Αν και η Ελλάδα παραμένει ειδική περίπτωση λόγω του υψηλού δημοσίου χρέους της: Ο εφιάλτης των Ελλήνων παίρνει τέλος…

FILE PHOTO: Ο γενικός γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας καθως και μέλη εργατικών κέντρων και συνδικάτων συμμετέχουν στην απεργιακή συγκέντρωση του ΠΑΜΕ, στην Αθήνα. ΑΠΕ-ΜΠΕ, Παντελής Σαίτας




Η ανταπόκριση της γερμανικής εφημερίδας Frankfurter Allgemeine Zeitung, (κείμενο του Werner Mussler) από τις Βρυξέλλες αναφέρει, μεταξύ άλλων:

Η επιστολή από τις Βρυξέλλες, με ημερομηνία 2 Αυγούστου, ήταν σύντομη και σαφής.

Ο Valdis Dombrovskis, Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και αρμόδιος για τις Οικονομικές Υποθέσεις, και ο Επίτροπος Οικονομικών Paolo Gentiloni ανακοίνωσαν στον Έλληνα Υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα ότι η ΕΕ δεν θα επεκτείνει την «ενισχυμένη επιτήρηση» της Ελλάδας, η οποία λήγει στις 20 Αυγούστου.

Παρά την πανδημία του κορωνοϊού και τον πόλεμο στην Ουκρανία, η χώρα έχει τηρήσει όλες τις δεσμεύσεις που συμφώνησε η ΕΕ με την Αθήνα κατά το τελευταίο «Πρόγραμμα Προσαρμογής» το 2018. Η ανθεκτικότητα της ελληνικής Οικονομίας έχει αυξηθεί σημαντικά και ο κίνδυνος των επιπτώσεων από μία μετάδοση της κρίσης, ο οποίος πυροδότησε την κρίση του Ευρώ το 2010, έχει μειωθεί, αναφέρεται στην επιστολή.

Οι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) έδωσαν θερμά συγχαρητήρια και παρέπεμψαν στη δέσμευση του Eurogroup τον Ιούνιο ότι θα προσφέρει στην κυβέρνηση της Αθήνας περαιτέρω μείωση των επιτοκίων.

Ο Σταϊκούρας απάντησε την επόμενη μέρα: Τα τελευταία τρία χρόνια –δηλαδή από τότε που ανέλαβε η φιλελεύθερη-συντηρητική κυβέρνηση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη– η Ελλάδα ολοκλήρωσε «σημαντικές μεταρρυθμίσεις» στους έξι τομείς Πολιτικής που συμφωνήθηκαν με το τελευταίο ελληνικό πρόγραμμα.

Εν προκειμένω δεν πρόκειται μόνο για μόνιμες περικοπές στον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά κυρίως για εκείνες τις «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» που έχουν επανειλημμένα ζητήσει οι διεθνείς δανειστές: Τη σταθεροποίηση του τραπεζικού τομέα, το άνοιγμα της αγοράς αγαθών και εργασίας, τις ιδιωτικοποιήσεις και τη μεταρρύθμιση των παρωχημένων δομών της Δημόσιας Διοίκησης.

Επιπλέον, η κυβέρνησή του προώθησε την Ψηφιοποίηση και τη μεταρρύθμιση της Εκπαίδευσης, κάτι που δεν προβλεπόταν καν από το πρόγραμμα, έγραψε ο Υπουργός. Ως εκ τούτου, στην πραγματικότητα δεν δικαιολογείται πλέον η ενισχυμένη επιτήρηση.

Στην πράξη, αυτή η παρακολούθηση συνίστατο σε τακτικές επισκέψεις αξιωματούχων της Επιτροπής στην Ελλάδα, οικονομικές αναλύσεις, αλλά και αξιολογήσεις Δημοσιονομικών και Οικονομικών Πολιτικών.

Το τέλος της αποτελεί ιστορική καμπή για την Αθήνα, καθώς σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής που διήρκεσε περισσότερα από δώδεκα χρόνια και ξεκίνησε με το πρώτο δανειακό πρόγραμμα τον Μάιο του 2010. Τρία προγράμματα των διεθνών δανειστών με επικεφαλής τις χώρες της Ευρωζώνης χρειάστηκαν το 2010, το 2011-2012 και το 2015 για να προφυλαχθεί η χώρα από την χρεοκοπία.

Για τα δάνεια οι πιστωτές ζήτησαν εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις στον προϋπολογισμό και την Οικονομική Πολιτική βάσει του μοντέλου των προγραμμάτων του ΔΝΤ και ήταν πάντοτε επιτόπου -αρχικά ως «τρόικα», αργότερα μόνο ως «θεσμοί»– για να ελέγχουν κατά πόσον αυτές οι απαιτήσεις υλοποιούνταν κιόλας.

Οι περήφανοι Έλληνες βίωσαν αυτή τη μόνιμη παρουσία ως πρόκληση και εφιάλτη –ακριβώς επειδή οι θεσμοί δεν ασχολούνταν μόνο με τα μέτρα λιτότητας, αλλά κυρίως με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θεωρήθηκαν ως παρεμβάσεις στην ελληνική Πολιτική ακόμη περισσότερο και από τις απαιτήσεις για εξοικονόμηση.

Από την άλλη πλευρά, οι εκπρόσωποι της τρόικα καλούνταν πολύ συχνά να επιδείξουν υπομονή, καθώς οι συμφωνηθείσες μεταρρυθμίσεις αρχικά δεν υλοποιούνταν ή υλοποιούνταν με καθυστέρηση. Οι μόνιμες επισκέψεις δεν θα υπάρχουν πλέον σε αυτήν τη μορφή. Η ελληνική κυβέρνηση, κατά μία έννοια, θα ανακτήσει την εθνική της αυτοδιάθεση.

Το τέλος της αυξημένης επιτήρησης δεν είναι η πρώτη σημαντική καμπή. Η 20η Αυγούστου 2018 ήταν ακόμη πιο σημαντική από οικονομικής απόψεως. Ακριβώς πριν από τέσσερα χρόνια τελείωσε το τρίτο δανειακό πρόγραμμα, δηλαδή η εποχή που η Ελλάδα εξακολουθούσε να χρηματοδοτείται εν μέρει από δάνεια του ESM και ελεγχόταν ακόμη πιο στενά.

Μέχρι τότε, κάθε εκταμίευση δανειακών κεφαλαίων εξαρτιόταν από την ακριβή εκπλήρωση ορισμένων μεταρρυθμίσεων. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, το ελληνικό κράτος είναι και πάλι σε θέση να χρηματοδοτείται εξ ολοκλήρου μέσω των χρηματοπιστωτικών αγορών.

Το γεγονός ότι έκτοτε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνέχισε την ενισχυμένη επιτήρηση ήταν αποτέλεσμα δύο εκτιμήσεων. Από τη μία πλευρά θεωρήθηκε ότι η χώρα εξακολουθεί να χρειάζεται μεταρρυθμίσεις. Οι αλλαγές στην αγορά εργασίας, στον τραπεζικό τομέα και στη Δημόσια Διοίκηση προχωρούσαν αργά, αν και η αριστερή κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, η οποία ήταν στην εξουσία μέχρι το 2019, είχε καταρχήν δεσμευτεί να τις υλοποιήσει.

Από την άλλη πλευρά, η ίδια αυτή κυβέρνηση είχε εγείρει στα άλλα κράτη της Ευρωζώνης πάρα πολλές αμφιβολίες για την καλή της θέληση. Άλλωστε, μετά την ανάληψη των καθηκόντων του το 2015, ο Τσίπρας και ο αινιγματικός Υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης αρνούνταν επί έξι μήνες να υλοποιήσουν όλα τα μέτρα λιτότητας και μεταρρυθμίσεων, προκάλεσαν πόλεμο νεύρων με την υπόλοιπη Ευρωζώνη και έτσι όχι μόνο έφεραν την Ελλάδα στο χείλος της οριστικής χρεοκοπίας, αλλά και λίγο πριν το Grexit.

Από το 2019 και μετά, η κυβέρνηση Μητσοτάκη εμφανίστηκε πιο πρόθυμη να συνεργαστεί και κράτησε την ελληνική Οικονομική και Δημοσιονομική Πολιτική μακριά από τα διεθνή πρωτοσέλιδα.

Από την Επιτροπή, η οποία εκπόνησε συνολικά 14 λεπτομερείς εκθέσεις σχετικά με την ενισχυμένη επιτήρηση, λάμβανε τακτικά καλούς βαθμούς.

Βεβαίως, ακόμη και τώρα δεν έχει απαλλαγεί εντελώς από την επιτήρηση. Διότι όπως και όλες οι άλλες χώρες που κάποτε λάμβαναν χρήματα από τα ευρωπαϊκά ταμεία για την αντιμετώπισης της κρίσης, προβλέπεται μια «Επιτήρηση μετά το Πρόγραμμα» (Post Program Surveillance). Και, σε κάθε περίπτωση, στο πλαίσιο του «Ευρωπαϊκού Εξαμήνου» η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ελέγχει συνεχώς κατά πόσον τα κράτη-μέλη ακολουθούν μία βολική για αυτά Οικονομική Πολιτική.

Από αυτή την άποψη, το τέλος της αυξημένης επιτήρησης είναι απλώς ένα ακόμη βήμα, έστω και σημαντικό. Τυπικά, η Ελλάδα δεν είναι πλέον μια μόνιμη ειδική περίπτωση, αλλά «μόνο» μια ακόμα χώρα μετά την κρίση.

Ωστόσο, η χώρα παραμένει ειδική περίπτωση, και μόνο λόγω του υψηλού δημοσίου χρέους της. Ορισμένα από τα δάνεια που έλαβε η Ελλάδα από τα ευρωπαϊκά ταμεία για την αντιμετώπιση της κρίσης EFSF και ESM δεν λήγουν πριν το 2060, γεγονός που θα συνεχίσει να επιβαρύνει τον ελληνικό εθνικό προϋπολογισμό για πολύ καιρό, παρά τους ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής. Κυρίως λόγω αυτών των δανείων το ελληνικό δημόσιο χρέος έφτασε το 2020 σχεδόν στο 210% του ΑΕΠ της χώρας.

Η τιμή αυτή απέχει πολύ από τον αρχικό στόχο των δανειακών προγραμμάτων: Όταν ολοκληρώθηκε το δεύτερο πρόγραμμα το 2012, ο στόχος ήταν να μειωθεί ο δείκτης του χρέους έως το 2020 από 170 σε 120%.

ΠΗΓΗ: Frankfurter Allgemeine Zeitung, (κείμενο του Werner Mussler) – The Greeks’ nightmare ends

Σταϊκούρας: Μετά από 12 χρόνια επιστρέφουμε στην ευρωπαϊκή κανονικότητα * Παύουμε να είμαστε η εξαίρεση στην Ευρωζώνη

Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: