weather symbol
17
ΔΕΥ 3/2/25 | 16:14
FILE PHOTO: Συνάντηση Νετανιάχου με Τραμπ στον Λευκό Οίκο, επί της πρώτης προεδρίας του ρεπουμπλικανού Αμερικανού προέδρου. EPA, MICHAEL REYNOLDS

Τι θα συμβεί στη Μέση Ανατολή μετά τη συνάντηση Τραμπ-Νετανιάχου: Το «θέρετρο» της Γάζας, η στάση Αιγύπτου και Ιορδανίας

Τα βλέμματα είναι στραμμένα στην κρίσιμη συνάντηση της Τρίτης, του Τραμπ με τον Νετανιάχου στις ΗΠΑ. Το μέλλον της Γάζας, η εκεχειρία και τα γεωπολιτικά παιχνίδια στη Μέση Ανατολή.

Όλα άρχισαν πριν από μία εβδομάδα, όταν ο βασιλιάς της Ιορδανίας Αμπντάλα Β’ επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ για να τον συγχαρεί για την επανεκλογή του. Ο Πρόεδρος Τραμπ δήλωσε πως διεμήνυσε στον Ιορδανό μονάρχη να προετοιμαστεί, τόσο εκείνος όσο και ο Πρόεδρος της Αιγύπτου, Αμπντέλ Φατάχ Αλ-Σίσι, να υποδεχθούν στις χώρες τους εκατοντάδες χιλιάδες Παλαιστίνιους από τη Γάζα, στο πλαίσιο μίας λύσης «έξω από το κουτί».

Ο Ιορδανός υπουργός Εξωτερικών, Άιμαν Αλ-Σάφαντι, εξέδωσε ανακοίνωση με τη φράση: «Η Ιορδανία είναι για τους Ιορδανούς και η Παλαιστίνη για τους Παλαιστίνιους». Από την άλλη, η ανακοίνωση του αιγυπτιακού Προεδρικού Μεγάρου εμμέσως πλην σαφώς απεδείκνυε ότι η «θεωρία του fake news» δεν ευσταθούσε. Την αμήχανη σιωπή εχθρών και φίλων διέκοψε δήλωση του Ισραηλινού υπουργού Οικονομικών και δεύτερου τη τάξει αξιωματούχου του υπ. Άμυνας της χώρας του, Μπετσαλέλ Σμότριτς, ο οποίος ήταν και ο μόνος που εκθείασε το ενδεχόμενο ενός «εθελούσιου εκτοπισμού» των κατοίκων της Γάζας.

Ισραήλ, Ιορδανία, Αίγυπτος – Στο βάθος ΗΠΑ

Ωστόσο, η κυβέρνηση Νετανιάχου επέλεξε να διατηρήσει τη σιωπή της, δεδομένου ότι αναμενόταν στο Ισραήλ ο ειδικός απεσταλμένος του Λευκού Οίκου για τη Μέση Ανατολή –γνωστός μεγαλοεπιχειρηματίας που δραστηριοποιείται στον κλάδο του real estate– Στίβεν Γουίτκοφ, ο οποίος και επρόκειτο κατ’ αρχήν να προετοιμάσει την ατζέντα της επικείμενης κατ’ ιδίαν συνάντησης Νετανιάχου-Τραμπ.

Μέχρι στιγμής, η πιο αξιόπιστη και λεπτομερής διαρροή προέρχεται από το σαουδαραβικό τηλεοπτικό δίκτυο Αλ-Χάνταθ.

  • Σύμφωνα με αυτήν, το «σχέδιο εκκένωσης» προβλέπει την εθελούσια προσωρινή μετακίνηση ενάμισι εκατομμυρίου Παλαιστινίων από τη Γάζα σε τρεις φιλοδυτικές αραβικές χώρες και μία ασιατική για χρονικό διάστημα που θα κυμαίνεται από έξι μήνες έως έναν χρόνο.
  • Κατά τη διάρκεια αυτού του προσωρινού εκτοπισμού, θα αρχίσουν οι προπαρασκευαστικές εργασίες ανοικοδόμησης της Λωρίδας της Γάζας, ούτως ώστε όταν οι κάτοικοι του θύλακα θα επιστρέψουν σε αυτόν έως τα μέσα του 2026, να συμμετάσχουν και εκείνοι στις οικοδομικές εργασίες.

Με αυτόν τον τρόπο, η Γάζα θα μετατραπεί σε μία περιοχή «υποδειγματικής οικιστικής ανάπτυξης», μιας και διαθέτει «εξαιρετικό κλίμα και φυσική ομορφιά», όπως πρόλαβε να δηλώσει δημοσίως και εν παρόδω ο Αμερικανός Πρόεδρος, αφήνοντας άφωνους τους πάντες. Καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας που πέρασε, οι πολιτικές ηγεσίες της Αιγύπτου, της Ιορδανίας, της Παλαιστινιακής Αρχής, του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίας απέρριπταν επανειλημμένα και κατηγορηματικά τις νέες σκέψεις του Λευκού Οίκου, ενώ ο Πρόεδρος Τραμπ επανελάμβανε σχεδόν επί καθημερινής βάσεως ότι «οι ΗΠΑ έχουν κάνει πολλά για την Αίγυπτο και την Ιορδανία» και ως εκ τούτου «θέλουν-δεν θέλουν, τελικά θα κάνουν ό,τι τους ζητηθεί».

Στο μεταξύ, η αιγυπτιακή κυβέρνηση πρόλαβε να διοργανώσει μαζική διαδήλωση, εμποδίζοντας προσωρινά την επαναλειτουργία του φυλακίου της Ράφα την περασμένη Πέμπτη. Παράλληλα όμως, πλήθαιναν τα ειδησεογραφικά πλάνα που έδειχναν άμαχους Παλαιστίνιους να προσπαθούν μάταια να εντοπίσουν τα κατεστραμμένα τους σπίτια στο βόρειο τμήμα της Γάζας, λέγοντας στις δημοσιογραφικές κάμερες ότι «ουσιαστικά, δεν έχουν πια πού να μείνουν», υπονοώντας ότι η μετοίκησή τους ‘οπουδήποτε αλλού’ θα ήταν ίσως μία κάποια λύση.

Τα αραβικά «Όχι»

Το λεγόμενο «σχέδιο εκκένωσης» της Γάζας που προωθεί ο Τραμπ δεν θα μπορούσε να ανακοινωθεί σε χειρότερη συγκυρία. Τόσο η Αίγυπτος όσο και η Ιορδανία έχουν προβληματιστεί σοβαρά από την καθεστωτική μεταβολή στη Συρία, όπου ριζοσπάστες Σουνίτες Ισλαμιστές ανέλαβαν την εξουσία της χώρας, έχοντας ήδη νομιμοποιηθεί από τη διεθνή κοινότητα – συμπεριλαμβανομένων των διακυβερνήσεων τόσο του τέως Προέδρου Μπάιντεν, όσο και του νυν Προέδρου Τραμπ.

Το καθεστώς της «νέας Συρίας» θυμίζει στον Πρόεδρο Σίσι τον τρόπο επικράτησης αλλά και την ιδεολογική ατζέντα του ισλαμιστικού καθεστώτος Μόρσι, που είχε προκαλέσει την κατάρρευση του φιλοδυτικού και εκκοσμικευμένου περιβάλλοντος του πάλαι ποτέ Προέδρου Μουμπάρακ της Αιγύπτου.

Η καθεστωτική μεταβολή στη Συρία προβληματίζει σοβαρά και τη φιλοδυτική, εκκοσμικευμένη μοναρχία της Ιορδανίας, όχι μόνο λόγω γεωγραφικής εγγύτητας, αλλά και επειδή ενισχύει την πολιτική ρητορική της κυριότερης αντιπολιτευτικής φωνής των Αδελφών Μουσουλμάνων, που κατάφεραν εδώ και δεκαετίες να εκφράσουν ανοιχτά τις αντι-ισραηλινές και αντι-δυτικές απόψεις των παλαιστινιακής καταγωγής πολιτών της χώρας.

Πέραν αυτών, η γενναιόδωρη ετήσια οικονομική βοήθεια των ΗΠΑ προς Αίγυπτο και Ιορδανία τις καθιστούν εξαιρετικά ευάλωτες στις αμερικανικές απαιτήσεις. Ειδικά στην Αίγυπτο, από την έναρξη του πολέμου, η διέλευση εμπορικών πλοίων από την Διώρυγα του Σουέζ έχει μειωθεί σημαντικά -ως απόρροια της ένοπλης παρουσίας των Χούθι στη νότια Ερυθρά Θάλασσα- και το τουριστικό ρεύμα έχει σχεδόν εκμηδενιστεί, με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος, ο πληθωρισμός και η κοινωνική δυσαρέσκεια να αυξάνονται.

Παράλληλα, η Αίγυπτος φαίνεται να ανησυχεί από το γεγονός ότι οι Αμερικανοί ενθαρρύνουν τη σαουδαραβική διείσδυση στις οικονομικές προοπτικές της «νέας Συρίας», με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι ανησυχίες του Προέδρου Σίσι ότι οι ενεργειακές οδοί που έχουν ως αφετηρία τους τις χώρες του Κόλπου θα προτιμήσουν την έξοδο της Συρίας προς τη Μεσόγειο, μειώνοντας τη στρατηγική σημασία της Διώρυγας του Σουέζ.

Από ιορδανικής πλευράς, παρά τη δημόσια αντι-ισραηλινή ρητορική των κυβερνητικών αξιωματούχων, η αγαστή συνεργασία της αεράμυνας της χώρας με την αντίστοιχη ισραηλινή, ειδικά έναντι των Χούθι, δεν μπορεί πια να κρυφτεί από τους πολίτες της χώρας, η πλειονότητα των οποίων έχει παλαιστινιακή εθνική συνείδηση. Ωστόσο, οι πραγματικοί λόγοι που επεξηγούν τα επίμονα «Όχι» του Προέδρου Σίσι και του βασιλιά Αμπντάλα ως προς το «σχέδιο εκκένωσης» του Τραμπ δεν είναι δυνατόν να εκφραστούν δημόσια και με τόσο ξεκάθαρο τρόπο. Απεναντίας, η πιο ψύχραιμη δημόσια κριτική κατά του «σχεδίου εκκένωσης» της Γάζας φέρεται να προέρχεται από τη σαουδαραβική πλευρά.

Η ισραηλινή σιωπή

Με εξαίρεση την ενθουσιώδη αντίδραση του Μπετσαλέλ Σμότριτς, η ισραηλινή κυβέρνηση αποφεύγει να εκφέρει καθαρή θέση ως προς το «σχέδιο εκκένωσης» της Γάζας. Από τη μια, η σταδιακή απελευθέρωση των ισραηλινών ομήρων προκαλεί δικαίως την αυθόρμητη συγκίνηση της κοινής γνώμης. Από την άλλη όμως, η συνέχιση της εκεχειρίας, που οδηγεί στην πλήρη απόσυρση των ισραηλινών δυνάμεων από τη Γάζα, μοιραία οδηγεί στην ανασύνταξη της Χαμάς – γεγονός που δικαίως μεταφράζεται εκ μέρους της ως «νίκη». Το «σχέδιο εκκένωσης» μπορεί να σημαίνει μείωση του πληθυσμού της Γάζας, αλλά, όπως τουλάχιστον αποδεικνύει η σημερινή πραγματικότητα, στην ουσία θα διατηρήσει την παρουσία της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας και δεν αναιρεί το ενδεχόμενο μίας «νέας 7ης Οκτωβρίου» στο μέλλον.

Ο Βενιαμίν Νετανιάχου γνωρίζει πολύ καλά ότι όταν πια θα έχουν απελευθερωθεί όλοι οι όμηροι, νεκροί ή ζωντανοί, το ερώτημα του μέσου πολίτη του Ισραήλ θα επικεντρωθεί στο εάν πράγματι ο πόλεμος αυτός άξιζε να γίνει και εάν εν τέλει το Ισραήλ νικήθηκε από μία τρομοκρατική οργάνωση που συνεχίζει να ελέγχει μία μικρή λωρίδα γης. Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί σήμερα, μετά από 15 μήνες πολέμου, καθόλου δεν επιβεβαιώνει τις ισραηλινές επιλογές επί του πεδίου της μάχης, με αποτέλεσμα να αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση για τη βιωσιμότητα του κυβερνητικού συνασπισμού.

Πέραν αυτών όμως, οι ισραηλινοί προβληματισμοί οφείλουν να επικεντρωθούν στο εξής: εάν τελικά το «σχέδιο εκκένωσης» είναι τόσο «αποτελεσματικό», ώστε να πρέπει να «θυσιάσει» δύο συνθήκες ειρήνης – εκείνη του 1978 με την Αίγυπτο και την άλλη του 1996 με την Ιορδανία – που εδώ και δεκαετίες συναποτελούν τον σημαντικότερο πυλώνα περιφερειακής σταθερότητας, που εξυπηρετεί όχι μόνο διμερείς επιδιώξεις, αλλά και τη γενικότερη παρουσία της Δύσης στην προβληματική αυτή γωνιά της Μέσης Ανατολής. Εάν, για παράδειγμα, ο πληθυσμός της Γάζας συρρικνωθεί σε 500.000 κατοίκους που θα συνεχίσουν να διακυβερνώνται από τη Χαμάς, άραγε δεν θα μπορέσει να επαναληφθεί το σκηνικό της 7ης Οκτωβρίου, στο οποίο συμμετείχαν όχι περισσότεροι από 20.000 ένοπλοι;

Υπ’ αυτές τις εξαιρετικά λεπτές ισορροπίες, τόσο σε εσωτερικό όσο και περιφερειακό επίπεδο, δεν είναι περίεργο γιατί η διακυβέρνηση Νετανιάχου δεν βιάζεται να εκφράσει καθαρές θέσεις. Ενδεικτική είναι η απόφαση του Ισραηλινού Πρωθυπουργού να μην ανταποκριθεί θετικά στη βιαστική προαίρεση του Αμερικανού απεσταλμένου, Στίβεν Γουίτκοφ, να αρχίσουν άμεσα οι επαφές στην Ντόχα για τη συγκεκριμενοποίηση του δευτέρου σταδίου της εκεχειρίας, πριν ακόμη πραγματοποιηθεί η κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Πρόεδρο Τραμπ στην Ουάσιγκτον.

Άλλωστε, αξίζει να επισημανθεί ότι ο υπουργός Στρατηγικών Υποθέσεων, Ρον Ντέρμερ, ο οποίος μόλις χθες ορίσθηκε επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας για την εκεχειρία στην Ντόχα (αντικαθιστώντας τον εμπειρότατο διοικητή της Μοσάντ, Νταβίντ Μπαρνέα), δήλωσε προ δεκαημέρου από το βήμα της Κνέσετ ότι «υπάρχει εναλλακτικό ισραηλινό σχέδιο για την επόμενη μέρα της Γάζας», λεπτομέρειες του οποίου αρνήθηκε εμφαντικά να αποκαλύψει. Προφανώς, η πρόταση θα εκτεθεί από τον ίδιο τον Νετανιάχου στο Οβάλ Γραφείο.

Με πληροφορίες από DW, Γαβριήλ Χαρίτος

ΔιαβάστεΕπίσης