγματευτική πρόταση και να συνεχίσουν τον ?διάλογο? σε αυτή τη βάση: «Δεχόμαστε, λοιπόν, να διεξαχθεί η συζήτηση με τον τρόπο που προτείνατε, αν το νομίζετε σωστό» (Ε 88), είπαν.

ΟΙ Αθηναίοι συμπεριφέρθηκαν ήδη από την έναρξη των «διαπραγματεύσεων» με ψυχρή αλαζονεία. Τα μεγάλα λόγια δεν θα είχαν κανένα νόημα. Η δικαιοσύνη και το δίκαιο ισχύουν μόνο μεταξύ ίσων εταίρων. Οι αδύναμοι Μήλιοι θα πρέπει να υποταγούν μόνο στο «εφικτό», δηλαδή σε αυτό το οποίο τους υπαγορεύεται, όπως απαίτησαν ανοικτά οι απεσταλμένοι των Αθηναίων: «Λοιπόν κι εμείς δεν θα πούμε μεγάλα λόγια ούτε μακριές φράσεις. Αυτά δεν θα σας έπειθαν. Αλλά και από σας ζητούμε να μην προσπαθήσετε να μας πείσετε. Ας συζητήσομε, όμως, για το τι είναι δυνατόν να γίνει έχοντας υπόψη τους πραγματικούς σκοπούς του καθενός και ξέροντας ότι, στις ανθρώπινες σχέσεις, τα νομικά επιχειρήματα έχουν αξία όταν εκείνοι που τα επικαλούνται είναι περίπου ισόπαλοι σε δύναμη και ότι, αντίθετα, ο ισχυρός επιβάλλει ό, τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύνατος υποχωρεί όσο του το επιβάλλει η αδυναμία του». (E.89)

Μάταια προσπάθησαν οι Μήλιοι να επιστήσουν την προσοχή στους Αθηναίους «να μην παραβλεφθεί ένα στοιχείο που είναι κοινό αγαθό, δηλαδή το να μπορεί πάντα εκείνος που βρίσκεται σε κίνδυνο, να επικαλείται τα ορθά και τα δίκαια και να ωφελείται πείθοντας τον αντίπαλό του με επιχειρήματα πέρα από τα αυστηρά πλαίσια του δικαίου. Αυτό, άλλωστε, σας συμφέρει όσο και μας, γιατί αν χάσετε τον πόλεμο, θα σας επιβάλουν, για παραδειγματισμό, την μεγαλύτερη τιμωρία.» (E. 90) (Μια τέτοια κατάσταση προέκυψε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετά την ήττα των Γερμανών, όταν τα χρέη τους διαγράφηκαν από τους νικητές / Συμμάχους, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, διότι οι νικητές είχαν μάθει από τα καταστρεπτικά λάθη μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο).

Οι Αθηναίοι, όμως, αδιαφόρησαν και επέμειναν να σώσουν τους Μηλίους όπως αυτοί το θεωρούσαν συμφέρον και για τις δύο πλευρές: «Εμείς δεν ανησυχούμε για τις συνέπειες που θα είχε μια ενδεχόμενη κατάλυση της ηγεμονίας μας (…..). Εκείνο που τώρα θέλομε να σας πούμε είναι ότι (…..) θέλομε να σας υποτάξομε χωρίς να υποβληθούμε σε κόπο και χωρίς να σας καταστρέψομε, πράγμα που είναι κοινό μας συμφέρον» (E.91)

Γι’ αυτό και οι Μήλιοι έθεσαν το λογικό ερώτημα : «Πώς είναι δυνατόν να έχομε εμείς το ίδιο συμφέρον να γίνομε δούλοι σας όσο εσείς έχετε συμφέρον να μας υποτάξετε; »(E.92), αλλά οι Αθηναίοι παρέμειναν άτεγκτοι και απάντησαν ότι η υποταγή είναι καλύτερη από την καταστροφή : «Επειδή εσείς, αν υποταχθείτε, θ? αποφύγετε την έσχατη καταστροφή κι εμείς θα έχομε κέρδος αν δεν σας καταστρέψομε» (Ε΄, 93)

Οι Μήλιοι προσπάθησαν να επαναφέρουν στη συζήτηση την κοινή λογική: «Ώστε δεν θα δεχόσαστε να είμαστε φίλοι σας αντί εχθροί σας; »(E.94). Οι Αθηναίοι το απέρριψαν όμως με περιφρονητικό χλευασμό: «Δεν μας βλάπτει τόσο η έχθρα σας όσο η φιλία σας που θα ερμηνευόταν σαν τεκμήριο αδυναμίας μας, ενώ το μίσος σας είναι, για όσους εξουσιάζομε, απόδειξη της δύναμής μας». (Ε. 95).

Τότε οι Αθηναίοι δήλωσαν αλαζονικά ότι η είναι η ασφάλειά τους που το επιτάσσει: «Αν, λοιπόν, υποταχθείτε (….) θ? αποδεικνυόταν ότι σεις, νησιώτες και ασθενέστεροι από άλλους, δεν μπορέσατε να μας αντισταθείτε εμάς που είμαστε θαλασσοκράτορες» (E.97)

Επ΄ αυτού οι Μήλιοι προέβαλαν το ακόλουθο αντεπιχείρημα : « Και με αυτό τι άλλο θα κάνετε παρά να ενισχύσετε όσους είναι εχθροί σας και να στρέψετε εναντίον σας, παρά την θέλησή τους, όσους δεν είχαν κανένα σκοπό να το επιχειρήσουν;» (E.98), οι Αθηναίοι όμως δεν πτοήθηκαν και αντέδρασαν ξανά με κυνικό τρόπο: «Επικίνδυνοι είναι εκείνοι που σαν και σας έχουν μείνει ανεξάρτητοι» (Ε΄, 99).

Στην υπερήφανη παρατήρηση των Μηλίων ότι τουλάχιστον θα ήταν γι? αυτούς ηθικά τιμητικό να αντισταθούν πριν παραδοθούν άνευ όρων «θα δείχναμε μεγάλη ευτέλεια και ανανδρία αν δεν δοκιμάζαμε τα πάντα για να μην γίνομε δούλοι» (E.100), οι Αθηναίοι αντέτειναν με «γενναιοδωρία» ότι πρόκειται ιδίως για την καλή συμβουλή ενός ισχυρού ώστε να εμποδιστεί η καταστροφή τους : «Όχι, αν πάρετε φρόνιμη απόφαση. Δεν αγωνίζεστε σαν ίσοι προς ίσους, ώστε να ντροπιαστείτε αν δεν δείξετε ανδρεία. Πρόκειται να σωθείτε μη προβάλλοντας αντίσταση σε πολύ ισχυρότερους».(E. 101)

Οι Μήλιοι σταθμίζοντας τα πράγματα είπαν: «Αν ενδώσομε ευθύς θα χάσομε αμέσως κάθε ελπίδα, ενώ όσο αντιστεκόμαστε θα έχομε ακόμα κάποια ελπίδα» (E. 102), αλλά οι Αθηναίοι απείλησαν τους ανυπότακτους Μηλίους : «Στην ώρα του κινδύνου η ελπίδα είναι παρηγοριά», αλλά «είσαστε αδύναμοι και βρίσκεστε στο χείλος της καταστροφής». (E.103)

Αφού οι Μήλιοι επικαλέστηκαν την βοήθεια των θεών , οι οποίοι θα τους βοηθήσουν «γιατί είμαστε δίκαιοι και αντιμετωπίζομε αδίκους», (E. 104) όπως είπαν, οι Αθηναίοι ανταπάντησαν ότι προπάντων αυτοί μπορούν να υπολογίζουν στην βοήθειά τους, διότι ακριβώς ενεργούν επί τη βάσει του αιώνια ισχύοντα νόμου, σύμφωνα με τον οποίο η φύση του ανθρώπου είναι ανέκαθεν να εξουσιάζει: «Από ό, τι μπορεί κανείς να εικάσει για τους θεούς και από ό, τι είναι βέβαιο για τους ανθρώπους, πιστεύομε ότι και οι θεοί και οι άνθρωποι ακολουθούν πάντα έναν απόλυτο νόμο της φύσης, να επιβάλλουν πάντα την εξουσία τους αν έχουν τη δύναμη να το επιτύχουν. Τον νόμο αυτόν ούτε τον θεσπίσαμε, ούτε τον εφαρμόσαμε εμείς πρώτοι. Τον βρήκαμε να ισχύει και τον ακολουθούμε, όπως θα τον ακολουθούν αιώνια όσοι μας διαδεχθούν». [E.105]

Τα επιχειρήματα των Μηλίων δεν θα έπειθαν ούτως ή άλλως του Αθηναίους. Οι τελευταίοι αποσύρθηκαν από τις υποτιθέμενες διαπραγματεύσεις, αφού ζήτησαν από τους Μηλίους να αλλάξουν στάση και να πάρουν μια «λογικότερη απόφαση» ώστε να μην υποστούν «ανήκουστες συμφορές». «Δεν είναι ντροπή να υποκύψετε στις απαιτήσεις της ισχυρότερης πολιτείας» είπαν και πρόσθεσαν «γίνετε σύμμαχοί της υποτελείς, διατηρώντας το έδαφός σας»…. «διότι επιτυχία μπορεί να έχουν (…) όσοι απέναντι των ισχυροτέρων συμπεριφέρονται με φρόνηση». Προειδοποίησαν δε τελεσιγραφικά τους Μηλίους: «Όταν θα έχομε αποσυρθεί, σκεφθείτε πάλι καλά και μη λησμονείτε ότι θ? αποφασίσετε για την τύχη της πατρίδας σας, ότι δεν έχετε άλλη και ότι από την απόφασή σας αυτή θα εξαρτηθεί η σωτηρία της ή η καταστροφή της». (E, 111)

Aλλά οι Μήλιοι «συσκέφθηκαν μόνοι τους και αποφάσισαν να επιμείνουν στα όσα είχαν πει». Η υπερήφανη απάντησή τους ήταν η εξής: «Ούτε την αρχική μας απόφαση θα αλλάξομε, Αθηναίοι, ούτε θα στερήσομε, μέσα σε λίγες στιγμές, από την ελευθερία της μια πολιτεία που ζει ελεύθερη εδώ και επτακόσια χρόνια. Στηριζόμενοι στην εύνοια των θεών, που μας προστάτεψαν έως τώρα, και στην βοήθεια των ανθρώπων και ιδίως των Λακεδαιμονίων, θα προσπαθήσομε να σωθούμε» και κάλεσαν τους Αθηναίους «να γίνομε φίλοι σας και να φύγετε από το έδαφός μας αφού κάνομε σπονδές (συνθήκη) που θα εξυπηρετούν τα συμφέροντα και των δυο μας». (E. 112)

Οι Αθηναίοι αποxώρησαν πλέον οριστικά αφού είπαν : «Στηρίξατε τα πάντα στους Λακεδαιμονίους, στην τύχη και στις ελπίδες σας και θα χάσετε τα πάντα». [E.113] Aκολούθως πολιόρκησαν την πόλη και άφησαν τους κατοίκους να λιμοκτονήσουν. Μετά από μια απέλπιδα αντίσταση οι Μήλιοι παραδόθηκαν στο έλεος των Αθηναίων «οι οποίοι σκότωσαν όλους τους ενηλίκους Μηλίους που έπιασαν και υποδούλωσαν τα γυναικόπαιδα. Αργότερα, έστειλαν πεντακόσιους αποίκους και τους εγκατέστησαν στο νησί».[E.116]

Έτσι τελειώνει το περίφημο αυτό επεισόδιο της ιστορίας του Θουκυδίδη με ένα δραματικό τρόπο.

Ο διάλογος των Μηλίων θεωρείται -σύμφωνα με την κρατούσα άποψη- το προοίμιο της καταστροφικής σικελικής εκστρατείας, η οποία οδήγησε στην κατάρρευση της Συμμαχίας της Δήλου, της ?Αιγαιακής Ένωσης?. Και ένα διδακτικό μάθημα για την ύβρη της εξουσίας.

Αξιότιμε κ. Υπουργέ ,

Ασφαλώς ο διάλογος των Μηλίων εντάσσεται σε ένα διαφορετικό ιστορικό πλαίσιο. Με νηφάλιο όμως ύφος περιγράφονται διαχρονικά ισχύουσες αλήθειες.

Έστω και αν η συγκυρία είναι διαφορετική σήμερα, έχετε τη μοναδική ευκαιρία να περάσετε στις 15 Ιουνίου στην ιστορία ως ένας μεγάλος Ευρωπαίος, κλείνοντας τις διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα με μια συμφωνία, η οποία «θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα και των δυο μας». Ιστορικό παράδειγμα είναι η συμφωνία του Λονδίνου του 1953.

Μην επιλέξετε λοιπόν μιαν απόφαση η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει στην «κατάρρευση» της Ελλάδας και θα προκαλέσει στους Έλληνες «ανήκουστες συμφορές». Μην ανοίξετε τον ασκό του Αιόλου και μην αφήσετε την Ευρωπαϊκή Ένωση να καταρρεύσει.

Ο ίδιος Θουκυδίδης ήθελε να κληροδοτήσει στην ανθρωπότητα ένα «κτήμα ες αεί». Θα μπορούσατε και εσείς να επιβεβαιώσετε ότι πράγματι αυτό έχει γίνει. Ότι δηλαδή οι κατά πολύ μεταγενέστεροι Ευρωπαίοι έμαθαν από τους πρώτους Ευρωπαίους.

Μετά τιμής
Α. Πoλυχρονάκης

  • (Μετάφραση Άγγελος Σ. Βλάχος. (2008. Θουκυδίδου Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου).
  • Ο Αντώνης Πολυχρονάκης είναι δημοσιογράφος του ΑΠΕ-ΜΠΕ. Έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές Ευρωπαϊκού Δικαίου στα Πανεπιστήμια του Ζάαρλαντ και της Χαϊδελβέργης και υπήρξε υπότροφος του ιδρύματος FΑΖΙΤ τηςFrankfurter Alllgmeine Zeitung (FAZ) στο Journalisten Kolleg του πανεπιστημίου του Βερολίνου (FU Berlin).

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: