weather symbol
19
ΠΑΡ 18/4/25 | 10:09
Αίθουσα σχολείου στη Σουηδία. Photo via YouTube.

Η Σουηδία επιστρέφει στο χαρτί: Πείραμα με περιορισμό των ψηφιακών μέσων στα σχολεία με στόχο καλύτερες συνθήκες μάθησης [βίντεο]

Τα εκπαιδευτικά συστήματα των σκανδιναβικών χωρών που –μέσω των μαθητών– εντυπωσίασαν τις τελευταίες δεκαετίες για τις επιδόσεις τους στον διεθνή διαγωνισμό PISA του ΟΟΣΑ και για την ετοιμότητά τους να δοκιμάσουν νέες τεχνικές διδασκαλίας, κάνουν ένα ακόμη εντυπωσιακό βήμα: επιστρέφουν στο χαρτί και το μολύβι.

Ο λόγος είναι οι κίνδυνοι για τους μαθητές από την υπερβολική χρήση των ψηφιακών μέσων, όπως έχουν εντοπιστεί από εκπαιδευτικούς, παιδιάτρους και νευροεπιστήμονες.

Όπως αναφέρει ρεπορτάζ του Απόστολου Λακασά στην «Καθημερινή» πρόσφατα η υπουργός Σχολείων της Σουηδίας, Λότα Eντχολμ, ανέφερε ότι η επιστροφή στο χαρτί στηρίζεται σε επιστημονικά δεδομένα που δείχνουν ότι οι αναλογικές μέθοδοι (γραφή με το χέρι, ανάγνωση από έντυπα βιβλία) δημιουργούν, όπως τόνισε, «καλύτερες συνθήκες για την ανάπτυξη βασικών δεξιοτήτων, όπως η ανάγνωση και η γραφή, σε σύγκριση με τα ψηφιακά εργαλεία.

Γι’ αυτό είναι σημαντικό οι μαθητές να εργάζονται με στιλό και χαρτί και, όχι λιγότερο σημαντικό, να έχουν πρόσβαση σε σχολικά βιβλία και στελεχωμένες σχολικές βιβλιοθήκες».

Την ίδια στιγμή στη Φινλανδία, όπου μέχρι πρόσφατα πολλά σχολεία έδιναν δωρεάν φορητούς υπολογιστές στους μαθητές από την ηλικία των 11 ετών, γονείς και δάσκαλοι εκφράζουν όλο και περισσότερο την ανησυχία τους για τον αντίκτυπο που έχει η έκθεση των παιδιών σε οθόνες.

Στη χώρα, οι έφηβοι κατά μέσον όρο βρίσκονται μπροστά από μια οθόνη έως και έξι ώρες την ημέρα.

Εχει διαπιστωθεί ότι τα παιδιά διεθνώς εκτίθενται στη χρήση ηλεκτρονικών συσκευών ήδη από τα δύο έτη.

Η χρήση του τάμπλετ ή του τηλεφώνου «μονιμοποιείται» από το νηπιαγωγείο και το δημοτικό σχολείο.

Μελέτες δείχνουν ότι από τα 2 έως τα 5 του χρόνια το νήπιο μπορεί να απασχοληθεί σε μια οθόνη έως μία ώρα και μετά τα 5 χρόνια ο χρόνος μπροστά στην οθόνη αυξάνεται σε μιάμιση ώρα τις καθημερινές και σε δύο ώρες το Σάββατο και την Κυριακή.

Η κατάχρηση, φυσικά, έχει αρνητικές επιπτώσεις στις νοητικές λειτουργίες του οργανισμού, που είναι η σκέψη, η προσοχή, η ρύθμιση του συναισθήματος, η συγκέντρωση.

Η κατάχρηση των τάμπλετ δεν κάνει κακό μόνο στην υγεία και την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και στην ικανότητά τους να μαθαίνουν. «Δεν υπάρχει κυβερνητική απόφαση για κατάργηση των οθονών στα σχολεία.

Ωστόσο, η κυβέρνηση είναι ξεκάθαρη ότι τα σχολεία πρέπει να επιστρέψουν στα βασικά.

Οι πραγματικές γνώσεις και δεξιότητες, όπως η ανάγνωση, η γραφή και η αριθμητική πρέπει να είναι στο επίκεντρο», ανέφερε σε ερώτημα της «Κ» για τη σχολική πολιτική της κυβέρνησης η Διεύθυνση Σχολείων του σουηδικού υπουργείου Παιδείας.

Επιφανειακή μελέτη

«Ο διάλογος για τον χρόνο που πρέπει να αφιερώνουν οι μαθητές μπροστά στις οθόνες έχει ξεκινήσει προ τριετίας στη Σουηδία.

Την ίδια στιγμή παρατηρείται ότι οι επιδόσεις των Σουηδών μαθητών μειώνονται από χρόνο σε χρόνο και αυτό αποδόθηκε και στις επιπτώσεις της άκρατης ψηφιοποίησης στον τρόπο μελέτης των μαθητών και της πρόσληψης των απαραιτήτων γνώσεων.

Για παράδειγμα, σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες του αρμόδιου φορέα της Σουηδίας –ο αντίστοιχος με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής στην Ελλάδα–, κατά την ψηφιακή ανάγνωση οι μαθητές διατρέχουν πολύ γρήγορα και επιφανειακά την ύλη ή η προσοχή τους αποσπάται ή διακόπτουν βλέποντας μια άσχετη ψηφιακή πλατφόρμα. Αυτό είναι εις βάρος της ουσιαστικής μάθησης.

Από την άλλη, δεν παίρνουν λιγότερες πληροφορίες όσοι διαβάζουν από ένα έντυπο βιβλίο σε σχέση με το ψηφιακό.

Αντιθέτως, από το έντυπο είναι ευκολότερο σε έναν μαθητή να ανακαλέσει μια πληροφορία», παρατηρεί μιλώντας για το θέμα στην «Κ» ο Πέτρος Γουγουλάκης, καθηγητής Παιδαγωγικών στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης.

Αυτό είναι εις βάρος της ουσιαστικής μάθησης», εξηγεί ο Πέτρος Γουγουλάκης, καθηγητής Παιδαγωγικών στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης.

Σύμφωνα με τον ίδιο, «στη Σουηδία οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι η ψηφιοποίηση στα σχολεία έχει φέρει σε δεύτερη μοίρα το έντυπο βιβλίο, ενώ πάνω από το ένα τρίτο των εκπαιδευτικών διαμαρτυρήθηκε ότι με τη χρήση ψηφιακών μέσων αναγκάζεται να σπαταλά χρόνο και χρήματα στην εκτύπωση εκπαιδευτικού υλικού.

Σε αυτή την περίπτωση εκπαιδευτικοί δηλώνουν πως δεν έχουν χρόνο πάντα να αξιολογήσουν με προσοχή το ψηφιακό υλικό που χρησιμοποιούν.

Παράλληλα, πολλοί γονείς σημειώνουν ότι το έντυπο βιβλίο είναι πιο εύχρηστο όταν θέλουν να βοηθήσουν τα παιδιά στα μαθήματά τους και να αξιολογήσουν τις εκπαιδευτικές πηγές.

Πάντως, κανείς δεν παραγνωρίζει τα πλεονεκτήματα του ψηφιακού εκπαιδευτικού υλικού, όταν χρησιμοποιείται σωστά».

Στο πλαίσιο του δημόσιου διαλόγου για το θέμα στη σκανδιναβική χώρα, ο αντίλογος ανέφερε ότι με την «επιστροφή από την οθόνη στο ντοσιέ» επιβραδύνουμε την ψηφιακή κατάρτιση, δηλαδή εγκαταλείπουμε την κοινή λογική την οποία υπαγορεύει η εποχή μας.

«Ακουσα κάτι πολύ ενδιαφέρον: ότι “εξοβελίζοντας την οθόνη από τα σχολεία υπάρχει κίνδυνος να πετάξουμε το μωρό μαζί με το νερό”», λέει ο κ. Γουγουλάκης.

Το θεμέλιο της μάθησης

«Ας μείνουμε λοιπόν στα προφανή και τα τεκμηριωμένα. Δεξιότητες όπως η ανάγνωση, η γραφή και η αριθμητική είναι βασικές και δομούνται στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.

Και βέβαια, η ικανότητα των μαθητών να διαβάζουν και να κατανοούν αυτό που διαβάζουν είναι το θεμέλιο της μάθησής τους σε όλα τα σχολικά μαθήματα και σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης.

Τα ψηφιακά εργαλεία μάθησης ενθαρρύνουν, παρά εμποδίζουν, τη μάθηση των μαθητών. Αυτό προκύπτει και από τα πρόσφατα αποτελέσματα διεθνών ερευνών όπως τα ICILS και PISA.

Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι η μέτρια χρήση ψηφιακών συσκευών δεν είναι ουσιαστικά επιβλαβής και μπορεί ακόμη να σχετίζεται θετικά με την επίδοση», τονίζει στην «Κ» η Χρύσα Σοφιανοπούλου, αντιπρύτανης του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου και επί σχεδόν 15 χρόνια εθνική συντονίστρια του προγράμματος PISA του ΟΟΣΑ.

Η ίδια πάντως τονίζει ότι «η υπερχρήση και η κακή χρήση των ψηφιακών συσκευών σχετίζονται αρνητικά με την επίδοση.

Το σουηδικό Ινστιτούτο Καρολίνσκα (ιατρική σχολή) όπως και η UNESCO μιλούν για κατάλληλη χρήση της τεχνολογίας στην εκπαιδευτική διαδικασία και στην κατάλληλη ηλικία.

Οι έρευνες ICILS και PISA έδειξαν ακόμη ότι ένας στους τρεις μαθητές φαίνεται να έχει διάσπαση προσοχής από τη χρήση ψηφιακών συσκευών στην τάξη.

Επίσης, διεθνείς έρευνες όπως TIMSS, PIRLS και PISA όταν μετρούν το κοινωνικό, πολιτιστικό και μορφωτικό κεφάλαιο της οικογενείας, το οποίο διαχρονικά σχετίζεται ισχυρά με την επίδοση, δίνουν βαρύτητα στον αριθμό των βιβλίων στο σπίτι».

Κιναισθητική μάθηση ή ακινησία

«Σε επίπεδο κοινωνικό, η καθολική έκθεσή μας στον ψηφιακό κόσμο μάς δίνει την ψευδαίσθηση των άπειρων επιλογών. Ας δούμε τα βιντεοπαιχνίδια, όπου τα παιδιά έχουν άπειρες επιλογές.

Ή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εάν με ενοχλεί ένας φίλος μπορώ να τον κάνω delete. Στη ζωή δεν λειτουργεί έτσι το πράγμα», παρατηρεί στην «Κ» ο Παναγιώτης Αναστασιάδης, καθηγητής στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Κρήτης και διευθυντής του Εργαστηρίου Προηγμένων Μαθησιακών Τεχνολογιών.

Ο κ. Αναστασιάδης σημειώνει ότι η υπερβολική χρήση οθονών από τους μαθητές –όχι μόνο, φυσικά, για το σχολείο– λειτουργεί αρνητικά σε πολλαπλά επίπεδα.

«Σε ψυχολογικό και παιδαγωγικό επίπεδο υπάρχουν έρευνες που συνδέουν την κιναισθητική μάθηση, η οποία αναφέρεται στον τρόπο μάθησης που βασίζεται στην κίνηση και στην αφή, και τις κιναισθητικές δεξιότητες με την ανάπτυξη του εγκεφάλου.

Η κιναισθητική μάθηση δεν βοηθείται από την ακινησία μπροστά σε μια οθόνη επί ώρες. Και το διαπιστώνουμε γύρω μας.

Δείτε, ας πούμε, σε μια παρέλαση πόσο δύσκολο είναι πολλοί μαθητές να συγχρονίσουν την κίνηση των χεριών και του σώματος με τη μουσική», λέει.

Στα ελληνικά σχολεία, τα ψηφιακά μέσα χρησιμοποιούνται ως υλικό συμπληρωματικό στο έγχαρτο βιβλίο. Ελάχιστα είναι τα σχολεία στα οποία οι μαθητές έχουν μόνο ψηφιακά βιβλία, και πάνω σε αυτά γίνεται η μελέτη στο σπίτι.

«Στα ελληνικά σχολεία υπάρχουν e-books και εκατοντάδες ψηφιακά προγράμματα, αλλά η βάση της εκπαίδευσης είναι το έντυπο βιβλίο και το τετράδιο, που βρίσκεται πάντα δίπλα στον μαθητή.

Από την άλλη, στη χώρα μας σημαντικό είναι να εξετάσουμε πόσο εκπαιδευμένοι είναι οι εκπαιδευτικοί ώστε να αξιοποιήσουν τη νέα τεχνολογία», αναφέρει στην «Κ» ο κ. Παναγιώτης Πήλιουρας, δάσκαλος και επί χρόνια σύμβουλος εκπαίδευσης.

«Οι μαθητές μας είναι digital natives, δηλαδή γεννημένοι μέσα σε αυτό, ενώ εμείς, οι δάσκαλοί τους, είμαστε digital naives, δηλαδή χωρίς πείρα, “αγνοί”» προσθέτει η κ. Ολυμπία Μπέφα, καθηγήτρια και υποδιευθύντρια στο γυμνάσιο του ιδιωτικού σχολείου Ελληνογερμανική Αγωγή.

«Νομίζω ότι η απόφαση της σουηδικής κυβέρνησης είναι έκφανση της θεμελιακής κρίσης που περνάει το σχολείο στη Δύση. Βρισκόμαστε στη φάση αναζήτησης ενός νέου τρόπου εκπαίδευσης.

Το σχολείο έχει περιέλθει σε κρίση διότι δεν προσαρμόζεται εύκολα στις αλλαγές, και οι εκπαιδευτικοί δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι να εφαρμόσουν νέους τρόπους μάθησης. Ωστόσο θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι αδύνατο να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω.

Είναι θέμα επιβίωσης για μια χώρα η επένδυση στην ψηφιακή τεχνολογία», τονίζει ο κ. Γουγουλάκης.

Καταλήγουμε, λοιπόν, όπως παρατηρεί η κ. Σοφιανοπούλου, «μάλλον στο ότι η επιλογή δεν είναι μονοδιάστατη και κυρίως ότι τα αναλογικά και τα ψηφιακά εργαλεία δεν ανταγωνίζονται μεταξύ τους.

Τα νοήματα ενός κειμένου θέλουμε να καταλάβουμε, ας είναι σε έντυπο σε μικρότερη ηλικία και σε e-book αργότερα».

ΠΗΓΗ: kathimerini.gr

no related-1638121

ΔιαβάστεΕπίσης