weather symbol
20
ΤΕΤ 12/3/25 | 19:03
A ship passes through the expanded Cocoli locks in the Panama Canal. EPA/CARLOS LEMOS

Η Blackrock αγόρασε με $23 δισεκ. το μερίδιο των κινέζων στη διώρυγα του Παναμά για χαρη του Τραμπ: Λεφτά σε… ξερό πηγάδι; [videos]

Η μανία του Ντόναλντ Τραμπ για τη διώρυγα που έχτισαν με ιδρώτα και αίμα χιλιάδες Αμερικανοί εργάτες, όπως είπε, δεν στρεφόταν μόνο εναντίον του Παναμά.

Αφορούσε κυρίως τους Κινέζους. Είναι αυτοί οι σκιώδεις ελεγκτές της διώρυγας, έχουν αυξήσει τις τιμές για το κόστος διέλευσης και έχουν εγκαταστήσει στρατό εκεί, ισχυρίστηκε ο Τραμπ. Το τελευταίο δεν ισχύει βεβαίως, αλλά για τον Αμερικανό πρόεδρο αυτό δεν έχει σημασία.

«Εμείς δεν την δώσαμε στους Κινέζους και θα την πάρουμε πίσω», ανακοίνωσε απειλητικά.

Κάποιοι φοβήθηκαν ότι ο Τραμπ θα επέλεγε κατάληψη με στρατιωτικά μέσα, αλλά ευτυχώς υπάρχει και η Blackrock, που βρήκε «έναν κομψό τρόπο» για να ικανοποιήσει την επιθυμία του προέδρου.

Ποιο είναι όμως το καθεστώς λειτουργίας της διώρυγας και πόσο επηρεάζεται από την εθνικότητα του ιδιοκτήτη κάποιων λιμανιών;

Μέχρι πρόσφατα, το λιμάνι Cristóbal στο βόρειο τμήμα (Ατλαντικός) και το λιμάνι Balboa στο νότιο τμήμα (Ειρηνικός) του συγκροτήματος της διώρυγας λειτουργούσαν από την Panama Ports Company.

Η Panama Ports Company (PPC) με τη σειρά της ανήκει στον όμιλο του Χονγκ Κονγκ CK Hutchison Holdings Limited. Ωστόσο, η PPC δεν είναι ιδιοκτήτρια των λιμανιών.

Έχει αποκτήσει όμως την άδεια λειτουργίας, διαχείρισης και επέκτασης των δύο λιμένων για λογαριασμό της κυβέρνησης του Παναμά μέχρι το 2046.

Εκτός από το Cristóbal και το Balboa, υπάρχουν άλλα τρία λιμάνια. Τα διαχειρίζονται εταιρείες από την Ταϊβάν, τη Σιγκαπούρη και τις ΗΠΑ/Παναμά.

Ο αμερικανικός επενδυτικός κολοσσός BlackRock αγόρασε λοιπόν τώρα το 90% της PPC έναντι 23 δισεκατομμυρίων δολαρίων και συνεπώς όχι τα λιμάνια, αλλά το δικαίωμα χρήσης και συντήρησής τους.

Το σύμπλεγμα της διώρυγας με το σύνολο των υποδομών του παραμένει ιδιοκτησία του κράτους του Παναμά από τα τέλη του 1999, όταν και του παραχωρήθηκε από τις ΗΠΑ.

Η «νίκη» του Τραμπ

Ο τρόπος λειτουργίας των πέντε λιμανιών ρυθμίζεται λεπτομερώς με συμβάσεις. Εάν παραβιαστούν διάφορες ρήτρες, η άδεια λειτουργίας μπορεί ακόμα και να ανακληθεί.

Αυτό σημαίνει ότι ο επενδυτικός όμιλος Blackrock δεν μπορεί να κάνει του κεφαλιού του, αλλά πρέπει να τηρεί τους υφιστάμενους κανονισμούς.

Οι ίδιοι κανόνες ίσχυαν ήδη για την Hutchison. Το κανάλι πρέπει να παραμείνει πολιτικά «ουδέτερο» – όλα τα πλοία πρέπει να αντιμετωπίζονται εξίσου, ανεξάρτητα από το φορτίο, τον προορισμό ή την προέλευσή τους.

Θεωρητικά, οι κανονισμοί είναι σταθεροί και κανείς δεν έδειχνε να τους αντιμετωπίζει ως πολιτικά σημαντικούς.

Πριν η Hutchison από το Χονγκ Κονγκ λάβει την άδεια για πρώτη φορά το 1996/97, διάφορες αμερικανικές αρχές, συμπεριλαμβανομένης μιας επιτροπής της Γερουσίας, εξέτασαν «διεξοδικά» αν υφίστατο κίνδυνος να αποκτήσει η Κίνα τον έλεγχο της διώρυγας.

Τα ευρήματα ήταν σαφή: δεν υπάρχει καμία απόδειξη για κάτι τέτοιο. Η Επιτροπή Ναυτιλίας των ΗΠΑ κατέληξε σε ανάλογο συμπέρασμα.

Οι ΗΠΑ και οι αμερικανικές εταιρείες είχαν εμφανιστεί σχετικά αδιάφορες για την απόκτηση της άδειας. Η Hutchison δεν χρειάστηκε να πλειοδοτήσει έναντι κάποιου σημαντικού ανταγωνιστή για να κερδίσει το δικαίωμα για την άδεια.

Όπως επισημαίνουν ειδικοί του χώρου, οι τρόποι για τους φορείς εκμετάλλευσης λιμένων να συμπεριφέρονται επιλεκτικά απέναντι στα πλοία που διέρχονται από τη διώρυγα, είναι πρακτικά μικρού μεγέθους.

Τα λιμάνια μπορούν να δώσουν προτεραιότητα στα πλοία ή να επιταχύνουν σκόπιμα την επεξεργασία των εγγράφων και την εκκαθάριση τους – ή το αντίστροφο.

Αλλά τα περιθώρια ελιγμών είναι περιορισμένα. Οι έλεγχοι της θαλάσσιας κυκλοφορίας υπόκεινται πάντα στις αρχές του Παναμά.

Η BlackRock δεν θεωρείται πιθανό να θελήσει να θέσει σε κίνδυνο μια επένδυση δισεκατομμυρίων ευρώ με τέτοιου είδους παιχνίδια, για να ευνοήσει αμερικανικά πλοία.

Πολύς θόρυβος για το τίποτα;

Ο μεγάλος θρίαμβος για τον οποίο πανηγύρισε ο Τραμπ αποδεικνύεται, για άλλη μια φορά ως ένα «χωριό Ποτέμκιν», όπως σχολίασε ένα έντυπο του τομέα, μια φανταχτερή βιτρίνα δηλαδή, που είναι απολύτως κενή από πίσω.

Ειδικά καθώς τα έσοδα από τις εμπορευματικές επιχειρήσεις μέσω της διώρυγας κάθε άλλο παρά ασφαλή είναι. Προφανώς η απόφαση έγινε προς τέρψη του προέδρου, αφού είναι γνωστή η φιλική σχέση του με ηγετικά στελέχη του συντηρητικής κατεύθυνσης του ομίλου.

Και η διώρυγα έχει πληγεί από το 2022 από την κλιματική κρίση, καθώς η περιοχή μαστίζεται από μια πρωτοφανή ξηρασία. Επί μήνες, η στάθμη του νερού της λίμνης Γκατούν, που χρησιμοποιείται για την ανύψωση των πλοίων, μόλις και μετά βίας μπορούσε να διατηρηθεί πάνω από τα 24 μέτρα, που είναι το ελάχιστο που απαιτείται για τη λειτουργία της.

Ωστόσο, αυτό γινόταν μόνο σε βάρος των ποσοστώσεων διέλευσης. Αντί των συνήθων 38 πλοίων ανά ημέρα, κατά καιρούς επιτρεπόταν η διέλευση μόνο σε 24 πλοία.

Η κατάσταση έχει τώρα κάπως εκτονωθεί. Ωστόσο, οι μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες λύσεις θα απαιτήσουν να δαπανηθούν άλλα δισεκατομμύρια. Υπάρχουν μάλιστα αυξανόμενες αμφιβολίες για το κατά πόσον η λειτουργία της διώρυγας μπορεί να διασφαλιστεί μακροπρόθεσμα.

Απειλές και ψέματα με αποτελέσματα

Προφανώς, λοιπόν, έχουμε να κάνουμε με μια κίνηση πολιτικού συμβολισμού, αλλά όχι και τόσο ουσίας, που ταιριάζει όμως απόλυτα στον επικοινωνιακό τρόπο άσκησης εξουσίας από τον δισεκατομμυριούχο της πολιτικής.

Από την άλλη οι απειλές του Τραμπ φαίνεται ότι έχουν ανησυχήσει την κυβέρνηση του «μικρού« Παναμά, που μετά την επίσκεψη του Αμερικανού ΥΠΕΞ, Μάρκο Ρούμπιο, ανακοίνωσε την απόφασή της να αποχωρήσει από το κινέζικο πρότζεκτ του «Δρόμου του Μεταξιού».

Η κυβέρνηση του Πεκίνου έχει κατηγορήσει την διοίκηση Τραμπ ότι επιχειρεί με απειλές και ψευδείς ισχυρισμούς να μπει «σφήνα» στις καλές σχέσεις της με τις χώρες της Λατινικής Αμερικής.

Για τον πρόεδρο Σι Τζίνπινγκ η επέκταση των δραστηριοτήτων της χώρας στον Νότο της Αμερικής είναι πρωταρχικής σημασίας.

Τον περασμένο Νοέμβριο ταξίδεψε ο ίδιος στο Τσανκάι στις ακτές του Περού, όπου εγκαινιάστηκε ένα γιγαντιαίο υπερσύγχρονο λιμάνι, το οποίο κατασκευάστηκε με κινεζικά κεφάλαια.

Το κόστος της επένδυσης, έχει ήδη ξεπεράσει τα 1,3 δις δολάρια και θα φτάσει τα 3,5 δις με την ολοκλήρωσή του. Τα χρήματα αυτά προήλθαν σχεδόν αποκλειστικά από την γνωστή μας Cosco, η οποία κατέχει την πλειοψηφία των μετοχών.

ΠΗΓΗ: deutsche welle, Κώστας Αργυρός

no related-1641323

ΔιαβάστεΕπίσης