Καρτ ποστάλ από τη Θεσσαλονίκη. Photo via ΑΠΕ-ΜΠΕ με παραχώρηση από το Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης.
Ένα «ταξίδι» στη Θεσσαλονίκη διάρκειας τεσσάρων αιώνων, ξεκινά σήμερα από το κέντρο της πόλης.
Με αφετηρία την πλατεία Ιπποδρομίου και το Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης (ΚΙΘ), η νοητή περιπλάνηση αρχίζει από τον 17ο αιώνα και τερματίζει στο πρώτο μισό του 20ού.
«Συνεπιβάτες» είναι μη μόνιμοι κάτοικοι της πόλης, διαφόρων φυλών, εθνοτήτων, θρησκειών, ηλικιών και επαγγελμάτων, οι οποίοι την έζησαν σε διάφορες και διαφορετικές περιόδους.
Οι εντυπώσεις και τα συναισθήματα που τους προκάλεσε η σύντομη ή μακρά παραμονή τους εδώ, αποτυπώνονται στις λέξεις που «άφησαν» σε καρτ ποστάλ της εποχής, ενώ και οι ίδιες οι κάρτες, παρουσιάζουν σπάνιες εικόνες.
Όσα «αφηγούνται» αυτά τα επιστολικά δελτάρια για τη Θεσσαλονίκη με εικόνες και λέξεις, όσα κρύβονται πίσω από τις λέξεις, αλλά και οι πληροφορίες που φέρνουν ακόμα και οι εκτυπώσεις ή τα γραμματόσημά τους, παρουσιάζονται σε μία νέα περιοδική έκθεση του ΚΙΘ με τίτλο «Ταξίδι στη Θεσσαλονίκη. 17ος-20ός αιώνας», που εγκαινιάζεται το απόγευμα.
«Στη διάρκεια αυτών των τεσσάρων αιώνων, την πόλη επισκέφθηκε πλήθος ανθρώπων, ο καθένας με τα δικά του κίνητρα και για τους δικούς του λόγους και βρέθηκαν σε αυτήν είτε ως ένα πέρασμα προς έναν άλλον προορισμό, είτε την επέλεξαν ως τόπο κατοικίας τους.
Οι άνθρωποι αυτοί διασώζουν πολύτιμες μαρτυρίες για τη ζωή, την οικονομία, τον πολιτισμό, ακόμα και τη χωροταξία της πόλης μας», δηλώνει στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο διδάκτορας Ιστορίας και υπάλληλος του ΚΙΘ, Θεοδόσης Τσιρώνης.
«’Ανθρωποι από άλλα κράτη, περνούσαν ή επισκέπτονταν τη Θεσσαλονίκη, είτε επειδή είχαν ακούσει και διαβάσει για τη μακραίωνη ιστορία της, είτε γιατί ήθελαν να περιηγηθούν στα εδάφη της τότε Ανατολής -όπως την ονόμαζαν, στο πλαίσιο του ρεύματος του Οριενταλισμού και επιθυμούσαν να έρθουν να γνωρίσουν από κοντά την πόλη και τους κατοίκους της.
Η πρώτη ενότητα λοιπόν, είναι αφιερωμένη στη Θεσσαλονίκη των περιηγητών, όπως την είδαν και την κατέγραψαν για να μεταφέρουν στο μέλλον τις εντυπώσεις τους», εξηγεί ο κ. Τσιρώνης.
Ο επισκέπτης λοιπόν θα έρθει αντιμέτωπος με …αναμνήσεις ανθρώπων από τη Ρωσία, τη Γαλλία, την Ιταλία, τη Σκωτία και αλλού, που έφτασαν στη Θεσσαλονίκη, η οποία τότε λειτουργούσε ως σταυροδρόμι λαών και πολιτισμών.
Πολλοί, μάλιστα, ζωγράφισαν στις καρτ ποστάλ απόψεις της πόλης, κυρίως το παραθαλάσσιο μέτωπό της, αλλά και μνημεία, δρόμους, ανθρώπους και τις φορεσιές τους.
Εκτός από τις ζωγραφισμένες κάρτες, κυκλοφορούσαν και …έτοιμες, που απεικονίζουν στη μπροστινή τους όψη πανοραμικές εικόνες της Θεσσαλονίκης, με τα σπίτια, τα μνημεία και τα δημόσια κτήριά της, πριν από την καταστροφική πυρκαγιά του 1917, που άλλαξε τη μορφή μεγάλου μέρους του ιστορικού της κέντρου.
Εικονίζονται ακόμη τα μέσα συγκοινωνίας που υπήρχαν τότε, οι γραμμές του τραμ, τα ξενοδοχεία της εποχής, οι άνθρωποι με τις ενδυμασίες τους, οι δρόμοι με τα ονόματά τους, αλλά και όψεις του παραλιακού μετώπου με τα πλοία, τις βάρκες και τους επαγγελματίες που δούλευαν και κινούνταν στην πόλη.
«Ταυτόχρονα βλέπουμε το πόσο πολύ έχει αλλάξει η πόλη μας ακόμα και σε βάθος ενός αιώνα, δηλαδή από τη δεύτερη δεκαετία του προηγούμενου αιώνα έως το παρόν. Βλέπουμε το πώς συνυπάρχουν διαφορετικοί λαοί και πολιτισμοί και το πώς τα ίδια τα κτήρια μετατρέπονται ανάλογα με την πολιτική και την εθνοτική κυριαρχία του κάθε λαού», λέει ο κ. Τσιρώνης και φέρνει ως παράδειγμα πολλούς από τους χριστιανικούς ναούς, που είχαν μετατραπεί σε τεμένη για να καλύψουν τις λατρευτικές ανάγκες των Οθωμανών μέχρι την απελευθέρωση της πόλης το 1912 και στη συνέχεια επανάκτησαν την πρότερη μορφή και χρήση τους.
Στην επόμενη ενότητα, η μεγάλη ομάδα που εργάστηκε για την έκθεση, αξιοποιεί τα στοιχεία που προέρχονται από χειρόγραφα κείμενα και τα οποία υπάρχουν γραμμένα στην πίσω πλευρά των επιστολικών δελταρίων, από τους αποστολείς τους.
Εκεί, ο επισκέπτης θα δει να αποτυπώνονται σκέψεις και συναισθήματά, ανάλογα με τη θέση του καθενός και το λόγο που βρέθηκε στην πόλη μας.
Μέσα από τις καρτ ποστάλ τους, αποτυπώνουν κυρίως την ελπίδα τους για τη λήξη των πολεμικών εχθροπραξιών και την έλευση της πολυπόθητης ειρήνης -που συνέβη τελικά το 1918», σημειώνει ο κ. Τσιρώνης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ενδιαφέρον έχει και το γεγονός ότι σχολιάζουν κι άλλα θέματα σ’ αυτά, όπως τους χώρους αναψυχής, το κλίμα της πόλης, ενώ ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει και ένα επιστολικό δελτάριο μιας μικρής Εβραιοπούλας, η οποία ζητά να αλληλογραφήσει με κάτοικο του εξωτερικού, για να ανταλλάξουν ταξιδιωτικές εντυπώσεις από τα μέρη τους.
«Έχουμε αποδελτιώσει τα κείμενα όλων αυτών των ανθρώπων, όμως -πέρα από αυτά, και οι ίδιες οι κάρτες ποστάλ προσφέρουν στοιχεία, π.χ. για τους εκδότες τους, τους τυπογράφους που τις εκτύπωσαν και τις διακινούσαν.
Από όλα αυτά προκύπτουν πολύ χρήσιμα στοιχεία για την εθνοτική τους προέλευση και την ταυτότητά τους, εάν π.χ. ήταν Χριστιανοί Ορθόδοξοι, Εβραίοι, ή ξένοι Ευρωπαίοι», επισημαίνει ο κ. Τσιρώνης και συμπληρώνει:
«Σημαντικές πληροφορίες όμως για την εθνική ιδεολογία και την κρατική πολιτική, δίνουν και τα γραμματόσημα που φέρουν οι καρτ ποστάλ. Ειδικά κατά την πολεμική περίοδο, που το κράτος μας είχε εμπλακεί σε διαφορετικούς πολέμους, σε δύο βαλκανικούς των ετών 1912-13 και στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο».
Το τμήμα της έκθεσης που αναφέρεται στον 20ό αιώνα, δίνει ιδιαίτερες πληροφορίες για δημοσιογράφους, πολεμικούς ανταποκριτές, αλλά και για διανοούμενους που επισκέπτονταν τη Θεσσαλονίκη.
Στην ενότητα αυτή πρωταγωνιστούν τα ξενοδοχεία, στα οποία έμεναν, ενώ και πάλι οι ίδιοι αναφέρονται στις εντυπώσεις, τόσο από την διαμονή τους στο ξενοδοχείο, όσο και από την παραμονή τους γενικότερα στην πόλη.
«Αναδεικνύουμε την ύπαρξη των ξενοδοχειακών υποδομών στην πόλη μας. Υπήρχε το ξενοδοχείο Splendid Palace, όπως και αυτό που ήταν γνωστό ως το “Ολύμπιον Μέγαρο της Μεσογείου”, το Mediterranean Palace.
Επίσης το Όλυμπος Παλλάς και πολλά ακόμη, τα οποία ήταν πραγματικά εντυπωσιακά κτήρια, τόσο ως προς την αρχιτεκτονική τους, όσο και ως προς τις υπηρεσίες που προσέφεραν. Πιστεύω, ότι ήταν εφάμιλλα των πολλών και καλών ευρωπαϊκών ξενοδοχείων που υπήρχαν την ίδια εποχή», υπογραμμίζει ο κ. Τσιρώνης.
Στην έκθεση αποτυπώνονται επίσης καταγραφές από τις εντυπώσεις που αποκόμισαν από τη Θεσσαλονίκη ο Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας Ζαν-Πoλ Σαρτρ, ο Πρώσος συγγραφέας Πωλ Λιντάου, ο μεγάλος Έλληνας ρεμπέτης Μάρκος Βαμβακάρης, ο διαπρεπής Γάλλος βυζαντινολόγος Κάρολος Ντηλ, καθώς και δημοσιογράφοι αθηναϊκών εφημερίδων, όπως το Ελεύθερον Βήμα.
Οι υπεύθυνοι της έκθεσης θέλησαν να απαντήσουν ακόμα στο ερώτημα «πώς ερχόταν όλοι αυτοί οι άνθρωποι στη Θεσσαλονίκη και πώς έφευγαν από αυτήν;». Έτσι λοιπόν, αφιέρωσαν μία ενότητα στα δίκτυα συγκοινωνιών, στα ταξιδιωτικά γραφεία και στην τουριστική κίνηση που παρατηρούνταν στην πόλη.
«Έχουμε, λόγου χάρη, διαφημίσεις από ναυτικούς πράκτορες και ασφαλιστές, από ταξιδιωτικά γραφεία όπως είναι το America, ένα γραφείο παγκοσμίων ταξιδίων και μεταναστεύσεων που είχε ως σταθμό και την πόλη μας, ενημερωτικό υλικό από την Ολυμπιακή Αεροπορία, από ακτοπλοϊκές εταιρείες, από το υπερωκεάνιο Ολυμπια, που συνέδεε την πόλη μας με διάφορους άλλους σταθμούς.
Κάνουμε ακόμα αναφορές στα διάφορα δίκτυα της πόλης μας όπως το σιδηροδρομικό, το ακτοπλοϊκό ακόμα και σε αεροπορικές συγκοινωνίες που συνέδεαν τη Θεσσαλονίκη με άλλες πόλεις της Ελλάδας και του εξωτερικού» αναφέρει ο κ. Τσιρώνης.
Την έκθεση συμπληρώνουν οι χάρτες της Θεσσαλονίκης του 20ου αιώνα, με υλικό που παραχωρήθηκε από το Αρχείο Χαρτογραφικής Κληρονομιάς.
Ακόμη, αναδεικνύεται ένα πλήθος άλλων πληροφορίων, όπως η αποτύπωση του τότε υπάρχοντος δικτύου αστικής συγκοινωνίας, οι χαράξεις των οδών και των πλατειών, οι διαφημίσεις των τοπικών επιχειρήσεων και χρήσιμα στοιχεία για μνημεία, εκκλησίες, αξιοθέατα και άλλα σημεία ενδιαφέροντος.
Κάποιοι από αυτούς τους χάρτες είναι στην ελληνική γλώσσα και κάποιοι όχι, γεγονός που σημαίνει ότι στόχευαν και σε ξένους επισκέπτες.
Η έκθεση ολοκληρώνεται με μία ενότητα που βασίζεται σε ταχυδρομικά δελτάρια, στα οποία αναγράφεται η φράση «Souvenir de Salonique».
«Ορισμένες από αυτές τις κάρτες είναι επιχρωματισμένες, δηλαδή βαμμένες εκ των υστέρων με διάφορα χρώματα για λόγους καλαισθησίας και έχουν διάφορα σύμβολα και διακοσμητικά μοτίβα πάνω τους, όπως λουλούδια ή πέταλα για να φέρουν καλοτυχία στους παραλήπτες.
‘Αλλες μάλιστα έχουν ένθετες καρτ ποστάλ μικρότερου μεγέθους με μνημεία, ή δρόμους, ή εικόνες και όψεις της πόλης», καταλήγει ο Θεοδόσης Τσιρώνης.
Η έκθεση στηρίζεται, πρωταρχικά, στο πλούσιο πρωτογενές, αρχειακό υλικό του Κέντρου Ιστορίας Θεσσαλονίκης, ενώ αξιοποιεί και τεκμήρια από άλλους αρχειακούς φορείς, καθώς και αντικείμενα της ιδιωτικής συλλογής του Βασιλείου Νικόλτσιου ή και την πλούσια βιβλιογραφική παραγωγή για το θέμα της έκθεσης.
Τα εγκαίνιά της θα γίνουν στις 7 το απόγευμα, στο Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης (Μέγαρο Μπίλλη, Πλατεία Ιπποδρομίου), όπου θα συμμετάσχουν ως ομιλητές ο φιλόλογος-ιστορικός Νίκος Κούκης, ο συγγραφέας Θωμάς Κοροβίνης και η βιβλιοθηκονόμος του Κέντρου Ιστορίας Θεοδώρα Κουρκούτα, η οποία θα διαβάσει απόσπασμα από το ταξίδι του «Τιμαρίωνα» στη Θεσσαλονίκη.
Με πληροφορίες μέσω ΑΠΕ-ΜΠΕ
Θεσσαλονίκη, Ελλάδα
Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE