Ποιοι είναι θαμμένοι στους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας μαζί με τον Φίλιππο B’ : Μια νέα ανατρεπτική επιστημονική θεωρία [videos]

File Photo Ο τάφος του Φιλίππου Β΄, 336 π.Χ. ένα από τα εκθέματα στο Μουσείο των Βασιλικών Τάφων των Αιγών που βρίσκεται στη Βεργίνα της Ημαθίας, ΑΠΕ ΜΠΕ/STR




Οι βασιλικοί τάφοι της Βεργίνας ήρθαν και πάλι στην επικαιρότητα πριν από μερικές εβδομάδες όταν η διαπρεπής καθηγήτρια Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ δήλωσε πεπεισμένη πως σε αυτούς είναι θαμμένος ο Μέγας Αλέξανδρος, αντίθετα με την κρατούσα άποψη που μιλά για τον πατέρα του Φίλιππο Β’ και μέλη της ευρύτερης οικογένειάς του.

Όμως μια νέα επιστημονική θεωρία, αφενός δεν τη δικαιώνει και αφετέρου δίνει νέα ενδιαφέροντα στοιχεία για τα πρόσωπα που είναι θαμμένα σε αυτούς τους τάφους. Υποστηρίζει ότι:

Μετά από χρόνια εικασιών και αντιπαραθέσεων, εντοπίστηκαν επιτέλους οι κάτοχοι τριών τάφων που ανήκουν στην οικογένεια του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Βρίσκονται στον Μεγάλο Τύμβο της Βεργίνας στη βόρεια Ελλάδα, οι ταφές περιέχουν τα λείψανα του πατέρα, της θετής μητέρας, των ετεροθαλών αδερφών και του γιου του Αλέξανδρου, μαζί με πανοπλίες και άλλα αντικείμενα που ανήκουν στον ίδιο τον άνδρα.

Οι τάφοι που ανασκάφηκαν για πρώτη φορά το 1977, περιλαμβάνονται στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO και, σύμφωνα με τους συγγραφείς μιας νέας μελέτης, «περιείχαν μια εκπληκτικά πλούσια σειρά από ταφικά αντικείμενα». Ωστόσο, ενώ δεν υπήρξε ποτέ καμία αμφιβολία ότι τα ενταφιασμένα οστά ανήκαν σε στενούς συγγενείς του Αλεξάνδρου, οι μελετητές πέρασαν σχεδόν μισό αιώνα διαφωνώντας για το ποιος ακριβώς βρίσκεται μέσα σε κάθε τάφο.

  • Για να καταλάβουν ποιος είναι ποιος, οι συγγραφείς της μελέτης συνδύασαν οστεολογικές αναλύσεις, μακροφωτογραφία, ακτίνες Χ και ανατομικές ανατομές των αρχαίων καταλοίπων με ιστορικές πηγές από το αρχαίο παρελθόν. Με αυτόν τον τρόπο, ανακάλυψαν ότι ο Τάφος Ι περιείχε τα οστά ενός άνδρα με τραυματισμένο γόνατο, καθώς και μιας γυναίκας και ενός μωρού, που ήταν μόλις ημερών ή εβδομάδων τη στιγμή του θανάτου.

Επομένως καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η ανδρική μορφή ήταν ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος Β’ -ο πατέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου- που ήταν γνωστό ότι ήταν κουτσός. Η εξαιρετικά νεαρή ηλικία του βρέφους επίσης ταιριάζει απόλυτα με την ιστορία της δολοφονίας του Φιλίππου το 336 π.Χ.

  • Σύμφωνα με τις περισσότερες πηγές, ο Φίλιππος Β’ σκοτώθηκε από τον σωματοφύλακά του λίγες μόλις ημέρες αφότου η σύζυγός του Κλεοπάτρα είχε γεννήσει. Πιστεύεται ότι η δολοφονία διατάχθηκε από την προηγούμενη σύζυγο του Φιλίππου, την Ολυμπιάδα, τη μητέρα Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Σχεδόν αμέσως μετά τη δολοφονία, η Ολυμπιάδα σκότωσε και την Κλεοπάτρα και το μωρό της -πιθανότατα καίγοντάς τους ζωντανούς- ανοίγοντας έτσι τον δρόμο στον Αλέξανδρο να διαδεχθεί τον θρόνο. Σύμφωνα με τους ερευνητές, «τα σκελετικά στοιχεία από το νεογνό είναι πειστικά ότι ο Τάφος Ι ανήκει στην Κλεοπάτρα και στο νεογέννητο παιδί της και κατά συνέπεια στον Φίλιππο Β’, καθώς το παιδί της Κλεοπάτρας είναι το μόνο δολοφονημένο νεογέννητο γνωστό από οποιοδήποτε βασιλικό ζευγάρι της Μακεδονίας».

  • Προηγουμένως, ορισμένοι μελετητές είχαν υποστηρίξει ότι ο Φίλιππος Β’ θάφτηκε στον τάφο II, ο οποίος περιέχει επίσης τα λείψανα ενός άνδρα και μιας γυναίκας. Ωστόσο, η απουσία μωρού, σε συνδυασμό με την απουσία εμφανών σημαδιών σωματικού τραύματος στον ανδρικό σκελετό, αποκλείει τελικά αυτό ως πιθανότητα.

Αντίθετα, με βάση σκελετικά στοιχεία για υπερβολική ιππασία, οι συγγραφείς της μελέτης καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ο Τάφος ΙΙ ανήκει στην « πολεμίστρια » Αδέα Ευρυδίκη, σύζυγο του ετεροθαλούς αδελφού του Αλέξανδρου, βασιλιά Αρριδαίου.

«Λόγω αρχαίων απεικονίσεων και περιγραφών, ορισμένοι μελετητές έχουν προτείνει ότι ορισμένα από τα αντικείμενα στον Τάφο ΙΙ, όπως η πανοπλία, ανήκαν στον Μέγα Αλέξανδρο, κάτι που είναι δυνατό μόνο εάν αυτός είναι ο Τάφος του Αρριδαίου και όχι ο Φίλιππος Β’», γράφουν. οι συγγραφείς. Έτσι, αυτά τα λείψανα είναι αποφασισμένα να είναι του «πολύ λιγότερο εντυπωσιακού αδερφού του Αλέξανδρου» και της μάλλον εντυπωσιακής πολεμίστριας συζύγου του.

Τέλος, οι συγγραφείς της μελέτης δεν βρίσκουν κανένα λόγο να αμφισβητήσουν τη μακροχρόνια υπόθεση ότι ο Τάφος III περιέχει τα λείψανα του Αλέξανδρου Δ’, του έφηβου γιου του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

  • Για να το θέσουμε σωστά, λοιπόν, οι ερευνητές γράφουν ότι «τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν υποστηρίζουν το συμπέρασμα ότι ο τάφος Ι ανήκει στον βασιλιά Φίλιππο Β’, τη σύζυγό του Κλεοπάτρα και το νεογέννητο παιδί τους. Ο τάφος II ανήκει στον βασιλιά Αρριδαίο και τη σύζυγό του Αδία Ευρυδίκη. Τάφος ΙΙΙ στον Αλέξανδρο Δ’».

«Αυτά τα συμπεράσματα διαψεύδουν την παραδοσιακή εικασία ότι ο Τάφος ΙΙ ανήκει στον Φίλιππο Β’», λένε.

Πηγή iflscience.com

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΟΛΗ ΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΠΟΥ  ΔΗΜΙΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ Journal of Archaeological Science: Reports

Η κρατούσα άποψη για τους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας

Σύμφωνα με την κρατούσα επιστημονική άποψη, όπως συνοψίζεται στην el.wikipedia.org 

Η Βεργίνα είναι μικρή κωμόπολη στη Μακεδονία, στον Νομό Ημαθίας που διοικητικά υπάγεται στην περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Βρίσκεται 13 χλμ. νοτιοανατολικά της Βέροιας, πρωτεύουσας του νομού, και περίπου 80 χλμ. νοτιοδυτικά της Θεσσαλονίκης. Ο πληθυσμός της κωμόπολης ανέρχεται στους 2.000 περίπου κατοίκους και βρίσκεται στους πρόποδες των Πιερίων Ορέων, σε υψόμετρο 120 μέτρων από τη θάλασσα.

Η κωμόπολη πιστεύεται ότι βρίσκεται στη θέση των αρχαίων Αιγών (Αἰγαί ή Αἰγέαι), πρωτεύουσας της αρχαίας Μακεδονίας, και έγινε παγκοσμίως γνωστή το 1977, όταν η Πανεπιστημιακή Ανασκαφή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, υπό τον καθηγητή αρχαιολογίας Μανόλη Ανδρόνικο και τους συνεργάτες του, ανακάλυψε τους τόπους ταφής των Μακεδόνων βασιλέων και ανάμεσα στους άλλους τάφους και ένα ταφικό μνημείο που, σύμφωνα με την επιχειρηματολογία του Ανδρόνικου, ήταν του βασιλιά Φιλίππου Β΄, πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η ανακάλυψη αυτών των ευρημάτων θεωρείται από πολλούς ότι πιστοποίησε και τη θέση της αρχαίας πόλης των Αιγών, της πρώτης πρωτεύουσας του μακεδονικού βασιλείου.

Ιστορία

Η Πιερία και η Βοττιαία αποτέλεσαν τον πυρήνα του βασιλείου των Μακεδόνων. Το 479  π.Χ. Ο Μακεδόνας βασιλιάς Αλέξανδρος Α΄ νικά τους Πέρσες και το κράτος ελευθερώνεται.

Την εποχή αυτή πρωτεύουσα των Μακεδόνων ήταν οι Αιγές που ταυτίζονται με τη σημερινή Βεργίνα. Το 413 π.Χ.  ο βασιλιάς Αρχέλαος 413-399 π.Χ. μετέφερε την πρωτεύουσα του κράτους από τις Αιγές στην Πέλλα, η οποία την εποχή εκείνη ήταν κοντά στη θάλασσα . Με τις προσχώσεις 4 ποταμών (Αλιάκμονα, Λουδία, Αξιού, Γαλλικού ) η Πέλλα σήμερα βρίσκεται μακριά από τη θάλασσα.

Κατά τον 8ο και 7ο αιώνα π.Χ. η περιοχή κυριαρχείτο από Ιλλυρικές φυλές που δημιούργησαν μια στρατηγική βάση στη θέση των μετέπειτα Αιγών. Όταν στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. τοπικές Θρακικές και Παιονικές φυλές επαναστάτησαν, οι Ιλλυριοί αποσύρθηκαν. Το 650 π.Χ. περίπου, οι Αργεάδες, ένας αρχαίος Ελληνικός βασιλικός οίκος με αρχηγό τον Περδίκκα τον Α΄, έφυγαν από το Άργος και ίδρυσαν την πρωτεύουσά τους στις Αιγές, ιδρύοντας έτσι ταυτόχρονα και το βασίλειο της Μακεδονίας. Από τις Αιγές απλώθηκαν στην κεντρική Μακεδονία και μετατόπισαν τον τοπικό πληθυσμό των Πιέρων.

Η περιοχή της σημερινής Βεργίνας, η οποία κατοικούνταν από τους Πίερες, έμεινε έτσι ακατοίκητη μέχρι τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. Μετά το 550 π.Χ., ένας μακεδονικός πληθυσμός εγκαταστάθηκε στην περιοχή. Κατά τον 5ο αιώνα π.Χ., ο βασιλιάς Αρχέλαος ο Α΄ μετέφερε την μακεδονική πρωτεύουσα βορειότερα στην Πέλλα, μέσα στην κεντρική Μακεδονική πεδιάδα. Οι Αιγές παρέμειναν ένα σπουδαίο τελετουργικό κέντρο, αλλά έχασαν μια γιορτή προς τιμήν του Δία που τελούνταν πλέον στο Δίον. Οι Αιγές συνέχισαν να ακμάζουν ακόμη και μετά τις επιδρομές του 3ου αιώνα π.Χ. και νέες ανασκαφές αποδεικνύουν ότι κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ. κατοικούνταν ακόμη.

Η σύγχρονη κωμόπολη της Βεργίνας ιδρύθηκε το 1922 ανάμεσα στους δύο οικισμούς Κούτλες και Μπάρμπες, οι οποίοι προηγουμένως ανήκαν στον Τούρκο Μπέη των Παλατιτσίων, και στους οποίους κατοικούσαν 25 οικογένειες στην υπηρεσία του Μπέη. Κατά την επανάσταση του 1821 οι κάτοικοι των δύο οικισμών αγωνίστηκαν κατά των Οθωμανών. Σπουδαίοι αγωνιστές της επανάστασης του 1821 ήταν οι Σταμάτιος Κωνσταντίνου (γεν. 1804), Δήμος Μαργαρίτη και Κωνσταντίνος Μαργαρίτη.

Μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης (24/7/1923) και την έξωση των μπέηδων, η γη διαμοιράστηκε σε οικόπεδα στους εκεί κατοίκους και σε 121 ελληνικές οικογένειες από τη Βουλγαρία και τη Μικρά Ασία, μετά από τις ανταλλαγές πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία και την Τουρκία. Το όνομα της νέας πόλης προτάθηκε από τον τότε Μητροπολίτη Βέροιας, Κωνστάντιο Β΄, ο οποίος την ονόμασε Βεργίνα προς τιμήν της θρυλικής βασίλισσας Βεργίνας (Θεοδώρας), που έζησε στην περιοχή της Βέροιας και ήταν η τελευταία Ελληνίδα ηγεμόνας της περιοχής, γόνος της οικογένειας των Παλαιολόγων, πριν από την οριστική άλωση της Βέροιας από τους Οθωμανούς το 1433.

Ο προβληματισμός σχετικά με τη θέση της αρχαίας πόλης των Αιγών

Η θέση της σημερινής Βεργίνας αρχικά θεωρήθηκε από τους ανασκαφείς ότι συμπίπτει με την αρχαία πόλη Βάλλα, που, σύμφωνα με τον Πλίνιο (Φυσ. Ιστ. 4.10.34), ήταν μια πόλη που βρισκόταν στα Πιέρια όρη, νότια του ποταμού Αλιάκμονα.

Το 1968, ο Βρετανός ιστορικός Νίκολας Χάμοντ (Nicolas Hammond), καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, πρότεινε τον συσχετισμό του αρχαιολογικού χώρου της Βεργίνας με τις αρχαίες Αιγές, την πρώτη πρωτεύουσα του μακεδονικού βασιλείου, στην οποία βρισκόταν το βασιλικό νεκροταφείο των Μακεδόνων, αλλά η πρότασή του δεν έγινε δεκτή από τους άλλους επιστήμονες και απορρίφθηκε και από τον Μ. Ανδρόνικο.

Το 1977, ωστόσο, με την ανακάλυψη από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης του σημαντικού ασύλητου τάφου της Βεργίνας, ο τότε ανασκαφέας Ανδρόνικος, αν και αρχικά είχε πολλές επιφυλάξεις, πείστηκε για την άποψη του Hammond έτσι, συμφώνησε ότι στη Βεργίνα βρίσκεται το βασιλικό νεκροταφείο των Μακεδόνων, ότι ο τάφος που ανακάλυψε είναι βασιλικός και ότι στη σημερινή Βεργίνα πρέπει να ήταν η θέση των αρχαίων Αιγών.

Πολλά, βεβαίως, έχουν γραφτεί σχετικά με το ποια είναι η αρχαία πόλη που υπήρξε στη θέση της σημερινής Βεργίνας, σε συνδυασμό με το αν οι Αιγές σχετίζονται ή όχι με την Έδεσσα (όπως πολλοί επιστήμονες είχαν στο παρελθόν υποστηρίξει, αγνοώντας ωστόσο το ζήτημα “εάν οι Αιγές βρίσκονταν στην Έδεσσα, πού άραγε βρισκόταν η Έδεσσα;”). Σήμερα η άποψη ότι οι αρχαιότητες της Βεργίνας ανήκουν στις αρχαίες Αιγές και ότι εκεί βρίσκονται οι βασιλικοί τάφοι φαίνεται να έχει επικρατήσει, παρά το ότι υπάρχουν επιστημονικές μελέτες που την αμφισβητούν.

Επιγραφικά ευρήματα από την Αγορά της αρχαίας πόλης που βρίσκεται στη Βεργίνα και πρόσφατες ταφές από την ίδια θέση οι οποίες ερμηνεύθηκαν ως βασιλικές, μια από τις οποίες σχετίστηκε με τον γιό του Αλέξανδρου και της Βαρσίνης, Ηρακλή προβάλλονται για να υποστηρίζουν με νέα δεδομένα την ταύτιση του αρχαιολογικού χώρου της Βεργίνας με την παλιά πρωτεύουσα του μακεδονικού βασιλείου και βασιλική νεκρόπολη της δυναστείας των Τημενιδών (μέσα 7ου- τέλη 4ου π.Χ. αι.), αν και οι ακλόνητες επιγραφικές αποδείξεις εξακολουθούν να λείπουν.

Αρχαιολογικές έρευνες και ευρήματα

Οι αρχαιολόγοι είχαν δείξει ενδιαφέρον για τους λόφους γύρω από τη Βεργίνα ήδη από το 1850, υποψιαζόμενοι ότι μπορεί να βρίσκονταν ταφικά μνημεία. Ανασκαφές άρχισαν το 1861 υπό την επίβλεψη του Γάλλου αρχαιολόγου Léon Heuzey, ο οποίος υποστηριζόταν από τον αυτοκράτορα Ναπολέοντα Γ΄. Βρέθηκαν στη θέση Αγία Τριάδα τμήματα ενός μεγάλου κτηρίου που θεωρείται από πολλούς ότι χρησίμευε ως θερινό βασιλικό ανάκτορο, στην εποχή του βασιλιά Αντίγονου του Δώσωνος. Παρόλ’ αυτά, οι ανασκαφές του Heuzey σταμάτησαν λόγω κινδύνου προσβολής της ανασκαφικής αποστολής από ελονοσία. Ο ανασκαφέας υποστήριξε ότι αυτή ήταν η θέση της αρχαίας πόλης Βάλλας, μια άποψη που επικράτησε μέχρι το 1976. Νεότερες ανασκαφές χρονολόγησαν το ανάκτορο στην εποχή του Φιλίππου Β΄.

Το 1937 το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με πρωτοβουλία του καθηγητή αρχαιολογίας Κωνσταντίνου Ρωμαίου, αποφάσισε να ιδρύσει στη Βεργίνα πανεπιστημιακή ανασκαφή για την εκπαίδευση των φοιτητών του. Ο Κ. Ρωμαίος ανέσκαψε περισσότερα τμήματα του θεωρούμενου ανακτόρου και έναν μακεδονικό τάφο, ο οποίος προς τιμήν τού ανασκαφέα του ονομάζεται “τάφος του Ρωμαίου”, αλλά και πάλι οι ανασκαφές διακόπηκαν λόγω του ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940. Μετά τον πόλεμο οι ανασκαφές επαναλήφθηκαν κατά την περίοδο 1950 με 1960 και το υπόλοιπο του “ανακτόρου” ήρθε στην επιφάνεια.

Ο αρχαιολόγος Μανόλης Ανδρόνικος πείστηκε από τον καθηγητή του Κ. Ρωμαίο ότι ένας λοφίσκος, που ανήκε στους τύμβους του νεκροταφείου της αρχαίας πόλης και λεγόταν “η Μεγάλη Τούμπα”, έκρυβε σημαντικούς τάφους. Το 1977 ο Ανδρόνικος ξεκίνησε μια ανασκαφή έξι εβδομάδων στην Τούμπα αυτή και ανακάλυψε τέσσερα θαμμένα ταφικά κτίσματα, τα δύο από τα οποία ήταν ασύλητα από τυμβωρύχους.

  • Ο Ανδρόνικος, ενθαρρυμένος και από τη θεωρία του N. Hammond, υποστήριξε ότι αυτοί οι ταφικοί θάλαμοι ήταν τόποι ταφής Μακεδόνων Βασιλέων, συμπεριλαμβανομένου του τάφου του Φιλίππου Β΄ -πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου- και μίας από τις γυναίκες του, καθώς και του τάφου του έφηβου γιου τού Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Ρωξάνης, Αλεξάνδρου Δ΄ της Μακεδονίας. Η άποψη αυτή προκάλεσε παγκόσμιο ενθουσιασμό.

Ο ισχυρισμός αυτός αμφισβητήθηκε από ορισμένους επιστήμονες, οι οποίοι, βασιζόμενοι σε μελέτες που έκαναν χρήση της άποψης ότι κάποια κατασκευαστικά στοιχεία των τάφων, οι ζωγραφικές παραστάσεις και ορισμένα κτερίσματα των τάφων αυτών χρονολογούνται δύο δεκαετίες μετά τη δολοφονία και την ταφή του Φιλίππου Β΄ το 336 π.Χ., καθώς και σε μελέτες που χρησιμοποίησαν ανθρωπολογικά στοιχεία, υποστήριξαν ότι ο τάφος ανήκει στον Φίλιππο Γ΄, γιο του Φιλίππου Β΄ και ετεροθαλή αδελφό του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και στην περίπτωση αυτή, είναι πιθανόν η πλούσια (χρυσελεφάντινη) πανοπλία που βρέθηκε στον τάφο να ανήκει στον Μέγα Αλέξανδρο, καθώς πιστεύεται ότι ο Φίλιππος Γ΄ έφερε τα όπλα πίσω στην Μακεδονία μετά τον θάνατο τού Αλέξανδρου στη Βαβυλώνα.

Μια άλλη μερίδα επιστημόνων αμφισβητεί ότι οι τάφοι είναι βασιλικοί και θεωρεί ότι ανήκουν σε σημαντικούς Μακεδόνες αξιωματούχους, που απέκτησαν μεγάλο πλούτο από την εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου στην Ασία, με βάση την άποψη ότι, την εποχή της επιστροφής των Μακεδόνων από την εκστρατεία αυτή, στη Μακεδονία εισρέει τόσο μεγάλος πλούτος από τα κέρδη της εκστρατείας, που όχι μόνο κοινοί θνητοί διαθέτουν αμύθητους θησαυρούς, αλλά και η αξία του χρυσού, λόγω των μεγάλων ποσοτήτων του, μειώθηκε. Η άποψη αυτή κερδίζει διεθνώς όλο και περισσότερο έδαφος με βάση την ασφαλή χρονολόγηση του τάφου ΙΙ της Μεγάλης Τούμπας μετά το 317 π.Χ. δηλαδή μετά την εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου στην Ασία.

Ο ιστορικός Μιλτ. Χατζόπουλος το 2008 συνοψίζει την αντιπαράθεση που υπήρξε μέχρι τότε γύρω από την ταυτοποίηση του τάφου και τονίζει τα σφάλματα ή και την προσπάθεια ορισμένων επιστημόνων να μεταχρονολογήσουν τα ευρήματα, ώστε να τα προσαρμόσουν στον Φίλιππο Γ΄ τον Αρριδαίο, ενώ ο ίδιος επιχειρεί να τεκμηριώσει ότι πρόκειται πράγματι για τον τάφο του Φιλίππου Β΄.

  • Το 2010, επιστημονική μελέτη των οστών που βρέθηκαν στον τάφο απορρίπτει την περίπτωση να πρόκειται για τον Φίλιππο Γ΄ τον Αρριδαίο και υποστηρίζει βάσιμα ότι τα ευρήματα είναι συμβατά μόνο με τον Φίλιππο τον Β΄.

Επιπλέον, πρόσφατες ανακαλύψεις στη νεκρόπολη υποδεικνύουν άλλη τοποθεσία για τον τάφο του Αρριδαίου και της συζύγου του Ανταίας Ευρυδίκης, αν και εκκρεμεί η παρουσίαση λεπτομερειών σχετικά μ’ αυτόν τον ισχυρισμό.

Σε επίρρωση των παραπάνω έρχεται η επιστημονική ανακοίνωση της τέως διευθύντριας της πανεπιστημιακής ανασκαφής στη Βεργίνα, καθηγήτριας αρχαιολογίας του ΑΠΘ, Χρυσούλας Παλιαδέλη με θέμα “Σκελετικό υλικό από τους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας – Ερμηνευτικές προσεγγίσεις στα ανθρωπολογικά δεδομένα”, στην οποία αναφέρεται ότι μετά από επανεξέταση από τον ιππίατρο Θ. Αντίκα του σκελετικού υλικού από τον τάφο ΙΙ της Μεγάλης Τούμπας στη Βεργίνα με τη συνδρομή ιατρικών και φυσικοχημικών εξετάσεων και με βάση σειρά επιστημονικών και ιστορικών δεδομένων αποδυναμώνεται η θεωρία της ταύτισής του με τον Φίλιππο τον Αρριδαίο και τεκμαίρεται ότι “Ο βασιλικός τάφος της Βεργίνας ανήκει στον βασιλιά Φίλιππο τον Β΄”. Το θέμα φαίνεται ότι παραμένει ανοιχτό και εξακολουθεί να βρίσκεται ψηλά στον διεθνή αρχαιολογικό προβληματισμό.

  • Τρεις ακόμα τάφοι βρέθηκαν το 1980. Οι ανασκαφές στη Μεγάλη Τούμπα συνεχίστηκαν και κατά τις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Τον Μάρτιο του 2014 ανακαλύφθηκαν στη Βεργίνα πέντε ακόμη βασιλικοί τάφοι, οι οποίοι, στη φάση της έρευνας, πιθανολογείται ότι ανήκουν στον Αλέξανδρο τον Α΄ και την οικογένειά του ή στην οικογένεια του Κάσσανδρου της Μακεδονίας.

Ο τάφος του Φιλίππου Β΄ (Τάφος II), που χωριζόταν σε δύο θαλάμους (στον κύριο θάλαμο βρέθηκαν τα οστά του αποτεφρωμένου νεκρού βασιλιά και στον προθάλαμο τα οστά μιας αποτεφρωμένης νεκρής γυναίκας), περιείχε τα πολυτιμότερα ευρήματα. Η δωρικού ρυθμού πρόσοψη του θολωτού ταφικού κτίσματος φέρει δύο ζωφόρους. Μια δωρική με τρίγλυφα και μετόπες και πάνω από αυτήν μια ιωνική με αρκετά μεγαλύτερο ύψος• η ζωφόρος αυτή κοσμείται με μια τοιχογραφία που, παρά την κακή κατάσταση στην οποία αποκαλύφθηκε, θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική. Πρόκειται για μια ζωγραφική παράσταση με θέμα ένα ομαδικό κυνήγι και δηλώνει ίσως την αγαπημένη ασχολία του νεκρού που ετάφη εκεί.

Ο ελαφρώς μικρότερος Τάφος ΙΙΙ, που αποδίδεται στον Αλέξανδρο τον Δ΄ και στον κύριο θάλαμο του οποίου βρέθηκαν τα οστά του αποτεφρωμένου νεκρού εφήβου, απέδωσε επίσης σημαντικά ευρήματα, ενώ μια στενή ζωφόρος, που απεικόνιζε αρματοδρομία, στόλιζε τους τοίχους του Τάφου.

Ο λεγόμενος τάφος της Περσεφόνης, στους τοίχους του οποίου βρέθηκε μια θαυμάσια τοιχογραφία με θέμα την αρπαγή της Περσεφόνης από τον Άδη, και ο τέταρτος τάφος, που είχε μια εντυπωσιακή είσοδο με τέσσερεις δωρικούς κίονες και πιστεύεται ότι ανήκε στον βασιλιά Αντίγονο Β΄ Γονατά, βρέθηκαν άγρια συλημένοι και δεν απέδωσαν σημαντικά ευρήματα, αν και πρόκειται επίσης για μνημειώδη έργα της μακεδονικής ταφικής αρχιτεκτονικής.

Η Ελένη Γλύκατζη- Αρβελέρ επανέρχεται και επιμένει: Αποκαλύπτει τα πέντε στοιχεία που δείχνουν ότι στη Βεργίνα είναι θαμμένος ο Μεγαλέξανδρος

Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: