Ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης με τον Robert Habeck, Αντικαγκελάριο και Υπουργό Οικονομίας και Κλιματικής Αλλαγής της Γερμανίας, τιμώμενης χώρας στη 88η ΔΕΘ. Φωτογραφία Υπουργείο Εξωτερικών, @GreeceMFA
Του ΜΙΧΑΛΗ ΙΓΝΑΤΙΟΥ*, Hellas Journal
Λίγες ημέρες πριν από την συνάντηση Κορυφής του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του ισλαμιστή προέδρου της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν στη Νέα Υόρκη, με προβλημάτισε καταιγισμός συνεντεύξεων του υπουργού Εξωτερικών, Γιώργου Γεραπετρίτη.
Με όλο το σεβασμό προς τον Έλληνα υπουργό, μέσω των δηλώσεων αυτών δίνεται μια εντελώς λανθασμένη εικόνα για τα Ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό. Οι αντίπαλοι του εγείρουν ερωτηματικά για τις επόμενες κινήσεις που μεθοδεύει η ελληνική διπλωματία, στηριζόμενη σε μια εντελώς υποκειμενική εικόνα και κάποτε εντελώς διαστρεβλωτική της πραγματικότητας.
Ο κ. Γεραπετρίτης επαναλαμβάνει διαρκώς ότι υπάρχει «αυτή τη στιγμή μια ευκαιρία, ένα ιστορικό παράθυρο ευκαιρίας για να μπορέσουμε να λύσουμε τα μεγάλα θέματα, τα οποία έχουμε με την Τουρκία… Τέτοιες ευκαιρίες δεν παρουσιάζονται στην ιστορία συχνά», τόνισε και πρόσθεσε:
Η «Ελλάδα μέσα από εξαιρετικά αντίξοες διεθνείς συνθήκες, μέσα από μία παγκόσμια ρευστότητα, βγαίνει πάρα πολύ ισχυρή και νομίζω ότι είναι η κατάλληλη στιγμή να μπορέσει η Ελλάδα να κεφαλαιοποιήσει αυτό το μεγάλο διπλωματικό κεφάλαιο, το οποίο έχει για να κλείσει εκκρεμότητες δεκαετιών…» κάνοντας ειδική αναφορά στα Ελληνοτουρκικά και στο Κυπριακό.
Οι αντίπαλοι της κυβέρνησης λένε ότι ο κ. Γεραπετρίτης δεν εξηγεί που βλέπει αυτή την ιστορική ευκαιρία καθώς το μόνο που αναφέρει είναι ότι συνομιλούν οι δυο πλευρές και ότι η Ελλάδα έχει ισχυρό διπλωματικό κεφάλαιο. Συμπληρώνει: «…γιατί μπορούμε να μιλάμε με μία σχετική ειλικρίνεια με την Τουρκία. Διότι οι ηγέτες των δύο χωρών έχουν επιδείξει μια απτή διάθεση να μπορέσουν να συζητήσουν για τα ζητήματα αυτά και γιατί, νομίζω, έχει αλλάξει πάρα πολύ το διεθνές γεωπολιτικό περιβάλλον».
Ο κ. Γεραπετρίτης υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν μείζονες προκλήσεις εκ μέρους της Τουρκίας παραβλέποντας φυσικά την έγερση θέματος κυριαρχίας των νησιών που δήθεν παραβιάζουν την αποστρατικοποίηση ή την με κάθε ευκαιρία δήλωση εκ μέρους της Τουρκίας περί τουρκικής υφαλοκρηπίδας σε περιοχές της ελληνικής ΑΟΖ και των δυνητικών χωρικών υδάτων. Προβάλει επίσης ως δείγμα προόδου, ότι δεν υπάρχουν μεταναστευτικές ροές, κάτι που δεν είναι αληθές καθώς παραμένουν σε υψηλά επίπεδα. Και σε κάθε περίπτωση αυτό δεν είναι μια μόνιμη κατάσταση η οποία θα μπορούσε να καθορίσει το συνολικότερο κλίμα σε μια διαπραγμάτευση.
Είναι επιχειρήματα που δεν είναι και τόσο πειστικά, λένε όσοι τον αμφισβητούν. Διότι διάλογος μεταξύ των δυο πλευρών έχει υπάρξει στο παρελθόν και μάλιστα σε μια περίοδο που υπήρχαν και άριστες προσωπικές σχέσεις (του εξοχότατου Γεωργίου Παπανδρέου με τον Ισμαήλ Τζεμ και του Κώστα Καραμανλή με τον Ταγίπ Ερντογάν).
Η Τουρκία διακαώς επεδίωκε να παρουσιάσει διαλλακτικό προφίλ προκειμένου να εξασφαλίσει την στήριξη της Ε.Ε. στην αντιπαράθεση του με το κεμαλικό κατεστημένο. Ο ίδιος ο Ερντογάν μέχρι τότε μάλιστα δεν είχε επιδείξει τα κατοπινά δείγματα αναθεωρητισμού αντιθέτως έδειχνε να μην αποδίδει ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε θέματα οριοθετήσεων και των άλλων διεκδικήσεων.
Τον κατηγορούν ότι το «ισχυρό διπλωματικό κεφάλαιο» είναι μια υποκειμενική αξιολόγηση του υπουργείου Εξωτερικών, όμως ακόμη κι αν πράγματι η Ελλάδα είναι τόσο ισχυρή διπλωματικά -και προσωπικά δέχομαι ότι είναι-, αυτό συμβάλει μεν αλλά δεν καθορίζει την έκβαση μιας διαπραγμάτευσης με μια Τουρκία, η οποία βρίσκεται ή θεωρεί ότι βρίσκεται στο απόγειο της ισχύος της, διπλωματικής και στρατιωτικής. Όπως έχει αποδείξει τα τελευταία χρόνια δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει την στρατιωτική ισχύ για να προασπίσει τις εδαφικές διεκδικήσεις της.
Είναι απορίας άξιον που εδράζεται η πεποίθηση για «ιστορική ευκαιρία» την ώρα που τίποτε δεν έχει αλλάξει:
-Το casus belli είναι εν ισχύ, η θεωρία των «γκρίζων ζωνών» έχει διευρυνθεί περιλαμβάνοντας και τα νησιά για τα οποία η Τουρκία υποστηρίζει ότι έχουν υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης, με το παράνομο «Τουρκολυβικό Μνημόνιο», έχει επιχειρήσει τετελεσμένα τα οποία θα χρησιμοποιήσει σε μια διαπραγμάτευση εις βάρος της Ελλάδας, παραμένει η αμφισβήτηση του ελληνικού εναέριου χώρου των 10 ν.μ., των ζωνών αρμοδιότητας της Ελλάδας στο FIR και για Έρευνα και Διάσωση, συνεχίζει να εγείρει θέμα «τουρκικής μειονότητας» στην Θράκη…
Κατά τη γνώμη μου, η απουσία παραβιάσεων και υπερπτήσεων δεν μπορεί να είναι το στοιχείο που δημιουργεί συνθήκες ώστε να ομιλούμε για «ιστορική ευκαιρία»…
Ο υπουργός Εξωτερικών πολύ ορθά διατυπώνει την διαπίστωση ότι εάν δεν επιλυθεί το θέμα της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ δεν μπορεί να υπάρξει ομαλοποίηση των σχέσεων μεταξύ των δυο χωρών. Όμως είναι λάθος όταν λέμε ότι η Τουρκία εγείρει αξιώσεις, όπως το ιδεολόγημα της «Γαλάζιας Πατρίδας» ή το παράνομο «Τουρκολυβικό Μνημόνιο» «επειδή η Ελλάδα και η Τουρκία δεν έχουν ακόμη οριοθετήσει θαλάσσιες ζώνες, δηλαδή υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ».
Διότι συμβαίνει ακριβώς το αντίστροφο. Η Ελλάδα και η Τουρκία δεν έχουν οριοθετήσει υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ επειδή ακριβώς υπάρχουν οι αξιώσεις της Τουρκίας τις οποίες θέλει να επιβάλει στην διαπραγμάτευση. Και ακόμη κι αν πιστεύει κανείς ότι όλο αυτό το πακέτο διεκδικήσεων εις βάρος της χώρας προβάλλεται απλώς για διαπραγματευτικούς λόγους, τότε καταλήγουμε στην βάση της επιδίωξης της Τουρκίας για περιορισμό της ελληνικής κυριαρχίας με μη επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων και περιορισμό της επήρειας των ελληνικών νησιών σε θαλάσσιες ζώνες προς όφελος της.
Σε κάθε περίπτωση πάντως η αποτυχία και των διερευνητικών επαφών και απευθείας διαπραγματεύσεων στο παρελθόν για επίτευξη συμφωνίας οριοθέτησης οφείλεται ακριβώς στις αξιώσεις της Τουρκίας. Και αυτό κάθε άλλο παρά έχει αλλάξει.
Ο υπουργός Εξωτερικών όμως εξέφρασε και την επίσης υπεραισιόδοξη άποψη ότι «αυτή τη στιγμή υπάρχουν οι συνθήκες, έτσι ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε το Κυπριακό». Θεωρώντας προφανώς ότι αρκεί για κάτι τέτοιο η «κινητικότητα» που υπάρχει και η οποία βεβαίως μπορεί να φθάσει μέχρι μια άτυπη Τριμερή η οποία προς το παρόν απορρίπτεται από την τουρκική πλευρά.
Και προφανώς αυτή η υπεραισιόδοξη θέση παραβλέπει την επίσημα διακηρυγμένη και απαράδεκτη θέση από την Τουρκία για λύση δυο κρατών, η οποία φυσικά δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή ούτε ως ένα εκ των σεναρίων προς συζήτηση.
Ο βολονταρισμός δεν είναι καλός σύμβουλος στην πολιτική και ειδικά στην εξωτερική πολιτική. Οι δηλώσεις αυτές οι οποίες δεν εδράζονται σε πραγματικά γεγονότα διευκολύνουν την Τουρκία να εξωραΐζει την εικόνα της καθώς δίνεται η εντύπωση και στο διεθνές περιβάλλον ότι πράγματι όλα βαίνουν καλώς στα ελληνοτουρκικά και απομένει μια απλή απόφαση των δυο ηγεσιών να προχωρήσουν σε λύση των προβλημάτων. Και έτσι βεβαίως απαλλάσσεται η Τουρκία από την «ρετσινιά» του επικίνδυνου αναθεωρητισμού.
Εάν η ελληνική κυβέρνηση έχει στα χέρια της δεσμεύσεις και εγγυήσεις από τον Ερντογάν και τον Φιντάν ότι σε μια διαπραγμάτευση είναι έτοιμοι να εγκαταλείψουν τις παράνομες και εκτός πλαισίου διεθνούς δικαίου διεκδικήσεις εναντίον της Ελλάδας και την αμφισβήτηση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της, τότε πράγματι υπάρχει «ιστορική ευκαιρία» και θα πρέπει οι συνομιλίες να ξεκινήσουν …χθες. Σε αυτό είμαι μαζί της.
Οι αντίπαλοι της κυβέρνησης την κατηγορούν ότι αυτό το κλίμα που δημιουργείται δεν είναι τίποτε περισσότερο από «μασάζ» στην ελληνική κοινή γνώμη ώστε να δεχθεί πιο εύκολα ρυθμίσεις και συμφωνίες οι οποίες θα λύνουν τα προβλήματα στο πλαίσιο που το επιδιώκει η Τουρκία.
Αυτό, αν ισχύει -που δεν το γνωρίζω-, θα συμπαρασύρει την κυβέρνηση, αλλά και την χώρα σε επικίνδυνη παγίδα.
Θα πρέπει λοιπόν η Αθήνα να εξηγήσει με χειροπιαστά στοιχεία που εδράζεται αυτή η εκτίμηση για «ιστορική ευκαιρία». Διαφορετικά ας δει τα πράγματα, ως έχουν. Ο στόχος της Τουρκίας είναι να εγκλωβίσει την κυβέρνηση και την Ελλάδα σε ένα επικίνδυνο μονόδρομο διαπραγμάτευσης επί των τουρκικών αξιώσεων και διεκδικήσεων.
Αυτά πιστεύω, αυτά γράφω, χωρίς φόβο και πάθος.
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ Ι: Διάβασα τα σχόλια για την αποχώρηση του Νίκου Χριστοδουλίδη από τη σύσκεψη για την ηλεκτρική διασύνδεση. Έφυγε για να μιλήσει σε μία εξαιρετική εκδήλωση για τα Κυπριόπουλα που μετά την τουρκική εισβολή μετέβησαν στην Ελλάδα και φιλοξενήθηκαν από ελληνικές οικογένειες. Διαφωνώ ότι δεν έπρεπε να παραβρεθεί και να μιλήσει. ΕΠΡΕΠΕ. Η εκδήλωση ήταν για να εκφραστεί το ευχαριστώ αυτών των (τότε) παιδιών προς την Μητέρα Ελλάδα. Σέβομαι τους συναδέλφους που διαφώνησαν και τους τιμώ. Αλλά δεν θα συμφωνήσω μαζί τους.
Τα αδίστακτα αθηναϊκά τρολς, που επιτίθενται στους Έλληνες της Κύπρου με βρώμικο και απαράδεκτο τρόπο, γνωρίζουμε ποιοι κρύβονται πίσω τους. Ντροπή σε αυτόν τον «επώνυμο» που τους πληρώνει…
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ ΙΙ: Έγραφα για τους άνδρες και τις γυναίκες του FBI που φαίνεται ότι έχουν ανακαλύψει τους διεφθαρμένους της νήσου μας, οι οποίοι πλούτισαν με το παράνομο χρήμα των Ρώσων, των Λευκορώσων και των Ουκρανών ολιγαρχών. Κατά τη γνώμη μου πρέπει να εστιαστούν σε μία χούφτα δικηγορικά και λογιστικά γραφεία που αμαύρωσαν το όνομα της Κύπρου. Και επίσης, θεωρώ ότι είναι εύκολο να φτάσουν στους πολιτικούς που εισήλθαν φτωχοί στην πολιτική και έγιναν πλούσιοι.
* Ο Μιχάλης Ιγνατίου είναι διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, και συγγραφέας. Είναι ο ιδρυτής της ιστοσελίδας Hellas Journal
ΟΛΑ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΕΔΩ
ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΜΥΝΑΣ ΠΗΓΑΙΝΕΤΕ ΕΔΩ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΓΝΩΜΕΣ ΕΔΩ και τα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ΕΔΩ
Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE