
ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ
23/03/2025 | 12:00
Απρόσμενο εμπόδιο στην επιστροφή των Γλυπτών; Το Βρετανικό Μουσείο έχει δίκιο να διατηρεί τα μάρμαρα του Παρθενώνα, λέει νέο μέλος της διοίκησης
Μία ακαδημαϊκή εμπειρογνώμονας που αντιτίθεται στην επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα περιλαμβάνεται στους τελευταίους διορισμούς στα μέλη της διοίκησης του Βρετανικού Μουσείου, όπως μας ενημερώνει σε σημερινό άρθρο της η εφημερίδα Guardian.
Η δρ Τίφανι Τζένκινς, συγγραφέας του βιβλίου «Κρατώντας τα μάρμαρά τους», θα ενταχθεί στους νέους επιτρόπους που περιλαμβάνουν την τηλεοπτική παρουσιάστρια και συγγραφέα Κλαούντια Γουίνκλμαν, τον λόρδο Φινκελστάιν, έναν συντηρητικό ομότιμο που ήταν σύμβουλος του πρωθυπουργού Τζον Μέιτζορ, τον ιστορικό και podcaster Τομ Χόλαντ και την πρώην παρουσιάστρια ραδιοφωνικών ειδήσεων του BBC Μάρθα Κέρνι για μια τετραετή θητεία. Πρόεδρος των διαχειριστών είναι ο Τζορτζ Όσμπορν, ο πρώην συντηρητικός υπουργός Οικονομικών.
Αφού θυμίζει πώς τα μάρμαρα του Παρθενώνα αποκτήθηκαν από το Βρετανικό Μουσείο το 1816, αλλά και την αμφισβήτηση της νόμιμης ιδιοκτησία τους, η εφημερίδα αναφέρει ότι
Στο βιβλίο της Keeping Their Marbles: How the Treasures of the Past Ended up in Museums… and Why They Should Stay There (Κρατώντας τα Μάρμαρα: Πώς οι θησαυροί του παρελθόντος κατέληξαν στα μουσεία… και γιατί πρέπει να παραμείνουν εκεί), η Τζέκινς εξέτασε τις επιρροές πίσω από την υψηλού προφίλ μάχη για την επιστροφή των μουσειακών αντικειμένων σε μια προσπάθεια να αποκατασταθούν τα ιστορικά λάθη. Οι απόψεις της έρχονται σε αντίθεση με εκείνες μιας άλλης γνωστής ιστορικού και ραδιοτηλεοπτικού παραγωγού, της δρος Άλις Ρόμπερτς, η οποία πρόσφατα συναντήθηκε με την Ελληνίδα υπουργό Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της σειράς της για την Αρχαία Ελλάδα για το Channel 4.
Νωρίτερα αυτό το μήνα η Ρόμπερτς δήλωσε στους Radio Times: «Ανήκουν πίσω στην Αθήνα. Δεν είναι ισοδύναμο, αλλά φαντάζομαι ότι στην Αγγλία θα ήμασταν αναστατωμένοι αν μια άλλη χώρα είχε σημαντικά κομμάτια του Στόουνχεντζ και δεν τα έδινε πίσω. Αλλά στην πραγματικότητα το επιχείρημα είναι βαθύτερο από αυτό. Υπάρχει μια επιτακτική ανάγκη να αναγνωριστούν κάποιες από τις αμφισβητήσιμες πρακτικές του παρελθόντος, οι οποίες συχνά πήγαιναν χέρι-χέρι με την ιστορία της αποικιοκρατίας».
Τον περασμένο μήνα, η Ελλάδα εξέλεξε νέο πρόεδρο, τον Κωνσταντίνο Τασούλα, ο οποίος είναι εξέχων υποστηρικτής της επιστροφής των μαρμάρων. Πρώην υπουργός Πολιτισμού, ο Τασούλας διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην αναζωογόνηση των προσπαθειών για την ανάκτηση των γλυπτών ηλικίας 2.500 ετών, γράφει ο Guardian.
Από την κυριότητα στην επανένωση
Μέχρι πρόσφατα, η βρετανική αντίδραση βασιζόταν στην ιδέα ότι η αφαίρεση ήταν νόμιμη και ότι το Βρετανικό Μουσείο είναι ο ασφαλέστερος θεματοφύλακας. Αλλά το επιχείρημα άλλαξε τα τελευταία χρόνια, καθώς η Ελλάδα απομακρύνθηκε από την απλή διεκδίκηση της κυριότητας. Το ζήτημα συχνά διαμορφώνεται τώρα ως ζήτημα «επανένωσης», που περιλαμβάνει τον διαμοιρασμό της κληρονομιάς.
Η στάση αυτή τονίστηκε από τον Έλληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος πρότεινε ότι η τέχνη μπορεί να φυλάσσεται σε άλλη χώρα χωρίς να χάνει τη σημασία της. Αλλά το 2023, ο Ρίσι Σουνάκ, που ήταν τότε πρωθυπουργός, ακύρωσε την τελευταία στιγμή μια συνάντηση με τον Μητσοτάκη, σε μια κίνηση που ερμηνεύτηκε ως τρόπος αποφυγής του θέματος.
Το συμβούλιο των 20 επιτρόπων του μουσείου περιλαμβάνει όντως ένα μείγμα πολιτισμικών καταβολών, όπως η Ινδοαμερικανίδα στέλεχος της Amazon Priyanka Wadhawan και ο οικονομολόγος καθηγητής Abhijit Banerjee, καθώς και ο οικονομολόγος Weijian Shan από την Κίνα και ο Κολομβιανοαμερικανός φιλάνθρωπος Alejandro Santo Domingo.
Τον περασμένο Ιούλιο, η υπουργός Πολιτισμού Lisa Nandy ανακοίνωσε μια προσπάθεια για την προσέλκυση της ευρύτερης δυνατής δεξαμενής ταλέντων στο σύστημα διορισμών στο δημόσιο.
Ανακοινώνοντας τους διορισμούς, ο υπουργός Πολιτισμού Chris Bryant δήλωσε: «Οι δημόσιοι διορισμένοι βοηθούν να ηγηθούν ορισμένων από τα πιο γνωστά ιδρύματα του Ηνωμένου Βασιλείου, και αυτά τα εξαιρετικά ταλαντούχα άτομα με ένα ευρύ φάσμα προσωπικής και επαγγελματικής εμπειρίας θα συμβάλουν σημαντικά στον τρόπο με τον οποίο διοικούνται και θα βοηθήσουν στην προώθηση της βρετανικής ήπιας ισχύος στο εξωτερικό».
Με πληροφορίες από Guardian