Σκηνή από την ταινία μυστηρίου«Έγκλημα στον Νείλο (Death on the Nile), αμερικάνικης παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Κένεθ Μπράνα, Photo via ΑΠΕ-ΜΠΕ
Θα ζεσταθεί η κίνηση στους κινηματογράφους ή θα παραμείνει παγερή περισσότερο και από τον πρόσφατο χιονιά; Στο ερώτημα θα απαντήσουν δυο νέες ταινίες που κάνουν πρεμιέρα απόψε και αναμένεται να τραβήξουν το ευρύ κοινό.
Πρόκειται για το πολυαναμενόμενο φιλμ μυστηρίου “Έγκλημα στον Νείλο” από τον Κένεθ Μπράνα και την τελευταία ρομαντική κομεντί “Παντρέψου με” με την Τζένιφερ Λόπεζ.
Επίσης, προβάλλονται οι ταινίες “Φυσικό Φως”, ένα ενδιαφέρον πολεμικό δράμα από την Ουγγαρία και τον Ντένες Νάγκι και “Τελευταίοι και Πρώτοι Άνθρωποι”, ένα ασυνήθιστο φουτουριστικό φιλμ από τον Ισλανδό συνθέτη κινηματογραφικής μουσικής Γιόχαν Γιόχανσον, που πέθανε πρόωρα.
Από τις ταινίες που περίμεναν οι σινεφίλ με ανυπομονησία, έπειτα από την πετυχημένη μεταφορά, πριν πέντε χρόνια, του “Εγκλήματος στο Οριάν Εξπρές” από τον Κένεθ Μπράνα, ο οποίος δοκιμάζει για μία ακόμη φορά τις δυνάμεις του με ένα ακόμη μπεστ σέλερ της Αγκάθα Κρίστι.
Ο Βρετανός σκηνοθέτης και ηθοποιός, που κρατά και τον βασικό ρόλο του Ηρακλή Πουαρό, αυτή τη φορά βάζει ένα ακόμη στοίχημα, θέλοντας να ανανεώσει κινηματογραφικά το διάσημο βιβλίο της φημισμένης συγγραφέως.
Θέλει να το κάνει αφενός διεισδύοντας όσο πιο βαθιά μπορεί στον χαρακτήρα τού Πουαρό και αφετέρου χρησιμοποιώντας την ιστορία μυστηρίου και εις βάρος του σασπένς, για να μιλήσει για την υψηλή κοινωνία, να κάνει κοινωνικά σχόλια που αφορούν και τη σημερινή εποχή, ορισμένες φορές να δώσει έντονα ένα μελοδραματικό ύφος.
Βεβαίως, το βασικό πνεύμα του έργου παραμένει εκεί να στηρίζει το όλο εγχείρημα, αλλά είναι αρκετά αποδυναμωμένο σε σχέση με την ταινία του 1978 που γύρισε ο έμπειρος, αλλά αρκετά συμβατικός Τζον Γκίλερμιν, με τον ανεπανάληπτο Πίτερ Ουστίνοφ και μια σειρά από καταξιωμένους ηθοποιούς στο καστ (από Μπέτι Ντέιβις και Μάγκι Σμιθ, μέχρι Ντέιβιντ Νίβεν και Τζορτζ Κένεντι).
Οι φαν των ταινιών μυστηρίου και της Αγκάθα Κρίστι, από τα πρώτα πλάνα, θα διερωτηθούν αν είναι στη σωστή ταινία, καθώς θα μεταφερθούν 20 χρόνια πριν από την υπόθεση μυστηρίου που πρέπει να επιλύσει ο Πουαρό, στα χαρακώματα των μαχών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπου θα τον δουν να προσπαθεί να σώσει το τάγμα του, σε μια επίθεση αυτοκτονίας.
Ένα κομβικό σημείο για την εξέλιξη του πολύπλευρου και δύσκολου χαρακτήρα του, ενώ θα αποκαλυφθεί και τι κρύβεται πίσω από το περίφημο μουστάκι του.
Ο Μπράνα θα βρει και άλλες αφορμές για να φωτίσει τον χαρακτήρα του εγωκεντρικού, εμμονικού ψυχαναγκαστικού, γεμάτου ενοχές, για τον θάνατο της πρώτης και μοναδικής του αγάπης, ντετέκτιβ και όλα αυτά που θα τον κάνουν ξεχωριστό ήρωα σε 33 βιβλία της Αγγλίδας λογοτέχνιδας.
Παράλληλα, ο Μπράνα θα επιχειρήσει να μπει βαθύτερα και στους υπόλοιπους χαρακτήρες του έργου, να τους δώσει υπόσταση, να δείξει τι κρύβεται πίσω από τη συμπεριφορά τους και το έγκλημα, να κάνει ένα εκτεταμένο κοινωνικό σχόλιο, να μιλήσει για την ελίτ της εποχής, αλλά και την επιρροή τού χρήματος, άλλες φορές πετυχημένο και άλλες όχι και τόσο, άλλες φορές δείχνοντας γοητευμένος από τη ζωή τους και άλλες φορές θυμίζοντας ότι πίσω από τα πλούτη και τα πανάκριβα κοστούμια δεν υπάρχει τίποτα, παρά μίζερα ανθρωπάκια.
Ένας σχολιασμός που είναι αρκετά φορτωμένος, με ατάκες ή συμβολισμούς, αλλά και αχρείαστες επεξηγήσεις, την πιο επικίνδυνη παγίδα για έναν σκηνοθέτη, όπως έλεγε και ο Κουροσάβα, που παρατρίχα δεν τραυματίζει σοβαρά και την ταινία.
Το στόρι λίγο πολύ γνωστό, με την παρέα των πλουσίων να βρίσκεται σε ένα πολυτελές πλεούμενο στον Νείλο, στην Αίγυπτο, μία ακόμη πρωταγωνίστρια, την πιο γοητευτική στην ταινία, παρότι ο διευθυντής φωτογραφίας και στενός συνεργάτης τού σκηνοθέτη, ο Ελληνοκύπριος Χάρης Ζαμπαρλούκος, αποφεύγει την καρτ ποστάλ φωτογραφία, δίνοντας ατμοσφαιρικά την ονειρική αίσθηση που μεταδίδει η αφρικανική χώρα και ο Νείλος, και βοηθώντας τον Μπράνα να μας βάλει στο κλίμα της εποχής, έστω και ορισμένες φορές μέσα από μια αποικιοκρατική οπτική.
Όσον αφορά την έμφαση που δίνει στη μελοδραματική διάσταση της ταινίας, μάλλον εδώ χάνει ορισμένους πόντους, παρότι μπορεί να γίνεται πιο ελκυστικός στο ευρύ κοινό, αλλά αποδυναμώνει τη δομή ενός έργου που θέλει να είναι μια ιστορία μυστηρίου.
Ο Κένεθ Μπράνα στον ρόλο του Πουαρό, αν και αρκετά μελετημένος και προσπαθώντας αξιέπαινα να μπει βαθιά στον πολυσύνθετο χαρακτήρα, φαίνεται ότι χάνει στα σημεία (επιεικώς) από τον Ουστίνοφ.
Το υπόλοιπο πολυάριθμο και αξιόλογο καστ στέκεται με επάρκεια αν και ορισμένες φορές μοιάζει αποπροσανατολισμένο, αδυνατώντας να κατανοήσει την επιρροή του περιβάλλοντος, τη μεταφυσική ενέργεια του τοπίου κι ενός σπουδαίου πολιτισμού, πολύ σημαντικότερου από τα χρήματα, τα μεταξένια φορέματα και τα χρυσά κοσμήματα.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο διάσημος Βέλγος ντετέκτιβ Ηρακλής Πουαρό ταξιδεύει στην Αίγυπτο με ένα εντυπωσιακό ατμόπλοιο. Όταν ο φαινομενικά τέλειος και ειδυλλιακός μήνας του μέλιτος ενός ζευγαριού και της παρέας του διακόπτεται απότομα από βίαιους θανάτους, το ταξίδι τού Πουαρό μετατρέπεται σε περιπέτεια, καθώς καλείται να ανακαλύψει για ακόμη μια φορά τον δολοφόνο.
Εφιάλτες από το παρελθόν, για τη στάση της Ουγγαρίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς βρέθηκε στο λάθος στρατόπεδο, στην καταραμένη πλευρά της ιστορίας, αγκαλιά με τη ναζιστική Γερμανία. Θαρραλέο σινεμά, που κοιτά κατάματα τις ευθύνες των προγόνων, αλλά και επίκαιρο όσο ποτέ, καθώς τα εγκλήματα, τα σφάλματα του παρελθόντος φαίνεται να επαναλαμβάνονται.
Ένα απροσδόκητα σημαντικό ντεμπούτο για τον Ντένες Νάγκι, που τιμήθηκε με την Αργυρή Άρκτο Καλύτερης Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Βερολίνου και που αποτελεί γνήσιο δείγμα του ουγγρικού κινηματογραφικού νέου κύματος, στο οποίο πρωτοστατεί ο Λάσλο Νέμες (“Ο Γιος του Σαούλ”).
Δεν είναι απλώς ακόμη μία ταινία για τη φρίκη του πολέμου, αλλά μια διείσδυση στην ψυχολογία αυτών που βρέθηκαν στη μελανή σελίδα της ιστορίας, συμμετέχοντας σε εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, βουτώντας το μυαλό και την καρδιά στο μίσος που απλόχερα μοίραζαν οι ναζιστές.
Μια ιστορία που δείχνει να επαναλαμβάνεται, πολλές φορές, με διαφορετικά σχήματα και εκφάνσεις, συνεχίζοντας να δηλητηριάζει περαιτέρω τον κόσμο μας.
Ο Νάγκι, έχοντας ένα δυνατό στόρι, με μία ομάδα Ούγγρων στρατιωτών να αναζητά αντάρτες σε χωριά της κατεχόμενης Σοβιετικής Ένωσης, για λογαριασμό των Γερμανών, θα βουτήξει την κάμερα στη λάσπη, στα παγωμένα αφιλόξενα τοπία, στο ζοφερό μισοσκόταδο, το οποίο βαραίνει ακόμη περισσότερο η ερεβώδης παρουσία των στρατιωτών.
Και ταυτόχρονα βάζοντας τον κεντρικό ήρωα, έναν φωτογράφο παρατηρητή των μαχών, να βρίσκεται αναπάντεχα επικεφαλής των στρατιωτών και να συνειδητοποιεί τις ευθύνες του.
Μια δύσκολη, αλλά πραγματικά συνταρακτική, ταινία, σκηνοθετημένη από έναν, απ’ ό,τι φαίνεται, εξαιρετικά ταλαντούχο και εξελίξιμο δημιουργό, έναν στοχαστή, που αξιοποιεί στο μέγιστο τα πενιχρά εφόδια που του δόθηκαν και τους ερασιτέχνες ηθοποιούς που βρήκε από τα γύρω χωριά της ρωσόφωνης Λετονίας, όπου γύρισε την ταινία.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μια ομάδα Ούγγρων στρατιωτών (η Ουγγαρία πολεμούσε στο πλευρό της ναζιστικής Γερμανίας) αναζητά αντάρτες στο κατεχόμενο τμήμα της Σοβιετικής Ένωσης. Η περιπλάνηση στο παγωμένο τοπίο τούς οδηγεί σε ένα μικρό χωριό όπου είναι πιθανό να κρύβονται οι ύποπτοι δολιοφθορών. Ο λοχίας Σεμέτκα, φωτογράφος και σιωπηλός παρατηρητής, βρίσκεται ξαφνικά επικεφαλής της ομάδας αντιμέτωπος με έναν “πόλεμο” που πάντα μαίνονταν γύρω του, αλλά ποτέ δεν υπήρξε δικός του.
Ασυνήθιστο φουτουριστικό φιλμ, το πρώτο και μοναδικό που γύρισε ο πρόωρα χαμένος Ισλανδός συνθέτης κινηματογραφικής μουσικής Γιόχαν Γιόχανσον (πέθανε το 2018 σε ηλικία 49 ετών), βασισμένος στο μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας του Όλαφ Στέιπλεντον και προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Βερολίνου, όπου προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση.
Στο φιλμ δεν υπάρχει η παραμικρή δράση ή ανθρώπινη παρουσία, παρά μόνο αργά σχεδόν ακίνητα απόκοσμα πλάνα, πολλές φορές επαναλαμβανόμενα, από επιβλητικά πέτρινα μνημεία που οικοδομήθηκαν τη δεκαετία του ’60 στην πρώην Γιουγκοσλαβία, σε ασπρόμαυρο και πολύ, μα πάρα πολύ, γκρίζο.
Και μαζί η φωνή της Τίλντα Σουίντον να αφηγείται -συνοδεία της επιβλητικής όσο και πένθιμης μουσικής τού ίδιου του μακαρίτη δημιουργού- το τέλος του πλανήτη, με απόσταση δύο δισεκατομμυρίων χρόνων από σήμερα!
Σουρεαλιστικά μνημεία, τα μόνα που έχουν απομείνει από τον πολιτισμό μας, μεταδίδουν μηνύματα προς τον ερημωμένο πλανήτη, αλλά και προς την ανθρωπότητα πριν μπει η γη στην τελευταία στροφή της ύπαρξής της, αναδεικνύοντας την ταπεινότητα του ανθρώπινου είδους και τα ταπεινά του ένστικτα που έκαναν ό,τι μπορούσαν για ένα άδοξο τέλος -αν και προκαθορισμένο. Ένα αστέρι όπως γεννιέται έτσι και σβήνει.
Ένα φιλμ που μοιάζει περισσότερο με ένα φιλοσοφικό κείμενο συνοδευόμενο με εικόνες και που απευθύνεται βεβαίως σε ένα περιορισμένο κοινό.
Ένα ενδιαφέρον κείμενο, με αρκετές σοβαρές και ενδιαφέρουσες απόψεις για το σύμπαν, τον άνθρωπο, τη γη, αλλά πέφτει θύμα μιας υπερβολικής σοβαρότητας, στα όρια της σοβαροφάνειας κι ενός διδακτισμού.
Δεν είναι τυχαίο ότι η ταινία ξεκινά με την αφηγήτρια Σουίντον να λέει «ακούστε υπομονετικά», ενώ σε όλη τη διάρκεια (70 λεπτά), προστακτικά και με αυστηρότητα δασκάλας περασμένων χρόνων, μόνο ο ήχος της βέργας που σκίζει προειδοποιητικά τον αέρα λείπει, να αναπτύσσει, αργά και βασανιστικά, το κείμενο -των 1.500 λέξεων, πάνω κάτω- που έχει μπροστά της.
Βεβαίως, κάποιος θα έλεγε ότι μετά από δυο δισεκατομμύρια χρόνια -αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και υπερβολική αισιοδοξία- ποιος ζει ποιος πεθαίνει. Αλλά ο άνθρωπος θέλει πάντα από κάπου να κρατηθεί. Ακόμη και το μακρινό τέλος της ανθρωπότητας είναι κάτι μακάβριο, ειδικά για όσους δεν πιστεύουν ότι όλα είναι αποκλειστικά φυσική ή χημεία…
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Δύο δισεκατομμύρια γήινα χρόνια μετά, στο μέλλον, η τελευταία γενιά ανθρώπων βρίσκεται στο χείλος του αφανισμού. Από τον μακρινό, εποικισμένο τους πλανήτη, στέλνουν ένα ύστατο κινηματογραφημένο μήνυμα στους σημερινούς κατοίκους της Γης.
Ακόμη μία γλυκανάλατη ρομαντική κομεντί με την Τζένιφερ Λόπεζ, μια παραλλαγή της Σταχτοπούτας στο Αμέρικα του σήμερα. Μόνο που στη θέση της Σταχτοπούτας δεν βρίσκεται η Λόπεζ, αλλά ο συμπρωταγωνιστής της, Όουεν Γουίλσον!
Ταυτόχρονα, όμως, είναι και μια ταινία για τον λαμπερό κόσμο της σόου μπιζ, αφού το υποτυπώδες κι εντελώς επιφανειακό σενάριο θέλει την Λόπεζ να παίζει λίγο πολύ τον εαυτό της.
Μια ποπ σταρ που μπροστά σε χιλιάδες θεατές και εκατομμύρια τηλεθεατές παρατάει τον διάσημο και εκλεκτό τής καρδιάς της, αφού ανακαλύπτει τελευταία στιγμή ότι την απατά, και να επιλέγει για σύζυγο έναν άσημο, έναν διαζευγμένο καθηγητή μαθηματικών που βρέθηκε στη συναυλία της χωρίς να το θέλει, συνοδεύοντας την έφηβη κόρη του.
Όλα αυτά με μπόλικες γλυκερές σκηνές, ακόμη περισσότερες πολύχρωμες σαπουνόφουσκες και πολλά τραγούδια της θελκτικής Λατινοαμερικάνας σοουγούμαν. Μια ταινία που τη λες και προώθηση των τελευταίων επιτυχιών της, αλλά και της εικόνας ενός ποπ ειδώλου.
Οι λεπτομέρειες είναι περιττές, για την ταινία, που βρίθει συνταγών και γνώριμων κλισέ και που απευθύνεται αποκλειστικά στο εφηβικό και νεανικό φανατικό κοινό της Τζένιφερ Λόπεζ.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η ποπ σταρ Κατ Βαλντέζ, μαζί με τον Μπαστιάν, με τον οποίο συνιστούν το πιο πετυχημένο ντουέτο στη μουσική βιομηχανία, ετοιμάζονται να κάνουν το γάμο τους μπροστά στα μάτια των θαυμαστών τους, σε μια τελετή που θα μεταδοθεί ζωντανά.
Ένας διαζευγμένος καθηγητής μαθηματικών, ο Τσάρλι, συνοδεύει με το ζόρι την κόρη του και τη φίλη του στη συναυλία. Όταν η Κατ, μαθαίνει, λίγο πριν την τελετή, ότι ο Μπαστιάν την απατά, ο αγγελικά πλασμένος κόσμος της καταρρέει και στρέφει το βλέμμα της σε ένα τυχαίο πρόσωπο στο πλήθος, το οποίο επιλέγει να τον παντρευτεί. Είναι ο Τσάρλι.
Και αυτό που ξεκίνησε ως μια παρορμητική αντίδραση, εξελίσσεται σε ένα απροσδόκητο ρομάντζο, παρότι όλες οι δυνάμεις του σύμπαντος συνωμοτούν για να τους χωρίσουν.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, Χάρης Αναγνωστάκης
Αθήνα, Ελλάδα
Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLEΟ Μπράνα “έφαγε” τον Κλούνεϊ: Οσκαρικό ρεκόρ με υποψηφιότητες σε 7 κατηγορίες