50 Χρόνια Μετά το προδοτικό πραξικόπημα και την άνανδρη τουρκική εισβολή: Έλληνες και Κύπριοι μελετητές συζήτησαν για το “πικρό” 1974 σε συνέδριο στη Λευκωσία

Ο καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους (Κ) με τον Γ.Γ. του ΑΚΕΛ, Στέφανο Στεφάνου και τον διαπραγματευτή Μενέλαο Μενελάου (Α). Φωτογραφία ΚΥΠΕ




Τις ιστορικές, πολιτικές και κοινωνικές διαστάσεις της περιόδου που καθόρισε την πορεία του κυπριακού λαού, ανέλυσαν οι συμμετέχοντες, ακαδημαϊκοί, ερευνητές και πολιτικοί αναλυτές από την Ελλάδα και την Κύπρο, στο Συνέδριο με τίτλο «50 Χρόνια Μετά το Πραξικόπημα και την Τουρκική Εισβολή – Μια ενδοελληνική αποτίμηση και η επόμενη μέρα», που πραγματοποιήθηκε στις 13 και 14 Ιουνίου στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.

Στο συνέδριο, το οποίο διοργάνωσαν το Κυπριακό Κέντρο Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας και το Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων του Παντείου Πανεπιστημίου, εξετάστηκαν, επίσης, οι προοπτικές για το μέλλον μέσα από μια κριτική ματιά στα γεγονότα και τις πολιτικές εξελίξεις που ακολούθησαν.

  • Τουρκία, Τουρκοκύπριοι, έποικοι και σχολές σκέψεις για το Κυπριακό

Στην παρέμβασή του κατά τη δεύτερη μέρα του Συνεδρίου, ο Νίκος Μούδουρος, Επίκουρος Καθηγητής Τουρκικών Σπουδών στο Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κύπρου ανέφερε πως ο εποικισμός και η κατάσταση στην κατεχόμενη Κύπρο δεν περιορίζονται σε στρατιωτικά δεδομένα.

Ανέλυσε τη θεωρία της αποικιοκρατίας και την έννοια του εποικισμού, με έμφαση στην αλλαγή της πληθυσμιακής σύνθεσης στην Κύπρο μετά την εισβολή του 1974. Όπως είπε, η Άγκυρα αντιμετώπισε το βόρειο κομμάτι όχι απλά ως περιοχή υπό απειλή, αλλά ως νέα «τουρκική πατρίδα», οδηγώντας σε εκτοπισμό Ελληνοκυπρίων και εισαγωγή νέου πληθυσμού από την Τουρκία.

Σύμφωνα με τον κ. Μούδουρο, η συμμετοχή 35 εποίκων στη «βουλή» από το 1976 έως το 2018 αποτελεί ένδειξη του πολιτικού τους ρόλου. Σήμερα, ο πολλαπλασιασμός των οργανώσεων των εποίκων, δημιουργεί μια παράλληλη κοινωνία υπό τον έλεγχο της Τουρκίας, περιθωριοποιώντας τους Τουρκοκύπριους και ενισχύοντας τη νομιμοποίηση της κατοχής και αποικιοκρατίας.

Στο ίδιο πάνελ μίλησε και ο συντάκτης του ΚΥΠΕ, δημοσιογράφος, ερευνητής, ιστορικός και συγγραφέας Νίκος Στέλγιας. Ο κ. Στέλγιας ανέλυσε τις τέσσερις κύριες σχολές σκέψης της τουρκοκυπριακής κοινότητας αναφορικά με το κυπριακό ζήτημα.

Η πρώτη σχολή σκέψης, που εκπροσωπείται από την Άγκυρα και την τουρκοκυπριακή Δεξιά, προωθεί τη λύση των δύο κρατών, με τελική διχοτόμηση ή συνομοσπονδιακό μοντέλο.

Η δεύτερη σχολή σκέψης, με επικεφαλής τον Κουντρέτ Όζερσαϊ, ενθαρρύνει την αναγνώριση της συνεργασίας των δυο κοινοτήτων χωρίς την άμεση ανάγκη κράτους.

Η τρίτη σχολή, προερχόμενη από το Κόμμα Αναγέννησης, προτείνει τη σύσφιξη των σχέσεων με την Τουρκία και μεταβίβαση στρατηγικών τομέων διακυβέρνησης.

Η τέταρτη σχολή, εκφραζόμενη από την τουρκοκυπριακή Αριστερά, υποστηρίζει τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα. Κοινός παρονομαστής όλων των σχολών σκέψης, κατέληξε, είναι η διατήρηση της Κύπρου στη σφαίρα επιρροής της Τουρκίας.

Η παρέμβαση του Ζήνωνα Τζιάρρα, Λέκτορα στο Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κύπρου, επικεντρώθηκε στη σύνδεση μεταξύ της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής και της τουρκοκυπριακής κοινότητας.

Ο κ. Τζιάρρας αναφέρθηκε σε δύο ρεύματα πολιτικής σκέψης, αυτό του Μπουλέντ Ετζεβίτ και του Νετζμετίν Ερμπακάν, και περιέγραψε την τουρκική προσέγγιση για την Κύπρο ως περιοχή γεωπολιτικής περικύκλωσης με στόχο το αίσθημα ανασφάλειας.

Ο κ. Τζιάρρας υπογράμμισε την ισλαμική-αυτοκρατορική προσέγγιση της Τουρκίας, με στόχο την επανάκτηση εδαφών και την ανάκτηση χαμένου κύρους. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν βλέπει την Ανατολική Μεσόγειο συνολικά, με την Τουρκία ως ηγέτιδα δύναμη και την Κύπρο ως εφαλτήριο βήμα και εργαλείο για άλλες δράσεις. Σε αυτό το πλαίσιο η Κύπρος αποτελεί μέρος της στρατηγικής της «Γαλάζιας Πατρίδας».

Ο κ. Τζιάρρας κλείνοντας αναφέρθηκε στον περιορισμό της τουρκοκυπριακής πολιτικής βούλησης μέσω της ενίσχυσης του θρησκευτικού αισθήματος, των παρεμβάσεων της Τουρκίας και την προώθηση του διχοτομικού αφηγήματος.

  • Η άμυνα, τα δημογραφικά και τα ενεργειακά της Κύπρου

Στο δεύτερο πάνελ της Παρασκευής αναλύθηκαν τα δημογραφικά, ενεργειακά και στρατιωτικά δεδομένα της Κύπρου από τρεις εισηγητές.

Ο Άριστος Αριστοτέλους, πρώην βουλευτής και ειδικός σε θέματα άμυνας και στρατηγικής, έκανε ιστορική αναδρομή στις περιφερειακές ισορροπίες και την κατάσταση της άμυνας της Κύπρου τη δεκαετία του 1960.

Τόνισε την αδυναμία της Εθνικής Φρουράς το 1967 μετά την απομάκρυνση της ελληνικής μεραρχίας και τη στροφή προς τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία το 1974.

Αναφέρθηκε στη διαρκή παρουσία των τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Κύπρο και στα συνεχιζόμενα προβλήματα στελέχωσης της Εθνικής Φρουράς. Υπογράμμισε ότι η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ λειτουργεί ως πολιτικό ανάχωμα.

Η Λουκία Μακρή, ανώτερη λειτουργός στη Στατιστική Υπηρεσία, παρουσίασε δημογραφικά στοιχεία, αναφέροντας ότι η τελευταία πλήρης απογραφή της ενωμένης Κύπρου έγινε το 1973. Ο πληθυσμός αυξήθηκε σημαντικά τη δεκαετία του 2000 λόγω μεταναστευτικών ρευμάτων προς την Κύπρο.

Τα τελευταία χρόνια, η φυσική αύξηση του πληθυσμού μειώνεται σταθερά, ενώ η γήρανση του πληθυσμού αναμένεται να αποτελέσει πρόβλημα στο μέλλον. Η κ. Μακρή παρατήρησε επίσης σημαντική αύξηση ξένων πολιτών, με 21,7% το 2021, και την Κύπρο να κατέχει την πρώτη θέση στην ΕΕ σε αναλογία αιτητών διεθνούς προστασίας ως προς τον πληθυσμό της.

Ο Θεόδωρος Τσακίρης, Αναπληρωτής Καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, ανέλυσε τις ενεργειακές προοπτικές της Κύπρου. Αναφέρθηκε στις συνέπειες της τουρκικής εισβολής του 1974 και την απομόνωση της Κύπρου από εξωτερικές δυνάμεις.

Αν και η Κύπρος εξαρτάται 100% ενεργειακά από το εξωτερικό, η ανακάλυψη κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην ΑΟΖ της αποτελεί πρόκληση, είπε. Τόνισε την ανάγκη να δοθεί τέλος στην ενεργειακή απομόνωση, προέτρεψε προς την υιοθέτηση μιας πράσινης οικονομίας και τη διασύνδεση με την Ευρώπη, επισημαίνοντας πως το ενεργειακό μέλλον της Κύπρου βρίσκεται στην Ευρώπη.

  • Μισό αιώνα μετά από την εισβολή το διεθνές δίκαιο και το Κυπριακό

Στην τρίτη ενότητα του συνεδρίου, ο Στέλιος Περράκης, Ομότιμος Καθηγητής Διεθνών και Ευρωπαϊκών Θεσμών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ανέλυσε διάφορες πτυχές του Κυπριακού και τη θέση του στο διεθνές δίκαιο. Ανέλυσε το κατά πόσο η Κύπρος έχει θέσει το θέμα ως διαφορά μεταξύ κρατών με βάση τον χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.

Μίλησε για τη διεθνοποίηση του ζητήματος και για το ότι η Κύπρος ήταν η πρώτη χώρα που προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατά της Τουρκίας για υποθέσεις παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τόνισε ότι η κυριαρχία της Κύπρου παραμένει αλώβητη και πως το διεθνές σκηνικό δεν αλλάζει επειδή το θέλει μια πλευρά. Ο καθηγητής τόνισε επίσης ότι η Κύπρος εξακολουθεί να βρίσκεται σε κατάσταση παρατεταμένης κατοχής.

Η Βιργινία Μπαλαφούτα, Νομικός και Διδάκτορας Διεθνούς Δικαίου και Περιφερειακών Σπουδών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, μίλησε για το ζήτημα των Αγνοουμένων στην Κύπρο και το Δικαίωμα στην Αλήθεια. Η ειδικός εξήγησε τον όρο και την σύνδεσή του με εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στην περίπτωση της Κύπρου.

Συζήτησε τις διακρατικές προσφυγές που έχει κάνει η Κύπρος, οι οποίες προέκυψαν από το τεκμήριο ευθύνης της Τουρκίας και τη διαπίστωση παραβίασης του άρθρου 5 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Ανέφερε ότι η άρνηση αποτελεσματικής έρευνας ισοδυναμεί με ομολογία εγκλημάτων. Τέλος, εξέτασε τη δυνατότητα προσφυγής στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο με βάση το Δικαίωμα στην Αλήθεια.

  • Ελληνοτουρκικά και κυπριακό

Στο τέταρτο πάνελ της δεύτερης ημέρας του συνεδρίου, ο Χαράλαμπος Παπασωτηρίου, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ανέλυσε τα τρία μέτωπα του ελληνισμού με την Τουρκία: Κύπρο, Έβρο και Αιγαίο. Τόνισε ότι η στρατιωτική λύση δεν είναι βιώσιμη για τα προβλήματα με την Τουρκία και ότι η λύση για την Κύπρο δεν πρέπει να δώσει στην Τουρκία τον έλεγχο ολόκληρης της νήσου.

Η Τουρκία αμφισβητεί το καθεστώς των νησιών στο Αιγαίο, ενώ στον Έβρο το έδαφος διευκολύνει την άμυνα, κάνοντας την αριθμητική υπεροχή της Τουρκίας ασήμαντη, είπε. Παρά την οικονομική κρίση, σημείωσε, η Ελλάδα διατηρεί υπεροχή στον εναέριο χώρο.

Η συνεργασία Ελλάδας και Κύπρου με το Ισραήλ, τα αραβικά κράτη και τις ΗΠΑ έχει απομονώσει την Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο, πρόσθεσε. Την ίδια ώρα, ο ουκρανικός πόλεμος δείχνει ότι οι σύγχρονες τεχνολογίες ευνοούν τον αμυνόμενο, μια εξέλιξη που ευνοεί το μέτωπο Ελλάδας-Κύπρου, ανέφερε περαιτέρω.

Ο Δημήτρης Τριανταφύλλου, Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, αναφέρθηκε στο καθεστώς παρατεταμένης κατοχής της Κύπρου και την ικανότητα της Ελλάδας να ρυθμίσει ταυτόχρονα το Κυπριακό και τις ελληνοτουρκικές διαφορές.

Επισήμανε ότι η Τουρκία έχει σταθερές θέσεις για το Κυπριακό και προσπαθεί να ενισχύσει τη στρατηγική της ακτίνα μέσω σχέσεων με τη Δύση, τη Ρωσία και την Κίνα. Αναφέρθηκε στη θέση της ελληνικής πλευράς στο Κυπριακό και τόνισε τη σημασία της ισχυρής άμυνας για αποτελεσματικό διάλογο. Υποστήριξε την επιστροφή στον ρεαλισμό στην εξωτερική πολιτική τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο σύμφωνα με άλλες εισηγήσεις που ακούστηκαν στο συνέδριο.

Τέλος, τόνισε το χάσμα ερμηνείας βασικών εννοιών μεταξύ των πλευρών και αναρωτήθηκε αν υπάρχει δυνατότητα συνεννόησης, καταλήγοντας στη σημασία τήρησης των διεθνών αρχών.

Ο Καθηγητής Οικονομικών και Δημόσιας Πολιτικής, Πρόεδρος Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, Αντρέας Θεοφάνους στη δική του παρέμβαση ανέλυσε την ιστορική σχέση Κύπρου-Ελλάδας με κύριο άξονα το Κυπριακό.

Σημείωσε ότι οι ιδρυτικές συμφωνίες της Κύπρου ήταν προϊόν της ελληνοτουρκικής ανισότητας και οι Ελληνοκύπριοι τις θεωρούσαν άδικες. Μετά τα γεγονότα του 1963, ο Μακάριος πρόταξε την υπεράσπιση της κυριαρχίας της Κύπρου, είπε. Μετά την αποχώρηση της ελληνικής μεραρχίας το 1967, οι Ελληνοκύπριοι ένιωσαν ανασφάλεια, φοβούμενοι τον κομμουνισμό αντί της Τουρκίας, συμπλήρωσε και είπε ότι το πραξικόπημα του 1974 επέτρεψε στην Τουρκία να εισβάλει, ενώ η Ελλάδα δεν παρενέβη γεγονός που προκάλεσε τριγμούς στις σχέσεις Ελλάδας-Κύπρου.

Η επαναπροσέγγιση Ελλάδας-Κύπρου έγινε επί Ανδρέα Παπανδρέου, και η Κύπρος εντάχθηκε στην Ε.Ε. με ελληνική υποστήριξη. Ο κ. Θεοφάνους επισήμανε τέλος την αλληλεξάρτηση Ελλάδας-Κύπρου και υπογράμμισε την ανάγκη για στενή συνεργασία και κοινή ετοιμότητα για έντιμο συμβιβασμό και αντιμετώπιση κάθε ενδεχομένου.

  • Η πρώτη μέρα του συνεδρίου

Οι ομιλητές κατά πρώτη ημέρα του συνεδρίου επικεντρώθηκαν στα πρώτα χρόνια της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Για το συγκεκριμένο ζήτημα κατέθεσαν τις απόψεις τους οι Σωτήρης Ριζάς, Διευθυντής Ερευνών στο Κέντρο Έρευνας της Ιστορίας του Νεότερου Ελληνισμού και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, ο Γιώργος Λ. Ευαγγελόπουλος, Καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας και Διεθνών Σχέσεων στο Τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου και ο πρώην Βουλευτής, Νίκος Κατσουρίδης.

Στην ενότητα που ακολούθησε οι εισηγητές τοποθετήθηκαν για το πραξικόπημα και την εισβολή του 1974. Σε αυτή την ενότητα μίλησαν οι Πέτρος Παπαπολυβίου, Αναπληρωτής Καθηγητής Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας και Κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κύπρου, ο Γιάννος Κατσουρίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας και ο δημοσιογράφος Κώστας Βενιζέλος.

Στην ενότητα που αφορούσε τον ρόλο του ΟΗΕ και τις εγγυήτριες δυνάμεις τοποθετήθηκαν ο καθηγητής Κώστας Υφαντής, ο Μιχάλης Κοντός, Επίκουρος Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας και ο πρώην Πρέσβης, Ευριπίδης Ευρυβιάδης.

Για τις κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις της εισβολής και της κατοχής μίλησαν οι Γιάννης Λάμπρου, ιστορικός, φιλόλογος και συγγραφέας, Κυπριανός Λούης, Διδάκτωρ Οικονομικής Ιστορίας και η πρώην βουλευτής Σκεύη Κουκουμά.

Οι εργασίες της πρώτης ημέρας του συνεδρίου ολοκληρώθηκαν με μια συζήτηση στρογγυλής τραπέζης, στην οποία συμμετείχαν ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών, Ιωάννης Κασουλίδης, ο τέως Διαπραγματευτής της ελληνοκυπριακής Πλευράς, Ανδρέας Μαυρογιάννης και ο δικηγόρος Αχιλλέας Δημητριάδης.

  • Η σημασία του συνεδρίου

Εξάλλου, μιλώντας στο ΚΥΠΕ, στο περιθώριο του συνεδρίου, ο Ανδρέας Θεοφάνους, είπε ότι «πρόκειται για ένα πραγματικά εξαιρετικό και πολύ ενδιαφέρον συνέδριο. Η πολυδιάστατη αξιολόγηση δεδομένων και καταστάσεων, 50 χρόνια μετά από την εισβολή είναι πολύ σημαντική», όπως είναι και η συνεργασία των δεξαμενών σκέψης τόσο μεταξύ τους όσο και με την πολιτεία, σημείωσε ο Κύπριος ακαδημαϊκός.

Ο κ. Θεοφάνους αναφέρθηκε επίσης στα πάνελ του διήμερου συνεδρίου, λέγοντας ότι, «ακούσαμε το πρωί το τι συμβαίνει στην κατεχόμενη Κύπρο, τους χειρισμούς της Τουρκίας, τα πληθυσμιακά δεδομένα. Ακόμη, πληροφορηθήκαμε για τα δημογραφικά δεδομένα στην ελεύθερη Κύπρο. Πρόκειται για θέματα που χρήζουν πολύ σοβαρής αξιολόγησης».

Συνεχίζοντας, εξέφρασε την άποψη ότι «δεν υπάρχουν σήμερα στην Κύπρο οι προϋποθέσεις για μία ομοσπονδιακή διευθέτηση, η οποία θα είναι λειτουργική». Σύμφωνα με τον κ. Θεοφάνους, «αυτά που έχουν λεχθεί στο συνέδριο, επιβεβαιώνουν αυτή την τοποθέτηση».

«Είναι πολύ σημαντικό να δίνεται η ανάλογη σημασία στο τι λέγεται σε τέτοια συνέδριο όπως συμβαίνει στο εξωτερικό», κατέληξε.

Από πλευράς του, ο Κώστας Υφαντής, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Διευθυντής και Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (Ι.Δ.Ι.Σ.) είπε ότι δυο κορυφαία ινστιτούτα ένωσαν τις δυνάμεις τους για να θέσουν επί τάπητος ένα πολύ σημαντικό ζήτημα όπως το Κυπριακό.

«Η μελέτη του Κυπριακού, των ελληνοτουρκικών σχέσεων και η ασφάλεια του ελληνισμού είναι στις μόνιμες προτεραιότητές μας και αυτή είναι μόνο η αρχή», σημείωσε ο κ. Υφαντής. «Αυτό που σχεδιάζουμε είναι ένα follow -up συνέδριο που δεν θα είναι πια η αποτίμηση του τι έχει συμβεί αυτά τα 50 χρόνια, την οποία ήδη πραγματοποιήσαμε, αλλά εάν υπάρχει ελπίδα για το μέλλον», συμπλήρωσε.

Απαντώντας σε ερώτηση του ΚΥΠΕ κατά πόσο απασχολεί το Κυπριακό την ελληνική κοινή γνώμη, ο κ. Υφαντής ανέφερε ότι «ευτυχώς και δυστυχώς, την ίδια στιγμή, πρόκειται για μία παγωμένη σύγκρουση. Δυστυχώς γιατί η παρανομία και το έγκλημα από το 1974 παραμένει. Ευτυχώς γιατί τουλάχιστον όλα αυτά τα χρόνια δεν έχουμε θρηνήσει θύματα. Η ηρεμία καθιστά το Κυπριακό στην ελληνική δημόσια σφαίρα, ως ένα ζήτημα για το οποίο δεν έχουμε να πούμε πολλά πράγματα. Παρά μόνο, όταν κάτι κινείται στο Κυπριακό».

Τέλος, ο κ. Υφαντής πρόσθεσε ότι «στο υποσυνείδητο του μέσου Ελλαδίτη, το Κυπριακό είναι το νούμερο ένα ζήτημα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής».

ΚΥΠΕ/ΝΣΤ/ΓΒΑ
Νικόλαος Στέλγιας
Λευκωσία, Κύπρος

“Χέρι-χέρι” η Αννίτα και ο Στέφανος σε συνέδριο για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο: Σε κρίσιμο σημείο το Κυπριακό, “διέγνωσαν” οι ηγέτες του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ!!!

Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: