
ΓΝΩΜΕΣ
25/06/2025 | 06:20
Ποια Ελλάδα θέλουμε; Δύο κατασταλαγμένες φωνές με κοινή στρατηγική: Την υπεράσπιση του εθνικού συμφέροντος και μόνο…
Της ΑΡΙΑΔΝΗΣ ΝΟΥΚΑ* – Αθήνα
Σε μια περίοδο κατά την οποία η εθνική στρατηγική δείχνει να υποκαθίσταται από διπλωματικές σκιές και επικοινωνιακές αυταπάτες, οι ομιλίες των πρώην Πρωθυπουργών, Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά, στο κατάμεστο Πολεμικό Μουσείο, ήχησαν σαν πολιτική αφύπνιση – ένα μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση, ότι το εθνικό συμφέρον ούτε συγκαλύπτεται, ούτε διαπραγματεύεται.
Η εκδήλωση, με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του Σταύρου Λυγερού για την Ουκρανία, μετατράπηκε σε άτυπο βήμα εθνικής στρατηγικής. Εκεί, οι κατασταλαγμένες και αυθεντικές φωνές των δύο ηγετικών προσωπικοτήτων μίλησαν χωρίς περιστροφές. Χωρίς πολιτικές φιοριτούρες.
- Είπαν, απλά, το αυτονόητο: η Ελλάδα πρέπει να σταματήσει να φέρεται σαν παρατηρητής της ιστορίας της.
Ο Κώστας Καραμανλής, με το γνώριμο ύφος του στρατηγικού πατριώτη με σαφή πυξίδα, προειδοποίησε: η χώρα ολισθαίνει, υπνωτισμένη, σε μια ζώνη γεωπολιτικής ομηρίας. Όταν τίποτα δεν μπορεί να γίνει χωρίς την ανοχή της Άγκυρας, τότε δεν μιλάμε πια για ειρήνη – μιλάμε για απώλεια κυριαρχίας.
- Η αναφορά του σε “μη αναστρέψιμες καταστάσεις” δεν ήταν προειδοποίηση· ήταν διάγνωση. Επέκρινε την εγκατάλειψη του θαλάσσιου σχεδιασμού, την αφωνία για την Κύπρο, την ανοχή στο τουρκολιβυκό μνημόνιο. Και αποκάλυψε το θεσμικό κενό που αφήνει την Ελλάδα εκτεθειμένη – χωρίς εθνικό αφήγημα, χωρίς στρατηγική πρόταση.
Με την Ευρώπη, στάθηκε απέναντι: “Ποια στρατηγική αυτονομία μπορεί να υπάρξει όταν η ΕΕ αποδέχεται να συνυπάρχει στρατιωτικά με μια χώρα που απειλεί τους γείτονές της, καταπατά το Διεθνές Δίκαιο και υπονομεύει ανοιχτά δύο κράτη-μέλη της;” Η ερώτηση δεν ήταν θεωρητική – ήταν καταγγελία.
Ο Αντώνης Σαμαράς με ηχηρό λόγο εθνικής συνείδησης μίλησε με την ένταση εκείνου που δεν απευθύνεται για να χειροκροτηθεί, αλλά για να προειδοποιήσει. Το μήνυμά του ήταν σκληρό αλλά αναγκαίο: η Ελλάδα έχει “αυτό-παραιτηθεί” από τον διεθνή της ρόλο, έχει “αυτό-εξαφανιστεί” από την ιστορική γεωπολιτική της σκηνή. Και το έχει κάνει όχι εξαιτίας έξυπνης στρατηγικής σιγής, αλλά λόγω εσωτερικής ατολμίας, φοβικού εφησυχασμού και ιδεολογικής σύγχυσης.
- Μίλησε για «τυφλή προσκόλληση» σε δόγματα που πλήττουν ευθέως τα εθνικά συμφέροντα. Υπενθύμισε ότι είμαστε άριστοι μαθητές των ξένων, αλλά αμελείς στο σπίτι μας. Με σαφείς αναφορές στο Μακεδονικό, στο δημογραφικό και στη γεωπολιτική ευθυγράμμιση, στηλίτευσε μια εξωτερική πολιτική που, αντί να υπερασπίζεται την πατρίδα, την “διαχειρίζεται”.
Και όταν μίλησε για την «αλαζονεία της εξουσίας», δεν χαρίστηκε: ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα δεν σώζεται με προπαγάνδα, αλλά με πράξεις. «Αυτή η χώρα δεν θα αφεθεί στη μοίρα της… ούτε τώρα, ούτε ποτέ!» είπε, όχι απλώς ως διακήρυξη, αλλά ως δέσμευση.
Ο Καραμανλής και ο Σαμαράς, ο καθένας με τον δικό του τόνο, έθεσαν το πιο κρίσιμο ερώτημα: Ποια Ελλάδα θέλουμε; Μια Ελλάδα καθηλωμένη στη διπλωματική ουδετερότητα και την τεχνητή “ηρεμία”; Ή την Ελλάδα της Ιστορίας της, που δεν παρακολουθεί, αλλά παρεμβαίνει, που δεν αρκείται στο να υπάρχει, αλλά απαιτεί να μετρά;
Το μήνυμα των δύο πρώην Πρωθυπουργών ήταν διπλό: ούτε φανατισμός, ούτε παραίτηση. Μόνο υπευθυνότητα. Μόνο πυγμή. Όσο κι αν ενόχλησαν με την ειλικρίνειά τους, απέδειξαν ότι ο πατριωτικός λόγος μπορεί να είναι και νηφάλιος και μαχητικός. Χωρίς να εκβιάζει, αλλά και χωρίς να απολογείται. Απέδειξαν, ότι υπάρχει ακόμη εντός του πολιτικού συστήματος ένας ισχυρός πυρήνας εθνικής συνείδησης..
- Η επιμονή τους σε έννοιες όπως “κυριαρχικά δικαιώματα”, “διπλωματική οντότητα”, “θαλάσσιος σχεδιασμός” και “αμυντική αυτάρκεια” δεν ήταν φραστικά σχήματα. Ήταν πολιτικά αιτήματα. Ήταν ρήξη με την κανονικότητα της εθνικής αφωνίας.
Η παρέμβαση των δυο πρωην Πρωθυπουργών δεν ήταν απλώς «παρουσία σε εκδήλωση». Ήταν πράξη ευθύνης – απέναντι στην ιστορία, στην αλήθεια και στη σιωπηλή πλειοψηφία που πιστεύει, ότι η Ελλάδα δεν γεννήθηκε για να παρακολουθεί, αλλά για να πρωταγωνιστεί.
Καραμανλής και Σαμαράς υπενθύμισαν ότι το εθνικό συμφέρον δεν είναι ρητορικό κλισέ, αλλά γραμμή ζωής. Ότι η Πατρίδα δεν σώζεται με προθέσεις, αλλά με αποφάσεις. Ότι η αφωνία δεν είναι “στρατηγική ηρεμία”. Είναι πολιτική υποταγή. Ότι η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη από ψιθύρους. Έχει ανάγκη από φωνή. Όχι για να φωνάζει, αλλά για να ακούγεται όταν πρέπει. Και τώρα, πρέπει.
* Η Αριάδνη Νούκα είναι Δικηγόρος
no related-1697345-
Τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν απαραίτητα τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.