Οι βρετανικές αεροπορικές επιδρομές στη Συρία δεν υπακούουν σε σχέδιο και σε στρατηγική




Του Πάτρικ Κόκμπερν *

Η βρετανική κυβέρνηση έχει αποτύχει στον στόχο που έθεσε πριν από εννιά μήνες για πολεμική δράση εναντίον του Ισλαμικού Κράτους στην Συρία.

Έκθεση που συνέταξε η Επιτροπή Αμύνης της Βουλής των Κοινοτήτων και δόθηκε στη δημοσιότητα αυτή την εβδομάδα αναφέρει ότι το εννιάμηνο αυτό έγιναν μόνο 65 βρετανικοί αεροπορικοί βομβαρδισμοί στην Συρία, έναντι 550 στο Ιράκ. Οι 31 από τους βομβαρδισμούς αυτούς σημειώθηκαν το πρώτο δίμηνο της αεροπορικής εκστρατείας. Από τότε, ο αριθμός τους έχει μειωθεί σε τρεις με επτά βομβαρδισμούς τον μήνα.

Ο επικεφαλής της Επιτροπής, δρ. Τζούλιαν Λιούις αναρωτιέται σε συνέντευξή του στην «The Independent» γιατί «έγινε όλη εκείνη η συζήτηση και η ψηφοφορία για ανάληψη στρατιωτικής δράσης στην Συρία αν οι αεροπορικές επιδρομές επρόκειτο να είναι τόσο λίγες». Παρά τις προσπάθειες της Επιτροπής, πρόσθεσε, δεν κατέστη δυνατόν να εντοπιστούν οι 70.000 ένοπλοι που θα αποτελούσαν τους εγχώριους συμμάχους της Βρετανίας στην Συρία.

Χαρακτηριστικό της χαώδους πολιτικής και στρατιωτικής στρατηγικής της Συρίας ήταν αυτό που συνέβη το περασμένο Σάββατο, όταν βρετανικά αεροσκάφη έλαβαν μέρος σε αεροπορική επιδρομή από την οποία σκοτώθηκαν 62 Σύροι στρατιώτες που πολεμούσαν το Ισλαμικό Κράτος κοντά στο Ντεϊρ Εζόρ της ανατολικής Συρίας. Η βρετανική κυβέρνηση υποστήριξε ότι ο συριακός στρατός δεν πολεμά το ΙΚ, αλλά προσπαθεί να συντρίψει τους μετριοπαθείς αντάρτες που πολεμούν τόσο το ΙΚ όσο και τις δυνάμεις του Άσαντ. Όπως επισημαίνει όμως η έκθεση της Επιτροπής Αμύνης, η αδυναμία του Υπουργείου Αμύνης να παράσχει στην Επιτροπή μια πλήρη ανάλυση των βρετανικών βομβαρδισμών στη Συρία «πιθανόν να υπονομεύει τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς ότι οι αεροπορικές επιδρομές γίνονται για να στηριχθούν οι αξιόπιστες μετριοπαθείς χερσαίες δυνάμεις».

Αρκετοί αξιωματούχοι που συμμετέχουν στην αεροπορική εκστρατεία στη Συρία κατέθεσαν στην Επιτροπή ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στη βρετανική αεροπορική δράση στο Ιράκ, που γίνεται για να στηριχθεί η ιρακινή κυβέρνηση, και στην Συρία, όπου είναι άγνωστο σε τι αποσκοπούν οι βρετανικές επιδρομές. Το ερώτημα που θέτει η έκθεση είναι: Αν αυτές οι μετριοπαθείς δυνάμεις είναι κάτι παραπάνω από μύθος – ο δρ. Λιούις τις αποκαλεί «φάντασμα» – γιατί δεν υποστηρίζονται με περισσότερες αεροπορικές επιδρομές;

Όταν ρωτήθηκε για τις διαφορές ανάμεσα στις αεροπορικές εκστρατείες της Βρετανίας στο Ιράκ και την Συρία, ο αντιστράτηγος Μαρκ Κάρλτον-Σμιθ δήλωσε ότι στην Συρία η Βρετανία εμπλέκεται μόνο από αέρος, σε ένα λιγότερο ομοιογενές πεδίο μάχης, όπου η αναγνώριση των διαφόρων αντιμαχόμενων πλευρών είναι πολύ πιο δύσκολη.

Στο Ιράκ, οι εχθρικές δυνάμεις αποτελούν το 55% των στόχων, ενώ στην Συρία το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 35% στα τέλη Μαΐου, για να αυξηθεί στη συνέχεια σε 40%, όταν οι επιδρομές επικεντρώθηκαν στο Μανμπίζ, βορείως του Χαλεπίου, όπου οι ελεγχόμενες από τους Κούρδους Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις κατέλαβαν την πόλη ύστερα από μακρά πολιορκία.

Έχοντας αποκλείσει το ενδεχόμενο να συνεργάζεται με την κυβέρνηση Ασαντ, η ανατροπή της οποίας αποτελεί κομβικό σημείο της βρετανικής πολιτικής, η βρετανική στρατιωτική διοίκηση υποτίθεται ότι υποστηρίζει την ύπαρξη μιας ισχυρής «τρίτης δύναμης» στη Συρία. Η έκθεση, όμως, επισημαίνει ότι παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις προς το Υπουργείο Αμύνης, η Επιτροπή δεν έλαβε κάποιον κατάλογο που να δείχνει ποιες οργανώσεις υποστηρίζει η Βρετανία στην Συρία. Το συμπέρασμα είναι ότι αν οι βρετανικές αεροπορικές επιχειρήσεις στην Συρία είναι τόσο λίγες, αυτό οφείλεται στην έλλειψη εγχώριων συμμάχων, πέραν των κουρδικών δυνάμεων.

Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι δεν μπορεί να αποκαλύψει την ταυτότητα των ισχυρών, αλλά αόρατων, μετριοπαθών δυνάμεων της Συρίας για να μη βοηθήσει με τον τρόπο αυτό την κυβέρνηση της Δαμασκού. Ο δρ. Λιούις και η Επιτροπή επισημαίνουν όμως ότι ο περιορισμένος χαρακτήρας των βρετανικών επιδρομών αποτελεί μια σιωπηρή παραδοχή ότι τέτοιες δυνάμεις στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν.

Η Επιτροπή αντιμετωπίζει έτσι με επιφύλαξη τους κυβερνητικούς στόχους στην Συρία, που είναι όχι μόνο η συντριβή του Ισλαμικού Κράτους, αλλά και η εγκαθίδρυση μιας κυβέρνησης που δεν θα είναι ούτε αυταρχική ούτε ισλαμιστική. Οι στόχοι αυτοί, τονίζει η Επιτροπή, δεν μπορεί να επιτευχθούν μόνο με στρατιωτική δράση.

Η Επιτροπή εκφράζει μεγαλύτερη ικανοποίηση για τον στρατιωτικό ρόλο της Βρετανίας στο Ιράκ, που αφορά κυρίως τον τομέα της εκπαίδευσης. Παρ’ όλο που δεν το αναφέρει όμως η έκθεση, οι επιτυχίες του ιρακινού στρατού και των Κούρδων Πεσμεργκά δεν θα ήταν δυνατές χωρίς την αεροπορική στήριξη της Δύσης.

(Πηγή: Counterpunch)

* Ο Πάτρικ Κόκμπερν είναι Ιρλανδός δημοσιογράφος και συγγραφέας. Το τελευταίο του βιβλίο, «The Rise of Islamic State: ISIS and the New Sunni Revolution» (Verso Books, αναθεωρημένη έκδοση, 2015) κυκλοφορεί στα ελληνικά με τίτλο «Η επιστροφή των τζιχαντιστών: το ισλαμικό κράτος και η νέα εξέγερση των σουνιτών» (Μεταίχμιο, 2014).

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: