FILE PHOTO: Οι κάμερες στα κουδούνια και οι συσκευές ανίχνευσης ήχου-θορύβου θα εξακολουθήσουν να επιτρέπονται από την Airbnb για την προστασία των καταλυμάτων, σύμφωνα με την επιχείρηση.. EPA, YONHAP KOREA OUT
Από τον βορρά μέχρι τον νότο, ο θυμός των Ευρωπαίων ξεχειλίζει για την έλλειψη κατοικιών σε προσιτές τιμές, εκτιμά η ιστοσελίδα Politico,αναφερόμενη στο «πιο καυτό», όπως λέει στον τίτλο του σχετικού άρθρου της, «πολιτικό ζήτημα που οι Ευρωπαίοι πολιτικοί δεν συζητούν».
Το δημοσίευμα έρχεται στον απόηχο της είδησης ότι η Βαρκελώνη από το 2028 απαγορεύει την ενοικίαση διαμερισμάτων της εταιρείας Airbnb σε τουρίστες με στόχο να περιορίσει το ραγδαία αυξανόμενο κόστος στέγασης. Ξεκινά την εκτενή αναφορά του στο θέμα θυμίζοντας ότι το περασμένο φθινόπωρο ξέσπασαν ταραχές κατά των μεταναστών στο Δουβλίνο, οι οποίες τροφοδοτήθηκαν εν μέρει από ισχυρισμούς ότι οι περιορισμένες δημόσιες κατοικίες της ιρλανδικής πρωτεύουσας δίνονταν σε αλλοδαπούς.
Σε δημοσκόπηση ενόψει της ακροδεξιάς έκρηξης που καταγράφηκε στις ευρωεκλογές, δήμαρχοι μεγάλων πόλεων ανέφεραν τη στέγαση ως ένα από τα μείζονα ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι εκλογικές τους περιφέρειες.
«Φτάσαμε στο οριακό σημείο μιας κατάστασης που βρισκόταν σε αργή ύφεση εδώ και χρόνια», δήλωσε ο Σόρτσα Έντουαρντς, γενικός γραμματέας της Housing Europe, η οποία εκπροσωπεί δημόσιους, συνεταιριστικούς και κοινωνικούς παρόχους στέγασης.
«Για πολύ καιρό, οι πολιτικοί ήταν ευτυχείς να αγνοούν το θέμα επειδή επηρέαζε ομάδες με χαμηλά εισοδήματα, αλλά τώρα επηρεάζει τους ανθρώπους που λαμβάνουν υπόψη δηλαδή τους απογόνους της μεσαίας τάξης και ακόμη και την ίδια τη μεσαία τάξη» ανέφερε.
Οι Ευρωπαίοι ξοδεύουν κατά μέσο όρο σχεδόν το 20% του εισοδήματος των νοικοκυριών τους για στέγαση ενώ η αντίληψη ότι η διαθεσιμότητα γίνεται όλο και πιο σπάνια είναι όλο και πιο έντονη.
«Προειδοποιούσαμε για αυτό το θέμα για τουλάχιστον 10 χρόνια, αλλά οι πολιτικοί ήταν ευτυχείς να το αγνοήσουν μέχρι πρόσφατα, όταν επανήλθε στην ημερήσια διάταξη», είπε ο Έντουαρντς. «Τα χρόνια αδράνειας έχουν πλέον επιδεινωθεί από μια πληθωριστική ατμόσφαιρα και [μια] αύξηση των τιμών των στεγαστικών δανείων που οδήγησε τις κατασκευές του ιδιωτικού τομέα σε στασιμότητα».
Κατά τον Έντουαρντς, τα χαρακτηριστικά της στεγαστικής κρίσης διέφεραν από πόλη σε πόλη.
«Σε τουριστικές τοποθεσίες, για παράδειγμα, έχετε την πρόσθετη πίεση που προκαλεί το Airbnb και άλλες πλατφόρμες βραχυπρόθεσμης ενοικίασης, αλλά το βασικό ζήτημα παραμένει το ίδιο», είπε. «Η απόφαση των τοπικών και εθνικών αρχών να υποχωρήσουν και να μην δράσουν για τη στέγαση μας οδήγησε σε αυτό το σημείο».
Κάποιες χώρες όμως είναι καλύτερα οργανωμένες από κάποιες άλλες για να χειριστούν την κρίση.
Στη Δανία, η διαχείριση της δημόσιας κατοικίας γίνεται σύμφωνα με ένα εθνικό μοντέλο. Οι οικιστικοί σύλλογοι δεν λειτουργούν με σκοπό το κέρδος και τα δύο τρίτα του ενοικίου που συγκεντρώνονται πηγαίνει σε ένα εθνικό ταμείο κτιρίων, το οποίο χρησιμοποιείται από το 1967 για τη χρηματοδότηση της κατασκευής νέων κατοικιών και την ανακαίνιση των υπαρχόντων. Το ταμείο στηρίζει επίσης πρωτοβουλίες για την υγεία, την απασχόληση και τις κοινωνικές πρωτοβουλίες σε μειονεκτούσες περιοχές σε όλη τη χώρα.
Ο Μπεντ Μάντσεν, Διευθύνων Σύμβουλος της Ομοσπονδίας Μη Κερδοσκοπικών Παρόχων Στέγασης της Δανίας, λέει ότι παρόλο που περίπου το ένα τέταρτο των κατοικιών δόθηκαν σε ευάλωτες ομάδες – όπως μονογονεϊκές οικογένειες ή σε πρόσφυγες – ο καθένας μπορούσε να υποβάλει αίτηση για στέγαση, ανεξαρτήτως εισοδήματος.
Περίπου 965.000 άνθρωποι (το 1/6 του πληθυσμού της Δανίας), ζούσαν σε κοινωνικές κατοικίες το 2022. Ο τομέας της δημόσιας στέγασης είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος πάροχος στη χώρα, με σχεδόν 600.000 κατοικίες, που ισοδυναμεί με το ένα πέμπτο του εθνικού κτιριακού αποθέματος.
Το γεγονός ότι το σύστημα είναι σχεδιασμένο να μη κερδοσκοπεί καθιστά την κοινωνική στέγαση πολύ πιο προσιτή από την αντίστοιχη στον ιδιωτικό τομέα. Για δημόσιες κατοικίες που χτίστηκαν μετά το 2000, το ενοίκιο ανά άτομο ανά τετραγωνικό μέτρο είναι 40% φθηνότερο από τις τιμές της αγοράς, σύμφωνα με στοιχεία που αναλύθηκαν από τη Δανική Ομοσπονδία Μη Κερδοσκοπικών Παρόχων Στέγασης.
Στην Ελβετία, πολλές πόλεις αντιμετωπίζουν τη «θύελλα» του κόστους στέγασης χάρη στις μη κερδοσκοπικές συνεταιριστικές κατοικίες Genossenschaften.
Ο στόχος των ελβετικών οικιστικών συνεταιρισμών είναι να παρέχουν οικονομικά προσιτή, βιώσιμη και κοινοτική διαβίωση. Επειδή είναι μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις, προσφέρουν στέγαση που είναι, σε εθνικό επίπεδο, κατά μέσο όρο 15% φθηνότερα από ενοίκια ιδιωτικών ακινήτων.
Η Rebecca Omoregie, αντιπρόεδρος του Wohnbaugenossenschaften Schweiz, μιας ένωσης μη κερδοσκοπικών κατασκευαστών κατοικιών, είπε ότι οι συνεταιρισμοί ήταν δημοκρατικά οργανωμένοι, με όλους τους κατοίκους να έχουν τα ίδια δικαιώματα σχετικά με τη διαχείριση των κτιρίων.
«Δεν είναι κοινωνικές κατοικίες με κρατική επιδότηση, πράγμα που σημαίνει ότι δεν υπάρχουν υποχρεωτικές απαιτήσεις εισοδήματος και περιουσίας», εξήγησε, προσθέτοντας ότι τα ακίνητα ήταν ανοιχτά σε όλους. «Ωστόσο, οι [συνεταιρισμοί] διασφαλίζουν ένα καλό κοινωνικό μείγμα και η πλειοψηφία εφαρμόζει κανονισμούς πληρότητας».
Στη Ζυρίχη, περίπου το 7% των κατοικιών ανήκουν πλέον σε δημοτική ιδιοκτησία – αλλά σχεδόν το 18% των διαμερισμάτων στην πόλη είναι Genossenschaften, προσφέροντας τιμές ενοικίασης κατά μέσο όρο 45% φθηνότερες από τις αντίστοιχες κερδοσκοπικές. Το μείγμα βοηθά στη διατήρηση προσιτών κατοικιών σε μια από τις πιο ακριβές πόλεις της Ευρώπης.
«Το μεγαλύτερο μέρος των συνεταιριστικών κατοικιών της Ζυρίχης κατασκευάστηκε μεταξύ 1919 και 1960, αλλά μια στεγαστική κρίση στα τέλη της δεκαετίας του 1990 οδήγησε σε αναβίωση των συνεταιρισμών στη Ζυρίχη», είπε ο Omoregie.
Παρά το μοντέλο αυτό, η Ζυρίχη έχει πληγεί από την στεγαστική κρίση. Η κατασκευή νέων κατοικιών δεν συμβαδίζει με την άφιξη μεταναστών από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα ενοίκια για νέους ενοικιαστές έχουν αυξηθεί κατά 30% από το 2016. Ο Omoregie είπε ότι οι κάτοικοι συνεταιρισμών είχαν γλιτώσει τις αυξήσεις των τιμών, αλλά ότι το συνολικό σύστημα δεν ήταν σε θέση —προς το παρόν— να ανταποκριθεί στην ευρύτερη ζήτηση.
Τα τελευταία χρόνια η Βαρκελώνη έχει γίνει μη οικονομικά βιώσιμη για πολλούς κατοίκους της με αποτέλεσμα ο δήμος να προχωρήσει στη λήψη δραστικών αποφάσεων. Η απόφαση που ανακοίνωσε την Παρασκευή αφορά στην δημοφιλή ενοικίαση σπιτιών της εταιρείας Airbnb, μέσω της οποίας ο ιδιοκτήτης μίας κατοικίας έχει τη δυνατότητα να την κοστολογεί και να τη διαθέσει για προσωρινή διαμονή σε τουρίστες που επισκέπτονται κάποια περιοχή. Από το 2028, στην «συμπρωτεύουσα» της Ισπανίας, αυτή η δυνατότητα «κόβεται».
Ο αριστερός δήμαρχος της πόλης, Ζάουμε Κολμπόνι δήλωσε ότι η δημοτική αρχή δεν θα ανανεώσει τις άδειες που έχουν δοθεί μέχρι σήμερα σε 10.101 διαμερίσματα για βραχυχρόνια μίσθωση, άδειες που λήγουν τον Νοέμβριο του 2028.
«Είμαστε αντιμέτωποι με αυτό που πιστεύουμε ότι είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα της Βαρκελώνης», τόνισε ο Κολμπόνι σε μια εκδήλωση της δημοτικής αρχής της πόλης.
Η αλματώδης αύξηση των βραχυχρόνιων ενοικιάσεων στη Βαρκελώνη, την ισπανική πόλη με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα από ξένους τουρίστες, έχει οδηγήσει στα ύψη τις τιμές των ενοικίων, μια αύξηση τιμών ενοικίων συγκεκριμένα 68% τα τελευταία 10 χρόνια και στο κόστος αγοράς ακινήτων 38%, ανέφερε ο Κολμπόνι. Πολλοί κάτοικοι της πόλης δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά το κόστος στέγασης.
Η πρόσβαση στη στέγαση έχει μετατραπεί σε οδηγό ανισότητας, ιδιαίτερα για τους νέους, πρόσθεσε ο δήμαρχος.
Με πληροφορίες από Politico, Guardian
Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE