weather symbol
31
ΔΕΥ 11/8/25 | 22:34
epa12222483 A scientist works in the AQUON's new water research laboratory in Houten, the Netherlands, 07 July 2025. EPA, KOEN VAN WEEL

Πρωτοποριακό φάρμακο ενισχύει την αποτελεσματικότητα της χημειοθεραπείας:  «Χτυπά» τον αμυντικό μηχανισμό που χρησιμοποιούν οι όγκοι

Ένα πρωτοποριακό νέο φάρμακο υπόσχεται να βελτιώσει τη θεραπεία του καρκίνου ενισχύοντας την αποτελεσματικότητα της χημειοθεραπείας. Το φάρμακο, με την ονομασία KCL-HO-1i, δρα απενεργοποιώντας έναν κρίσιμο αμυντικό μηχανισμό που χρησιμοποιούν οι όγκοι για να προστατεύονται από τη θεραπεία.

Σε αρχικές δοκιμές σε ποντίκια το φάρμακο κατέστησε ευάλωτους στη θεραπεία όγκους που μέχρι πρότινος αντιστέκονταν στη χημειοθεραπεία.

Οι ερευνητές ελπίζουν τώρα ότι θα προχωρήσουν σύντομα σε δοκιμές σε ανθρώπους, εκτιμώντας πως το KCL-HO-1i θα μπορούσε να λειτουργήσει ως συνοδευτικό φάρμακο σε συνδυασμό με τη χημειοθεραπεία μειώνοντας ενδεχομένως την ανάγκη για πιο επιθετικές θεραπείες.

Παρόλο που η χημειοθεραπεία παραμένει βασικό όπλο κατά του καρκίνου, η αποτελεσματικότητά της συχνά μειώνεται όταν το ανοσοποιητικό σύστημα του ίδιου του ασθενούς σχηματίζει μια προστατευτική ασπίδα γύρω από τους όγκους.

Τα λευκά αιμοσφαίρια, και συγκεκριμένα τα μακροφάγα, παράγουν την πρωτεΐνη heme oxygenase-1 (HO-1), η οποία ενισχύει αυτή την ασπίδα προστατεύοντας τον όγκο από το ανοσοποιητικό και μπλοκάροντας την επίδραση της χημειοθεραπείας.

Το νέο φάρμακο που ανέπτυξαν επιστήμονες του King’s College London (KCL), στοχεύει απευθείας αυτή την πρωτεΐνη, κάνοντας τους όγκους πιο ευάλωτους στη θεραπεία.

«Ανακαλύψαμε ότι τα μακροφάγα παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αντίσταση στη χημειοθεραπεία» δήλωσε ο καθηγητής Τζέιμς Άρνολντ, επικεφαλής της ομάδας ανοσολογίας όγκων στο KCL.

«Στοχεύοντας το ένζυμο που παράγουν με το KCL-HO-1i, καταφέραμε να ενισχύσουμε σημαντικά την αποτελεσματικότητα τόσο των ωφέλιμων ανοσοκυττάρων όσο και των αντικαρκινικών φαρμάκων. Ακόμη και ανθεκτικοί όγκοι ανταποκρίθηκαν τελικά στη θεραπεία- γεγονός που αποτελεί ένα πολύ ενθαρρυντικό βήμα» πρόσθεσε.

Το φάρμακο έχει σχεδιαστεί για να λαμβάνεται από τους ασθενείς στο σπίτι τους σε μορφή δισκίου μεταξύ των συνεδριών χημειοθεραπείας. Οι πρώτες δοκιμές σε ποντίκια έδειξαν ότι ο συνδυασμός του φαρμάκου με διαφορετικούς τύπους χημειοθεραπείας βελτίωσε την απόκριση σε όγκους του καρκίνου του μαστού.

Κλινικές δοκιμές σε δύο χρόνια

Οι ερευνητές αισιοδοξούν ότι οι πρώτες κλινικές δοκιμές σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού καθώς και άλλες μορφές της νόσου, θα μπορούσαν να ξεκινήσουν μέσα σε δύο χρόνια.

«Η χημειοθεραπεία παραμένει βασική θεραπεία για πολλούς καρκινοπαθείς, όμως συχνά δεν έχει τη διάρκεια ή την αποτελεσματικότητα που επιθυμούμε» εξήγησε ο καθηγητής Τζέιμς Σπάισερ, ειδικός στην πειραματική ογκολογία στο KCL.

«Αυτή η μελέτη εντόπισε έναν βασικό λόγο για τον οποίο συμβαίνει αυτό και οδήγησε στην ανάπτυξη ενός φαρμάκου που ανυπομονούμε να δοκιμάσουμε σε κλινικές συνθήκες» συμπλήρωσε.

Η ομάδα δημιούργησε ήδη μια νέα εταιρεία spin-off, την Aethox Therapeutics, με στόχο την εμπορική αξιοποίηση της τεχνολογίας.

«Εφόσον οι δοκιμές σε ανθρώπους στεφθούν με επιτυχία, το KCL-HO-1i θα μπορούσε να αποτελέσει έναν πολύτιμο σύμμαχο στις υπάρχουσες αντικαρκινικές θεραπείες, βοηθώντας περισσότερους ασθενείς να επωφεληθούν από τις θεραπείες που ήδη διαθέτουμε και μειώνοντας την ανάγκη για πιο επιθετικές προσεγγίσεις στο μέλλον» δήλωσε η καθηγήτρια Μιράζ Ράμαν, ειδικός στη φαρμακευτική χημεία στο KCL.

«Ο συνδυασμός θεραπειών μπορεί να προσφέρει πιο γρήγορα και ασφαλή αποτελέσματα για τους ασθενείς, χρησιμοποιώντας ήδη δοκιμασμένα συστατικά» δήλωσε η Τάνια Χόλαντς, υπεύθυνη ενημέρωσης του Cancer Research UK που στήριξε τη μελέτη μαζί με το Ιατρικό Ερευνητικό Συμβούλιο του Ηνωμένου Βασιλείου.

«Παρόλο που πρόκειται για πρώιμο στάδιο, είναι συναρπαστικό να βλέπουμε μια νέα μέθοδο που αφοπλίζει την ικανότητα του καρκίνου να κρύβεται από το ανοσοποιητικό σύστημα, ενώ παράλληλα ενισχύει τη δράση της χημειοθεραπείας. Αναμένουμε με ενδιαφέρον τις επόμενες εξελίξεις» πρόσθεσε.

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Science Translational Medicine.

ΠΗΓΗ: Independent

ΔιαβάστεΕπίσης