
ΚΟΣΜΟΣ
03/07/2025 | 16:04
Ο «Ιμπεριαλισμός Υποδομών» του Ερντογάν στα Δυτικά Βαλκάνια: Η ανέγερση τζαμιών το εργαλείο της διείσδυσης- Τα Τίρανα ο ευαίσθητος κρίκος
Το μουσουλμανικό τέμενος Ναμάζ Γκιαχ στα Τίρανα, την πρωτεύουσα της Αλβανίας, με μιναρέδες ύψους 50 μέτρων και εσωτερική αίθουσα, η οποία μπορεί να υποδεχτεί περίπου 8.000 πιστούς, είναι από τους πιο εντυπωσιακούς ισλαμικούς χώρους λατρείας στα Δυτικά Βαλκάνια.
Χρηματοδοτήθηκε, μεταξύ άλλων, με περίπου 30 εκατομμύρια ευρώ από τη Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων του τουρκικού κράτος, Diyanet. Αρχιτεκτονικό του πρότυπο είναι το Σουλτάν Αχμέτ Τζαμί, γνωστό και ως Μπλε Τζαμί, στην Κωνσταντινούπολη.
Τον Οκτώβριο του 2024, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μετέβη στα Τίρανα για τα εγκαίνια του τζαμιού μετά από περίπου δέκα χρόνια εργασιών. Εκεί υπέγραψε συμφωνία συνεργασίας με την Αλβανία στους τομείς της γεωργίας και της εκπαίδευσης, ενώ δώρισε στη χώρα και μερικά drones τουρκικής κατασκευής. Επιπλέον, εξασφαλίστηκε η επιρροή της Diyanet στο διοικητικό συμβούλιο του νέου τζαμιού και διορίστηκε Τούρκος ιμάμης — γεγονός που προκάλεσε δυσαρέσκεια στην αλβανική κοινωνία.
Να υπενθυμίσουμε εδώ, πως μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού στη χώρα το 1990, στα Τίρανα κατασκευάστηκαν ένας καθολικός και ένας ορθόδοξος ναός – το 2001 και 2014 αντίστοιχα. Την εποχή του Ενβέρ Χότζα, η Αλβανία ανακηρύχθηκε ως το πρώτο αθεϊστικό κράτος. Από το 1967 όλες οι θρησκείες απαγορεύτηκαν και όλες οι θρησκευτικές δομές στη χώρα έκλεισαν.
Ανέγερση τζαμιών ως «ήπια δύναμη» της Τουρκίας
«Το παράδειγμα του τζαμιού Ναμάζ Γκιαχ δείχνει πώς η Τουρκία επιχειρεί ως περιφερειακή δύναμη στα Δυτικά Βαλκάνια και επιδιώκει να ενισχύσει την επιρροή της μέσω της ανέγερσης τζαμιών», δηλώνει η Ναταλί Κλαγιέ, κοινωνιολόγος στην École des Hautes Études en Sciences Sociales στο Παρίσι. Η ανέγερση τζαμιών ως «ήπια δύναμη» συνδέεται στενά με οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά συμφέροντα, σημειώνει. «Ωστόσο, οι τοπικοί παράγοντες έχουν περιθώρια κινήσεων και τα αξιοποιούν», καταλήγει η Κλαγιέ.
Η τουρκική πλευρά πρόβαλε με συνέπεια τα συμφέροντά της. Για δύο χρόνια, από το 2017 έως το 2019, οι οικοδομικές εργασίες στο τζαμί Ναμάζ Γκιαχ διακόπηκαν επειδή η Τουρκία απαιτούσε από την Αλβανία την έκδοση ατόμων που φέρονταν να συνδέονται με το κίνημα Γκιουλέν και την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το 2016. Μόνο μετά την έκδοσή τους στην Τουρκία συνεχίστηκαν οι εργασίες.
Ο «Ιμπεριαλισμός Υποδομών» του Ερντογάν
Ακόμα κι όταν ένα τζαμί χρηματοδοτείται από εξωτερικούς πόρους, η πρωτοβουλία ξεκινά συνήθως από τις τοπικές κοινότητες, οι οποίες συμμετέχουν και στην κάλυψη του κόστους. Σε περιπτώσεις μεγάλων έργων σε πρωτεύουσες εμπλέκονται και κρατικοί ή διεθνείς παράγοντες, επισημαίνει η Ναταλί Κλαγιέ.
Η Τουρκία είναι σήμερα ηγετική δύναμη στα Δυτικά Βαλκάνια στη χρηματοδότηση τζαμιών, κάτι που δεν ίσχυε τα πρώτα χρόνια μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Στη Βοσνία, η ανοικοδόμηση εκατοντάδων κατεστραμμένων τζαμιών ξεκίνησε μετά τον πόλεμο (1992-1995) με τη Σαουδική Αραβία ως αρχικό χορηγό. Ωστόσο, μετά την άνοδο του Ερντογάν το 2002 στην εξουσία και την 11η Σεπτεμβρίου, η Τουρκία ανέλαβε τα ηνία.
Η Τουρκία θεωρεί τον εαυτό της στα Δυτικά Βαλκάνια ως κληρονόμο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τονίζει τον ρόλο της ως περιφερειακή δύναμη. Δεν πρόκειται έτσι απλώς για μία θρησκευτική πολιτική της κυβέρνησης υπό το AKP του Ερντογάν. Η ανέγερση τζαμιών είναι μόνο μία πτυχή της τουρκικής πολιτικής υποδομών. Και αυτό όχι μόνο στα Δυτικά Βαλκάνια αλλά και στον Καύκασο, την Κεντρική Ασία, τη Βόρεια Αφρική και την υποσαχάρια Αφρική, υπογραμμίζει η Ρεβέκκα Μπράιαντ, καθηγήτρια πολιτισμικής ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης, η οποία θεωρεί πως πρέπει να εντάξουμε την ανέγερση τζαμιών σε ένα ευρύτερο γεωπολιτικό πλαίσιο.
Είτε πρόκειται για σιδηροδρομικές γραμμές, λιμάνια, ξενοδοχεία είτε για εμπορικούς δρόμους – οι Τούρκοι επενδυτές δραστηριοποιούνται μαζικά από το Σεράγεβο στη Βοσνία έως το Μπατούμι στη Γεωργία, από την Αστάνα, την πρωτεύουσα του Καζακστάν, μέχρι την Κύπρο και τη Σενεγάλη. Πολλές αναθέσεις έργων δόθηκαν σε εταιρείες με στενούς δεσμούς με τον Ερντογάν. Η Μπράιαντ ονομάζει αυτή τη μορφή πολιτικής επιρροής «Ιμπεριαλισμό Υποδομών».
Μεγάλα κατασκευαστικά έργα, όπως το σύμπλεγμα κτηρίων του «Προεδρικού Μεγάρου» που εγκαινίασε ο Ερντογάν τον περασμένο Μάιο στην κατεχόμενη Λευκωσία -μετά από πέντε χρόνια εργασιών- είναι «γεωπολιτικοί τόποι όπου η Τουρκία εκφράζει τις αντιλήψεις της για το μέλλον», επισημαίνει η Μπράιαντ.
Ο Ερντογάν χρησιμοποιεί ως συνδετικούς κρίκους εθνοτικά, θρησκευτικά ή και ιστορικά στοιχεία, χρησιμοποιώντας παράλληλα μία ρητορική «αδελφοσύνης» και «κοινού πεπρωμένου», που υποτίθεται ότι ενώνει την Τουρκία με τις συγκεκριμένες χώρες. Τα έργα αυτά θέλουν να υποδηλώσουν: «Εμείς είμαστε το μέλλον. Εμείς είμαστε πιο σύγχρονοι από τη Δύση», εξηγεί η ανθρωπολόγος Μπράιαντ. Έτσι, η ανέγερση τζαμιών αποτελεί κομμάτι ενός τουρκικού οράματος για το μέλλον, στο οποίο η Δύση δεν είναι πλέον ο τελικός προορισμός της προόδου.
Mε πληροφορίες από dw.com