Ο κατοχικός ηγέτης Ερσίν Τατάρ με τον ισλαμιστή αντιπρόεδρο της Τουρκίας, Cevdet Yılmaz (3Α). Φωτογραφία via Twitter, Yücel Yılmaz, @yucelyilmazyy
Με τη σύλληψη του Τουρκοκύπριου δικηγόρου στην Ιταλία για υποθέσεις σφετερισμού ελληνοκυπριακών περιουσιών στην Κερύνεια, άρχισε να ξετυλίγεται το νήμα ενός μεγάλου κεφαλαίου στο Κυπριακό, των ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα.
Κι αυτό γιατί θα υπάρξει και συνέχεια ως προς την έκδοση διεθνών ενταλμάτων. Είναι σαφές πως το θέμα των περιουσιών έχει πολλές παραμέτρους.
Η μία αφορά το δικαίωμα των ιδιοκτητών, που δεν μπορεί να χαθεί, να περιοριστεί, όσα χρόνια και να περάσουν. Μια άλλη παράμετρος αφορά τον σφετερισμό τους από την κατοχική πλευρά, σε μια προσπάθεια επιβολής και εδραίωσης τετελεσμένων επί του εδάφους.
Το γεγονός ότι οι ιδιοκτήτες δεν χάνουν το δικαίωμα τους είναι μείζον. Παρόλο που διαχρονικά διαχειριστές του Κυπριακού αναζητούσαν μια φόρμουλα, που να ικανοποιεί και τον χρήστη, τον σφετεριστή δηλαδή. Τέθηκαν, με βάση αυτή την προσέγγιση, κριτήρια για να καθοριστεί ποιος έχει περισσότερα δικαιώματα επί της περιουσίας.
Να μετράται( πώς;) ο «συναισθηματικός δεσμός» με τις περιουσίες και όποιος «δεν έχει πολλές μνήμες», ήταν κάτω από 10 χρονών το 1974, δεν θα έχει δικαιώματα!!! Η προσαρμοστικότητα στις κατοχικές απαιτήσεις προφανώς και «ευδοκιμεί» σε αυτόν τόπο.
Κάποτε αναπτυσσόταν κι ένα άλλο αφήγημα, που γενίκευε την προσέγγιση και έφθανε στο συμπέρασμα ότι «οι περισσότεροι δεν θα θέλουν να επιστρέψουν». Ποιος το αποφάσισε τούτο; Η ομάδα του «δώστα όλα»; Το δικαίωμα στην περιουσία και στην ελευθερία είναι κατοχυρωμένο και είναι συλλογικό. Το τι θα αποφασίσει ο καθένα χωριστά είναι δευτερευούσης σημασίας.
Σήμερα, πενήντα χρόνια μετά την εισβολή, υπάρχουν δεδομένα τα οποία προφανώς και δεν πρέπει να υποβαθμίζονται. Στην κατεχόμενη Κύπρο παρατηρείται οικοδομικός οργασμός αλλά και αυξανόμενο κύμα ξένων επενδύσεων.
Στην συντριπτική πλειοψηφία οι περιουσίες, που «αξιοποιούνται» είναι ελληνοκυπριακής ιδιοκτησίας και υπολογίζεται πως από το 2021 και εντεύθεν οι πράξεις αγοραπωλησίας ξεπερνούν τις 7.000. Τούτο προφανώς και δεν σημαίνει ότι «κτίστηκαν και δεν μπορούμε να κάνουμε οτιδήποτε».
Η παρανομία με τον χρόνο δεν παράγει δίκαιο κι αυτό δεν χρειάζεται κάποιος να είναι ειδικός για να το αντιληφθεί. Ούτε μπορεί να ισχύσει η θέση, που τέθηκε σε προτάσεις, που κατά καιρούς συζητήθηκαν, πως εάν η αξία του ακινήτου που κτίσθηκε μετά το 1974 είναι μεγαλύτερη από εκείνη που υπήρχε πριν την εισβολή, τότε η περιουσία ανήκει σε αυτόν που έχει επενδύσει τα περισσότερα χρήματα!
Η υπόθεση με τον Τουρκοκύπριο δικηγόρο, πέραν του γεγονότος ότι αποτελεί και μια προειδοποίηση για άλλους, που ασχολούνται με τις παράνομες αγοραπωλησίες ελληνοκυπριακών περιουσιών, την «ανάπτυξη» τους, αναδεικνύει και μια άλλη διάσταση. Το πώς αντιμετωπίζουν Τουρκοκύπριοι τις ελληνοκυπριακές περιουσίες. Ακόμη και εκείνοι, που υποτίθεται θέλουν λύση.
Γιατί ο δικηγόρος, προέρχεται λόγω και της συζύγου, από τον λεγόμενο προοδευτικό χώρο. Ένας πολιτικός χώρος, ο οποίος βέβαια ενίοτε-για να αναρριχηθεί στην εξουσία της αποσχιστικής οντότητας- δεν αποφεύγει να προσκυνήσει τους αφέντες στην Άγκυρα. Αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα.
Όπως μεταδίδεται από τα κατεχόμενα, Τουρκοκύπριοι αντιδρούν στις αγοραπωλησίες περιουσιών όχι γιατί είναι κλεμμένες, είναι ελληνοκυπριακές, αλλά επειδή θα πάνε σε χέρια ξένων. Κι αυτό έχει σημασία του. Η αντίληψη των δικαιωμάτων δεν μπορεί να είναι αλά κάρτ, ούτε και να ισχύει το διπλοπόρτι.
Πολλοί λένε πως αυτά τα ζητήματα θα λυθούν με μια συμφωνία στο Κυπριακό. Σωστά. Φθάνει αυτή η συμφωνία να μην νομιμοποιεί πλήρως ή μερικώς τους σφετεριστές. Φθάνει να μην αναγνωρίζονται δικαιώματα σε όσους σφετερίζονται ελληνοκυπριακές περιουσίες, κρατική περιουσία.
ΟΛΑ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΕΔΩ – ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΜΥΝΑΣ ΕΔΩ
Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE