
ΑΜΥΝΑ
22/05/2025 | 06:03
Σε «λευκό καπνό» ελπίζει το αεροπορικό και όχι μόνο επιτελείο για την αναβάθμιση των workhorse F-16 Block 50: Το παρασκήνιο μιας διαπραγμάτευσης και σθεναρής ελληνικής στάσης
Ρεπορτάζ HELLAS JOURNAL – Ουάσιγκτον
Έως τις τρεις πρώτες ημέρες του Ιουνίου αναμένεται- απ’ ότι πολλά μαρτυρούν- η τελική αμερικανική απάντηση που σχετίζεται με το οικονομικό σκέλος της αναβάθμισης των 38 F-16 Block 50 της 111 Πτέρυγας Μάχης.
Οι νεότερες πληροφορίες λένε ότι ύστερα από τον διευρυμένο κύκλο διαπραγματεύσεων που έγιναν το προηγούμενο διάστημα, οι Αμερικανοί φέρονται να έχουν δεχτεί την ελληνική επιχειρηματολογία.
Υπενθυμίζουμε ότι η ελληνική πλευρά έχει διαμηνύσει ότι για τα 38 αεροσκάφη της Ν. Αγχιάλου υπάρχει στον «κουμπαρά» 1 δισεκατομμύριο διαθέσιμο. Η ψυχρολουσία είχε έλθει με την πρώτη επιστολή των Αμερικανών όταν για την αναβάθμιση αυτών των μαχητικών ζήτησαν 1,52 δις.
- Το αεροπορικό επιτελείο μετά από εκείνη την απάντηση έσπευσε να εξηγήσει αναλυτικά πως από το «ταβάνι» των 800 εκατομμυρίων, βρέθηκαν ακόμη 200 για να φτάσει το ποσό στο 1 δισεκατομμύριο και εκεί να σταματήσει.
Από την αρχική επιστολή ακολούθησαν κι άλλες διαβουλεύσεις ανάμεσα στις δυο πλευρές, όπου σχεδόν σε όλα τα σημεία οι μετέχοντες έβλεπαν ότι ναι μεν έφταναν σε αδιέξοδο, αλλά υπήρχαν τρόποι προσέγγισης.
Με τη διαπραγμάτευση να δείχνει σε μεγάλο βαθμό ολοκληρωμένη θεωρείται βέβαιο ότι και οι δύο πλευρές επιδιώκουν μια συμφωνία «κλειδί» για την συνέχεια της συνεργασίας. Άλλωστε ήδη τρέχουν προγράμματα που συνεργάζονται Αθήνα και Ουάσιγκτον , με κορυφαία ίσως την αγορά των F-35 και τον εκσυγχρονισμό των 82 μαχητικών F-16 σε διαμόρφωση Viper.
Τα δυο παραπάνω γεγονότα αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας ότι με αμοιβαίες υποχωρήσεις θα βρεθεί τελικά συμβιβαστική «οδός».
- Είναι χαρακτηριστικό ότι στρατιωτικές πηγές σημείωναν προ ωρών πως «οι Αμερικανοί βρίσκονται πλέον πολύ κοντά στην δική μας πλευρά, με ότι σημαίνει αυτό για το κόστος της αναβάθμισης των 38 workhorse F-16 Block 50.»
Η ίδια στάση κρατήθηκε σε όλα τα επίπεδα τόσο των τεχνικών κλιμακίων, όσο και σε ανώτατο. Τις τελευταίες μάλιστα ημέρες η ηγεσία την πολεμική αεροπορίας βρίσκεται στις Ηνωμένες Πολιτείες κι έχει πολλές επαφές με στελέχη του κλάδου αλλά και της κατασκευάστριας εταιρείας των F-16 & F-35.
Δεν έχουν γίνει λίγες συζητήσεις περί των F-35, του επικείμενου ελληνικού γραφείου στις ΗΠΑ για τις ανάγκες του ελληνικού προγράμματος, αλλά και για τα F-16 Block 50.
Οι τελευταίες πληροφορίες που φτάνουν στην Hellas Journal λένε ότι ο διαπραγματευτικός κύκλος για τα «50άρια» τείνει να κλείσει όπως ακριβώς πρέπει για την Ελληνική πολεμική αεροπορία.
Και αυτό αναμένεται ότι θ’ αποτυπωθεί με τον επίσημο τρόπο στις αρχές Ιουνίου, όταν φτάσει η νεότερη αμερικανική προσφορά για τον εκσυγχρονισμό.
Συνεργασία δεκαετιών
Η απόκτηση των 20 πρώτων μαχητικών 5ης γενιάς F-35, από το 2030, με ανοιχτή την option για αγορά ακόμα 20 αεροσκαφών καθώς επίσης η ύπαρξη στο οπλοστάσιο της Πολεμικής Αεροπορίας των 82 Viper, σημαίνει συνεχή συνεργασία με τους Αμερικανούς για τις επόμενες δεκαετίες.
- Ζητούμενο για την Πολεμική Αεροπορία είναι να ξεκαθαρίσει άμεσα τα της νέας συμφωνίας, ώστε το πρόγραμμα των Block 50 ν’ αποτελέσει την συνέχεια στον εκσυγχρονισμό των 82 μαχητικών F-16 σε διαμόρφωση Viper.
Πάντως η τεχνογνωσία, η διαρκής γραμμή παραγωγής και οι επενδύσεις που έχουν γίνει στις εγκαταστάσεις της ΕΑΒ στην Τανάγρα, αποτελούν μεγάλο «ατού» για την Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία, ώστε ν’ αναλάβει το πρόγραμμα με δεδομένη και την πρόθεση στήριξης της από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, στο οποίο πλέον έχει περάσει ο έλεγχος της.
Η αναβάθμιση σε Viper των 38 μαχητικών F-16 block 50, της 341 Μοίρας «Βέλος» και 347 Μοίρας «Περσέας» έχει ως στόχο την πλήρη ομογενοποίηση του αεροπορικού στόλου με μαχητικά, τα οποία θα διαθέτουν τις ίδιες δικτυοκεντρικές δυνατότητες και ηλεκτρονικά συστήματα τελευταίας γενιάς, μεταξύ των οποίων ραντάρ ηλεκτρονικής σάρωσης AESA.
- Με την αναβάθμιση και των 38 Block 50, συνολικά 121 F-16 θα είναι 100% ικανά να συνεργαστούν απόλυτα με τα stealth μαχητικά 5ης γενιάς F-35.
Τα τελευταία, άλλωστε πέρα από τις δυνατότητες τους σε κάθε είδος αεροπορικού πολέμου, χαρακτηρίζονται ως πλατφόρμες λήψης και μεταφοράς δεδομένων και ως ιπτάμενες πλατφόρμες που μπορούν να κατευθύνουν μέσα και όπλα, χωρίς καν να συμμετέχουν άμεσα σε επιχειρήσεις air to air και air to ground.