
ΚΟΣΜΟΣ
22/08/2025 | 06:02
Ανάλυση του BBC για την κούρσα των υπερόπλων: Οι πύραυλοι που «ταξιδεύουν» με Mach 10 αλλάζουν τις ισορροπίες ισχύος ανάμεσα σε Κίνα, Ρωσία και ΗΠΑ (videos)
Το ημερολόγιο «σημάδευε» την 1η Οκτωβρίου του 2019, όταν η Κίνα αποκάλυπτε στον υπόλοιπο κόσμο το οπλοστάσιό της με υπερηχητικούς πυραύλους DF-17, σηματοδοτώντας μια νέα εποχή στον στρατιωτικό ανταγωνισμό.
Έκτοτε, Πεκίνο και Μόσχα προπορεύονται, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους επιχειρούν να καλύψουν το χαμένο έδαφος. Και οι «βελονοειδείς» αυτοί πύραυλοι, μήκους 11 μέτρων και βάρους 15 τόνων, που παρουσιάστηκαν κατά την εθνική παρέλαση στο Πεκίνο προ έξι ετών, έγιναν το σύμβολο της κινεζικής υπεροχής στον τομέα των υπερηχητικών όπλων.
Με ταχύτητες που ξεπερνούν πέντε φορές τον ήχο και με εξαιρετική ευελιξία, που καθιστά σχεδόν αδύνατο τον εντοπισμό και την αναχαίτισή τους, τα νέα αυτά συστήματα θεωρούνται ικανά να αλλάξουν τον τρόπο, με τον οποίο διεξάγονται οι πολεμικές συγκρούσεις, γράφει σε ανάλυσή του το BBC. Η Κίνα προηγείται σήμερα στον τομέα, με τη Ρωσία να ακολουθεί, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται σε φάση επιτάχυνσης, για να καλύψουν το κενό.
Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν διαθέτει ακόμη αντίστοιχο πρόγραμμα, αν και πρόσφατα πραγματοποίησε επιτυχημένες δοκιμές προώθησης, σε συνεργασία με τις ΗΠΑ.
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι το προβάδισμα της Κίνας και της Ρωσίας οφείλεται στις επενδύσεις που έκαναν έγκαιρα, την ώρα που η Δύση επικεντρωνόταν στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και των τρομοκρατικών οργανώσεων στη Μέση Ανατολή. Παράλληλα, το Ιράν και η Βόρεια Κορέα αναπτύσσουν δικά τους προγράμματα, ενώ το Ισραήλ διαθέτει ήδη τον αναχαιτιστή Arrow 3.
Η Ρωσία, εκμεταλλευόμενη τον πόλεμο στην Ουκρανία, έχει χρησιμοποιήσει τις συγκρούσεις ως «ζωντανό πεδίο δοκιμών». Νέοι πύραυλοι όπως ο Oreshnik, με δυνατότητα να φτάνουν ταχύτητες Mach 10, δοκιμάστηκαν σε ουκρανικούς στόχους. Αν και αρκετές από τις ρωσικές διακηρύξεις αμφισβητούνται από δυτικούς αναλυτές, η παρουσία συστημάτων όπως οι Avangard και Kinzhal προκαλεί ανησυχία.
Μήνυμα ισχύος
Η κούρσα των υπερηχητικών δεν αφορά μόνο στην τεχνολογία, αλλά και στο μήνυμα ισχύος. Η Κίνα θέλει να δείξει ότι μπορεί να απειλήσει αμερικανικές βάσεις στον Ειρηνικό και να περιορίσει την ελευθερία κινήσεων του αμερικανικού ναυτικού.
Η Ρωσία, από την πλευρά της, χρησιμοποιεί τις ανακοινώσεις για υπερηχητικά όπλα ως εργαλείο πολιτικής πίεσης προς το ΝΑΤΟ, προβάλλοντας την εικόνα μιας χώρας ικανής να πλήξει στόχους σε ελάχιστα λεπτά.
Την ίδια ώρα, οι Ηνωμένες Πολιτείες επιταχύνουν την ανάπτυξη του συστήματος Dark Eagle, με το Πεντάγωνο να το παρουσιάζει ως όπλο που συμβολίζει την αποφασιστικότητα της χώρας. Παράλληλα, επενδύουν σε διαστημικά συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης, θεωρώντας ότι μόνο έτσι μπορεί να αντιμετωπιστεί η απειλή.
Από την πλευρά της, η Μεγάλη Βρετανία συνεργάζεται στενά με την Ουάσινγκτον, για να δημιουργήσει τις δικές της τεχνολογικές βάσεις.
Το Παρίσι και το Τόκιο επενδύουν επίσης σε αντίστοιχα προγράμματα, αναγνωρίζοντας ότι το μέλλον της στρατηγικής ισορροπίας περνά μέσα από τον υπερηχητικό εξοπλισμό, καθώς οι πύραυλοι αυτοί μπορούν να αλλάζουν πορεία κατά την πτήση -κάτι που τους καθιστά δύσκολα ανιχνεύσιμους από ραντάρ και κάνει σχεδόν αδύνατη την αναχαίτισή τους.
Η τεχνολογία και οι προκλήσεις
Υπάρχουν δύο κύριες κατηγορίες υπερηχητικών: οι «boost-glide», που εκτοξεύονται σε μεγάλο ύψος πριν κατευθυνθούν στον στόχο με ελιγμούς, και οι υπερηχητικοί πύραυλοι Cruise, οι οποίοι πετούν χαμηλά και χρησιμοποιούν κινητήρες scramjet. Και στις δύο περιπτώσεις, το κοινό στοιχείο είναι ότι δεν αφήνουν στον αντίπαλο αρκετό χρόνο για αντίδραση.
Αυτό δημιουργεί ένα ακόμη πρόβλημα: την αβεβαιότητα για το είδος του φορτίου. Ένας πύραυλος που κατευθύνεται με υπερηχητική ταχύτητα μπορεί να μεταφέρει είτε συμβατική είτε πυρηνική κεφαλή, και η αδυναμία έγκαιρης διάκρισης αυξάνει τον κίνδυνο κλιμάκωσης.
H ψυχολογία της αποτροπής
Πέρα από τα τεχνικά δεδομένα, οι υπερηχητικοί πύραυλοι λειτουργούν και ως ψυχολογικό εργαλείο. Η πιθανότητα πλήγματος σε λιγότερο από δέκα λεπτά από την εκτόξευση δημιουργεί πίεση στους αμυνόμενους μηχανισμούς, αναγκάζοντας χώρες να επενδύουν συνεχώς σε πανάκριβα προγράμματα ανίχνευσης και άμυνας.
Παρά τις εντυπωσιακές τους δυνατότητες, αρκετοί αναλυτές θεωρούν ότι δεν αποτελούν τον «απόλυτο gamechanger». Υποστηρίζουν ότι με την πρόοδο των διαστημικών αισθητήρων, της τεχνητής νοημοσύνης και των νέων συστημάτων ηλεκτρονικού πολέμου, η υπεροχή των υπερηχητικών μπορεί να μετριαστεί. Ωστόσο, μέχρι να συμβεί αυτό, η Δύση γνωρίζει ότι βρίσκεται σε μειονεκτική θέση.
Η Κίνα και η Ρωσία έχουν προβάδισμα, ενώ η Δύση επενδύει τώρα σε προγράμματα, που θα χρειαστούν χρόνια, για να φτάσουν στο ίδιο επίπεδο. Μέχρι τότε, η παρουσία υπερηχητικών πυραύλων στον παγκόσμιο χάρτη όπλων θα συνεχίσει να προκαλεί στρατηγικές ανησυχίες και πολιτικές αναταράξεις.