Ο Πίτερ Σέλερς σε έναν από τους τρεις ρόλους στην ταίνία του Κιούμπρικ «S.O.S. Πεντάγωνο Καλεί Μόσχα». Phoτο via ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ανατριχιαστικά -δυστυχώς- επίκαιρη, αντιμιλιταριστική ταινία και μάλιστα με τις εξελίξεις των τελευταίων χρόνων να καταδεικνύουν ότι τα πράγματα έχουν χειροτερέψει, καθώς οι συνθήκες φαίνεται να προσπερνούν τους στρατοκράτες και να απλώνονται σε μεγάλο μέρος του πολιτικού κόσμου.
Εξήντα ολόκληρα χρόνια από την πρεμιέρα του «Dr. Strangelove or: How I Learned to Stop Worrying and Love the Bomb – στην Ελλάδα προβλήθηκε με τον τίτλο «S.O.S. Πεντάγωνο Καλεί Μόσχα» – και η πανούργα έμπνευση του Στάνλεϊ Κιούμπρικ παραμένει ζωντανή για το πόσο κοντά μπορεί να βρεθεί η ανθρωπότητα σε έναν πυρηνικό πόλεμο, σε μια κατάσταση χωρίς γυρισμό.
Πέρα, όμως, από τη διαχρονικότητα της ταινίας και την προσπάθεια του ιδιοφυή Αμερικάνου σκηνοθέτη να αφυπνίσει τον κόσμο, που πολλές φορές αδιαφορεί για τα πολύ μεγάλα, έχοντας να αντιμετωπίσει την ταπεινή καθημερινότητα, υπάρχει και η αδιαμφισβήτητη αξία μιας αριστουργηματικής ταινίας, στην οποία πρωταγωνιστεί σε έναν τριπλό ρόλο ο ανεπανάληπτος Πίτερ Σέλερς.
Ο Κιούμπρικ γύρισε την ταινία το 1964, σε μια εποχή που η ψυχροπολεμική υστερία είχε κατακτήσει μεγάλα τμήματα του πληθυσμού στις ΗΠΑ, μετά και την αρωγή του Τύπου ή των πολιτικών ακραίων και μη, που πίστευαν στην ισχύ των όπλων και μάλιστα των πιο καταστροφικών, των πυρηνικών.
Ο οπλικός πυρηνικός ανταγωνισμός μεταξύ Δύσης και Ανατολής είχε φτάσει στο απόγειό του, ενώ Αμερικάνοι και Σοβιετικοί είχαν κατασκευάσει πολλές περισσότερες πυρηνικές βόμβες που θα μπορούσαν να εξαφανίσουν τη γη.
Ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ, που σχεδόν πάντα βασίζονταν σε λογοτεχνικά κείμενα, αν και πάντα επενέβαινε δραστικά και τα έφερνε στη δική του λογική και στα δικά του μέτρα, αποφάσισε να διασκευάσει τη ζοφερή φαντασία του Πίτερ Τζορτζ στο μυθιστόρημά του «Red alert», μετατρέποντάς το από ένα δραματικό θρίλερ επιστημονικής φαντασίας σε μία σπαρταριστή μαύρη κωμωδία.
Ακόμη και ο ίδιος ο συγγραφέας αντέδρασε στην ιδέα αυτής της κωμικής διάστασης του βιβλίου του, αλλά ο Κιούμπρικ ήταν αποφασισμένος να προχωρήσει στα άκρα και γι’ αυτό, μάλιστα, θα προσλάβει και τον έξοχο σεναριογράφο Τέρι Σάουθερν («Ο Χαρτοπαίχτης», «Ξένοιαστος Καβαλάρης») προκειμένου να ανεβάσει τους χιουμοριστικούς τόνους για να σατιρίσει ξεκαρδιστικά τον παραλογισμό της στρατιωτικής ηγεσίας, τη μιλιταριστική τρέλα, που επηρεάζει καθοριστικά την πολιτική εξουσία.
Το στόρι, το οποίο συνυπογράφουν, μαζί με τον Κιούμπρικ και οι Πίτερ Τζορτζ και Τέρι Σάουθερν, θέλουν έναν παράφρονα στρατηγό των ΗΠΑ να διατάζει την πρώτη πυρηνική επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Η ιστορία θα διαχωριστεί ουσιαστικά σε τρία σκηνικά.
Σε αυτά της στρατιωτικής βάσης της οποίας ηγείται ο παράφρον στρατηγός και που απομονώνεται από τον έξω κόσμο, της Αίθουσας Πολέμου στο Πεντάγωνο, όπου ο πρόεδρος των ΗΠΑ προσπαθεί να καταλάβει πώς ξέφυγε απ’ αυτόν η ευθύνη μιας πυρηνικής επίθεσης και στο μοιραίο βομβαρδιστικό αεροσκάφος, του οποίου ηγείται ένας πιλότος, σωστός καουμπόι, έτοιμος για την ηρωική του πράξη, τον βομβαρδισμό σοβιετικών θέσεων, με πυρηνικά.
Η τρέλα του στρατηγού που διέταξε την πυρηνική επίθεση, περιγράφεται ξεκαρδιστικά από τα πρώτα πλάνα, με τις οδηγίες που δίνει στους άνδρες της βάσης, αλλά και τα επιχειρήματά του για την απόφασή του αυτή («οι σοβιετικοί μολύνουν τα ζωτικά μας υγρά») προκειμένου να πείσει έναν Βρετανό αξιωματικό της πολεμικής αεροπορίας, που αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι έχει μπλέξει με έναν παράφρονα.
Στην αίθουσα πολέμου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ αν και δεν μπορεί να καταλάβει πως ξέφυγε μια πυρηνική επίθεση, που ήταν δική του ευθύνη, θα προσπαθήσει να την ακυρώσει, αλλά μάταια, αφού οι σοβιετικοί έχουν αναπτύξει έναν μηχανισμό αντιποίνων, που ούτε το Κρεμλίνο μπορεί να ελέγξει.
Ανάμεσα στους συμβούλους υπάρχει κι ένας παράφρον επιστήμονας, γερμανικής καταγωγής, που πιστεύει ότι έχει έτοιμο ένα σχέδιο, προκειμένου να σωθούν χιλιάδες επιλεγμένοι άνθρωποι, με τις γνωστές αρχές περί άριας φυλής.
Στο ιπτάμενο βομβαρδιστικό, όπου επικρατεί ένα χάος, ο πιλότος φορά το καπέλο του καουμπόι και είναι έτοιμος για το ανδραγάθημά του. Η ντελιριακή σκηνή, απ’ τις τελευταίες της ταινίας, όπου ο πιλότος φεύγει καβάλα με τη βόμβα για να χτυπήσει τον στόχο, ουρλιάζοντας σαν καουμπόι που τιθασεύει έναν ταύρο, περνά στο ανθολόγιο με τις καλύτερες σκηνές όλων των εποχών.
Μοιράζοντας με μία αξιοθαύμαστη δεξιοτεχνία την πλοκή στα τρία προαναφερθέντα μέτωπα, ο Κιούμπρικ διευθύνει ταυτόχρονα με απίστευτης σύλληψης μαεστρία τον κωμικοτραγικό θίασο που κρατάει στα χέρια του τη μοίρα της ανθρωπότητας, ξεγυμνώνοντας εντελώς τη μεγαλομανία της εξουσίας, την αρσενική τοξικότητα και τα σεξουαλικά απωθημένα της, την αλαζονεία των τεχνοκρατών, τη μικρότητα των ανθρώπων που βρίσκονται στην κορυφή της εξουσίας.
Ταυτόχρονα, όμως, στις σκηνές μάχης που διεξάγονται έξω από τη βάση, της οποίας ηγείται ο παράφρονας στρατηγός, ο Κιούμπρικ ακολουθεί έναν ρεαλισμό, θυμίζοντας επίκαιρα εποχής, θέλοντας μοναδικά να συνδυάσει τη σουρεαλιστική του σάτιρα με το ρεαλιστικό, το αποτρόπαιο, αυτό που θα κόψει μαχαίρι το γέλιο του θεατή.
Σίγουρα, μία από τις καλύτερες κωμωδίες της κινηματογραφικής ιστορίας, με τέσσερις υποψηφιότητες για Όσκαρ, αλλά με τον Κιούμπρικ να έχει εκτός από τον πυρηνικό Πίτερ Σέλερς και μια σειρά από δυνατά όπλα στο καστ και στο επιτελείο του.
Ο Πίτερ Σέλερς, που κρατά τρεις ρόλους, εκείνον του αμήχανου και κάπως συνεσταλμένου προέδρου των ΗΠΑ, αυτόν του φλεγματικού Άγγλου αξιωματικού, που προσπαθεί να πείσει τον παράφρονα στρατηγό να ανακαλέσει την απόφασή του και τον σπαρταριστό χαρακτήρα του Γερμανού επιστήμονα, που με δυσκολία κρατά το ψεύτικο χέρι του να μην χαιρετά ναζιστικά. Απλά ανεπανάληπτος.
Όμως, υπάρχουν και οι πραγματικά εξαιρετικοί Στέρλινγκ Χέιντεν, που υποδύεται με σοβαρότητα τον παράφρονα στρατηγό, κάνοντας τον ακόμη πιο γελοίο στα μάτια των θεατών, Τζορτζ Σι Σκοτ στον ρόλο ενός άλλου πιο «μετριοπαθούς» στρατηγού και βεβαίως ο Σλιμ Πίκενς, που κρατά, όπως μόνο αυτός ξέρει, τον χαρακτήρα του πιλότου – καουμπόι.
Η θαυμάσια ασπρόμαυρη φωτογραφία είναι του Γκίλμπερτ Τέιλορ, το κοφτερό μοντάζ του Άντονι Χάρβι και η μουσική του Λόρι Τζόνσον.
Το «S.O.S. Πεντάγωνο Καλεί Μόσχα» είναι όμως και ένα φιλμ που αναδεικνύει τη σημερινή ένδεια του αμερικάνικου κινηματογράφου, πέρα από ελάχιστες εξαιρέσεις, αλλά και την αποφασιστικότητα ενός δημιουργού, εκείνη την εποχή της άκρατης αντισοβιετικής υστερίας, να μιλήσει για τις ευθύνες όλων, κοιτώντας πρωτίστως, όπως όφειλε, προς τη δική του χώρα, να αφυπνίσει, για να μην υπάρξει ποτέ ο εφιάλτης ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, Χ. Αναγνωστάκης
Αθήνα, Ελλάδα
Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE