
ΚΟΣΜΟΣ
19/06/2025 | 04:25
Ιράν όπως Ιράκ; Η ιστορία επαναλαμβάνεται: Θα γίνει… νέος Μπους ο Πρόεδρος Τραμπ; Είναι πρόσχημα τα πυρηνικά του Χαμενεΐ, όπως τα όπλα μαζικής καταστροφής του Σαντάμ;
Η κεντρική ανησυχία που φαίνεται να κυριαρχεί στην απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ για το Ιράν, είναι το πόσο κοντά πραγματικά βρίσκεται η χώρα στην ανάπτυξη πυρηνικών όπλων. Το ερώτημα αυτό έχει δημιουργήσει μια εμφανή ρήξη μεταξύ του προέδρου των ΗΠΑ και ενός από τους κορυφαίους του συμβούλους, της διευθύντριας των υπηρεσιών εθνικής πληροφόρησης, Τούλσι Γκάμπαρντ, όπως παρατηρεί το BBC.
Η ένταση γύρω από το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν θυμίζει έντονα το σκηνικό πριν από την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003, όταν οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν την υποτιθέμενη ύπαρξη όπλων μαζικής καταστροφής ως βασικό επιχείρημα για τη στρατιωτική δράση, υπερθεματίζουν οι New York Times.
Αν και η Γκάμπαρντ είχε δηλώσει στο Κογκρέσο ότι οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών δεν είχαν βρει στοιχεία για την αναβίωση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, ο Τραμπ δήλωσε δημοσίως, «αδειάζοντάς» την, ότι θεωρεί πως το Ιράν βρίσκεται «πολύ κοντά» στην κατασκευή πυρηνικής βόμβας. Ο Τραμπ φαινόταν να παραβλέπει τη μαρτυρία της Γκάμπαρντ και τις ενδείξεις των υπηρεσιών πληροφοριών, εστιάζοντας περισσότερο στην απειλή από το Ιράν και στη ρητορική που προειδοποιεί για άμεση στρατιωτική δράση.
Η κατάσταση αυτή θυμίζει έντονα τις ημέρες πριν από την εισβολή στο Ιράκ το 2003, όταν η κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους χρησιμοποίησε τα ευρήματα των υπηρεσιών πληροφοριών για την ύπαρξη όπλων μαζικής καταστροφής ως δικαιολογία για την επίθεση. Παρά τις αμφιβολίες για την ακρίβεια των πληροφοριών αυτών, η επιχείρηση ενήργησε με βάση την παραδοχή ότι το Ιράκ ήταν «κοντά» στην παραγωγή επικίνδυνων όπλων. Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε, τα όπλα μαζικής καταστροφής δεν υπήρχαν, και οι συνέπειες της αμερικανικής παρέμβασης ήταν καταστροφικές για την περιοχή του Κόλπου, αλλά και τις ΗΠΑ.
Αυτές οι ομοιότητες με το Ιράκ δημιουργούν σοβαρές ανησυχίες για τις επιπτώσεις μιας ενδεχόμενης στρατιωτικής παρέμβασης στο Ιράν. Οι υποστηρικτές της στρατιωτικής δράσης, όπως ο υπουργός Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ και ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι στο Κογκρέσο, καθώς και η κυβέρνηση του Ισραήλ, συνεχίζουν να επισημαίνουν την «απειλή» από το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Ωστόσο, ορισμένοι, όπως ο σχολιαστής Τάκερ Κάρλσον και η βουλευτής Μαργκόρι Τέιλορ Γκριν, αμφισβητούν τις αποδείξεις και θεωρούν ότι το Ιράν χρησιμοποιείται ως δικαιολογία για στρατιωτική περιπέτεια και αλλαγή καθεστώτος.
Το 2003, οι ΗΠΑ προειδοποιούσαν ότι η επίθεση στο Ιράκ ήταν αναγκαία λόγω των «αποδείξεων» περί όπλων μαζικής καταστροφής. Ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Κόλιν Πάουελ, στην ομιλία του στον ΟΗΕ, είχε παρουσιάσει ως «γεγονότα» τα ευρήματα των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών, δείχνοντας ένα μικρό φιαλίδιο με υποτιθέμενο βιολογικό υλικό από το Ιράκ. Ωστόσο, οι αμφιβολίες για την εγκυρότητα αυτών των στοιχείων και η αποτυχία να βρεθούν τα όπλα οδήγησαν στην αποδοκιμασία της επέμβασης και στις εκλογικές ήττες των Ρεπουμπλικάνων στις επόμενες εκλογές.
Αυτό το μοτίβο επαναλαμβάνεται σήμερα με το Ιράν, και οι συνέπειες μιας στρατιωτικής εμπλοκής παραμένουν αβέβαιες και ενδεχομένως εξίσου καταστροφικές με το Ιράκ. Οι φόβοι είναι έντονοι ότι η απόφαση του Τραμπ να ακολουθήσει την ρητορική των «γερακιών» του Ιράν και να παραβλέψει τις προειδοποιήσεις από τις υπηρεσίες πληροφοριών, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια καταστροφική σύγκρουση, με σοβαρές γεωπολιτικές και στρατηγικές συνέπειες.
Το Ιράν, από την άλλη πλευρά, έχει προειδοποιήσει για «ανεπανόρθωτη ζημιά», αν οι ΗΠΑ συμμετάσχουν στρατιωτικά στη σύγκρουση, και οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται για άλλη μια φορά μπροστά σε ένα δίλημμα: εμπιστεύονται τα ευρήματα των υπηρεσιών πληροφοριών ή ακολουθούν μια πορεία δράσης, βασισμένη στις πιέσεις από την εξωτερική πολιτική και τη ρητορική του Ισραήλ;
Η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, ενώ η πολιτική του Τραμπ συνεχίζει να προκαλεί έντονες αντιδράσεις και εσωτερικές διαφωνίες, τόσο στο εσωτερικό της κυβέρνησης όσο και στον ευρύτερο πολιτικό χώρο των ΗΠΑ. Είναι φανερό ότι το 2025 η σύγκριση με το 2003 δεν μπορεί να αγνοηθεί: η απόφαση για στρατιωτική επέμβαση και οι συνέπειες της, είτε στο Ιράκ τότε είτε στο Ιράν τώρα, εξακολουθούν να κρύβουν κινδύνους και αβεβαιότητες για το μέλλον της περιοχής και της διεθνούς σταθερότητας.
Πηγή: New York Times, BBC