File Photo: Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Κριστίν Λαγκάρντ υπογράφει το τραπεζογραμμάτιο των 20 ευρώ στη Φρανκφούρτη. EPA, ARMANDO BABANI
Δεν αποτελεί έκπληξη η τελευταία ανακοίνωση της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας (Fed) ότι τα επιτόκια παραμένουν αμετάβλητα, μέχρι νεωτέρας.
Τους τελευταίους μήνες ο πληθωρισμός έκανε κάθε τόσο την επανεμφάνισή του, προκαλώντας «πονοκέφαλο» σε πολιτικούς, επενδυτές και κεντρικούς τραπεζίτες, που είχαν προβλέψει διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων για το τρέχον έτος.
Στην Ευρώπη η εικόνα δεν είναι πολύ διαφορετική. Τον Απρίλιο οι πληθωριστικές πιέσεις στη Γερμανία ήταν πιο έντονες από το αναμενόμενο, λόγω των σημαντικών αυξήσεων σε τρόφιμα και ενέργεια.
Αυτή η εξέλιξη μειώνει τις προσδοκίες ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων και μάλιστα όχι μόνο μία, αλλά περισσότερες φορές μέχρι το τέλος του έτους.
«Τα νέα από το μέτωπο του πληθωρισμού δεν είναι άσχημα, αλλά δεν είναι τόσο καλά όσο ελπίζαμε», συνοψίζει ο Φραντσέσκο Παπαντία, αναλυτής του Ινστιτούτου Bruegel στις Βρυξέλλες.
Το ιδανικό σενάριο, σύμφωνα με τον Ιταλό ειδικό, θα ήταν ένας πληθωρισμός που παραμένει μόνιμα πολύ κοντά στο 2%.
Αυτό ήταν άλλωστε και ο διακηρυγμένος στόχος τόσο της ΕΚΤ, όσο και της Fed στη μάχη κατά του πληθωρισμού, που ξεκίνησε το 2021 και κορυφώθηκε στα τέλη του 2022.
Τώρα η Fed έχει περιέλθει σε δύσκολη θέση. Όπως επισημαίνει η Ντάιαν Σουόνκ, επικεφαλής οικονομολόγος της KPMG στις ΗΠΑ, «προς το παρόν τείνει περισσότερο στην απόφαση να μειώσει, παρά να αυξήσει τα επιτόκια, αλλά προϊόντος του χρόνου και τα δύο ενδεχόμενα θα αρχίζουν να εμφανίζουν σχεδόν ίσες πιθανότητες…»
Στην περίοδο 2021-2023, μεσούσης της πανδημίας, τα ποσοστά του πληθωρισμού είχαν εκτοξευθεί στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων δεκαετιών.
Οι κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο αντέδρασαν με επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων. Στις ΗΠΑ τα επιτόκια κυμαίνονται σήμερα στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 23 ετών με 5,25-5,5%.
Στην Ευρωζώνη η ΕΚΤ τα διατηρεί σε επίπεδα-ρεκόρ μεταξύ 4-4,75%. «Για μία κεντρική τράπεζα τα επιτόκια αποτελούν το βασικότερο εργαλείο παρέμβασης στην οικονομία», λέει ο Φραντσέσκο Παπαντία.
«Ο μηχανισμός είναι απλός: όταν αυξάνεις τα επιτόκια, οι επενδύσεις μειώνονται καθώς αυξάνεται το κόστος χρηματοδότησης, ενώ επηρεάζεται και η κατανάλωση, καθώς ο κόσμος τείνει να μεταθέτει τις δαπάνες του στο μέλλον».
Έτσι εξηγείται και ο δισταγμός της Fed αλλά και της ΕΚΤ στη λήψη οριστικών αποφάσεων.
Από τα μέσα του 2023 και μέχρι τις αρχές του 2024 τα ποσοστά του πληθωρισμού προσέγγιζαν το επιθυμητό επίπεδο του 2% και φαινόταν πλέον αναπόφευκτο ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες θα αλλάξουν ρότα, υιοθετώντας μία πολιτική χαμηλότερων επιτοκίων.
Καθώς όμως εκδηλώνονται νέες πληθωριστικές πιέσεις, εκφράζονται φόβοι ότι μία μείωση επιτοκίων στην παρούσα φάση θα μπορούσε να επιτείνει το πρόβλημα, προκαλώντας νέα άνοδο του πληθωρισμού.
«Χρειαζόμαστε περισσότερο χρόνο για να αποφανθούμε εάν βρισκόμαστε στον σωστό δρόμο για μία βιώσιμη αποκλιμάκωση πληθωρισμού, δεν ξέρω πόσος χρόνος θα χρειαστεί» έλεγε ο επικεφαλής της Fed Τζερόμ Πάουελ μετά την τελευταία συνεδρίαση για τα επιτόκια.
Η αναλύτρια Νταϊάν Σουόνκ εκτιμά ότι η στάση της Fed αφήνει μετέωρους τους πολιτικούς ιθύνοντες στις ΗΠΑ και προκαλεί δυσαρέσκεια στις αγορές, αλλά επισημαίνει ότι σε κάθε περίπτωση η κεντρική τράπεζα θέλει να αποφύγει μελλοντικές αιτιάσεις ότι ίσως βιάστηκε να μειώσει τα επιτόκια.
Αυτό αποδεικνύεται και από την στάση αναμονής που είχε τηρήσει στα τέλη του 2023.
«Αυτό που σίγουρα δεν πρόκειται να κάνει η Fed είναι να παραασυρθεί σε μία πρόωρη απόφαση για μείωση επιτοκίων, θα ήταν το μεγαλύτερο λάθος που μπορεί να κάνει», τονίζει η Σουόνκ.
Στην Ευρώπη ο πληθωρισμός φαίνεται να τίθεται υπό έλεγχο, όπως επιβεβαιώνουν τελευταία στοιχεία για την άνοδο των τιμών καταναλωτή στη Γερμανία και την Ισπανία.
Ωστόσο, ο δομικός πληθωρισμός παραμένει στο 2,7% κατά μέσο όρο στο πρώτο τρίμηνο του 2024. Η ΕΚΤ έχει επισημάνει ότι θα περιμένει μέχρι τη συνεδρίαση του Ιουνίου, προκειμένου να αποφασίσει αν θα προχωρήσει στην πρώτη μείωση επιτοκίων μετά από πέντε χρόνια.
Μείωση επιτοκίων αναμένεται στη Μ. Βρετανία, η οποία μπορεί να έχει αποχωρήσει από την ευρωζώνη, αλλά θεωρείται ακόμη αναπόσπαστο τμήμα της ευρωπαϊκής οικονομίας.
«Δεν θα έλεγα ότι ο πληθωρισμός εξουδετερώθηκε, αλλά οι προοπτικές είναι λιγότερο ανησυχητικές από ό,τι ήταν στα μέσα του 2023 και αναμένουμε ότι η Bank of England θα προχωρήσει σε μία κίνηση μέσα στο καλοκαίρι» λέει ο Βρετανός οικονομολόγος Άντριου Γκούντγουιν.
Η ειδοποιός διαφορά με τις ΗΠΑ, λένε οι ειδικοί, είναι ότι στην Ευρώπη η αύξηση του πληθωρισμού αποδίδεται κατά κύριο λόγο στις τιμές της ενέργειας, ενώ στην άλλη όχθη του Ατλαντικού οφείλεται περισσότερο στην αύξηση της ζήτησης, λόγω και των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης.
«Με απλά λόγια στην Ευρώπη η οικονομία δεν δείχνει την ίδια ορμή, όπως στις ΗΠΑ» αναφέρει ο Ιταλός αναλυτής Φραντσέσκο Παπαντία.
Την ίδια άποψη εκφράζει και η Νταϊάν Σουόνκ, επισημαίνοντας μάλιστα ότι η αμερικανική οικονομία βιώνει «την μεγαλύτερη αποκλιμάκωση πληθωρισμού των τελευταίων 50 ετών, αλλά και το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα με χαμηλούς δείκτες ανεργίας μετά τη δεκαετία του ’60».
Στις ΗΠΑ κάποιοι θέτουν το ερώτημα, μήπως τελικά η Fed προχωρήσει σε αύξηση και όχι μείωση των επιτοκίων, μία επιλογή που φάνταζε αδιανόητη πριν λίγους μήνες.
«Προφανώς δεν είναι τόσο άσχημα τα πράγματα (με τον πληθωρισμό) όσο φαίνονται, αλλά δεν μπορούμε να το ξέρουμε, πριν εξετάσουμε τα οικονομικά στοιχεία στα τέλος της άνοιξης ή στις αρχές του καλοκαιρού», λέει η Νταϊάν Σουόνκ.
ΠΗΓΗ: deutsche welle
Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE