
ΚΟΣΜΟΣ
17/08/2025 | 14:14
Τα «βαριά χαρτιά» της στέλνει η Ευρώπη στον Λευκό Οίκο: Ούρσουλα, Μακρόν, Μερτς, Στάρμερ, Μελόνι και κάποιοι… «φίλοι» του Τραμπ για την κρίσιμη συνάντηση με Ζελένσκι
Η θερμή προσέγγιση του Ντόναλντ Τραμπ προς τον Βλαντίμιρ Πούτιν την Παρασκευή έχει προκαλέσει ανησυχία στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, καθώς πολλοί φοβούνται ότι ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δεν θα τύχει της ίδιας «φιλικής» μεταχείρισης όταν αύριο Δευτέρα θα φτάσει στην Ουάσιγκτον.
Οι Ευρωπαίοι σπεύδουν να θωρακίσουν τις θέσεις του Κιέβου ενόψει της συνάντησης στον Λευκό Οίκο.
Ετσι, σήμερα έγινε γνωστό από την ίδια την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, με ανάρτησή της στο Χ, ότι θα συνοδεύσει τον Ουκρανό πρόεδρο στη συνάντησή του με τον Τραμπ.
«Κατόπιν αιτήματος του Προέδρου Ζελένσκι, θα συμμετάσχω στη συνάντηση με τον Πρόεδρο Τραμπ και άλλους Ευρωπαίους ηγέτες στον Λευκό Οίκο αύριο», αναφέρει η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Λίγη ώρα αργότερα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος στο Βερολίνο ανακοίνωσε ότι στην Ουάσιγκτον θα μεταβεί και ο καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, ενώ σχεδόν ταυτόχρονα η Γαλλική Προεδρία ανακοίνωσε την μετάβαση του Εμανουέλ Μακρόν. Το φόρειν όφις επίσης ανακοίνωσε τη μετάβαση του πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου, Κιρ Στάρμερ.
Στη συνέχεια, από τη Ρώμη έγινε γνωστό ότι η “μεγάλη συμπάθεια” του Τραμπ, η πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι, θα ταξιδέψει επίσης στην Ουάσιγκτον, ενώ το ίδιο ταξίδι θα κάνει και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, ο οποίος έχει καλλιεργήσει μια πολύ καλή σχέση με τον Αμερικανό πρόεδρο.
Επίσης, ένας φίλος του Τραμπ, ο πρόεδρος της Φινλανδίας, Αλεξάντερ Στουμπ, τον οποίο ο Αμερικανός πρόεδρος εμπιστεύεται ιδιαίτερα, θα μεταβεί στην Ουάσιγκτον. Σημειώνεται ότι ο Στουμπ είχε μεταβεί στις ΗΠΑ για να συναντήσει τον Αμερικανό πρόεδρο μόνος του και είχαν παίξει μαζί και το αγαπημένο σπορ τους – το τένις…
Η ιδέα είναι ότι ο Σταυμπ μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη τυχόν αναζωπυρώσεων μεταξύ Τραμπ και Ζελένσκι και να πείσει τον πρόεδρο των ΗΠΑ να συμπεριλάβει την Ευρώπη σε τυχόν περαιτέρω συνομιλίες.
- Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν και ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Κιρ Στάρμερ θα ηγηθούν σήμερα Κυριακή στις 4μμ ώρα Ελλάδας μιας τηλεδιάσκεψης μεταξύ του «συνασπισμού των προθύμων» — χωρών που έχουν δηλώσει ότι θα παράσχουν στρατεύματα και άλλη υποστήριξη στην Ουκρανία στο τέλος του πολέμου, σύμφωνα με Ευρωπαίο αξιωματούχο.
Η συνάντηση Τραμπ–Πούτιν στην Αλάσκα δεν απέφερε ουσιαστικά αποτελέσματα, αφήνοντας αβέβαιο το μέλλον. Ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε πως θα συναντήσει τον Ζελένσκι τη Δευτέρα και στη συνέχεια θα προσπαθήσει να φέρει στο ίδιο τραπέζι τον Ουκρανό και τον Ρώσο ηγέτη για ειρηνευτική συμφωνία.
Για την Ουκρανία και τους συμμάχους της στην Ευρώπη, η επικείμενη συνάντηση θεωρείται κρίσιμη ώστε να αποτραπεί η αποδοχή απαιτήσεων του Πούτιν που θεωρούνται απαράδεκτες — όπως η παραχώρηση εδαφών που η Ρωσία κατέχει μόνο εν μέρει.
Η ανάμνηση της καταστροφικής συνάντησης του Φεβρουαρίου, που είχε βάλει σε δοκιμασία τις σχέσεις Τραμπ–Ζελένσκι, παραμένει νωπή.
Το φοβάται …το κακό η Ευρώπη
Διπλωμάτες που γνωρίζουν τις συνομιλίες, μιλώντας υπό τον όρο της ανωνυμίας στο POLITICO, τονίζουν ότι η Ευρώπη φοβάται πως ο Αμερικανός πρόεδρος έχει υιοθετήσει μεγάλο μέρος της ρητορικής του Πούτιν.
- «Το αποτέλεσμα της συνόδου στην Αλάσκα ενίσχυσε τους ευρωπαϊκούς φόβους», σχολίασε ο πρώην αξιωματούχος του ΝΑΤΟ, Καμίλ Γκραν, προσθέτοντας ότι οι Ευρωπαίοι καταβάλλουν προσπάθειες ώστε να αποφευχθεί ένα νέο διπλωματικό αδιέξοδο κατά την επίσκεψη του Ζελένσκι. «Είναι σαφές ότι το αποτέλεσμα της συνόδου κορυφής της Αλάσκας έχει προκαλέσει ανησυχίες στην Ευρώπη, καθώς ο Τραμπ φαίνεται να έχει πιστέψει σε μεγάλο βαθμό το επιχείρημα του Πούτιν», δήλωσε ο ΓκραντΠαρά τις επίσημες δηλώσεις αισιοδοξίας, στο παρασκήνιο κυριαρχεί προβληματισμός για την υποδοχή Πούτιν στο «κόκκινη χαλί», που του προσέφερε διεθνές κύρος χωρίς ουσιαστικά βήματα προς την ειρήνη.
Η στάση του Τραμπ απέναντι στον πόλεμο παραμένει αντιφατική. Ενώ τις προηγούμενες εβδομάδες είχε εμφανιστεί πιο επικριτικός προς τη Μόσχα, μετά τη μακρά συνάντησή του με τον Πούτιν εγκατέλειψε την ιδέα άμεσης εκεχειρίας και συμβούλευσε το Κίεβο να «δεχθεί τη συμφωνία», χωρίς να δώσει λεπτομέρειες.
Ο ίδιος παραδέχθηκε ότι συζήτησε με τον Ρώσο πρόεδρο για ανταλλαγές εδαφών, αλλά δεν θέλησε να αποκαλύψει περισσότερα.
Στο μεταξύ, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο ετοιμάζουν τηλεδιάσκεψη με την «συμμαχία των πρόθυμων» για τη μελλοντική στήριξη της Ουκρανίας, ενώ οι χώρες της Βαλτικής και οι Σκανδιναβοί χαιρετίζουν τη δέσμευση Τραμπ για παροχή εγγυήσεων ασφαλείας μετά από μια ενδεχόμενη συμφωνία ειρήνης.
Οι Βρυξέλλες παραμένουν επιφυλακτικές. Ο Τραμπ εγκατέλειψε την απειλή του για άμεσες κυρώσεις κατά της Ρωσίας σε περίπτωση που η συνάντηση δεν οδηγήσει σε κάποια σημαντική εξέλιξη και μετατοπίστηκε από την επιδίωξη άμεσης κατάπαυσης του πυρός σε μια συνολική συμφωνία, υιοθετώντας γλώσσα παρόμοια με αυτή του Πούτιν για να μιλήσει για το τέλος των μαχών. «Η συνάντηση δεν θεωρείται ως μια ολοκληρωτική καταστροφή, αλλά οι Ευρωπαίοι σίγουρα ανησυχούν για την κατεύθυνση της πορείας», πρόσθεσε ο Γκραντ, τώρα μέλος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων. «Εξ ου και η προσπάθεια να αποφευχθεί ένα ακόμη δράμα κατά την επερχόμενη επίσκεψη του Ζελένσκι».
Η προηγούμενη, τον Φεβρουάριο, είχε εκτροχιαστεί όταν ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς και ο ίδιος ο Τραμπ κατηγόρησαν τον Ουκρανό ηγέτη για «έλλειψη ευγνωμοσύνης». Έκτοτε, οι δύο πλευρές δείχνουν να έχουν βελτιώσει το κλίμα, αλλά η αβεβαιότητα γύρω από τις προθέσεις του Τραμπ παραμένει.
«Θέλουν [οι Ευρωπαίοι] να προσπαθήσουν να επηρεάσουν τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων όσο το δυνατόν περισσότερο, επειδή γνωρίζουν ότι ο Τραμπ θέλει πραγματικά να το κάνει με αυτόν τον τρόπο και δεν θέλουν να αφήσουν την πρωτοβουλία στον Πούτιν», δήλωσε ο Τζουζέπε Σπαταφόρα, πρώην αξιωματούχος του ΝΑΤΟ, ο οποίος είναι τώρα ερευνητικός αναλυτής στο Ινστιτούτο Μελετών Ασφάλειας της ΕΕ. «Γενικά, οι Ευρωπαίοι μιλάνε πολύ πιο συχνά με τον Τραμπ παρά κατά τη διάρκεια των πρώτων 100 ημερών, κάτι που είναι καλό. Έχουν επιρροή. Αλλά είναι περιορισμένη».
Με πληροφορίες από AFP-Reuters-POLITICO