Φωτογραφία από το Αρχείο του
Ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Ακαδημαϊκός και Επίτιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ κ. Προκόπιος Παυλόπουλος, μίλησε στο Άστρος, κατά την εκδήλωση παρουσίασης του Επετειακού Τόμου για τα 200 χρόνια από την εκεί σύγκληση της Β΄ Εθνοσυνέλευσης και την ψήφιση του «Νόμου της Επιδαύρου» («Σύνταγμα του Άστρους του 1823»).
Ο κ. Παυλόπουλος επισήμανε, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
«Ο «Νόμος της Επιδαύρου» («Σύνταγμα του Άστρους του 1823») συνιστά μια μορφή κανονιστικής «γέφυρας» μεταξύ του «Προσωρινού Πολιτεύματος της Ελλάδος» και του «οριστικού», «Πολιτικού Συντάγματος της Ελλάδος», του Συντάγματος της Τροιζήνας, το οποίο θεσπίσθηκε από την Γ΄ Εθνική Συνέλευση την 1η Μαΐου 1827. Πολλώ μάλλον όταν ο «Νόμος της Επιδαύρου» από την μια πλευρά διά της αναθεώρησης του «Προσωρινού Πολιτεύματος της Ελλάδος» του 1822 προετοίμασε, σε σημαντικό βαθμό, το όλο ρυθμιστικό πλαίσιο του «Πολιτικού Συντάγματος της Ελλάδος», του 1827.
Και, από την άλλη πλευρά, καθιερώνοντας για πρώτη φορά -λόγω του ότι δεν συνιστούσε πια «προσωρινόν» Σύνταγμα- διατάξεις περί αναθεώρησής του και επιβεβαιώνοντας έτσι την κανονιστική του αρτιότητα, αφού ανταποκρινόταν σε βασικές απαιτήσεις της πεμπτουσίας ενός «αυστηρού» Συντάγματος, «άνοιγε τον δρόμο» στην Γ΄ Εθνική Συνέλευση, προκειμένου εκείνη να οριστικοποιήσει το αναγκαίο και επαρκές συνταγματικό πλαίσιο έως την ίδρυση του Νεότερου Ελληνικού Κράτους.
Συνταγματικό πλαίσιο, το οποίο κατά τις επιταγές της, «αναδυόμενης» τότε στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας όφειλε να εδραιώνει στην βάση αλλά και στην κορυφή της ιεραρχίας της Έννομης Τάξης το Σύνταγμα, ως Θεμελιώδη Νόμο που εγγυάται, κατ’ εξοχήν, την Διάκριση των Εξουσιών, το Κράτος Δικαίου και την ακώλυτη, κατά το δυνατόν, άσκηση των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Α. Υπό τις συνθήκες αυτές, η αναθεωρητική πρωτοβουλία και οι σχετικές εργασίες της Β΄ Εθνικής Συνέλευσης κατέληξαν επιτυχώς στην διατύπωση ενός Συντάγματος, του «Νόμου της Επιδαύρου», το οποίο κατέχει ιδιάζουσα και σημαίνουσα θέση στην Συνταγματική μας Ιστορία.
Και τούτο λόγω της αδιαμφισβήτητης ενίσχυσης των θεσμών της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας -με κυρίαρχα τα κοινοβουλευτικά της χαρακτηριστικά- κατά την πορεία, και μάλιστα υπό άκρως δυσχερείς πολιτικές και άλλες περιστάσεις, προς την σταδιακή εμπέδωση των στοιχειωδών δημοκρατικών και φιλελεύθερων θεσμών του υπό «εκκόλαψη» Νεότερου Ελληνικού Κράτους, ως Ανεξάρτητου Έθνους-Κράτους.
Και δη του πρώτου Έθνους-Κράτους στον ευρύτερο Ευρωπαϊκό χώρο των χρόνων εκείνων και παρά τους δισταγμούς ή και τις σφοδρές αντιδράσεις, ακόμη και σε βαθμό «εχθρότητας», των τότε Μεγάλων Δυνάμεων.
2. Αυτό, άλλωστε, κατέστησαν σαφές οι ρυθμίσεις του «Νόμου της Επιδαύρου» περί «ἐπανακρίσεώς» του, όσο και αν η αναθεώρησή του αυτή καθυστέρησε προδήλως εξαιτίας των έκτακτων και Εθνικώς επώδυνων συνθηκών μεταξύ 1823 και 1827. Συνθηκών, οι οποίες πάντα μας διδάσκουν -και είναι ανάγκη αδιαλείπτως να μας διδάσκουν- τι μας έχει στοιχίσει η διχόνοια και ο διχασμός πριν και μετά την ίδρυση του Νεότερου Ελληνικού Κράτους.
Έχοντας αυτά τα «εφόδια» από το «θεσμικό οπλοστάσιο» του «Νόμου της Επιδαύρου» ως προς τις βάσεις της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας μ’ έντονα φιλελεύθερο προσανατολισμό, το μετέπειτα «Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος» του 1827 δικαίως θεωρήθηκε -και εξακολουθεί να θεωρείται- ένα από τα πιο ολοκληρωμένα, κανονιστικώς και πολιτικώς, Συντάγματα στην Συνταγματική μας Ιστορία.
Β. Πρέπει να επισημανθεί με ιδιαίτερη έμφαση ότι ο «Νόμος της Επιδαύρου» («Σύνταγμα του Άστρους του 1823») παραμένει και σήμερα εξαιρετικά επίκαιρος κατ’ εξοχήν ως προς τις καινοτομίες, τις οποίες θέσπισε εν γένει για τον «Θεμελιώδη Νόμο» του Νεότερου Ελληνικού Κράτους, ήτοι για το Σύνταγμα.
Κυρίως δε για τις καινοτομίες σχετικά αφενός μεν με την κανονιστική υπεροχή του, ως «κορωνίδας» της Έννομης Τάξης, έναντι του Νόμου και των λοιπών εκτελεστικών του κανόνων δικαίου. Και, αφετέρου, με την καθιέρωση της ακώλυτης άσκησης σημαντικών Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Μένοντας στην πρώτη εκ των δύο ως άνω καινοτομιών, θεωρώ ότι αυτή η επικαιρότητα αιτιολογείται εκ του ότι ιδίως σήμερα παρατηρούνται δύο, τουλάχιστον, «φαινόμενα» ευθείας αμφισβήτησης της προμνημονευόμενης κανονιστικής υπεροχής του Συντάγματος, ως θεσμικού θεμελίου αλλά και θεσμικής «κορυφής» της Έννομης Τάξης μας:
ΟΛΑ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΕΔΩ – ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΜΥΝΑΣ ΕΔΩ
Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE