Πυροσβέστες μεταφέρουν κατοίκους με φουσκωτή βάρκα σε πλημμυρισμένο δρόμο στις εργατικές κατοικίες Γιάννουλης στη Λάρισα, μετά το πέρασμα της κακοκαιρίας Daniel, την Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2023. ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΝΤΟΜΑΛΗΣ
Ο μεσογειακός κυκλώνας «Ιανός» (Σεπτέμβριος 2020) είναι μια καταιγίδα που στατιστικά συμβαίνει μια φορά στα 400 χρόνια, η κακοκαιρία «Ντάνιελ» μια φορά σε περισσότερα από 1.000 χρόνια και τα καιρικά φαινόμενα του «Elias» μια φορά στα 300 χρόνια και όλα αυτά εκδηλώθηκαν σε τρία χρόνια, στην ίδια περιοχή, τη Θεσσαλία.
Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του ότι ανατρέπονται τα πάντα, καθώς η φύση ανέτρεψε τις ισορροπίες, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη για διαφορετικά μοντέλα εκτίμησης των κινδύνων.
Η Μεσόγειος και η Ελλάδα, όπως φάνηκε ιδιαίτερα στις πρόσφατες πυρκαγιές και πλημμύρες, είναι στις περιοχές που θα βιώσουν πολύ πιο έντονα τη διαφορά, η οποία στους πίνακες που παρουσιάζουν οι επιστήμονες αποτυπώνεται ως «η πεπλάτυνση της καμπύλης του κλίματος» φέρνοντας -με κάθε βαθμό υπερθέρμανσης του πλανήτη- περισσότερες και πιο έντονες καταιγίδες και μεγαλύτερες περιόδους ξηρασίας.
Η πραγματικότητα αυτή υπογραμμίζει την ανάγκη στροφής στην πρόβλεψη έναντι της αντιμετώπισης των επιπτώσεων των φαινομένων, με λύσεις που υιοθετούν τους μηχανισμούς της φύσης, για να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα των οικοσυστημάτων των πόλεων σε κλιματικούς κινδύνους.
Για το τι άφησαν πίσω τους οι πλημμύρες στη Θεσσαλία, για όσα γνώριζαν μέχρι σήμερα οι άνθρωποι που ζουν στις πόλεις και θα πρέπει να τα αναθεωρήσουν, για την επικίνδυνη άναρχη δόμηση, για τα λάθη που έγιναν, αλλά κυρίως για εκείνα που μπορούν να μην ξαναγίνουν, για τις καταστροφές που μπορούν να προβλεφθούν, για τις ευκαιρίες που αναδύονται μέσα από τις επενδύσεις θωράκισης των πόλεων έναντι των καιρικών φαινομένων, για τις πολιτικές που δεν πρέπει να μείνουν στα σχέδια, αλλά και για την ευθύνη κάθε πολίτη μίλησαν επιστήμονες από την Ελλάδα και τη Γαλλία, που συναντήθηκαν το απόγευμα της Δευτέρας στο αμφιθέατρο του ΝΟΗΣΙΣ, στο πλαίσιο της ελληνογαλλικής 1ης Γιορτής της Επιστήμης και της επιστημονικής εκδήλωσης, που διοργάνωσε το Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης. «Το νερό στη δίνη της κλιματικής αλλαγής» ήταν η θεματική της επιστημονικής εκδήλωσης, που πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το Κέντρο Διάδοσης Επιστημών ΝΟΗΣΙΣ, την Πολυτεχνική Σχολή του ΑΠΘ, το Εθνικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΚΕΤΑ) και με την υποστήριξη της ΕΥΑΘ.
«Είναι ευθύνη καθενός που λαμβάνει αποφάσεις αλλά και του ίδιου του πολίτη για το πώς ζει» τόνισε η Αναστασία Ζαμπανιώτου, καθηγήτρια στο Τμήμα Χημικών Μηχανικών Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, μιλώντας για την κλιματική κρίση και τους κινδύνους για το νερό εισάγοντας στη συζήτηση της «Nature based solutions», τις λύσεις που βασίζονται στη φύση οι οποίες, «μπορούν να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή μειώνοντας τις εκπομπές του αερίου του θερμοκηπίου, αλλά και να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα των οικοσυστημάτων των πόλεων σε κλιματικούς κινδύνους, όπως πλημμύρες, καύσωνες, πυρκαγιές ακόμη και πιθανή άνοδο της στάθμης της θάλασσας». Απαιτείται, όμως, όπως πρόσθεσε, η εκπόνηση εθνικού σχεδίου που θα ενσωματώνει τις λύσεις αυτές στον αστικό σχεδιασμό, στην πολεοδομία αλλά και στα μελλοντικά αναπτυξιακά σχέδια.
Για το νερό, την κλιματική κρίση, τις φυσικές καταστροφές και τις επιπτώσεις τους στη δημόσια υγεία μίλησε ο Δημοσθένης Σαρηγιάννης, καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής στο Τμήμα Χημικών Μηχανικών Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, εστιάζοντας στην αλλαγή των παγκόσμιων καιρικών μοτίβων και την ιδιαιτερότητα της Μεσογείου, αλλά και παρουσιάζοντας τι έδειξαν οι αναλύσεις των περιβαλλοντικών δειγμάτων που έχουν γίνει έως τώρα μετά τις πλημμύρες στη Θεσσαλία.
«Οι αυξανόμενες παγκόσμιες θερμοκρασίες αυξάνουν την υγρασία που μπορεί να κρατήσει η ατμόσφαιρα, με αποτέλεσμα περισσότερες καταιγίδες και έντονες βροχοπτώσεις αλλά παραδόξως και πιο έντονες περιόδους ξηρασίας καθώς εξατμίζεται περισσότερο νερό από τη γη και αλλάζουν τα παγκόσμια καιρικά μοτίβα. Οι κίνδυνοι ξηρασίας και πλημμύρας και οι συναφείς κοινωνικές ζημιές προβλέπεται να αυξηθούν περαιτέρω με κάθε βαθμό υπερθέρμανσης του πλανήτη. Πηγαίνουμε σε μία κατάσταση που θα είναι πρωτόγνωρη, και μάλιστα περιοχές, όπως η Μεσόγειος -και η χώρα μας- που ήταν κλασικό παράδειγμα της καμπύλης του κλίματος θα νιώσουν πιο έντονα τη διαφορά. Αυτό το σύμπλεγμα νερού, κλιματικής κρίσης και καταστροφών, έχει σημαντικές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία πέρα από υποβάθμιση των υποδομών» υπογράμμισε.
Σε ό,τι αφορά τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των πρόσφατων πλημμυρών στη Θεσσαλία επισήμανε την ανάγκη «να δούμε εάν υπάρχει επιμόλυνση σε βάθος χρόνου από φυτοφάρμακα, μέταλλα, υδρογονάνθρακες, που μπορεί να έχουν να μπει στο περιβάλλον μέσα από το νερό στα ιζήματα, και αντίστοιχα στο έδαφος, στα υπόγεια νερά».
Όπως εξήγησε, «ένα πρόβλημα που έχει η επιστημονική πληροφορία είναι ότι λέμε πως μετρήσαμε κάτι, όμως το αποτέλεσμα επηρεάζεται από το πότε μετρήσαμε, πώς μετρήσαμε και πού. Το πού, το πότε, το πώς και το τι επηρεάζουν, άρα θα πρέπει να είμαστε απολύτως σαφείς, ώστε να έχουμε την πλήρη εικόνα».
Για τις πρώτες καταγραφές που έγιναν από τον ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, το ΙΓΜΕ και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας σημείωσε πως επιλέχθηκαν 350 θέσεις δειγματοληψίας ιζημάτων λάσπης και εδάφους για την προκαταρκτική έρευνα εκτίμησης των πλημμυρικών φαινομένων στο έδαφος. Οι θέσεις δειγματοληψίας καθορίστηκαν σε δύο ζώνες, κατά μήκος της κύριας κοίτης του Πηνειού, καθώς και σε επιλεγμένες θέσεις στις υπόλοιπες πλημμυρισμένες περιοχές.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα: Οι περισσότεροι αγροί έχουν δεχτεί φορτίο ιζημάτων, το οποίο μπορεί να ενσωματωθεί στο έδαφος με την καλλιέργεια του εδάφους (καλλιεργητή ή βαθειά άροση ανάλογα του ύψους του ιζήματος). Τα ιζήματα παρουσιάζουν ιδιότητες που δεν αναμένεται να επηρεάσουν σημαντικά τις εδαφικές ιδιότητες των εδαφών μετά την ενσωμάτωση. Στις περιπτώσεις που το ύψος των ιζημάτων είναι πολύ μεγάλο και δεν είναι δυνατή η ενσωμάτωσή τους στο έδαφος με τη βαθιά άροση, θα χρειαστούν μέτρα αποκατάστασης του εδάφους που πρέπει να εξεταστούν κατά περίπτωση. Με την ενσωμάτωση μεγαλύτερου αριθμού αποτελεσμάτων, αλλά και των αποτελεσμάτων των βαρέων μετάλλων, θα εξαχθούν περισσότερο ασφαλή συμπεράσματα για τη βέλτιστη διαχείριση των εδαφών που έχουν επηρεαστεί από τα ιζήματα. Για τα εδάφη που έχουν παραμείνει κατακλυζόμενα με νερό για αρκετές ημέρες, είναι σίγουρο ότι έχει επηρεαστεί η γονιμότητά τους.
«Χρειάζεται να έχουμε περισσότερα αποτελέσματα, κυρίως αναλύσεις -περισσότερες και σε μεγαλύτερο βάθος – βαρέων μετάλλων, ώστε να έχουμε ασφαλή συμπεράσματα για τη διαχείριση των εδαφών που έχουν επηρεαστεί από τα ιζήματα» κατέληξε ο κ. Σαρηγιάννης.
Για τη διαχείριση των αστικών υδάτων στις συνθήκες της κλιματικής αλλαγής μίλησε ο Νικόλαος Θεοδοσίου, καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
«Το ποσοστό του νερού που απορροφάται από το έδαφος μικραίνει δραματικά κατά τη δόμηση μιας περιοχής, επιβεβαιώνοντας την ανάγκη αντιπλημμυρικής προστασίας σε κάθε νέα αλλά και υφιστάμενη κατασκευή οποιουδήποτε είδους» ανέφερε, εξηγώντας ότι αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που έχουμε τις αστικές πλημμύρες, καθώς «όλο το νερό περνάει μέσα από τη πόλη, τις υποδομές και τις περιουσίες σε ένα αστικό περιβάλλον».
Αναφερόμενος σε καταστροφικές πλημμύρες που έπληξαν την Ελλάδα και την Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, τόνισε ότι το «το νερό έχει τρομακτική δύναμη, που πρέπει να τη σεβόμαστε» καθώς «αυτά τα φαινόμενα δεν αντιμετωπίζονται, δεν υπάρχουν τρόποι να τα αντιμετωπίσουμε, γι’ αυτό πρέπει να προστατευτούμε απ’ αυτά, να μάθουμε να τα διαχειριζόμαστε και να ζούμε μ’ αυτά».
Μιλώντας για την ανάγκη χαρτογράφησης των δυνητικών κινδύνων από πλημμυρικά φαινόμενα σε κάθε πόλη, έφερε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την Οδό Εθνικής Αμύνης στη Θεσσαλονίκη, που ήταν πάντα το ρέμα έξω από τα τείχη της πόλης και σήμερα ένας πολύ κεντρικός κάθετος άξονας, αλλά και το σημείο όπου μαζεύονται τα νερά που κατεβαίνουν ορμητικά από επτά σημεία και ρέματα μίας μεγάλη περιοχής του πολεοδομικού συγκροτήματος.
«Τα νερά φεύγουν με πολύ μεγάλη ταχύτητα, σταθερή κλίση προς τη θάλασσα, μπορούν να παρασύρουν τα πάντα. Σε περιπτώσεις βροχής είναι ένας πάρα πολύ επικίνδυνος δρόμος, δεν το ξέραμε αυτό, δεν μας το είπε κανείς, μόνο όσοι έτυχε να το διαπιστώσουν γιατί βρέθηκαν σε αυτή την κατάσταση. Κάποιος που κινείται στην Εγνατία και απλώς βρέχεται, όταν προσπαθήσει να διασχίσει την Εθνικής Αμύνης θα βρει κάθετα ένα πάρα πολύ έντονο ρεύμα που μπορεί να τον παρασύρει. Αυτά πρέπει να τα ξέρουμε» διευκρίνισε.
Σε ό,τι αφορά τη Θεσσαλία επισήμανε την ανάγκη «να τα ξαναδούμε όλα από την αρχή». «Η σειρά των φαινομένων που είχαμε στη Θεσσαλία, οι τρεις διαδοχικές μεγάλες πλημμύρες -ο Ιανός είναι μια καταιγίδα που συμβαίνει στα στατιστικά μια φορά στα 400 χρόνια, ο Ντάνιελ μια φορά σε πάνω από 1000 χρόνια και ο Elias μια φορά στα 300 χρόνια – δείχνει ότι ανατρέπονται τα πάντα, ό,τι ξέρουμε μέχρι τώρα πρέπει να το αναθεωρήσουμε. Όχι γιατί ήταν λάθος. Στα στοιχεία βασιστήκαμε και βγάλαμε τα συμπεράσματα, αλλά η φύση ανέτρεψε αυτές τις ισορροπίες, ανατράπηκαν τα γνωστά στοιχεία και πάμε πλέον σε διαφορετικά μοντέλα, σε διαφορετικό τρόπο λειτουργίας» εξήγησε.
Για τη βιώσιμη Διαχείριση και Επαναχρησιμοποίηση Μη Συμβατικών Υδατικών Πόρων στην Περιοχή της Μεσογείου μίλησε ο Κωνσταντίνος Πλάκας, Χημικός Μηχανικός του EKETA.
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Μεσόγειος, όπως είπε, συνίστανται στην περιορισμένη διαθεσιμότητα νερού, στην κλιματική κρίση καθώς «είναι μία από τις πιο ευάλωτες περιοχές στον κόσμο στις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη, με χαμηλότερες βροχοπτώσεις, εκτεταμένες ξηρασίες, ακραίες δασικές πυρκαγιές», όπως και στα ακατέργαστα λύματα, καθώς «το 40% των πόλεων στη Μεσόγειο με πληθυσμό μεταξύ 2.000 και 10.000 κατοίκων δεν είναι συνδεδεμένες με καμία μονάδα επεξεργασίας λυμάτων».
Ο κ. Πλάκας παρουσίασε το πρόγραμμα «Aquacycle», στο οποίο συμμετέχουν η Ελλάδα, η Ισπανία, η Μάλτα, ο Λίβανος και η Τυνησία, που αποσκοπεί στην προώθηση και καθιέρωση της επαναχρησιμοποίησης κατάλληλα επεξεργασμένων αστικών λυμάτων στην περιοχή της Μεσογείου και ιδιαίτερα στις χώρες της Νότιας Μεσογείου. Το έργο εισάγει μια καινοτόμο πράσινη τεχνολογική προσέγγιση στην επεξεργασία λυμάτων για μικρής και μεσαίας κλίμακας οικισμούς, με το ακρωνύμιο APOC , που στηρίζεται σε φυσικά συστήματα και την ηλιακή ακτινοβολία.
Οι μη συμβατικοί υδατικοί πόροι, όπως διευκρίνισε, είναι το θαλασσινό νερό, επεξεργασμένα αστικά λύματα, υφάλμυρα νερά, γκρίζα νερά (νερά από νιπτήρες, πλυντήρια κλπ), βρόχινα νερά, νερά καταιγίδων, νερά αποστράγγισης, νερά διεργασιών.
Το πρόγραμμα «HYDROUSA» με έξι λύσεις για την προσαρμογή του τομέα των υδάτων στην κλιματική αλλαγή στη Μεσόγειο παρουσίασε ο Ερίκ Μινό, επικεφαλής της τεχνικής μονάδας SEMIDE/EMWIS (Ευρωμεσογειακό Σύστημα Πληροφόρησης για την Τεχνογνωσία στον Τομέα του Νερού) και του Office International.
Το πρόγραμμα που χρηματοδοτείται από το HORIZON2020 ξεκίνησε να υλοποιείται το 2018 σε έξι περιοχές στη Λέσβο, τη Μύκονο και την Τήνο, προτείνοντας λύσεις κλίμακας για ένα καινοτόμο σύστημα επεξεργασίας λυμάτων, ένα αγροδασικό σύστημα, ένα σύστημα υπόγειας συλλογής όμβριων υδάτων, ένα σύστημα αποθήκευσης βρόχινου νερού σε οικίες, ένα σύστημα αφαλάτωσης – Θερμοκήπιο, και έναν συνδυασμό από τις παραπάνω λύσεις σε οικοτουριστική μονάδα.
Βασική φιλοδοξία του «Hydrousa», όπως εξήγησε, είναι να αναπτύξει ένα νέο κυκλικό επιχειρηματικό μοντέλο, το οποίο θα είναι ως επί το πλείστον κατάλληλο για τη Μεσόγειο και περιοχές που αντιμετωπίζουν προβλήματα λειψυδρίας, τόσο στην Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως. Το πρόγραμμα εστιάζει σε καινοτόμες λύσεις που μπορούν να βοηθήσουν ιδιαίτερα τις περιοχές που είναι απομακρυσμένες από τα δίκτυα παροχής νερού ή δεν διαθέτουν δίκτυα επεξεργασίας και διαχείρισης νερού και λυμάτων.
Για την αναδιαμόρφωση της δημόσιας δράσης στη διαχείριση των υδάτων στις χώρες της Μεσογείου μίλησε ο Κέβιν Ντελ Βέκιο, ερευνητής και λέκτορας Πολιτικών Επιστημών στην École Nationale de l’Eau et de l’Environnement του Στρασβούργου. Ο ερευνητής αναφέρθηκε σε ζητήματα που αφορούν τη διαχείριση του νερού και τη σύνδεσή τους με άλλες δημόσιες πολιτικές. «Το μοντέλο διαχείρισης που εφαρμόζεται παγκοσμίως ονομάζεται ενσωματωμένη διαχείριση των υδάτινων πόρων και υπάρχει επίσης η επιλογή της προσέγγισης του ζητήματος μέσα από προοπτική λεκανών απορροής, δηλαδή τι ύδατα περνούν μέσα από μία λεκάνη απορροής. Με βάση αυτό το μοντέλο δημιουργούνται και φορείς για διαχείριση κάθε μεγάλης λεκάνης απορροής, αλλά πολλές φορές οι υδρολογικές λεκάνες δεν ταυτίζονται με γεωλογική κατανομή γεωγραφικών διαμερισμάτων» σημείωσε.
Τον οδικό χάρτη της ΕΥΑΘ στην κλιματική αλλαγή παρουσίασε η Κατερίνα Χριστοδούλου, προϊσταμένη του Τμήματος Έρευνας και Ανάπτυξης της εταιρείας.
Η ΕΥΑΘ, όπως σημείωσε, εξυπηρετεί πάνω από 1 εκατ. κατοίκους στο ευρύτερο πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης με τρεις πηγές υδροληψίας -τον ποταμό Αλιάκμονα, τις πηγές Αραβησσού στον νομό Πέλλας και τις γεωτρήσεις στη λεκάνη Αξιού Λουδία- ενώ διαθέτει 2.700 χιλιόμετρα δίκτυο διανομής νερού και 1.750 χιλιόμετρα δίκτυο αποχέτευσης.
Σε ό,τι αφορά τις προκλήσεις τις κλιματικής κρίσης, η ΕΥΑΘ έχει θέσει ως στόχο τη μείωση του υδάτινου αποτυπώματός της ως το 2030 κατά 20% «με τοποθέτηση 100.000 έξυπνων υδρομέτρων, έργα βελτίωσης και αντικατάστασης του υφιστάμενου δικτύου ύδρευσης για τη μείωση απωλειών και διαρροών σε νερό, νέο ενιαίο σύστημα τηλεμετρίας και τηλε-ελέγχου του δικτύου ύδρευσης για τη βέλτιστη λειτουργία του, τη διαχείριση των αποθεμάτων νερού καθημερινά αλλά και σε καταστάσεις κρίσης, διεύρυνση αξιοποίησης νέων τεχνολογιών για βελτιστοποίηση λειτουργίας όλης της διαδρομής του δικτύου πόσιμου νερού σε διαφορετικά σενάρια λειτουργίας». Παράλληλα, η εταιρεία έχει θέσει ως στόχο τη μείωση του ενεργειακού της αποτυπώματος έως το 2030 κατά 30%.
«Η εφαρμογή σύγχρονων τεχνολογιών -AI, big data analysis, machine learning, smart metering, remote innovative sensors- στα υπάρχοντα συστήματα ύδρευσης και αποχέτευσης μπορεί να επιφέρει νέες προοπτικές διαχείρισης τους, υπό τις συνθήκες της κλιματικής κρίσης» σημείωσε η κ. Χριστοδούλου.
Τους προσκεκλημένους της επιστημονικής συνάντησης καλωσόρισε ο γενικός πρόξενος της Γαλλίας και διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης Ζαν-Λικ Λαβό, ενώ την εκδήλωση χαιρέτισαν η Στέλλα Μπεζεργιάννη, πρόεδρος ΔΣ ΝΟΗΣΙΣ και ο Σπύρος Βουτετάκης, διευθυντής Ινστιτούτου Χημικών Διεργασιών και Ενεργειακών Πόρων, ΕΚΕΤΑ. Ο κ. Λαβό ευχαρίστησε τους φορείς που συνεργάστηκαν για την εκδήλωση, στο πλαίσιο της Γιορτής της Επιστήμης, ενός γαλλικού θεσμού που η Πρεσβεία της Γαλλίας, μέσω της υπηρεσίας πανεπιστημιακής και επιστημονικής συνεργασίας, αποφάσισε να διοργανώσει φέτος και στην Ελλάδα, και τόνισε ότι δε θα μπορούσε να επιλεγεί πιο επίκαιρο θέμα από το «νερό».
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ / Σμαρώ Αβραμίδου
Θεσσαλονίκη, Ελλάδα
Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE