
ΚΥΠΡΟΣ
28/03/2025 | 11:44
«Πώς θα ακυρώσουμε τη Γαλάζια Πατρίδα»: Νέα στρατηγική Αθήνας – Λευκωσίας προκρίνει ο Βαληνάκης, παρουσίασε το νέο του βιβλίο
Αλλαγή στρατηγικής από τις κυβερνήσεις Ελλάδας-Κύπρου έναντι Τουρκίας για την ευρωπαϊκή της πορεία, το Κυπριακό και τις διεκδικήσεις στο Αιγαίο ζήτησε ο καθηγητής Ιωάννης Βαληνάκης, ο οποίος παρουσίασε στη Λευκωσία το νέο του βιβλίο με τίτλο «Για μια νέα στρατηγική απέναντι στην Τουρκία: Πώς θα ακυρώσουμε τη ‘Γαλάζια Πατρίδα’».
Πρόκειται για το 25ο βιβλίο του καθηγητή Βαληνάκη, ο οποίος διετέλεσε υφυπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας την περίοδο 2004-2009. Είναι Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κέντρου Αριστείας Jean Monnet του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Tην παρουσίαση του βιβλίου οργάνωσε το Κυπριακό Κέντρο Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Αριστείας Jean Monnet.
Εθνικά ασυγχώρητο
Ο καθηγητής Βαληνάκης σε αντιφώνηση κατά την παρουσίαση του βιβλίου του από τον Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εξωτερικών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Πρόεδρο του Ινστιτούτου ‘Γλαύκος Κληρίδης’, Χάρη Γεωργιάδη, ανέφερε ότι είναι εθνικά ασυγχώρητο να παρακολουθούμε παθητικά την τύχη των Ελλήνων Κυπρίων, ειδικά όταν η εθνική τραγωδία του ’74 βαραίνει την Αθήνα.
Ανέφερε ότι έχουμε χρέος να διερευνήσουμε ένα συγκροτημένο σχέδιο του Ελληνισμού γιατί είμαστε στο σταυροδρόμι κρίσιμων εξελίξεων και σε μια “απόλυτη καταιγίδα και όχι στα σύννεφα της καταιγίδας”.
“Το σχέδιο ‘Γαλάζια Πατρίδα’ του Ερντογάν μας αφορά όλους. Οι διεκδικήσεις του πλέον είναι στο έδαφος, αφορούν νησιά του Αιγαίου. Η αποτρεπτική μας στρατηγική έχει αποτύχει. Εμείς κάνουμε βήματα ενώ ο αντίπαλός μας άλματα”, ανέφερε.
- Ο κ. Βαληνάκης μίλησε για παθητική εξωτερική πολιτική, εκμετάλλευση από πλευράς Τουρκίας των ήρεμων νερών, και υπογράμμισε την ανάγκη μιας στρατηγικής που θα αντιμετωπίζει τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας.
“Καλλιεργούνται στην ελλαδική κοινή γνώμη επικίνδυνες ψευδαισθήσεις, αφενός, περί «απομονωμένης» Τουρκίας η επιθετικότητα της οποίας είναι «παροδική» και προορίζεται για «εσωτερική κατανάλωση» , αφετέρου, περί ελλαδικής υπεροπλίας, εξασφαλισμένων αντιτουρκικών συμμαχιών και άλλων παρόμοιων αφηγημάτων εφησυχασμού”, ανέφερε.
Προειδοποίησε και για τους κινδύνους μιας «ειδικής σχέσης» ΕΕ-Τουρκίας, λέγοντας ότι η καταστροφική για εμάς ευρωτουρκική σχέση «αλα καρτ» εξυφαίνεται σήμερα, «στα μουλωχτά», στα μέτρα ακριβώς της Άγκυρας, και των άλλων Ευρωπαίων, αλλά όχι στα δικά μας.
“Αποτελεί όμως πιθανότατα την τελευταία ιστορική ευκαιρία του Ελληνισμού: εάν αντισταθεί έξυπνα με τα κατάλληλα επιχειρήματα και «πονέσει»την Τουρκία μέσω Βρυξελλών, μπορεί να αποσπάσει τα τεράστια ανταλλάγματα που απαιτούνται”, είπε ο πρώην Υφυπουργός.
Για το Κυπριακό
Για το Κυπριακό είπε ότι με τα νέα δεδομένα της Μ.Ανατολής, η στρατηγική αξία της Κύπρου για την Τουρκία, και όχι μόνο, έχει εκτοξευθεί , οπότε είναι παράλογες οι ελπίδες ορισμένων ότι θα αποσυρθεί στρατιωτικά από το νησί.
“Η Άγκυρα εκμεταλλεύεται επομένως ως φόβητρο την ιστορική ευαισθησία των Ελληνοκυπρίων απέναντι στη διχοτόμηση, προκειμένου να οδηγήσει εκβιαστικά, μέσω Τουρκοκυπρίων σε επανένωση του ενός εκατομμυρίου των Ελλήνων Κυπρίων με τα ογδονταπέντε εκατομμύρια της Τουρκίας”, ανέφερε.
Ανέφερε σε άλλο σημείο ότι το πραγματικό εμπόδιο στα συνομοσπονδιακά σχέδια ίσως τελικά ορθωθεί από την ε/κ κοινή γνώμη, η οποία πιθανότατα θα κληθεί να αποφανθεί μέσω δημοψηφίσματος, όταν όμως ίσως είναι αργά, αφού θα έχει να επιλέξει ανάμεσα σε σχεδόν εξίσου δυσμενή σενάρια επίλυσης.
“Ο Ελληνισμός δεν διαθέτει άλλα περιθώρια εφησυχασμού, απώλειας ευκαιριών ή αδικαιολόγητων αναβολών, με την ψευδαίσθηση ότι η Τουρκία κάποτε, μόνη της ή υπό διεθνή πίεση, θα παραιτηθεί μονομερώς από τις παράλογες αξιώσεις της. Η Αθήνα ειδικά δεν έχει το δικαίωμα να κρύβεται με ευχολόγια από τις εθνικές ευθύνες της στην Κύπρο απέναντι σε μια επιθετικότατη Τουρκία που γιγαντώνεται”, ανέφερε.
Είπε ότι το εθνικό καθήκον υπαγορεύει την έξοδο των δυο αδελφών κρατών από την αντιπαράθεση με την Τουρκία με επικερδή αποτελέσματα, για την εξασφάλιση των οποίων απαιτείται μια άλλη στρατηγική, έξυπνη και διεκδικητική, στη βάση μιας συνετής φιλοδοξίας για τις δύο πατρίδες που συγκροτούν τον Ελληνισμό.
«Καταρρίπτει τον μύθο»
Παρουσιάζοντας το βιβλίο ο Πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών της Βουλής Χάρης Γεωργιάδης ανέφερε ότι μέσα από το βιβλίο ο κ. Βαληνάκης παρουσιάζει πως η Τουρκία έχει πλέον στρατιωτικοποιήσει πλήρως την εξωτερική της πολιτική και έχει λάβει ως δεδομένη την προϊούσα ατολμία της Δύσης, με στόχο την προοδευτική μετατροπή του Αιγαίου αρχικά σε φινλαδοποιημένη ζώνη, τον σταδιακό περιορισμό της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο και τα νησιά, που θα οδηγήσει σε μετατροπή του σε περιοχή τουρκικού ελέγχου και επικυριαρχίας και θα εκμηδενίσει τελικά τα δικαιώματα του ελληνισμού στην ανατολική μεσόγειο.
“Ο Βαληνάκης επίσης καταρρίπτει τον μύθο της δήθεν μετριοπαθούς αντιπολίτευσης, που θα μπορούσε να οδηγήσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε μια καλύτερη βάση στην μετά-Ερντογάν εποχή”, ανέφερε.
Λεπτομερώς παρουσίασε την λεπτομερή και ολοκληρωμένη στρατηγική αντιμετώπισης της τουρκικής επιθετικότητας που προτείνει ο κ. Βαληνάκης, μεταξύ άλλων την ανάγκη καταρτισμού ενός Σχεδίου αξιοποίησης της ελληνικής συμμετοχής στην ΕΕ που είναι εξαιρετικής στρατηγικής σημασίας και αυτό γιατί συνιστά το μόνο ίσως διαπραγματευτικό πεδίο από το οποίο μπορούν να αντληθούν ευρωπαϊκά ανταλλάγματα προς την Τουρκία προκειμένου να άρει τις αναθεωρητικές τις διεκδικήσεις.
Για το ΝΑΤΟ, ο κ. Γεωργιάδης ανέφερε πως ο συγγραφέας θεωρεί ότι η εκδήλωση ενδιαφέροντος από την Κύπρο για ένταξη στο ΝΑΤΟ, θα διευκόλυνε σημαντικά το όλο εγχείρημα, αναγνωρίζει ότι η Τουρκία θα πρόβαλε εμμονικό βέτο, “αλλά πέρα από τα γενικότερα πολιτικά οφέλη για την Κύπρο, κατ’ ελάχιστο θα εξασφαλίζονταν σημαντικά αντισταθμιστικά κέρδη για την Κυπριακή Δημοκρατία και τρόποι περαιτέρω ενίσχυσης της ασφάλειας του νησιού”.
Η ΕΕ και ο GSI
Σημείωσε επίσης την επισήμανση του συγγραφέα ότι Ελλάδα και Κύπρος πρέπει να αντιταχθούν στην είσοδο της Τουρκίας από την πίσω πόρτα στην ΕΕ, όχι στο πλαίσιο μιας απόλυτης άρνησης αλλά «με διάθεση συναίνεσης μόνο εάν εξασφαλιστούν χειροπιαστά ανταλλάγματα, τα οποία με τη σειρά τους δεν μπορεί αν εξαντλούνται στην παράταση του ‘Καλού Κλίματος».
Αναφέρθηκε και στην επισήμανσή του ότι ο GSI είναι έργο Στρατηγικής σημασίας, που θα προδώσει μακροχρόνια ενεργειακή ασφάλεια, ευελιξία πιο άφθονη, πιο καθαρή, πιο αξιόπιστης και οικονομικά προσιτή ενέργεια.
“Η μεγάλη μου ικανοποίηση από το βιβλίο πηγάζει από την συνειδητοποίηση ότι υπάρχουν τέτοιες καθαρές φωνές ενός διεκδικητικού και πατριωτικού ρεαλισμού, όπως είναι η φωνή του Βαληνάκη. Που βλέπουν τα πράγματα όχι όπως θα τα θέλαμε να είναι, αλλά όπως είναι στην πραγματικότητα. Που μένουν μακριά από τις συνταγές τις εύκολης και ανέξοδης ρητορίας και των συνθημάτων που δεν οδηγούν πουθενά, αλλά και την εξίσου επικίνδυνη τάση εξευμενισμού της Τουρκίας. Που δεν αποδέχονται παθητικά τη μοίρα μας, αλλά προτείνουν μια στρατηγική ακύρωσης των τουρκικών σχεδιασμών”, ανέφερε.
Η Αθήνα και υποχρεώσεις της έναντι της Κύπρου
Χαιρετισμό απηύθυνε και ο Ανδρέας Θεοφάνους, Καθηγητής Οικονομικών και Δημόσια Πολιτικής, Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.
Αφού έκανε αναφορά στην πολιτική και μακρά ακαδημαϊκή του καριέρα, είπε πως ο κ. Βαληνάκης στο βιβλίο του καταγράφει την αγωνία του για τα εθνικά ζητήματα καθώς και τις διαφορετικές του προσεγγίσεις από την υφιστάμενη πολιτική.
“Ο Γιάννης Βαληνάκης θεωρεί ότι η Κύπρος πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στους εθνικούς σχεδιασμούς. Θεωρεί επίσης ότι στόχος της Τουρκίας σήμερα είναι μια συνομοσπονδιακή διευθέτηση μέσω της οποίας θα εξασκεί στρατηγικό έλεγχο σε όλη τη Μεγαλόνησο. Συμμερίζομαι την εκτίμηση αυτή”, ανέφερε.
Σε σχέση με την ένταξη στο ΝΑΤΟ, ο Καθηγητής Θεοφάνους διαφοροποιήθηκε ελαφρώς αναφέροντας ότι με τις σημερινές συνθήκες και με το πρόβλημα άλυτο, η Τουρκία θα υποβάλει Βέτο και η Κύπρος χρειάζεται να έχει κάποιες σχέσεις με τη Ρωσία και τη Κίνα, δύο μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας.
“Εάν υπάρξει διευθέτηση η οποία βελτιώνει το status quo για τους Ελληνοκύπριους, και απαιτούνται εγγυήσεις από το ΝΑΤΟ καθώς και ένταξη στον Οργανισμό, τότε Ναι. Σημειώνω σαφώς ότι στην πρόσφατη άτυπη πενταμερής συνάντηση στη Γενεύη δεν υπήρξε συμμετοχή από την ΕΕ, ούτε ως παρατηρητής. Και τούτο ως αποτέλεσμα της τουρκικής στάσης”, ανέφερε.
Ο κ. Θεοφάνους είπε παράλληλα ότι η Αθήνα πρέπει να αξιολογήσει σωστά τις συμβατικές, ιστορικές και εθνικές της υποχρεώσεις έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας και να πράξει ανάλογα.
“Σημειώνω συναφώς επί τούτου ότι αρκετοί Έλληνες πολιτικοί και αναλυτές έχουν εκφράσει τη θέση ότι ενώ η Αθήνα στηρίζει την Ουκρανία ήλθε σε αντιπαράθεση με τη Ρωσία αχρείαστα, την ίδια στιγμή που η στάση της έναντι της Τουρκίας ήταν και είναι συγκαταβατική παρά την κατοχή του βορείου τμήματος της Κύπρου – για να μην αναφερθώ και σε άλλες προκλήσεις στο Αιγαίο και αλλού”, είπε καταλήγοντας.
Με πληροφορίες από ΚΥΠΕ – Κυριακή Χριστοδούλου
Λευκωσία, Κύπρος