Ο προϋπολογισμός του 2017, η Ελλάδα, ο Μπαράκ Ομπάμα, ο Giannis Antetokounpo…




Γράφει ο Ανδρέας Τσιλογιάννης

Bρισκόμαστε στις πρώτες μέρες μετά και από την ψήφιση του ενός ακόμα κρατικού προϋπολογισμού, αυτή τη φορά του σωτήριου μνημονιακού έτους του 2017, προϋπολογισμό με πλεόνασμα κατά την κυβερνητική πλειοψηφία.

Η αντιπολίτευση  της ΝΔ κινείται σε ρυθμούς «κυβερνητικούς», μιλάει για μη εφαρμόσιμο κρατικό προϋπολογισμό, αποτέλεσμα των μνημονιακών επιταγών που η κυβέρνηση έχει υπογράψει, προϋπολογισμό που θα έχει σύντομα ημερομηνία λήξης,  καθώς κατά την αντιπολίτευση θα έρθουν εκλογές και η Νέα Δημοκρατία θα εφαρμόσει τον δικό της αναπτυξιακό προϋπολογισμό.

Κυβέρνηση και αντιπολίτευση παρουσιάζουν ένα προϋπολογισμό με κριτήρια τα νούμερα, όχι τον άνθρωπο, αρνούμενες να παρουσιάσουν συνθήκες δημιουργίας κοινωνικής ανάτασης  και μιας ισχυρής κοινωνικής δομής που ενδεχομένως θα φέρει τη λύση στο πρόβλημα και την έξοδο από την εδώ και επτά χρόνια συνεχιζόμενη οικονομική κρίση.

Η κυβέρνηση ξεχνάει το πρόγραμμα «Ελπίδας», εξαιτίας του οποίου ήρθε στην εξουσία, ψήφισε μνημόνια, έβαλε σε σκληρή δοκιμασία τον ελληνικό λαό, λόγω της  αποτυχημένης πολιτικής και χάσιμο αρκετού πολιτικού χρόνου.

Η αντιπολίτευση βλέποντας και λαμβάνοντας τα μηνύματα από τη δοκιμασμένη ελληνική κοινωνία, «κλέβει»  μέρος της ρητορικής του προγράμματος που έφερε την κυβέρνηση στην εξουσία, ακολουθεί την πιστή αντιγραφή με όρους δήθεν κοινωνικούς, αλλά και με κλεμμένα, από το παρελθόν πρόσφατο η μη, συνθήματα περί «κοινωνικών συμβολαίων» και «Ελπίδας».

Η κυβερνητική «αριστερά», ξεχνάει για μια ακόμα φορά τους αντιμνημονιακούς αγώνες κατά τη διάρκεια των ετών που η ίδια βρισκόταν στην αντιπολίτευση, αποφασισμένη πάντα στη διατήρηση της εξουσίας και  τις υποσχέσεις προς τους δανειστές – εταίρους.

Υπό το βάρος της κοινωνικής αναταραχής, της ενδεχόμενης προσφυγής στην κάλπη, στο μη οριστικό κλείσιμο της αξιολόγησης αλλά και σε μια ενδεχόμενη αποτυχημένη διαπραγμάτευση στις συζητήσεις για την επίλυση του Κυπριακού, η κυβέρνηση προχωράει στη παροχή μικροβοηθημάτων στις ευπαθείς πληθυσμιακές ομάδες, μικροβοηθήματα  που  κυβερνητικοί κύκλοι τονίζουν πως προήλθαν από την υπεραπόδοση των εσόδων, αποτέλεσμα της σκληρής δημοσιονομικής αλλά με πλεονάσματα πολιτικής.

Η με κάθε τρόπο και με υποσχέσεις πως θα επαναφέρει την «ελπίδα» – στο όνομα της κατάληψη της εξουσίας – συντηρητική «δεξιά», ξεχνάει πως και η ίδια ψήφισε μνημόνια, κυβέρνησε προσφάτως με μερίδιο μεγάλο -το μεγαλύτερο – ευθύνης για τη συγκεκριμένη κατάσταση που βιώνει η χώρα, βαδίζει την εξουσία χωρίς να θυμάται πως και η ίδια ψήφισε το μνημόνιο, το πρώτο αριστερό, που έφερε η σημερινή κυβέρνηση.

Με τη στάση της αλλά και την υποσχεσιολογία με στόχο τη διακυβέρνηση, η Νέα Δημοκρατία οδηγεί τη χώρα σε ένα νέο μνημόνιο.

Οι Έλληνες απαθείς, παρακολουθούν τις πολιτικές διεργασίες, όντως αρνούμενοι ή κουρασμένοι να εναντιωθούν στις σκληρές επιβαλλόμενες από τους δανειστές – εταίρους πολιτικές που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην εξόντωση της ελληνικής οικονομίας.

Αλήθεια, τι χρειάζεται στην ελληνική πολιτική σκηνή ώστε με ένα restart να επανέλθουμε στην επανεκκίνηση και στις πραγματικές συνθήκες για ανάπτυξη και φυγή από το αδιέξοδο ;

Στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες, για να είναι ισχυρές οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά, με κρατικό προϋπολογισμό σε τροχιά ανάπτυξης, πρέπει να υπάρχει η λογική της δημοκρατικής επικράτησης της πλειοψηφίας.

Οτιδήποτε βρίσκεται ενάντια στην ανάπτυξη και στην πρόοδο, αποτελεί τροχοπέδη για την ευημερία, φέρνει γκρίνιες, σπαραγμούς, διχασμούς εθνικούς η μη και άγχος που οδηγούν στο τέλμα του παρωχημένου πολιτικού συστήματος αλλά και του προσωπικού που υπηρετεί το συγκεκριμένο σύστημα.

Όμως και η ύπαρξη ή η συντήρηση ενός «κλειστού πολιτικού club», είτε προέρχεται από τη δεξιά ή την αριστερά ή την κεντροαριστερά, με σκοπό απλά για να υπάρχει, αποτελεί βάσανο για τη δομή της πλειοψηφίας και όσους στηρίζουν συγκεκριμένες λογικές χωρίς να βοηθάει τη δημιουργία ενός με υγεία πολιτικού συστήματος.

Η χώρα, βρίσκεται σε μια κατάσταση συνεχιζόμενης σήψης, η μνημονιακή πολιτική πλέον αποτελεί ερωτηματικό και για τους ίδιους τους δανειστές – εταίρους, καθώς ούτε οι ίδιοι βλέπουν σημάδια προόδου, αλλά αντίθετα μεγαλώνει η απόσταση για την έξοδο από το τούνελ και στο φως της ανάπτυξης.

Στην Ελλάδα της κρίσης, η συνεχιζόμενη ατολμία του ανίκανου υπάρχοντος πολιτικού προσωπικού που προσπαθεί εξαιτίας του άγχους της διατήρησης θέσεων να προωθεί συγκεκριμένες ρητορείες για συντήρηση «των ιδίων συμφερόντων», οδηγεί σε αδιέξοδες συζητήσεις με σκοπό είτε τη δημιουργία χώρου, με πρόσημο προοδευτικό, είτε χώρου με πεδίο έκφρασης τη διεύρυνση της δεξιάς κάποτε παρένθεσης, αλλά και παρουσιαζόμενης ως μελλοντικής «ελπίδας».

Οι συζητήσεις αυτές δεν οδηγούν πουθενά, η πολιτική λιτότητας οδηγεί στα άκρα την ελληνική κοινωνία, η οποία έχει να αντιμετωπίσει και τη μεγαλύτερη μετακίνηση ασιατικών πληθυσμών στην Ευρώπη, με τη χωρίς λύση των μεγάλων προβλημάτων να παραμένει  «βραχνάς» για την πρόοδο την ανάπτυξη και την προοπτική.

Η συνεχιζόμενη αυτή πολιτική, εκφραζόμενη με λογικές μειοψηφίας, φέρνει τη χώρα ανήμπορη να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που φέρνουν οι διεθνείς εξελίξεις.

Μέχρι και ο ίδιος ο απερχόμενος 44ος Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα προσπαθεί, – κατά τη διάρκεια του τελευταίου του ταξιδιού ως Προέδρου στην Ευρώπη και πρώτο στην πατρίδα μας- ,να αφυπνίσει τους Έλληνες στην ομιλία του στην Αθήνα και στο ίδρυμα Νιάρχου, φέρνοντας το παράδειγμα των εικοσιδύο ετών μπασκετμπολίστα Γιάννη Αντετοκούνμπο.

Ο Αμερικανός απερχόμενος πρόεδρος Ομπάμα, «fun», του συγκεκριμένου αθλητικού παιχνιδιού, εκθειάζει τον Giannis και τον αναφέρει ως παράδειγμα στους Έλληνες, προσπαθώντας να αφυπνίσει από το τέλμα τον λαό που γέννησε την δημοκρατία και τον πολιτισμό, με ένα δικό του παιδί.

Ο Μπαράκ Ομπάμα έτοιμος να παραδώσει την εξουσία στον Ντόναλτ Τραμπ και την Ευρώπη να ζει μέσα στον φόβο και στην ακροδεξιά προοπτική, έχοντας παράλληλα να αντιμετωπίσει και το πρόβλημα που δημιουργούν μετακινηθέντες  ασιατικοί πληθυσμοί.

Ήρθε η ώρα να δημιουργήσουμε μια «εικονική γέφυρα» που θα ενώνει το Αιγαίο με τη σήραγγα του Μπρενέρο – πέρασμα από την Ιταλία στην Αυστρία, με τη σήραγγα του Μπρένερ να γίνεται γνωστή εξαιτίας του φράγματος που η Αυστρία ύψωσε πρώτη ως ανάχωμα των  προσφυγικών ροές προς τις χώρες του Βίζεγκραντ -, γέφυρα «Ελπίδας» ικανή ώστε να αποτελέσει την πραγματική αναγέννηση τόσο της  Ευρώπης όσο και της Ελλάδας.
Αναγέννηση απαραίτητη, αναγκαία για τη σωτηρία της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ικανή να αποτελέσει και νίκη της Ευρώπης απέναντι στη πολιτική του Σουλτάνου Ερντογάν αλλά και απάντηση στην ακροδεξία και στη ξενοφοβία που λογικές της συντήρησης θέλουν να εφαρμόσουν στην Ευρώπη και στην Ελλάδα.

Ως Έλληνες, πρέπει να  καταλάβουμε πως για να βγει η πατρίδα από την κρίση και το μνημόνιο, χρειάζεται εθνική συλλογική προσπάθεια και όχι πολιτικές που οδηγούν σε διχασμό, σε μειοψηφίες και σε λογικές συντήρησης.

Έπειτα, έχουμε τον πολιτικό χρόνο ώστε να φτιάξουμε μεγάλες πλειοψηφίες, προερχόμενες είτε από την κεντροαριστερά, είτε από τις παρυφές της ακροδεξιάς, του νεοφιλελευθερισμού και της δεξιάς.

Πολλές απλές μικρές αφορμές μπορούν να οδηγήσουν την Ελλάδα στο φως.

Θέλουμε την φυγή προς τα εμπρός, το τέλος της κρίσης, την πρόοδο, την ευημερία;

Ας το αποδείξουμε.

  • Δημοσιογράφος, Πολιτικός αναλυτής
  • Email : [email protected]
  • Twitter: @TsilogiannisAnd
  • Facebook: Andreas Tsilogiannis

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: