Ο ζωτικός μύθος του Ναυαρίνου: Χρειάστηκαν άλλα δυόμιση χρόνια Αγώνα γιά να φθάσουμε στην Απελευθέρωση

Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός. Ἐπιζωγραφισμένη λιθογραφία τοῦ Ἰταλοῦ ζωγράφου Ludovico Lipparini, 1838. Ἀθήνα, Ἐθνικὸ Ἱστορικὸ Μουσεῖο.




Του ΜΕΛΕΤΗ Η. ΜΕΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ**

Ἡ συγκλονιστικὴ ἀναµέτρηση ἑνὸς ὀλιγάριθµου ἔθνους ἐναντίον µίας ἀχανοῦς αὐτοκρατορίας, ποὺ ἐκτεινόταν ἀπὸ τὸν ∆ούναβι µέχρι τὸν Νεῖλο καὶ ἀπὸ τὸν Περσικὸ κόλπο µέχρι τὴν δυτικὴ Ἀφρική, ὑπῆρξε τὸ σηµαντικώτερο γεγονὸς τῆς µεταναπολεόντειας ἐποχῆς.

Ἔγινε ἔµβληµα τῆς φιλελεύθερης Εὐρώπης καὶ προσδιόρισε τὴν συνείδηση τοῦ σύγχρονου δυτικοῦ πολιτισµοῦ, ἀπὸ τὴν Ρωσσία µέχρι τὶς Ἡνωµένες Πολιτεῖες. Κινητοποίησε χιλιάδες ἰδεαλιστὲς Φιλέλληνες, ποὺ υἱοθέτησαν τὸ σύνθηµα Ἐλευθερία ἢ Θάνατος ὡς δικό τους ὑπαρξιακό δίληµµα.

Λειτούργησε ὡς ἐναρκτήριο ἔναυσµα γιὰ τὴν διαδοχικὴ χειραφέτηση ὅλων τῶν ἐθνῶν ποὺ ζοῦσαν ὑπόδουλα σὲ αὐτοκρατορίες. Ὁριοθέτησε τὴν ἀφετηρία τῆς ἀποδόµησης τῆς δουλοκτητικῆς καὶ ὑπανάπτυκτης Ὀθωµανικῆς αὐτοκρατορίας µέσα ἀπὸ µία σειρὰ ἐθνικῶν ἐπαναστάσεων καὶ ἀπελευθερωτικῶν πολέµων, ὥστε σὲ ἐνενῆντα χρόνια ἐπῆλθε τὸ ὁριστικό της τέλος.

Καὶ γέννησε τὸ νεώτερο ἑλληνικὸ κράτος σὲ πολλοστηµόριο τῶν ἐδαφῶν στὰ ὁποῖα κατοικοῦσαν ἀπὸ ἀρχαιοτάτων χρόνων οἱ Ἕλληνες, ἀφήνοντας τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ ὅλου Ἑλληνισµοῦ σὲ ἐκκρεµότητα.

  • ΤO θεμελιῶδες Ασυμβίβαστο

Η Ἑλληνική Ἐπανάσταση ἦταν ἡ ἀναπόφευκτη κατάληξη ἑνὸς θεμελιώδους ἀσυμβίβαστου μεταξὺ τῆς ἰδιοσυστασίας τοῦ κατακτητῆ καὶ τῆς ἰδιοσυστασίας τοῦ ὑπόδουλου. Ἡ Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία ὑπῆρξε προϊὸν εἰσβολῆς στὴν Εὐρώπη ἑνὸς πολιτισμικὰ καθυστερημένου, βαρβαρικοῦ, νομαδικοῦ τουρκομογγολικοῦ λαοῦ, χωρὶς παράδοση ὀργανωμένου κράτους καὶ ἐμπειρία παραγωγικῆς ὑποδομῆς. Ὁ βασικὸς μηχανισμὸς προσπορισμοῦ ὑπεραξίας ἀπὸ τοὺς Τούρκους ἦταν ἡ κατάληψη καὶ ἡ λεηλασία οἰκονομικὰ ἀνεπτυγμένων χωρῶν.

Ἡ διαδικασία αὐτὴ ἄρχισε συστηματικὰ ὅταν τὰ πρῶτα τουρκικὰ φῦλα ἔφθασαν στὸ ἀραβικὸ χαλιφᾶτο τὸν 11ο αἰῶνα καὶ συνεχίστηκε ἀδιαλείπτως τοὺς ἑπόμενους αἰῶνες, μὲ τὴν κατάληψη καί λεηλασία τῆς ἀραβικῆς Ἐγγὺς Ἀνατολῆς καί τῆς βυζαντινῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Τὰ ὑπολείμματα τῆς ἄλλοτε κραταιᾶς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας ἦταν εὔκολος στόχος, ἀφοῦ τὸ κράτος αὐτὸ εἶχε δεχθεῖ συντριπτικὸ πλῆγμα ἀπὸ τὴν Τέταρτη Σταυροφορία τὸ 1204 καὶ ἦταν πλέον σκιὰ τοῦ ἑαυτοῦ του. Τὸ 1453 ἡ Κωνσταντινούπολη ἔπεσε στὰ χέρια τῶν Τούρκων καὶ κατέστη πρωτεύουσα τοῦ κράτους τους. Ἀκολούθησε ἡ κατάληψη τῶν Βαλκανίων καὶ τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης.

Ὅταν ἡ πορεία τῶν Τούρκων ἀνακόπηκε βιαίως στὰ τείχη τῆς Βιέννης τὸ 1683, τὸ ὀθωμανικὸ κράτος εἰσῆλθε σὲ φάση ἐσωστρέφειας καὶ μακρὰ πορεία παρακμῆς. Ἀποτέλεσμα τοῦ τέλους τῶν ὀθωμανικῶν κατακτήσεων καὶ ἄρα τῆς συστηματικῆς λεηλασίας ξένων χωρῶν, ἦταν ἡ στροφὴ τοῦ ὀθωμανικοῦ κράτους πρὸς τὴν ἐπίσημη ἐσωτερικὴ ληστεία, δηλαδὴ τὴν ἐξαντλητικὴ ὑπερφορολόγηση τῆς κοινωνίας καὶ τὴν κατάσχεση τοῦ ἑκάστοτε συσσωρευόμενου πλούτου. Ὑπ΄ αὐτὲς τὶς συνθῆκες ἀποκλείσθηκε ἡ πρωταρχικὴ συσσώρευση κεφαλαίου καὶ οἱ παραγωγικὲς ἐπενδύσεις, ποὺ ὁδήγησαν τὸν δυτικὸ κόσμο στὴν Βιομηχανικὴ Ἐπανάσταση, στὴν ἀνάπτυξη καὶ στὴν νεωτερικότητα. Ἡ Οθωμανική αὐτοκρατορία ἔχασε τό τραῖνο τῆς ἐκβιομηχάνισης, τῆς ἀνάπτυξης καὶ τῆς νεωτερικότητας καὶ ἔμεινε μία βαθειά ὑπανάπτυκτη καὶ κοινωνικά καθυστερημένη οἰκονομία καὶ κοινωνία.

Ἀπὸ κοινωνικῆς πλευρᾶς, τὸ ὀθωμανικὸ κράτος ἦταν μία κοινωνία δούλων, ὅπου ὁ μόνος ἐλεύθερος ἦταν ὁ σουλτᾶνος. Θεσμοί, μέ τήν ἀπρόσωπη δυτική ἔννοια τοῦ ὅρου, δέν ὑφίσταντο. Ὁ σουλτᾶνος ἦταν καὶ χαλίφης, δηλαδὴ συγκέντρωνε τὸ σύνολο τῆς θρησκευτικῆς, ἐκτελεστικῆς, νομοθετικῆς, δικαστικῆς καὶ στρατιωτικῆς ἐξουσίας. Εἶχε δικαίωμα ζωῆς καὶ θανάτου σὲ ὅλους τοὺς κατοίκους τοῦ κράτους του. Ἀκόμα καὶ ὁ πρωθυπουργός του ἦταν ἁπλὰ ἕνας ἀκόμα δοῦλος, στὸν ὁποῖον εἶχαν ἀνατεθεῖ ὑψηλὰ καθήκοντα, καὶ ἡ θητεία τοῦ ὁποίου ἔληγε συνήθως μὲ τὴν ἐκτέλεσή του ἀπὸ τὸν δήμιο τοῦ σουλτάνου. Ὁ κορυφαῖος γερμανὸς κοινωνιολόγος Max Weber ὀνόμασε αὐτὴν τὴν μορφὴ κράτους «πολιτικὸ σουλτανισμό», ποὺ εἶναι τὸ ἀντίθετο ἀπὸ τὴν θεσμικὰ ὀργανωμένη κοινωνικὴ καὶ πολιτικὴ ζωὴ τῶν ἀνεπτυγμένων εὐρωπαϊκῶν κοινωνιῶν.

Οἱ χριστιανοὶ καὶ οἱ ἑβραῖοι κάτοικοι τοῦ ὀθωμανικοῦ κράτους ἦταν «ἄπιστοι», ὑπήκοοι δευτέρας κατηγορίας, χωρὶς ἀτομικὰ δικαιώματα. Τοὺς ἐπιτρεπόταν ἁπλῶς νὰ ζοῦν ὑπὸ τὴν προϋπόθεση τῆς καταβολῆς τοῦ κεφαλικοῦ φόρου (κεφαλικοῦ διότι ἔτσι διατηροῦσαν οἱ ραγιᾶδες τὸ κεφάλι τους στοὺς ὤμους τους). Ἀποκαλοῦντο ραγιᾶδες ἀπὸ τὴν λέξη reya, ποὺ σημαίνει κοπάδι, διότι ὡς κοπάδι ζώων ἀντιλαμβάνονταν οἱ κτηνοτρόφοι νομάδες μογγολικῆς προελεύσεως Τοῦρκοι τοὺς ὑποδούλους λαούς.

Ἡ προσπάθεια ὡραιοποίησης τῆς ζωῆς τῶν ὑποδούλων ραγιάδων ἀπὸ διαφόρους νεοέλληνες ψευδοϊστορικοὺς τελευταίας ἐσοδείας δείχνει ὄχι μόνον ἄγνοια τῶν πηγῶν, ἀλλὰ καὶ ἀδυναμία ἢ ἀπροθυμία κατανόησης τῆς σημασίας τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἀξιοπρέπειας ἀλλὰ καὶ τῆς παντελοῦς ἀπουσίας σταθερῶν κανόνων, σὲ μιὰ κοινωνία ὅπου τὴν ἔννοια τῆς νομιμότητος ἐκπροσωποῦσε ἡ αὐθαίρετη, διαρκῶς μεταβαλλόμενη καὶ μὴ προβλέψιμη βούληση τοῦ σουλτάνου καὶ τῶν ὀργάνων του.

Ἰδού πῶς περιγράφει ὁ ἐγγὺς τῶν γεγονότων Δημήτριος Βικέλας τὴν κατάσταση τῶν Ἑλλήνων ἐπὶ Τουρκοκρατίας στὸ ἔργο του Ἡ Ἑλλάς πρό τοῦ 1821 (1885, ἐπανέκδοση τό 2021 ἀπό τίς ἐκδόσεις Ντουντούμη μέ πρόλογο Σπύρου Γεωργίου): «ἐπί Τουρκοκρατίας», γράφει ὁ Βικέλας, οἱ «περιελθόντες τήν Τουρκίαν ξένοι μετά φρίκης ἐκθέτουσι τὴν καθ’ ὅλην αὐτῆς τὴν ἔκτασιν ἐπικρατοῦσαν ἀθλιότητα…..πρός οὐδεμίαν ἐπί γῆς ἐπικράτειαν ὁμοιάζει. Ἀπό τῆς Κωνσταντινουπόλεως μέχρι τῆς ἀπωτάτης τοῦ Εὐξείνου ἄκρας, ἀπό τοῦ Βοσπόρου μέχρι τῆς Ἀδριατικῆς, αἱ πόλεις αὐτῆς εἶναι κοπρῶνες, τά χωρία της φωλεαί ἐρημώσεως. Ἁπανταχοῦ ὁ λόγος περί μόνον πανώλους, ἤ πυρκαϊῶν, ἤ ἐπιδημιῶν, ἤ λιμοῦ. Παρά τάς πύλας τῶν πόλεων ἵστανται ἀγχόναι καί πύργοι κρανίων. Τὰς αὐλάς τῶν σατραπῶν κοσμοῦσι κεφαλαί αἱμόφυρτοι, σκόλοπες καὶ βασανιστήρια. Εἰς τὰς ὁδούς ρακενδύται μόνον περιφέρονται. Ἐν ἐλλείψει πάσης ἀστυνομίας, οὔτε τάξις ὑπάρχει, οὔτε ἀσφάλεια, οὔτε ἡσυχία….. ὁ φόνος Χριστιανοῦ ὑπὸ Τούρκου δέν ἐθεωρεῖτο ἔγκλημα….ἡ δωροδοκία ἦτο αὐτόχρημα ἡ βάσις τοῦ διοικητικοῦ ὀργανισμοῦ τῶν πασάδων…..ἀπό τοῦ Σουλτάνου μέχρι τοῦ τελευταίου ὑπαλληλίσκου, πάντες οἱ ἐν τέλει διετρέφοντο οὕτω ἐκ τῶν ἱδρώτων τοῦ καταπιεζομένου Ραγιᾶ….ἕκαστος Ραγιᾶς ὑπέκειτο εἰς τὴν ἀπότισιν τοῦ [κεφαλικοῦ] φόρου τούτου, ἐπὶ ἐξαγορᾷ τῆς ζωῆς του. Ὤφειλε δὲ ἀείποτε, ἐξερχόμενος τοῦ οἴκου του, νά φέρῃ μεθ’ ἑαυτοῦ τὸ ἀποδεικτικόν τῆς πληρωμῆς….τήν ἀκαταλόγιστον συμφοράν τοῦ παιδομαζώματος, δι’ οὗ περιοδικῶς ἀπεδεκατίζετο ἄλλοτε τό Ἑλληνικόν ἔθνος, ἀποσπωμένου ἀπὸ τῶν κόλπων αὐτοῦ τό ἄνθος του….οἱ πατέρες καί αἱ μητέρες ἐστεροῦντο τά τέκνα των, ὅπως τά ἴδωσι διά τῆς βίας ἐξαρνούμενα τήν χριστιανική πίστιν καί κατατασσόμενα εἰς τάς τάξεις τῶν μισητῶν ἐχθρῶν…ὁ Σουλτᾶνος δέν κήδεται τῶν χριστιανῶν ὡς ὑπηκόων, ἀλλ’ ἐκμεταλλεύεται αὐτούς ὡς ἐχθρούς….»…..κλπ. Εἰκόνα μίας ὑπανάπτυκτης, ἐξευτελιστικῆς καί συχνά θανατηφόρας γιά τούς ὑπηκόους της δουλοκτητικῆς κοινωνίας.

Ἀντιθέτως τὸ ἑλληνικὸ ἔθνος εἶχε ἤδη διανύσει μία μακρὰ πορεία πολιτισμικῆς ἀνάπτυξης καὶ γεωπολιτικῆς κυριαρχίας. Στὴν Ἀρχαιότητα εἶχε ἀναδείξει ἕναν σπουδαῖο πολιτισμό, εἶχε θέσει τὶς βάσεις τῆς ἐπιστημονικῆς καὶ ὀρθολογικῆς σκέψης, εἶχε ἐφεύρει τὴν δημοκρατία καὶ εἶχε ἀναχαιτίσει τὴν ἐπέλαση τοῦ δουλοκτητικοῦ καὶ ἀπολυταρχικοῦ περσικοῦ κράτους πρὸς δυσμάς. Μὲ τὴν ἐκστρατεία τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου εἶχε διαμορφώσει ἕναν πολιτισμικὰ καὶ γλωσσικὰ ἑνιαῖο χῶρο ἀπὸ τὴν Ἰνδία ἕως τὸ Γιβραλτάρ, πάνω στὸν ὁποῖο συγκροτήθηκαν σὲ πρώτη φάση τὰ Ἑλληνιστικὰ βασίλεια (4ος–1ος αἰῶνας π.Χ.) καί ἀκολούθως ἡ Ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία (1ος αἰ. π.Χ. ἕως 4ος αἰ. μ.Χ.) καὶ ἡ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία (4ος–15ος αἰ. μ.Χ.). Τὸ ἴδιο ἔθνος, στὴν συνέχεια, διαμόρφωσε κατὰ τὸν Μεσαίωνα μία σπουδαία χριστιανικὴ αὐτοκρατορία, ποὺ διέσωσε τὴν ἑλληνικὴ γραμματεία, ἀνέδειξε τὸν δικό της πρωτότυπο πολιτισμό, ἐκπολίτισε τοὺς λαοὺς τῆς ἀνατολικῆς Εὐρώπης, πυροδότησε τὴν εὐρωπαϊκὴ ἀναγέννηση καὶ ἀναχαίτισε ἐπὶ αἰῶνες τὴν προέλαση τῶν ἀραβικῶν καὶ τουρκικῶν φύλων πρὸς δυσμάς.

Ἡ ὀθωμανικὴ ἐπέλαση καὶ κατάκτηση τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, τῆς βόρειας Ἀφρικῆς καὶ τῶν Βαλκανίων ὁδήγησε τὶς περιοχὲς αὐτὲς στὴν ὑπανάπτυξη, στὴν οἰκονομικὴ ἐρήμωση καὶ στὸν πολιτισμικὸ μαρασμό. Τὶς ὑπέβαλε στὴν διαδικασία τῆς διαρκοῦς γενοκτονίας, μέσῳ τῶν μαζικῶν σφαγῶν, τῶν ἐξισλαμισμῶν καὶ τοῦ παιδομαζώματος. Ἀπέκοψε τὶς ὑπόδουλες στὸν ὀθωμανικὸ ζυγὸ κοινωνίες ἀπὸ τὶς συγκλονιστικὲς ἐξελίξεις ποὺ συνέβησαν στὴν Εὐρώπη: τὴν Ἀναγέννηση, τὸν Διαφωτισμὸ καὶ τὴν Βιομηχανικὴ Ἐπανάσταση. Καθήλωσε τὶς χῶρες αὐτὲς στὴν καθυστέρηση καὶ τὶς ἐνέταξε στὴν παρακμιακὴ πορεία τοῦ Ὀθωμανικοῦ κράτους, στὴν ἀποικιοκρατία καὶ τελικῶς στὴν ἐξάρτηση ἀπὸ τὶς εὐρωπαϊκὲς δυνάμεις.

Παρὰ ταῦτα, τὸ ὑπόδουλο ἑλληνικὸ ἔθνος, παρὰ τὶς σοβαρὲς ἀπώλειες ποὺ ὑπέστη, διέσωσε τὴν ὀντότητά του, τὴν πολιτισμικὴ καὶ θρησκευτική του ταυτότητα καὶ τὰ βασικὰ στοιχεῖα τῆς ἰδιοσυστασίας του. Ὁρισμένα μάλιστα ἀπὸ αὐτὰ ἐνδυναμώθηκαν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς δουλείας. Πχ. ὁ ἀμεσοδημοκρατικὸς θεσμὸς τῶν κοινοτήτων, ἡ ναυτιλία καὶ ἡ ἐξωστρέφεια τῆς ἐμπορικῆς δραστηριότητας, ἡ δημιουργία ἐμπορικῶν σταθμῶν καὶ ὁμογένειας σὲ σημαντικές εὐρωπαϊκὲς πόλεις καὶ λιμένες, ἡ πνευματικὴ σύνδεση τοῦ Ἑλληνισμοῦ μὲ τὸν Εὐρωπαϊκὸ Διαφωτισμό, στὴν ὁποία μάλιστα πρωταγωνίστησαν ἱερωμένοι καὶ λόγιοι.

Αὐτὰ ὅλα γέννησαν ἕνα θεμελιῶδες ρῆγμα μεταξὺ τῆς κοινωνίας τῶν κυριάρχων καὶ τῆς κοινωνίας τῶν κυριαρχουμένων. Ἡ κοινωνία τῶν κυριάρχων Ὀθωμανῶν χαρακτηριζόταν ἀπὸ τὴν σφραγῖδα τῆς νομαδικῆς, ἀσιατικῆς προέλευσής της καὶ τὴν καθυστερημένη οἰκονομική, κοινωνικὴ καὶ πνευματική της δομή. Ἡ κοινωνία τῶν κυριαρχούμενων Ἑλλήνων ἦταν μία κοινωνία μὲ κοινοτικὴ-δημοκρατική δομή, ἀνοιχτὸ πνεῦμα καὶ ἐξωστρέφεια, ἰσχυροὺς δεσμοὺς μὲ τὴν Δύση καὶ τὴν εὐρωπαϊκὴ πνευματικὴ ζωή. Αὐτοὶ οἱ δύο κοινωνικοὶ σχηματισμοί, ὁ ἑλληνικὸς καὶ ὁ ὀθωμανικός, ἦταν πολιτισμικά, κοινωνικά, οἰκονομικά, θεμελιωδῶς ἀσύμβατοι, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ ἀδυναμία συμβίωσης, ἡ ρήξη καὶ τελικὰ ἡ Ἐπανάσταση νὰ ἀποτελοῦν νομοτελειακὴ κατάληξη.

Αὐτὸ ἄλλωστε καταδεικνύεται ἀπὸ τὶς πολιτειακὲς καὶ θεσμικὲς ἐπιλογὲς τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας κατὰ καὶ μετὰ τὴν Ἐπανάσταση. Τὰ φιλελεύθερα καὶ μάλιστα πρωτοποριακὰ ἐπαναστατικὰ Συντάγματα, ἡ πρόσκληση καὶ ἔνταξη Εὐρωπαίων ἀξιωματούχων καὶ στρατιωτικῶν στὸ πολιτικοστρατιωτικὸ ὀργανόγραμμα τῆς ἐπαναστατημένης Ἑλλάδος, ἡ ἐκλογὴ τοῦ μεγάλου, διεθνοῦς διαμετρήματος, πολιτικοῦ καὶ διπλωμάτη Ἰωάννη Καποδίστρια ὡς πρώτου Κυβερνήτη τῆς χώρας, ἀλλὰ ἀκόμα καὶ ἡ στροφὴ σὲ εὐρωπαϊκοὺς δυναστικοὺς οἴκους γιὰ τὴν ἐπιλογὴ ἡγεμόνα, ἡ ὅλη θεσμικὴ ὀργάνωση τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους σύμφωνα μὲ τὰ δυτικὰ πρότυπα καὶ ἡ υἱοθέτηση τῆς κλασσικῆς καὶ εὐρωπαϊκῆς παιδείας ὡς κυρίαρχης πολιτισμικῆς μορφῆς του, ἀποτελοῦν τὴν ἀπόδειξη τῆς ἀσυμβατότητας μεταξὺ τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους καὶ τοῦ ὀθωμανικοῦ πλαισίου στὸ ὁποῖο ἐγκλωβίστηκε ἡ ἑλληνικὴ κοινωνία μετὰ τὸ 1453.

Ἑπομένως ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση δὲν ὑπῆρξε ἁπλῶς μία ἐθνικὴ ἀπελευθέρωση, ἀλλὰ καὶ ὁ ἀπεγκλωβισμὸς ἑνὸς ἔθνους ποὺ ἀνέδειξε τὰ θεμέλια τοῦ εὐρωπαϊκοῦ κόσμου ἀπὸ ἕνα καθυστερημένο δουλοκτητικὸ ἀσιατικὸ πλαίσιο.

  • Ο συσχετισμός Ισχύος

Ἡ συλλογικὴ ἀπόφαση τῶν Ἑλλήνων νὰ ἐπαναστατήσουν ἐναντίον τῆς ἀχανοῦς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας ἦταν ἀνορθολογική, μὴ ρεαλιστική, ἀντίθετη στοὺς συσχετισμοὺς ἰσχύος. «Ὁ κόσμος μᾶς ἔλεγε τρελλούς», γράφει ὁ Ἀρχιστράτηγος τῆς Ἐπανάστασης Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. «Ἡμεῖς, ἂν δὲν εἴμεθα τρελλοί, δὲν ἐκάναμε τὴν ἐπανάσταση, διατὶ ἠθέλαμε συλλογισθεῖ πρῶτον διὰ πολεμοφόδια, καβαλλαρία μας, πυροβολικό μας, πυροτοθῆκες μας, τὰ μαγαζιά μας, ἠθέλαμε λογαριάσει τὴ δύναμη τὴν ἐδική μας, τὴν τούρκικη δύναμη. Τώρα ὅπου ἐνικήσαμε, ὅπου ἐτελειώσαμε μὲ καλὸ τὸν πόλεμό μας, μακαριζόμεθα, ἐπαινόμεθα. Ἄν δὲν εὐτυχούσαμε, ἠθέλαμε τρώγει κατάρες, ἀναθέματα.»

Ποιά ἦταν, λοιπόν, ἡ ἰσχὺς τοῦ κράτους, ἐναντίον τοῦ ὁποίου ὄρθωσαν τὸ ἀνάστημά τους οἱ ὀλιγάριθμοι ὑπόδουλοι Ἕλληνες; Τὸ ὀθωμανικὸ κράτος ἐκτεινόταν ἀπὸ τὴν Οὐκρανία μέχρι τὴν Αἰθιοπία καὶ ἀπὸ τὸν Περσικὸ κόλπο μέχρι τὴν Ἀλγερία. Συμπεριελάμβανε τὰ Βαλκάνια, τὴν Μικρὰ Ἀσία, τὴν Ἀραβικὴ χερσόνησο, τὴν Αἴγυπτο, τὴν Λιβύη, τὴν Τυνησία καὶ τὴν Ἀλγερία. Ὁ πληθυσμός του ἦταν τεράστιος γιὰ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς: ἡ ἀπογραφὴ τοῦ 1831 κατέγραψε 7.230.660 στρατεύσιμους ἄνδρες, γεγονὸς ποὺ ὑποδεικνύει ἕναν συνολικὸ πληθυσμὸ τῆς τάξεως τῶν 25–30 ἑκατομμυρίων. Ὁ τεράστιος αὐτὸς, γιὰ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς, πληθυσμὸς, ἀποτελοῦσε ἕνα ἀνεξάντλητο ἀπόθεμα στρατολογίας καὶ γενικώτερα πόρων.

Ἀπέναντι σὲ αὐτὸν τὸν κολοσσὸ ὕψωσε τὸ ἀνάστημά του τὸ ὑπόδουλο Ἑλληνικὸ ἔθνος. Δὲν ὑπάρχουν ἀσφαλῆ στοιχεῖα γιὰ τὸ ὕψος τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ στὴν ὀθωμανικὴ ἐπικράτεια συνολικά. Ὁ ἑλληνικὸς πληθυσμὸς εἶχε ἀποδεκατιστεῖ ἀπὸ αἰῶνες μαζικῶν σφαγῶν καὶ συστηματικῶν ἐξισλαμισμῶν, ὅπως ἔχει περιγράψει ἐνδελεχῶς στὸ ἔργο του Ἡ παρακμή τοῦ Μεσαιωνικοῦ Ἑλληνισμοῦ στή Μικρά Ἀσία καί ἡ διαδικασία τοῦ ἐξισλαμισμοῦ (11ος–15ος αἰώνας) ὁ καθηγητὴς τοῦ Harvard Σπύρος Βρυώνης. Κατά τήν βυζαντινή περίοδο ἐκτιμᾶται ἀπό 10 ἕως 25 ἑκατομμύρια, ἀνάλογα μέ τήν ἀκολουθούμενη στατιστική μέθοδο. Στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰῶνα, σύμφωνα μὲ ὅλες τὶς ἐνδείξεις, δὲν πρέπει νὰ ὑπερέβαινε συνολικὰ τὰ δύο ἑκατομμύρια.

Ἡ πρώτη ἀπογραφὴ τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ (ἀλλὰ μόνον στὰ ὅρια τοῦ ἀπελευθερωθέντος ἑλληνικοῦ κράτους) πραγματοποιήθηκε μετεπαναστατικά ἀπὸ τὸν Καποδίστρια καὶ ἀπέδωσε ἕναν ἀριθμὸ 753.500 κατοίκων. Ὑπολογίζοντας τὶς ἀπώλειες κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Ἐπανάστασης, οἱ κάτοικοι τῶν ἀπελευθερωθεισῶν περιοχῶν στὴν ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης ὑπολογίστηκαν στοὺς 938.765 Ἑλλήνων στὰ τότε ὀθωμανικά βιλαέτια τοῦ Μοριᾶ, τῆς Ρούμελης καὶ τῶν νησιῶν τοῦ δυτικοῦ Αἰγαίου. Ἀντιλαμβάνεται κανείς, λοιπόν, ὅτι ὁ δημογραφικὸς συσχετισμὸς ἦταν συντριπτικός.

Στρατιωτικά, ἡ Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία διέθετε τακτικὸ καὶ μισθοφορικὸ στρατό, μὲ μεγάλη ἐμπειρία σὲ σφαγὲς καὶ λεηλασίες. Οἱ κορυφαῖοι Ὀθωμανοὶ στρατηγοί, ὁ Κιουταχῆς, ὁ Δράμαλης, ὁ Χουρσίτ, ὁ Ἰμπραήμ, ἦταν εὐφυεῖς, ἱκανοὶ καὶ ἀδίστακτοι. Ὁ Χουρσὶτ εἶχε καταστείλει ἐπαναστατικὰ κινήματα στὴν Σερβία καὶ στὴν Ἀραβία. Ὁ Ἰμπραὴμ εἶχε πραγματοποιήσει νικηφόρες ἐκστρατεῖες στὴν Ἀραβία καὶ στὴν Συρία. Ἐπίσης ἡ Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία διέθετε τεράστιο στόλο ἀπό πολεμικὰ καὶ ἀποβατικὰ πλοῖα. Ὅλο τὸ ἄνθος τῆς ὀθωμανικῆς στρατιωτικῆς ἐλὶτ κινητοποιήθηκε ἐναντίον τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης.

Ἀσφαλῶς ἡ Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία δὲν βρισκόταν πιὰ στὸ ἀπόγειο τῆς ἀκμῆς της. Εἶχε χάσει τὸ τραῖνο τῆς Βιομηχανικῆς Ἐπανάστασης καί τοῦ τεχνολογικοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ, εἶχε
σταματήσει νὰ ἐπεκτείνεται μετὰ τὴν ἀποτυχημένη πολιορκία τῆς Βιέννης τὸ 1683, εἶχε δεχθεῖ πλήγματα ἀπὸ τοὺς Ἑνετοὺς καὶ στὴν συνέχεια ἀπὸ τοὺς Ρώσσους. Ἀλλὰ ἡ κυριώτερη πηγὴ ἰσχύος τοῦ ὀθωμανικοῦ κράτους ἦταν ἡ σταθερή, ἀμέριστη ὑποστήριξη ποὺ ἀπολάμβανε ἀπὸ τὶς Μεγάλες Δυνάμεις. Δύο μεγάλες αὐτοκρατορίες, ἡ Ἀγγλία καὶ ἡ Αὐστρία, θεωροῦσαν τὴν Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία ἀνάχωμα ἀπέναντι στὴν προσπάθεια τῆς Ρωσσίας νὰ ἐπεκτείνει τὴν γεωπολιτικὴ ἐπιρροή της στὸν Βόσπορο, στὴν Μεσόγειο καὶ στὸν Καύκασο. Εἶχαν γιὰ αὐτόν τόν λόγο ὑπερασπιστεῖ σταθερὰ τὴν Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία ἀπὸ τὶς ρωσσικὲς ἐπιθέσεις σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τοῦ 18ου αἰῶνος.

Ἀλλὰ στὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰῶνος καὶ ἡ ἴδια ἡ Ρωσσία συνετάγη μὲ τὴν Ἀγγλία καὶ τὴν Αὐστρία ὑπὲρ τῆς ἀκεραιότητος τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας. Τὸ 1815, μετὰ τὴν ἧττα τοῦ Μεγάλου Ναπολέοντος, οἱ νικήτριες δυνάμεις, δηλαδὴ ἡ Ρωσσία, ἡ Ἀγγλία καὶ ἡ Αὐστρία, συγκρότησαν τὴν «Ἱερὰ Συμμαχία», συνασπισμὸ ποὺ εἶχε ὡς σκοπὸ τὴν πρόληψη καὶ καταστολὴ ἐπαναστατικῶν κινημάτων ποὺ θὰ ἀπειλοῦσαν τὴν συνοχὴ τῶν μεγάλων αὐτοκρατοριῶν. Ἄρα ἡ Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία βρέθηκε σὲ στρατιωτικό-διπλωματικὸ κλοιὸ προστασίας καὶ ἀσφαλείας ἀπὸ τὶς Μεγάλες Δυνάμεις. Σὲ αὐτὸ τὸ γεωπολιτικὸ σκηνικό, μὲ ὅλα τὰ δεδομένα ἐναντίον της, ἐξερράγη ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση.

  • Το Αρχικό σχέδιο ήταν η Απελευθέρωση όλου τοῦ Ελληνισμοῦ

Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση ἦταν μία σκληρή, καθολικὴ καὶ μέχρις ἐσχάτων σύγκρουση τῶν Ἑλλήνων μὲ τοὺς Τούρκους. Εἶχαν προηγηθεῖ δεκάδες ἐπαναστατικὰ κινήματα σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας: Κορκόδειλος Κλαδᾶς, Γκίνος Μπούας, Διονύσιος Φιλόσοφος, Ὀρλωφικά, Κατσώνης, Βλαχάβας κλπ., γεγονὸς ποὺ ἀποδεικνύει ὅτι τὸ ’21 δὲν ἦταν ἀπόρροια ξένης ὑποκίνησης ἤ ἐπίδρασης, ἀλλὰ ἀποτέλεσμα τῆς ἐπίμονης, μακραίωνης ἐπιδίωξης τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους νὰ ἀνακτήσει τὴν ἀνεξαρτησία του.

Πρέπει παράλληλα νὰ ἐπισημανθοῦν δύο γεωπολιτικὲς διαστάσεις τῆς Ἐπανάστασης, ποὺ συνήθως ἀγνοοῦνται. Πρῶτον, ὁ ἀρχικὸς σχεδιασμὸς τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας ἦταν ἡ ἔκρηξη γενικευμένου ἐπαναστατικοῦ κινήματος σὲ ὁλόκληρη τὴν Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία, μὲ σκοπὸ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ συνόλου τῶν Ἑλλήνων. Αὐτὸ ποὺ σήμερα ἴσως φαίνεται ἀδιανόητο, στοὺς Ἕλληνες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἦταν τὸ φυσιολογικό. Διότι τὸ κράτος τους, ποὺ εἶχαν καταλύσει οἱ Ὀθωμανοὶ τὸ 1453, δὲν ἦταν ἡ σημερινὴ Ἑλλάδα, ἀλλὰ ἡ Ἀνατολικὴ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία ἢ (ὅπως τὴν ἀποκαλοῦσαν οἱ μεσαιωνικοὶ Ἕλληνες) ἡ Ρωμανία.

Ἀπόδειξη ἀποτελεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἐπανάσταση ἐξερράγη πρῶτα στὴν Ρουμανία, μὲ τήν κίνηση τοῦ ῾Υψηλάντη καί τὴν συγκρότηση τοῦ Ἱεροῦ Λόχου ἀπὸ Ἕλληνες φοιτητὲς ἐθελοντές. Ἐξ ἄλλου ἡ Φιλικὴ Ἑταιρεία εἶχε προγραμματίσει τὴν κατάληψη τοῦ ναυστάθμου τῆς Κωνσταντινούπολης, κάτι ποὺ ἔγινε ἀντιληπτὸ ἀπὸ τὴν ὀθωμανικὴ κυβέρνηση. Οἱ ὀθωμανικὲς πηγὲς (ὅπως τὶς μελέτησε στό ἔργο του ὁ ἱστορικὸς Νικηφόρος Μοσχόπουλος) περιγράφουν τὸν τρόμο τοῦ σουλτάνου καὶ τὴν κατάσταση διαρκοῦς ἐπιφυλακῆς στὴν ὁποία ἔθεσε τὴν πρωτεύουσα, λόγῳ φόβου ἀνατροπῆς του στήν ἴδια τήν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τὸ ἑλληνικὸ ἐπαναστατικὸ κίνημα.

Τὸ δεύτερο σημεῖο εἶναι ὅτι ἡ Ἐπανάσταση, ἐνῶ κατεστάλη στὸν βορρᾶ καὶ στὸ κέντρο τῆς Βαλκανικῆς, ἐπέτυχε νὰ ἑδραιωθεῖ στόν νότο. Οἱ στρατηγικὲς ἧττες τοῦ Κιοσὲ Μεχμέτ, τοῦ Κιουταχῆ, τοῦ Ὀμὲρ Βρυώνη, τοῦ Δράμαλη, τοῦ Ἰμπραήμ, ἀλλὰ καὶ οἱ ἀλλεπάλληλες ἀποτυχίες τοῦ ὀθωμανικοῦ στόλου στὸ Αἰγαῖο, στεγανοποίησαν τὴν νότιο Ἑλλάδα καὶ δημιούργησαν συνθῆκες ἀντοχῆς τῆς Ἐπανάστασης μέχρι τὴν μεταστροφὴ τῆς πολιτικῆς τῶν Μεγάλων Δυνάμεων, ποὺ ἐκφράστηκε στὸ Ναυαρῖνο τὸ 1827 καὶ κυρίως στὸν ρωσσοτουρκικὸ πόλεμο τοῦ 1828–29.

  • Ηταν σωστή η επιλογή τῆη συγκεκριμένης χρονικῆς στιγμῆς για την έκρηξη τῆς Επανάστασης;

Καὶ ἐκείνη τὴν ἐποχή, ἀλλὰ καὶ μεταγενέστερα, ἐκφράστηκαν ἀμφιβολίες γιὰ τὴν καταλληλότητα τῆς συγκυρίας. Ὑπῆρξαν μάλιστα προσωπικότητες, ὅπως ὁ Κοραῆς (ἀλλὰ σὲ κάποια φάση καὶ ὁ Καποδίστριας), ποὺ συνιστοῦσαν ὑπομονὴ μέχρι νὰ ὡριμάσουν οἱ συνθῆκες. Παρὰ ταῦτα, τό 1821 εἶχαν συγκεντρωθεῖ σημαντικοὶ παράγοντες, ποὺ εὐνόησαν καθοριστικὰ τὴν ἔκρηξη καὶ τὴν ἔκβαση τοῦ ἐπαναστατικοῦ ἐγχειρήματος.

  1. Μετὰ τὴν Ἅλωση τοῦ 1453, ἡ μετακίνηση τῶν ἑλληνικῶν πληθυσμῶν στὰ ὀρεινὰ τῆς Βαλκανικῆς δημιούργησε ἡμι-αυτόνομες κοινότητες μακρυὰ ἀπὸ τὰ ὀθωμανικὰ κέντρα ἐξουσίας. Οἱ κοινότητες αὐτὲς λειτούργησαν, λόγῳ τῶν σκληρῶν συνθηκῶν, μὲ πνεῦμα ψυχικῆς ἑνότητας, συλλογικῆς εὐθύνης καὶ ἀξιοκρατίας. Στὶς παρυφές τους ἀναπτύχθηκε ἡ Κλεφτουριά, ποὺ καλλιέργησε τὴν δωρικὴ ἀντίληψη καὶ τὴν πολεμικὴ ἀρετή, ἀναγκαῖες προϋποθέσεις ὥστε τὸ 1821 νὰ ὑπάρχει ἐμπειροπόλεμη καὶ ἐξοπλισμένη δύναμη πυρός. Στὶς πόλεις, ὅπου ἀναπτύχθηκαν μεγαλύτερες κοινότητες, τὶς ὁποῖες οἱ Τοῦρκοι ἄφηναν νὰ λειτουργοῦν γιὰ φορολογικοὺς σκοπούς, λειτούργησε ἐξελιγμένη τοπικὴ αὐτοδιοίκηση ἀμεσοδημοκρατικοῦ χαρακτῆρα, ποὺ ὑποστήριξε τὴν ἐθνικὴ παιδεία καὶ τὴν πολιτισμικὴ ἀνάπτυξη τῶν ὑπόδουλων ἑλληνικῶν πληθυσμῶν. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὑπῆρξε ὁ ἱμάντας ποὺ συνένωνε τὸ δίκτυο τῶν ἑλληνικῶν κοινοτήτων σὲ ὅλη τὴν ἔκταση τοῦ ὀθωμανικοῦ κράτους· παρεῖχε τὴν θρησκευτικὴ καὶ γλωσσικὴ παιδεία, ποὺ συντήρησε τὴν ἐθνικὴ ταυτότητα καὶ τὴν πολιτισμικὴ συνέχεια. Αὐτὲς οἱ δομὲς εἶχαν φθάσει σὲ ἀξιοσημείωτα ἐπίπεδα ὡριμότητας στὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰῶνα καὶ μποροῦσαν πλέον νὰ στηρίξουν τὴν ἐνεργοποίηση τοῦ πάγιου αἰτήματος τῆς Ἀπελευθέρωσης.
  2. Ὁ Ρωσσοτουρκικὸς πόλεμος τοῦ 1768 κατέληξε στὴν συντριβὴ τῶν Τούρκων καὶ στὴν Συνθήκη τοῦ Κιουτσοὺκ Καϊναρτζῆ (1774), ἡ ὁποία ἔθετε τοὺς Ἕλληνες ἐμποροπλοιάρχους τῶν νήσων τοῦ Αἰγαίου, ποὺ θὰ ἐγγράφονταν στὰ ρωσσικὰ νηολόγια, ὑπὸ τὴν προστασία τῶν ρωσσικῶν προξενικῶν ἀρχῶν. Αὐτὸ εἶχε ὡς συνέπεια τὴν ἀνάπτυξη ἑλληνικοῦ ἐμπορικοῦ στόλου, ἐξοπλισμένου μὲ πυροβόλα ὥστε νὰ ἀντιμετωπίζει τὴν πειρατεία. Οἱ Ναπολεόντειοι πόλεμοι στὴν συνέχεια (1792–1815), ὁδήγησαν στὸν ἠπειρωτικὸ ἀποκλεισμὸ τῆς Γαλλίας ἀπὸ τὸ βρεταννικὸ πολεμικὸ ναυτικό. Οἱ Ἕλληνες πλοιοκτῆτες, μὲ ριψοκίνδυνο πνεῦμα, ἀνέλαβαν νὰ ἐφοδιάζουν τὴν Γαλλία μὲ σιτάρι, κατάγοντας τεράστια κέρδη, τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν ὁποίων ἐπενδυόταν σὲ διεύρυνση τοῦ ἀριθμοῦ καὶ τοῦ μεγέθους τῶν πλοίων τοῦ ἑλληνικοῦ ἐμπορικοῦ στόλου. Αὐτὸς τήν κατάλληλη στιγμή λειτούργησε ὡς πολεμικὸς στόλος τῆς Ἐπανάστασης, ποὺ μὲ μία σειρὰ ἀπὸ ἐπικὲς ναυμαχίες ἀπέκλεισε τὴν μεταφορὰ τουρκικῶν στρατευμάτων ἀπὸ τὰ Δαρδανέλλια καὶ τὴν Μικρὰ Ἀσία στὴν ἐπαναστατημένη Ἑλλάδα μέσῳ θαλάσσης.
  3. Ἡ Βιομηχανικὴ Ἐπανάσταση στὴν Εὐρώπη δημιούργησε συνθῆκες εὐρείας ζήτησης πρώτων ὑλῶν καὶ ἡμικατεργασμένων προϊόντων ἀπὸ τὴν ἀναπτυσσόμενη εὐρωπαϊκὴ βιομηχανία. Σὲ αὐτὴν ἀνταποκρίθηκαν μὲ πνεῦμα ἐξωστρέφειας, εὐελιξίας καὶ δυναμισμοῦ οἱ ἑλληνικοὶ κοινοτικοὶ συνεταιρισμοὶ τῶν Βαλκανίων, ἀναπτύσσοντας παγκόσμια δίκτυα ἐξαγωγῶν ἀπὸ τὴν Ρωσσία μέχρι τὴν Ἀγγλία καὶ ἱδρύοντας παροικίες σὲ ὅλη τὴν Εὐρώπη καὶ τὴν Μέση Ἀνατολή. Αὐτὰ τὰ δίκτυα ὑπῆρξαν συντελεστὲς ἐπαφῆς τῶν Ἑλλήνων μὲ τὴν εὐρωπαϊκὴ κοινωνία καὶ τὶς πολιτικές-ἰδεολογικὲς ἐξελίξεις τῆς ἐποχῆς τοῦ Γαλλικοῦ Διαφωτισμοῦ καὶ τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης, ἀλλὰ καὶ τοῦ βρεταννικοῦ φιλελευθερισμοῦ. Ἄρα τὸ πάγιο ἑλληνικό αἴτημα τῆς Ἀνεξαρτησίας ἐτέθη σέ εὐνοϊκὸ διεθνὲς πλαίσιο. Ταυτόχρονα, στὴν Ρωσσία σχηματίστηκε πολυπληθὴς ἑλληνικὴ παροικία (στὴν Ἁγία Πετρούπολη, στὴν Μόσχα, στὴν Ὀδησσὸ κλπ.), ὅπου ἔδρασαν ὁμογενεῖς Ἕλληνες ἔμποροι καὶ διανοούμενοι, ἐνῶ στὴν αὐλὴ τοῦ τσάρου ὑπηρέτησαν προσωπικότητες ποὺ διεδραμάτισαν καταλυτικὸ ρόλο στὶς ἑλληνικὲς ἐξελίξεις, ὅπως ὁ Καποδίστριας καὶ οἱ Ὑψηλάντες.
  4. Τὶς τελευταῖες δεκαετίες πρὶν ἀπὸ τὴν Ἐπανάσταση, μεγάλες πνευματικὲς προσωπικότητες, ὅπως ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ Ρήγας Βελεστινλῆς, ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι Δάσκαλοι τοῦ Γένους, προετοίμασαν τὴν ἑλληνικὴ κοινωνία ψυχικὰ καὶ ἠθικά. Ἡ ὀρθόδοξη παράδοση, ἡ κλασσικὴ παιδεία, τὸ βυζαντινὸ παρελθόν, συνδέθηκαν μὲ τὴν σύγχρονη εὐρωπαϊκὴ γραμματεία καὶ δημιούργησαν ἕνα ἐκρηκτικὸ μεῖγμα ἐντελῶς ἀσύμβατο μὲ τὸ δουλοκτητικό, τριτοκοσμικό, ὑπανάπτυκτο καὶ βάρβαρο ὀθωμανικὸ κράτος.
  5. Ἡ ἵδρυση τό 1814 καὶ ἡ ραγδαία ἐξάπλωση μετὰ τὸ 1818 τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, ἀπὸ τὴν Ὀδησσὸ καὶ τὸ Ἰάσιο μέχρι τὴν Πελοπόννησο καί τήν Αἴγυπτο, παρεῖχε ἑνότητα, κοινὸ σχέδιο, πλαίσιο συνωμοτικῆς δράσης καὶ δίκτυο ἐπικοινωνίας σὲ ὅλο τὸ φάσμα τοῦ ὑπόδουλου Ἑλληνικοῦ ἔθνους. Ἐπίσης, παρεῖχε ἕνα κοινό, πανεθνικὸ καὶ διαταξικὸ ὄργανο διαβούλευσης καὶ λήψης ἀποφάσεων. Ἡ μεγαλύτερη ἐπιτυχία τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας ἦταν ὁ προσηλυτισμὸς τῆς ἑλληνικῆς ἄρχουσας τάξης, κυρίως τῶν Ἀρχιερέων καὶ τῶν Προεστῶν, χωρὶς τοὺς ὁποίους ἡ Ἐπανάσταση θὰ ἐστερεῖτο ἡγεσίας.
  6. Ἡ ἀποσχιστική δράση τοῦ Ἀλβανοῦ κυβερνήτη τῆς Ἠπείρου Ἀλῆ πασᾶ Τεπελενλῆ (1782–1822) δημιούργησε τὸν ἰδεώδη ἀντιπερισπασμό, ἀκριβῶς τὴν στιγμὴ τῆς ἔκρηξης τῆς Ἐπανάστασης. Ὁ Ἀλῆ πασᾶς δημιούργησε στὴν Ἤπειρο ἕνα κράτος ἐν κράτει καὶ ἦρθε σὲ ἐπαφὴ μὲ τὶς Μεγάλες Δυνάμεις, ἀποσκοπώντας νὰ αὐτονομηθεῖ. Στὶς ἀρχὲς τοῦ 1820 ὁ σουλτάνος τὸν κήρυξε ἔκπτωτο, τὸ καλοκαῖρι ἐστάλησαν στρατεύματα ὑπὸ τὸν ἀρχιστράτηγο Χουρσίτ ἐναντίον του. Ὁλόκληρο τὸ 1821, μέχρι τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1822 ποὺ ὁ Ἀλῆς τελικῶς ἐξοντώθηκε, ἰσχυρὲς στρατιωτικὲς δυνάμεις ὑπὸ τὸν Χουρσὶτ ἦταν ἀπασχολημένες στὸ ἠπειρωτικὸ μέτωπο. Ἀκριβῶς δηλαδὴ τὸ κρίσιμο διάστημα κατὰ τὸ ὁποῖο ἐξερράγη καὶ ἐμπεδώθηκε ἡ Ἐπανάσταση.
  7. Ὁ σουλτᾶνος Μαχμοὺτ Β΄ (1808–1839) εἶχε ἀντιληφθεῖ, ἤδη πρὶν ἀπὸ τὴν Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση, τὴν ἀνάγκη ἐκσυγχρονισμοῦ τοῦ ὀθωμανικοῦ κράτους. Μεταξὺ ἄλλων σκόπευε νὰ καταργήσει τὸ σῶμα τῶν Γενιτσάρων, κορμὸ τῶν ὀθωμανικῶν ἐνόπλων δυνάμεων (τελικῶς τοὺς σφαγίασε μαζικὰ τὸ 1826) καὶ νὰ δημιουργήσει σύγχρονο τῆς ἐποχῆς τακτικὸ στρατό δυτικοῦ τύπου. Λίγα χρόνια ἀκόμα ἐὰν καθυστεροῦσε ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση, ἡ δυσκολία ἐπιτυχίας θὰ ἦταν ἐξαιρετικὰ μεγαλύτερη.
  8. Ὁ ἄγνωστος στὴν ἑλληνικὴ βιβλιογραφία πόλεμος μεταξὺ τῶν Τούρκων καὶ τῶν Περσῶν, ποὺ δεξιοτεχνικὰ ὑποδαύλισαν οἱ Ρῶσσοι, ἐξερράγη τὸ 1821 καὶ ὑποχρέωσε τοὺς Τούρκους νὰ δεσμεύσουν ἰσχυρὲς δυνάμεις στὰ ἀνατολικά τους σύνορα. Οἱ Τοῦρκοι συνετρίβησαν, οἱ Πέρσες ἔφτασαν μέχρι τὴν Βαγδάτη, ἀλλὰ τελικῶς ὁ πόλεμος σταμάτησε τὸ 1823 λόγῳ ἐπιδημίας χολέρας.
  9. Ἡ παρουσία τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια ὡς ὑπουργοῦ Ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσσίας ἀπὸ τὸ 1815 μέχρι τὸ 1822 ὑπῆρξε καταλυτική. Διότι ὁ Καποδίστριας ἐμπόδισε τὸν καγκελλάριο τῆς Αὐστρίας Μέττερνιχ νὰ ἐπιβάλει τὴν καταδίκη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης στὶς συνδιασκέψεις τῆς Ἱερᾶς Συμμαχίας στὸ Τροπάου καὶ στὸ Λάϊμπαχ, ὅπου τὴν ἄνοιξη τοῦ 1821 κατέφθασαν οἱ εἰδήσεις ἀπὸ τὴν Μολδοβλαχία καὶ τὴν Πελοπόννησο. Ὁ Καποδίστριας χρησιμοποίησε τὸ (ὀρθὸ) ἐπιχείρημα ὅτι ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση δὲν ἦταν κοινωνικὴ, ἀλλὰ ἐθνική. Ὅπως ἀκριβῶς γράφει ὁ Κολοκοτρώνης, «Ἡ ἐπανάστασις ἡ ἐδική μας δὲν ὁμοιάζει μὲ καμμιὰν ἀπ’ ὅσες γίνονται τὴν σήμερον εἰς τὴν Εὐρώπην. Τῆς Εὐρώπης αἱ ἐπαναστάσεις ἐναντίον τῶν διοικήσεών των εἶναι ἐμφύλιος πόλεμος. Ὁ ἐδικός μας πόλεμος ἦτο ὁ πλέον δίκαιος, ἦτον ἔθνος μὲ ἄλλο ἔθνος, ἦτο μὲ ἕνα λαόν, ὅπου ποτὲ δὲν ἠθέλησε νὰ ἀναγνωριστεῖ ὡς τοιοῦτος, οὔτε νὰ ὁρκισθεῖ, παρὰ μόνο ὅ,τι ἔκαμνε ἡ βία. Οὔτε ὁ Σουλτᾶνος ἠθέλησε ποτὲ νὰ θεωρήσει τὸν ἑλληνικὸν λαὸν ὡς λαόν, ἀλλ’ ὡς σκλάβους.» Ὁ Καποδίστριας ὑπέβαλε στὸν Τσάρο φιλελληνικὴ πολιτική, ἡ ὁποία διέσωσε τὴν Ἐπανάσταση ἀπὸ τὴν καταστολή της μὲ στρατεύματα τῆς Ἱερᾶς Συμμαχίας. Ἔτσι ἡ Ἐπανάσταση κέρδισε πολύτιμο χρόνο. Μετὰ τὴν παραίτησή του, ἐξ ἄλλου, ὁ Καποδίστριας, μὲ ἕδρα τὴν Γενεύη καὶ χρηματοδότη τὸν τραπεζίτη Ἐϋνάρδο, συνέβαλε μὲ τὸ κῦρος του καθοριστικὰ στὸ παγκόσμιο φιλελληνικὸ κίνημα.
  10. Ὁ Γέρος τοῦ Μοριᾶ εἶχε γεννηθεῖ τὸ 1770, ἄρα τὸ 1821 ἦταν ἤδη 51 ἐτῶν, ἡλικία προβεβηκυῖα γιὰ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς. Ὁ Κολοκοτρώνης ἦταν μὲν φορέας μακρᾶς οἰκογενειακῆς παράδοσης ἐθνικῆς ἀντιστάσεως καὶ τεχνογνωσίας καταδρομικοῦ ἀνορθόδοξου πολέμου. Ἀλλὰ ἡ θητεία του στὴν βρεταννικὴ στρατιωτικὴ δύναμη στὴν Ζάκυνθο (μὲ βαθμὸ ταγματάρχου) τὸν εἶχε φέρει σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν σύγχρονη στρατηγικὴ ἐπιστήμη τῆς ἐποχῆς του. Αὐτὸ ὑπῆρξε τὸ βασικὸ ἐφόδιο μὲ τὸ ὁποῖο ἀντιμετώπισε σχεδὸν μόνος καὶ μὲ ἐλάχιστες δυνάμεις τὶς δύο φοβερὲς δοκιμασίες τῆς Ἐπανάστασης, τήν εἰσβολή τοῦ Δράμαλη τὸ 1822 καὶ τήν εἰσβολή τοῦ Ἰμπραὴμ τὸ 1825. Στὴν προσωπικότητα τοῦ Κολοκοτρώνη προσέκρουσαν καὶ συνετρίβησαν πλῆθος κορυφαίων ὀθωμανῶν στρατηγῶν. Ὁ στρατηγικὸς ἐγκέφαλος, ἡ περίπλοκη καί πολυδιάστατη σκέψη, ἡ σοφία, ἡ ψυχραιμία, τὸ ἦθος, ἡ ἑνωτικὴ στάση, ἡ στωϊκότητα καὶ τὸ κῦρος τοῦ Θεόδωρου Κολοκοτρώνη συνετέλεσαν στὴν ἐπιτυχία τῆς Ἐπανάστασης περισσότερο ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἄλλον παράγοντα. Χωρὶς τὸν Κολοκοτρώνη ἡ Ἐπανάσταση δὲν θὰ εἶχε τὶς ἴδιες πιθανότητες ἐπιτυχίας.

Συμπέρασμα: τὸ 1820–21 εἶχε συγκεντρωθεῖ μία πλειάδα προϋποθέσεων, μοναδικῶν καὶ πολὺ δύσκολο νὰ ἐπαναληφθοῦν ταυτόχρονα. Τὸ ἀποτέλεσμα ἄλλωστε δικαιώνει τὴν μεγάλη ἀπόφαση τῆς ἐξέγερσης, ἐὰν σκεφθεῖ κανεὶς πόσες προηγούμενες ἐπαναστάσεις εἶχαν ἀποτύχει ἀκριβῶς, διότι ἔλειπαν αὐτοὶ ἀκριβῶς ἤ κάποιοι ἀπό αὐτούς τούς παράγοντες.

  • Η Αμφίρροπη, καιροσκοπική και Εναλλασσόμενη στάση τῶν Μεγάλων Δυνάμεων

Τὴν περίοδο 1814–1821 ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση κυοφορεῖται στὸν ἄξονα Κωνσταντινουπόλεως – Βουκουρεστίου – Ὀδησσοῦ – Ἁγίας Πετρούπολης – Τεργέστης – Βιέννης – Παρισίων – Ἰονίων Νήσων, σὲ περιορισμένους κύκλους, στὸ ἡμίφως, μὲ ἀκριτομύθιες καὶ ὑπονοούμενα, μεταξὺ προσωπικοτήτων τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, τῆς Ἑλληνικῆς Διασπορᾶς, προεστῶν, ἐμπόρων, διανοουμένων καὶ ὁπλαρχηγῶν. Ἡ Φιλικὴ Ἑταιρεία ἱδρύεται τὸ 1814 στὴν Ὀδησσό. Μέχρι τὸ 1818 βρίσκεται σὲ ἐμβρυακὴ φάση μὲ μερικὲς δεκάδες μέλη. Μετὰ τὸ 1818, ἡ ἕδρα της μεταφέρεται στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ μαζικοποιεῖται.

Στὴν πρώτη φάση της (1821–1822), ἡ ἐπανάσταση κινεῖται στὸν ἀστερισμὸ τῆς ρωσσικῆς πολιτικῆς. Ὁ ἀξιωματικὸς τοῦ ρωσσικοῦ στρατοῦ καὶ ὑπασπιστὴς τοῦ Τσάρου Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης ἀνακηρύσσεται πρῶτος στρατιωτικὸς ἀρχηγὸς τοῦ ἐπαναστατημένου ἔθνους. Εἰσβάλλει στὴν ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία ἀπὸ τὴν ρωσσικὴ ἐπικράτεια. Στὴν Ἑλλάδα σπεύδει ὁ ἀδελφός του Δημήτριος, ἐπίσης ἀξιωματικὸς τοῦ ρωσσικοῦ στρατοῦ. Τὴν ἄνοιξη τοῦ 1821, στὸ συνέδριο τῆς Ἱερᾶς Συμμαχίας στὸ Laibach, τὴν διεθνῆ καταδίκη τῆς ἤδη ἐκραγείσας Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης ἀποτρέπει ὁ ὑπουργὸς Ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσσίας κόμης Ἰωάννης Καποδίστριας. Ἀπὸ τὰ δημοσιευθέντα μέχρι σήμερα διπλωματικὰ ἔγγραφα δὲν ἔχει προκύψει πλήρως τεκμηριωμένη ρωσσικὴ ἐμπλοκὴ στὸν σχεδιασμὸ τῆς Ἐπανάστασης, ἀλλὰ ἡ ἀνοχὴ ἤ ἀκόμα καὶ εὔνοια τῆς ρωσσικῆς πολιτικῆς εἶναι πασιφανής, παρὰ τὴν δημόσια ἀποκήρυξη τῶν ἐπαναστατῶν ἀπὸ τὸν Τσάρο.

Ἡ ἐμπλοκὴ τῆς Ἀγγλίας προκύπτει μετὰ τὴν αὐτοκτονία τοῦ (πρωτεργάτη τῆς Ἱερᾶς Συμμαχίας, στενοῦ συμμάχου τοῦ Metternich καὶ σφοδροῦ ἐχθροῦ τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης) Castlereagh ἀπὸ τὸ βρεταννικὸ ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν τὸ 1822 καὶ τὴν ἀντικατάστασή του ἀπὸ τὸν φιλέλληνα Γεώργιο Canning.

Ὁ Canning ἀνέλαβε ὑπουργὸς τὸν Αὔγουστο τοῦ 1822, τὴν στιγμὴ ποὺ στὰ Δερβενάκια ἡ ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία ὑφίστατο ὁλοσχερῆ στρατιωτικὴ καταστροφὴ ἀπὸ μερικὲς ἑκατοντάδες ἀτάκτους ὑπὸ τὸν Κολοκοτρώνη. Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ἐκείνη ἡ Ἀγγλία ἀφ΄ἑνὸς μὲν συνειδητοποιεῖ ὅτι ἐπέρχεται ἀναπόφευκτη μείζων γεωπολιτικὴ μεταβολὴ, ἀφ΄ἑτέρου δὲ ἀποφασίζει νὰ τὴν διαχειριστεῖ πρὸς ὄφελός της.

Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἔννοια ἔχει ἡ πολιτικὴ τοῦ Canning: ἡ ἵδρυση ἑνὸς ἐλάσσονος ἑλληνικοῦ κράτους α. θὰ ἀπέτρεπε τὴν συνολικὴ διάλυση τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας καὶ ἄρα τὴν κάθοδο τῆς Ρωσσίας στὴν Μεσόγειο καὶ β. θὰ δημιουργοῦσε ἕνα ἐλεγχόμενο ἀπὸ τὴν βρεταννικὴ πολιτικὴ κρατίδιο στὴν ναυτικὴ ὁδὸ ποὺ ὁδηγεῖ ἀπὸ τὸν Ἀτλαντικὸ στὸν Ἰνδικὸ Ὠκεανὸ (Γιβραλτάρ, Μάλτα, Κρήτη, Κύπρος, Σουὲζ) καὶ τὸν ὁποῖο ἡ βρεταννικὴ πολιτικὴ ἀποσκοποῦσε νὰ θέσει ὑπὸ ἔλεγχο.

Ἡ ἐν συνεχείᾳ ἀποστολὴ Ἄγγλων στρατιωτικῶν, ὅπως ὁ Χάμιλτον, ὁ Ἄστιγξ, ὁ Τσὼρτς καὶ ὁ Κόχραν, ἀλλὰ καὶ ἡ χορήγηση δανείων στὶς ἑλληνικὲς ἐπαναστατικὲς ἀρχές, ἀποσκοποῦσε στὴν ἐγκαθίδρυση μηχανισμῶν ἐλέγχου τῆς ἀναδυόμενης κρατικῆς ἑλληνικῆς ὀντότητας. Ταυτόχρονα, ἡ ἐπίμονη προσπάθεια παραγκωνισμοῦ ἢ παροπλισμοῦ προσωπικοτήτων ὅπως ὁ Κολοκοτρώνης καὶ ὁ Καραϊσκάκης καὶ ἀργότερα ὁ Καποδίστριας, ἔχει στόχο τὴν ὑποκατάστασή τους ἀπὸ πρόσωπα ἐλεγχόμενα ἀπὸ τὴν βρεταννικὴ πολιτική, ὅπως ὁ Μαυροκορδᾶτος. Ἡ ἀκύρωση τῶν συγκλονιστικῶν δημοκρατικῶν Συνταγμάτων τῆς Ἐπιδαύρου καὶ τοῦ Ἄστρους καὶ ἡ μεθόδευση ἐπιβολῆς καθεστῶτος ἀπολύτου μοναρχίας ἀποσκοπεῖ νὰ θέσει τὸ κρατίδιο ὑπὸ ἀποικιακὸ ἔλεγχο.

Ἀκόμα καὶ ὅταν, κατὰ τὴν Ναυμαχία τοῦ Ναυαρίνου, στὸ προσκήνιο ἐπανεμφανίζεται δυναμικὰ ἡ ρωσσικὴ πολιτική, ἀκόμα καὶ ὅταν στὰ μεσσηνιακὰ ὕδατα καταπλέει ἐν ὄψει τῆς Ναυμαχίας γαλλικὸς στόλος ὑπὸ τὸν Δεριγνύ, ἀκόμα καὶ ὅταν ἡ Ρωσσία δίνει τὴν τελικὴ λύση εἰσβάλλοντας στὴν Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία τὸ 1828, ἐνῶ γαλλικὰ στρατεύματα ὑπὸ τὸν Μαιζὸν ἐκκαθαρίζουν τὴν Πελοπόννησο ἀπὸ τὰ στρατεύματα τοῦ Ἰμπραήμ, τὸ νεότευκτο κράτος ἐλέγχεται πλέον ἀπὸ τοὺς Ἄγγλους καὶ ἀπὸ τοὺς ἐκπροσώπους τους.

  • Οι φάσεις τῆς Ελληνικῆς Επανάστασης – στήν πρώτη φάση πρόκειται γιά διμερῆ Ελληνοτουρκικό πόλεμο, πού διαρκεῖ Από τό 1821 Εως τό 1825 καί καταλήγει στήν συντριβή τῆς Οθωμανικῆς αὐτοκρατορίας

Ἡ Ἐπανάσταση χωρίζεται σέ τρεῖς φάσεις: ἡ πρώτη φάση (1821–1825) εἶναι ἕνας διμερής ἑλληνοτουρκικός πόλεμος, κατά τόν ὁποῖο οἱ Ἕλληνες νικοῦν κατά κράτος τούς Τούρκους. ῾Η δεύτερη φάση εἶναι ἕνας καί πάλι διμερής πόλεμος, αὐτήν τήν φορά μεταξύ Ἑλλήνων καί Αἰγυπτίων, κατά τόν ὁποῖο, παρά τήν ἀρχικῶς δυναμική τους ἐμφάνιση καί προέλαση, οἱ Αἰγύπτιοι ἀποτυγχάνουν νά καταστείλουν τήν Ἐπανάσταση καί ἐγκλωβίζονται σέ ἕνα ἀδιέξοδο τύπου Βιετνάμ. ῾Η τρίτη φάση εἶναι ἡ φάση τῆς διεθνοποίησης τῆς Ἐπανάστασης, ὅπου ἐμπλέκονται στρατιωτικά οἱ Μεγάλες Δυνάμεις, μέ τήν ναυμαχία τοῦ Ναυαρίνου τὸ 1827, τὴν ἐκστρατεία τοῦ Maison τό 1828 καὶ τὸν ρωσσοτουρκικὸ πόλεμο τὸ 1828–9.

Κατά τήν πρώτη φάση, ἡ ἑλληνική πλευρά κατάγει συνεχεῖς νῖκες στὸν Μοριᾶ, στὴν Ρούμελη, στὴν Κρήτη καὶ στὸ Αἰγαῖο, μὲ κομβικὰ σημεῖα τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Τριπολιτσᾶς, διοικητικῆς πρωτεύουσας τοῦ τουρκοκρατούμενου Μοριᾶ, τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1821, παρὰ τὶς ἰσχυρές ὀθωμανικὲς δυνάμεις ποὺ βρίσκονταν ἐκεῖ, καὶ τὴν μάχη στὰ Δερβενάκια τὸν Ἰούλιο τοῦ 1822. Παράλληλα οἱ ρουμελιῶτες ὁπλαρχηγοί ἀποκλείουν τὴν πρόσβαση ἀλλεπάλληλων ὀθωμανικῶν στρατιῶν ποὺ ἐπιχειροῦν νὰ φθάσουν στὸν νότο. Ταυτόχρονα σὲ ἀλλεπάλληλες ναυμαχίες ὁ ἑλληνικός στόλος καταναυμαχεῖ τὸν ὀθωμανικό καὶ ἐμποδίζει τὴν μεταφορά στρατευμάτων ἀπὸ τὴν Μικρὰ Ἀσία καὶ τὰ Δαρδανέλλια στὴν Ἑλλάδα. Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι ἡ στεγανοποίηση τῆς νότιας Ἑλλάδας, ἡ παραίτηση τοῦ σουλτάνου ἀπὸ ἄλλες προσπάθειες ἀποστολῆς στρατευμάτων μὲ σκοπὸ τὴν καταστολή τῆς Ἐπανάστασης καὶ τελικῶς ἡ παρέμβαση τοῦ Αἰγύπτιου σατράπη Μωχάμετ Ἄλυ.

Ἀντιθέτως οἱ ὀθωμανικές δυνάμεις ἡττῶνται συστηματικὰ στὸ πεδίο τῆς μάχης καὶ βασικὰ ἐπιδίδονται σὲ λεηλασίες, καταστροφές καὶ σφαγές ἀμάχων, κυρίως σὲ περιοχὲς μακρυὰ ἀπὸ τὶς ἑστίες τῆς Ἐπανάστασης. Ὁ ἀπαγχονισμὸς τοῦ πατριάρχη Γρηγορίου τοῦ Πέμπτου καὶ οἱ ἐκτελέσεις τῶν Φαναριωτῶν στὴν Κωνσταντινούπολη τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα τοῦ 1821, οἱ σφαγές ὁλόκληρων πληθυσμῶν στὴν Σμύρνη, τὴν Σαμοθράκη, τὴν Χίο καὶ τὰ Ψαρά, τὸ σχέδιο ὁλοκληρωτικῆς γενοκτονίας τῶν Ἑλλήνων ποὺ ἀπέτρεψε ὁ σεϊχουλισλάμης Χατζὴ Χαλήλ ἀρνούμενος νὰ ἐκδώσει τὴν προαπαιτούμενη θεολογική γνωμοδότηση (φετφά) μὲ τὸ ἐπιχείρημα ὅτι τὸ Κοράνι δὲν ἐπιτρέπει τὴν σφαγὴ ἀθώων καὶ ἡ ἐκτέλεση τοῦ ἴδιου τοῦ σεϊχουλισλάμη ἀπὸ τὸν ἐξαγριωμένο σουλτάνο, δίνουν τὴν εἰκόνα μίας πανικόβλητης ἐξουσίας, ποὺ ἐπειδὴ ἡττήθηκε στρατιωτικὰ ἐπιδόθηκε στὴν μαζικὴ ἐξόντωση τῶν ὑπηκόων της. Οἱ θηριωδίες αὐτὲς ἀπονομιμοποίησαν διεθνῶς τόν σουλτάνο Μαχμούτ Β΄ καὶ ἀπέδειξαν ὅτι πρόκειται γιὰ ἀνάξιο ἡγεμόνα, ποὺ καὶ ἡττήθηκε στρατιωτικά καὶ σφαγιάζει τοὺς ἄμαχους κατοίκους τοῦ κράτους του.

Πρέπει ἐδῶ νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι κατὰ τὴν πρώτη αὐτὴ φάση, καὶ μετὰ τὴν ἀποτυχία τοῦ Ὑψηλάντη στὴν Μολδοβλαχία καὶ τὴν καταστολὴ τῶν ἐπαναστατικῶν κινημάτων στὴν κεντρική καὶ βόρειο Ἑλλάδα, ἐκ τῶν πραγμάτων ἐπίκεντρο τῆς Ἐπανάστασης καθίσταται ἡ νότια Ἑλλάδα, δηλαδὴ ἡ περιοχή ποὺ θὰ ἀποτελέσει τὸν πρῶτο πυρῆνα τοῦ ἐλεύθερου ἑλληνικοῦ κράτους.

  • Η Εμπλοκή τοῦ Μωχάμετ Αλυ

Ὁ κυβερνήτης τῆς Αἰγύπτου Μωχάμετ Ἄλυ (1770–1849) εἶχε γεννηθεῖ στὴν Καβάλα τῆς Ἀνατολικῆς Μακεδονίας, ὅπου σώζεται μέχρι σήμερα ἡ οἰκία του. Ἦταν γόνος ἰσχυρῆς οἰκογένειας τοπικῶν ἀξιωματούχων ἀλβανικῆς καταγωγῆς. Μεγάλωσε σὲ ἑλληνικὸ περιβάλλον, γεγονὸς ποὺ προσδιόρισε τὴν βαθειά του ἐκτίμηση γιὰ τοὺς Ἕλληνες, τὸν δυναμισμό τους, τὶς ναυτικές τους ἱκανότητες καὶ τὸ ἐμπορικό τους δαιμόνιο. Πολέμησε ὡς ἀξιωματικὸς τοῦ ὀθωμανικοῦ στρατοῦ ἐναντίον τῶν Γάλλων στὴν Αἴγυπτο καὶ τὸ 1805 ὁρίστηκε ἀπὸ τὸν σουλτᾶνο κυβερνήτης τῆς χώρας τοῦ Νείλου. Ἀποδύθηκε στὴν συνέχεια στὸν ἐκσυγχρονισμὸ τῆς αἰγυπτιακῆς οἰκονομίας, προσκαλώντας Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι συνέβαλαν στὴν οἰκονομική, γεωργική, βιομηχανικὴ καὶ πιστωτικὴ ἀνάπτυξη τῆς Αἰγύπτου. Οἱ Ἕλληνες μετανάστες πρωταγωνίστησαν στὶς βαμβακοκαλλιέργειες, στὸν τραπεζικὸ τομέα, στὴν ναυσιπλοΐα τοῦ Νείλου, στὸ ἐμπόριο καὶ στὴν ἐκπαίδευση. Σύντομα δημιουργήθηκε μεγάλη καὶ ἰσχυρὴ ἑλληνικὴ παροικία, ποὺ ἐπεβίωσε μέχρι τὰ μέσα τοῦ 20οῦ αἰῶνα. Ταυτόχρονα, ὁ Μωχάμετ Ἄλυ προσέλαβε Γάλλους ἀξιωματικοὺς, ποὺ εἶχαν μείνει ἄνεργοι μετὰ τὸ τέλος τῶν Ναπολεοντείων Πολέμων καὶ συγκρότησε σύγχρονο γιὰ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς του τακτικὸ στρατό. Κατέστησε ἔτσι κατ’ οὐσίαν τὴν Αἴγυπτο κράτος ἐν κράτει στὸ ἐσωτερικὸ τῆς ἀχανοῦς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας.

Ὁ Μωχάμετ Ἄλυ ἔτρεφε μεγάλες φιλοδοξίες, πολὺ πέραν τῆς Αἰγύπτου. Χρησιμοποιώντας τὸν ἰσχυρὸ στρατό του, ἐπεξέτεινε τὴν κυριαρχία του στὴν Συρία, τὴν Ἀραβία καὶ τὴν Λιβύη. Ἦταν φανερὸ ὅτι ὁ σκοπός του ἦταν νὰ ἀντικαταστήσει τὸν ἀποτυχημένο καὶ ἀδύναμο σουλτᾶνο Μαχμοὺτ Β΄ καὶ νὰ ἀναδιοργανώσει ἐκ βάθρων τὴν Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία. Οἱ μεταρρυθμίσεις ποὺ πραγματοποίησε στὴν Αἴγυπτο ἔδειχναν ὅτι εἶχε ἀντιληφθεῖ ὅτι προϋπόθεση ἀνασυγκρότησης τῆς γεωπολιτικῆς ἰσχύος τοῦ ὀθωμανικοῦ κράτους ἦταν ὁ οἰκονομικὸς καὶ διοικητικὸς του ἐκσυγχρονισμός. Μία τέτοια προοπτικὴ ἀσφαλῶς θὰ ἀνέτρεπε τὶς ἰσορροπίες καὶ θὰ ἀποκαθιστοῦσε τὴν Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία ὡς ἰσχυρὸ παγκόσμιο παίκτη. Ἡ ἀντίθεση τῶν ἰσχυρῶν βιομηχανικῶν ἀποικιοκρατικῶν κρατῶν τῆς Δύσης, δηλαδὴ τῶν Μεγάλων Δυνάμεων, ἦταν δεδομένη.

Ὁ Μωχάμετ Ἄλυ δὲν προθυμοποιήθηκε νὰ ἀποστείλει στρατεύματα στὴν Πελοπόννησο τὸ 1825 ἀπὸ ἀνιδιοτελῆ ἀφοσίωση στὸν σουλτᾶνο. Ἄλλωστε, κατὰ τὴν προεπαναστατικὴ περίοδο, εἶχε ἐπιτρέψει τὴν ἐγκατάσταση στὴν Αἴγυπτο μυστικῶν ἑλληνικῶν ἐπαναστατικῶν πυρήνων καὶ μετὰ τὴν ἔκρηξη τῆς Ἐπανάστασης εἶχε προστατεύσει τοὺς Ἕλληνες ὑπηκόους του ἀπὸ ἀντίποινα καὶ ἀντεκδικήσεις, ὅπως αὐτὰ ποὺ ἐκδηλώθηκαν σὲ ἄλλες περιοχὲς τῆς ὀθωμανικῆς ἐπικράτειας. Στόχος τοῦ Μωχάμετ Ἄλυ ἦταν, διασώζοντας τὴν ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία ἀπὸ τὸν διαμελισμό, νὰ καταστεῖ σωτῆρας της, νικητὴς τῶν ἀπίστων καὶ ἀδιαμφισβήτητος ἡγεμόνας της. Ἀποστέλλοντας ἰσχυρὰ στρατεύματα στὸν Μοριᾶ, μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν υἱὸ ἀπὸ πρῶτο γάμο τῆς Ἑλληνίδας συζύγου του, τὸν Ἰμπραήμ, ἀποσκοποῦσε στὴν προώθηση τοῦ τελευταίου μέσῳ Ἑλλάδος στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ στὴν κατάληψη τῆς ἀρχῆς. Πολλὲς πηγὲς μαρτυροῦν τὶς προθέσεις του.

Ὁ Ἰμπραὴμ δὲν ἦταν τυχαῖο πρόσωπο. Ἦταν κορυφαῖος στρατηγός. Ὡς ἐπικεφαλῆς τοῦ αἰγυπτιακοῦ στρατοῦ, τὸ 1818 συνέτριψε τοὺς Ἄραβες Οὐαχαββίτες, ὁπότε ὁ σουλτᾶνος τοῦ ἀπένειμε τὸν ἀνώτατο ὀθωμανικὸ στρατιωτικὸ βαθμὸ τοῦ πασᾶ τριῶν ἱππουρίδων. Τὸ 1821–2 ἐξεστράτευσε στὸ Σουδάν. Εἶχε μεγάλες στρατηγικὲς ἱκανότητες, ἀναδιοργάνωσε πλήρως τὸν αἰγυπτιακὸ στρατὸ καὶ εἶχε συγκροτήσει ἐπιτελεῖο ἀπὸ Γάλλους ἀξιωματικούς. Ἦταν ὁ κατάλληλος στρατιωτικὸς μοχλὸς γιὰ τὴν ἐπίτευξη τῶν σχεδίων τοῦ θετοῦ πατέρα του.

Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν προοπτικὴ ἐκμηδένισαν οἱ τρεῖς Μεγάλες Δυνάμεις στὸ Ναυαρῖνο. Ἀπολύτως ἐνδεικτικὸ τῶν προθέσεων τοῦ Μωχάμετ Ἄλυ εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι, μόλις τέσσερα χρόνια μετὰ τὸ Ναυαρῖνο, τὸ 1831, ὁ Ἰμπραὴμ ἐξεστράτευσε μέσῳ Σινᾶ ἐναντίον τοῦ σουλτάνου, κατέλαβε πόλεις τῆς Συρίας, συνέτριψε τὸν ὀθωμανικὸ στρατὸ στὸ Ἰκόνιο καὶ τελικῶς ἀναχαιτίστηκε στὴν Προῦσσα, λίγα χιλιόμετρα ἔξω ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ἀπὸ γαλλικά, ἀγγλικὰ καὶ ρωσσικὰ στρατεύματα (ἡ ἴδια σύνθεση μὲ τὸ Ναυαρῖνο). Τὸ 1839 πραγματοποιήθηκε νέα σύρραξη μεταξὺ Αἰγύπτου καὶ Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ἰμπραὴμ συνέτριψε στὸ Νεζὶπ τῆς νοτιανατολικῆς Μικρᾶς Ἀσίας τὰ ὀθωμανικὰ στρατεύματα, τὰ ὁποῖα συνδιοικοῦσε ὁ γερμανὸς στρατάρχης φὸν Μόλτκε.

Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ συνάγεται τὸ συμπέρασμα ὅτι ἐπίμονος στόχος τοῦ Μωχάμετ Ἄλυ ἦταν ἡ ὑφαρπαγὴ τῆς ἐξουσίας ἀπὸ τὸν σουλτᾶνο, ἡ ὁποία δὲν κατέστη ἐφικτὴ λόγῳ τῆς ἀντίδρασης τῶν Μεγάλων Δυνάμεων. Αὐτὸ ἀποτελοῦσε ἀσφαλῶς ἱκανὸ παράγοντα κινητοποίησης τῶν διπλωματικῶν καὶ στρατιωτικῶν μηχανισμῶν τῶν Μεγάλων Δυνάμεων. Ἀλλὰ δὲν ἦταν ὁ μόνος. Οἱ προθέσεις τοῦ Μωχάμετ Ἄλυ προσέκρουαν καὶ σὲ ἕνα πιὸ ἀθέατο ἀλλὰ μεῖζον διακύβευμα τῆς ἀγγλικῆς πολιτικῆς. Καὶ αὐτὸ ἦταν οἱ μακροχρόνιοι γεωπολιτικοὶ σχεδιασμοὶ τοῦ Λονδίνου. Σὲ αὐτοὺς κεντρικὴ θέση κατεῖχε ὁ δρόμος πρὸς τὴν Ἰνδία. Ἡ ἀγγλικὴ παρουσία στὴν ἰνδικὴ ὑποήπειρο χρονολογεῖται ἀπὸ τὸν 16ο αἰῶνα. Τὸ 1600 ἱδρύθηκε ἡ Βρεταννικὴ Ἑταιρεία Ἀνατολικῶν Ἰνδιῶν, μὲ χορήγηση βασιλικῶν προνομίων ἀπὸ τὸ ἀγγλικὸ στέμμα. Οἱ ἐμπορικὲς συναλλαγὲς μεταξὺ Ἰνδικῆς ὑποηπείρου καὶ Ἀγγλίας διεξάγονταν μέσῳ τοῦ Ἀκρωτηρίου τῆς Καλῆς Ἐλπίδας. Ἡ δραστικὴ μείωση τοῦ κόστους μεταφορᾶς καὶ τοῦ ἐπιχειρηματικοῦ κινδύνου προϋπέθετε τὴν διάνοιξη νέων συγκοινωνιακῶν ὁδῶν. Ἡ συντομώτερη ἦταν ἡ ναυτικὴ ὁδὸς Γιβραλτάρ-Μάλτα-Κρήτη-Κύπρος-Σουέζ-Ἐρυθρὰ θάλασσα-Ὑεμένη-Ἰνδικὸς Ὠκεανός.

Ἡ Βιομηχανικὴ Ἐπανάσταση, σύμφωνα μὲ τὸν Σουηδὸ ἱστορικὸ τῆς Οἰκονομίας Gunder Frank, καὶ ἡ ἐκπληκτικὴ οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη τῆς Εὐρώπης ἀπὸ τὸν 17ο αἰῶνα καὶ μετά, βασίστηκε στὴν διάνοιξη ἐμπορικῶν ὁδῶν καὶ σύναψη ἐμπορικῶν ἀνταλλαγῶν μὲ τὴν Ἄπω Ἀνατολή. Ἡ μετατροπὴ τῆς Ἀγγλίας σὲ παγκόσμιο οἰκονομικὸ κέντρο δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἐπιτευχθεῖ χωρὶς τὴν ἀποικιοποίηση τῆς Ἰνδικῆς ὑποηπείρου. Ἡ πρόσβαση τοῦ ἀγγλικοῦ βρεταννικοῦ ναυτικοῦ στὸν Ἰνδικὸ Ὠκεανὸ ἦταν ἐφικτὴ εἴτε μὲ τὸν δαπανηρό, χρονοβόρο καὶ ἐπικίνδυνο περίπλου τῆς Ἀφρικῆς μέσῳ τοῦ ἀκρωτηρίου τῆς Καλῆς Ἐλπίδος, εἴτε μέσῳ τοῦ Σουέζ, σταθμοῦ μεταφόρτωσης ἐμπορευμάτων ἀπὸ τὴν Μεσόγειο στὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸν Ἰνδικὸ Ὠκεανό. Ἤδη ἀπὸ τὸν 18ο αἰῶνα εἶχε ἐκδηλωθεῖ βρεταννικὸ καὶ γαλλικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ διάνοιξη διώρυγος. Σύμφωνα μὲ τήν βιβλιογραφία, ὁ Μωχάμετ Ἄλυ εἶχε διαβλέψει ὅτι ἡ διάνοιξη διώρυγος θὰ προσείλκυε τὸ παγκόσμιο ἐνδιαφέρον. Ἡ Γαλλία εἶχε ἤδη διεισδύσει στὴν Αἴγυπτο τοῦ Μωχάμετ Ἄλυ μέσῳ διαφόρων συμβούλων καὶ ἐμπορικῶν ἀντιπροσώπων, γεγονὸς ποὺ εἶχε θορυβήσει τὴν Ἀγγλία. Ἀλλὰ καὶ ἡ Γαλλία δὲν ἐπιθυμοῦσε τὴν ἰσχυροποίηση τοῦ Μωχάμετ Ἄλυ, διότι ἤθελε τὴν Αἴγυπτο περιχαρακωμένη καὶ ἐλεγχόμενη ἀπὸ τὴν ἴδια.

Ἡ Ἀγγλία ἤθελε νὰ ἀποκτήσει πρόσβαση στὸ Σουὲζ ἀποκτώντας ἐπιρροὴ στὴν Αἴγυπτο, ἀλλὰ δὲν ἤλεγχε τὸν Μωχάμετ Ἄλυ. Φοβόταν ἐξ ἄλλου ὅτι ὁ σατράπης τῆς Αἰγύπτου ἐπεδίωκε νὰ ἀνοίξει δίοδο στὸν Ἰνδικὸ Ὠκεανὸ, ἐλέγχοντας τὴν Παλαιστίνη-Συρία-Ἀραβικὴ Χερσόνησο. Ἀνησυχοῦσε ἀσφαλῶς καὶ γιὰ τὸ ἐνδεχόμενο ὁ Μωχάμετ Ἄλυ νὰ ἀποκτήσει τὸν ἔλεγχο ὁλόκληρης τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, κάτι ποὺ θὰ ἔθετε τέρμα στὶς ἀποικιακοῦ τύπου ἐμπορικὲς σχέσεις μεταξὺ Ἀγγλίας καὶ Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας. Ἡ Ἀγγλία φοβόταν ὅτι, σὲ μία τέτοια περίπτωση, ὁ Μωχάμετ Ἄλυ θὰ ἐπέβαλε σὲ ὅλη τὴν Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία κρατικὸ μονοπώλιο ὅπως εἶχε κάνει καὶ στὴν Αἴγυπτο, κάτι ποὺ θὰ ἔπληττε τὶς βρεταννικὲς ἐξαγωγές.

Τέλος, καὶ ἡ Ρωσσία δὲν ἐπιθυμοῦσε τὴν ἰσχυροποίηση τῆς Αἰγύπτου καὶ μέσῳ αὐτῆς τὴν ἀναζωογόνηση τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, τὴν στιγμὴ ποὺ σταθερὴ ρωσσικὴ πολιτικὴ ἦταν ὁ διαμελισμός της.

Ἑπομένως οἱ ἐπιδιώξεις τῶν Μεγάλων Δυνάμεων συνέκλιναν, ἂν καὶ γιὰ διαφορετικοὺς λόγους, στὸν στόχο τῆς ἀποδυνάμωσης τοῦ Μωχάμετ Ἄλυ καὶ τοῦ ἀποικιακοῦ ἐλέγχου τῆς αἰγυπτιακῆς ἐπικράτειας.

Αὐτὰ ὅλα καί ὄχι ὁ φιλελληνισμός ἦταν ἡ βασική αἰτία τῆς ναυμαχίας τοῦ Ναυαρίνου.

  • Ο μῦθος ότι ο Iμπραήμ Εξάλειψε την Επανάσταση καί το τουρκοαιγυπτιακό Βιετνάμ

Γνωστὸς ἀστικὸς μῦθος ὅσων ἀναπαράγουν μηχανικὰ διάφορα στερεότυπα ἀντὶ νὰ ἐρευνοῦν τὰ γεγονότα, εἶναι ὅτι ἡ Ἐπανάσταση ἡττήθηκε στρατιωτικὰ ἀπὸ τὸν Ἰμπραὴμ καὶ διασώθηκε χάρις στὴν παρέμβαση τῶν τριῶν στόλων στὸ Ναυαρῖνο. Τὰ γεγονότα ὅμως διαψεύδουν κατηγορηματικὰ αὐτὸ τὸ μηχανικὰ ἐπαναλαμβανόμενο παραπλανητικὸ ἀφήγημα.

Ἡ ἄφιξη τοῦ Ἰμπραὴμ στὴν Πελοπόννησο, ἐπικεφαλῆς σύγχρονου στρατοῦ μὲ Γάλλους ἀξιωματικοὺς (βετεράνους τοῦ Μεγάλου Ναπολέοντος), τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1825, βρίσκει τοὺς Ἕλληνες ἐξαντλημένους ἀπὸ μακροχρόνιο καὶ λυσσαλέο ἐμφύλιο πόλεμο. Ἡ πρόθεση τοῦ Ἰμπραὴμ ἦταν ἡ σύντομη, δίκην κεραυνοβόλου πολέμου (Blitzkrieg), ἐξάλειψη τῶν ἐπαναστατικῶν ἑστιῶν καὶ ἡ προώθησή του στὴν συνέχεια πρὸς βορρᾶν. Ἰδοὺ τὸ πάρα πολὺ ἐνδιαφέρον σημεῖο ἀπὸ διάλογο Τσώκρη – Ἰμπραήμ, ποὺ ἀναφέρει ὁ Φωτᾶκος [Φωτάκου Ἀπομνημονεύματα, Ἀθῆναι 1971, δεύτερος τόμος, σσ. 53]. ῾Ο Ἰμπραὴμ μετὰ τὴν ἀποβίβασή του στὴν Πελοπόννησο συνομιλεῖ μὲ τὸν Τσώκρη καὶ τοῦ λέει τὸ ἑξῆς: Ἀφοῦ δὲ κυριεύσωμεν τὴν Πελοπόννησον ὑπόσχομαι νὰ ἀφήσω ὅλους αὐτοὺς ἀσυδότους, ὡς καὶ τὰ σπίτια των, καὶ τὰ ἄλλα των πράγματα, ὅσοι δὲ φονευθοῦν εἰς τὰς μάχας καὶ ἀφήσουν γονεῖς, γυναῖκα καὶ τέκνα, περὶ τούτων φροντίσει ἐγώ, καὶ τὴν ὑπόσχεσίν μου ταύτην εἰπέ πρὸς τοὺς στρατιώτας, διότι τοὺς θέλω νὰ τοὺς πάρω καὶ ὑπάγω ἐναντίον ἄλλου. Πολλοί δὲ τότε εἶπαν ὅτι αὐτὸς ὁ ἄλλος εἶναι ὁ Σουλτᾶνος.

Καί πάλι ἀπὸ τοῦ Φωτάκου Ἀπομνημονεύματα [Ἀθῆναι 1971, δεύτερος τόμος, σσ. 376–7]: «Ἡ δὲ Αἴγυπτος τότε ἦτο ὡς ἄλλη Γαλλία, καί ὅλη αὕτη ἡ στρατιωτική παρασκευή σκοπόν εἶχεν τήν κατάλυσιν τῆς Ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως, καὶ ἔπειτα τήν ὀλίγον κατ’ ὀλίγον κατοχήν τοῦ Τουρκικοῦ κράτους, ἥτις ἔμελλε νὰ ἀρχίσῃ ἀπὸ τὴν Πελοπόννησον. Αὐτὸ δέ ἦτο τὸ μυστήριον τῶν Γάλλων καί τοῦ σατράπου Μεχμέτ Ἀλῆ, τὸ ὁποῖον ὕστερα φανερόν ἐγένετο.»

Ἀλλὰ ὁ σχεδιασμός του προσέκρουσε στὴν λυσσαλέα ἀντίσταση ποὺ ἀντέταξαν οἱ Ἕλληνες καὶ κυρίως ὁ Κολοκοτρώνης καὶ ἀκυρώθηκε.

Ἡ ἀρχικὴ πορεία τοῦ Ἰμπραὴμ ὑπῆρξε νικηφόρα: νίκησε σὲ διαδοχικές μάχες τὰ ἑλληνικὰ στρατεύματα στὴν Σφακτηρία καὶ στὰ Κρεμμύδια. Προωθήθηκε στὴν Ἀρκαδία, παρὰ τὴν λυσσαλέα ἀντίσταση τοῦ Παπαφλέσσα στὸ Μανιάκι. Στὴν συνέχεια κατέλαβε τὴν κατεστραμμένη Τρίπολη. Ἀλλὰ ἡ προσπάθειά του νὰ καταλάβει τὸ Ναύπλιο, δηλαδὴ τὸ ἰσχυρότερο φρούριο τῆς Πελοποννήσου, ἀπέτυχε. Στὶς 13 Ἰουνίου ὁ στρατός του συνετρίβη στοὺς Μύλους ἀπὸ τὶς ἐλάχιστες, ἀλλὰ ἀποφασισμένες δυνάμεις τῶν Ὑψηλάντη, Μαυρομιχάλη καὶ Μακρυγιάννη. Τὸ Ναύπλιο, βασικὸς λιμένας, φρούριο καὶ ἕδρα τῆς ἐπαναστατικῆς κυβέρνησης, δὲν ἔπεσε ποτὲ στὰ χέρια τοῦ Ἰμπραήμ.

Δεύτερη ἀποτυχία τοῦ Ἰμπραὴμ ἦταν οἱ διαδοχικὲς πανωλεθρίες του στὴν Μάνη. Τὸν Ἰούνιο τοῦ 1826 ὁ Αἰγύπτιος ἀρχιστράτηγος προσπάθησε νὰ εἰσελάσει ἀπὸ τὴν Μεσσηνία στὴν Μάνη, ἀλλὰ ἡττήθηκε στὴν μάχη τῆς Βέργας (22–26 Ἰουνίου 1826) ἀπὸ δυνάμεις πολὺ μικρότερες ἀπὸ τὶς δικές του. Ὁ Ἰμπραὴμ συνέχισε τὴν προσπάθεια, ἀλλὰ δύο ἡμέρες μετὰ ἡττήθηκε ταπεινωτικὰ στὸ Δυρὸ ἀπὸ ἄμαχο πληθυσμό. Στὶς 28 Αὐγούστου, ἐπιχειρώντας νὰ περάσει στὴν Μάνη ἀπὸ τὸν νότιο Ταΰγετο, ὑπέστη πραγματικὴ πανωλεθρία στὸν Πολυάραβο μέ τεράστιες ἀπώλειες καὶ ἔκτοτε ἐγκατέλειψε τὶς προσπάθειές του. Τὴν ἴδια χρονιά, σὲ κυκλωτική του κίνηση μέσῳ τοῦ ἀνατολικοῦ Πάρνωνα, ὁ Ἰμπραὴμ ἀντιμετώπισε σφοδρὴ ἀντίσταση τῶν Τσακώνων ὅταν ἐπιχείρησε νὰ καταλάβει τὴν Καστάνιτσα. Ἡ Μάνη παρέμεινε ἀπρόσβλητη.

Οἱ δύο μεγαλύτερες, ὅμως, στρατηγικοῦ χαρακτῆρα ἀποτυχίες τοῦ Ἰμπραὴμ ἦταν (α) ἡ ἀποτυχία του νὰ ἐξουδετερώσει τὸν Κολοκοτρώνη. Ἡ ἐπιβίωση τοῦ Ἀρχιστράτηγου καὶ ἡ ἀδιάλλακτη στάση του διατήρησαν ἐνεργὸ τὸν πυρῆνα καὶ τὸν στρατηγικὸ ἐγκέφαλο τῆς Ἐπανάστασης καὶ στέρησαν τὸν Ἰμπραὴμ ἀπὸ μία νικηφόρα ἔκβαση καὶ τὴν δυνατότητα νὰ διακηρύξει τὴν νίκη του, καὶ (β) ἡ ἀποτυχία τῆς ἐπιχείρησης «προσκύνημα», ἡ ὁποία θὰ ἐπανέφερε τὴν Πελοπόννησο στὴν ὀθωμανικὴ κυριαρχία μὲ τὴν μέθοδο τῶν ἀτομικῶν δηλώσεων ὑποταγῆς τῶν κατοίκων. Καὶ αὐτὸ τὸ ἐγχείρημα τοῦ Ἰμπραὴμ ἀπέτυχε, λόγῳ τοῦ ἐξαιρετικὰ βίαιου ἀλλὰ σωτήριου συνθήματος τοῦ Κολοκοτρώνη «Φωτιὰ καὶ τσεκούρι στοὺς προσκυνημένους».

Ἰδού τὶ ἀναφέρει ὁ ἔγκριτος καὶ καθόλου εὐμενὴς πρὸς τοὺς Ἕλληνες ἄγγλος ἱστορικός Σάμιουελ Γκρίντλεϋ Χάου στὸ κλασσικὸ ἔργο του Ἱστορική σκιαγραφία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης [ἐκδόσεις Ἑκάτη, Ἀθήνα 1977, σσ. 217–8]:

Ὁ Μωχάµετ Ἄλη εἶναι στήν πραγµατικότητα ἀνεξάρτητος ἀπὸ τὸν σουλτᾶνο. Ἀλλά εἶναι πολύ ἔξυπνος γιὰ νὰ διακινδυνεύσει νὰ χάσει τὴν προστασία του, ἀφοῦ µπορεῖ νὰ κάνει τὴν δουλειά του καὶ χωρὶς νὰ φαίνεται…..Ἀνέλαβε τὸν πόλεµο κατὰ τῆς Ἑλλάδας ὄχι ἀπὸ ἀνάγκη ἀλλὰ γιατὶ τὸ ἤθελε. Πίστευε ὅτι θὰ κατακτοῦσε εὔκολα τὸν Μοριᾶ, ὅπως καὶ τὴν Ἀραβία καὶ τὴν Νουβία καὶ τὸ Σεναάρ κι ἔτσι θὰ αὔξαιναν κατὰ πολύ οἱ κτήσεις του. Λογάριαζε νἄχει τοὺς Ἕλληνες κάτω ἀπὸ τὸν ἔλεγχό του, ἕτοιµους νὰ τοὺς ἐξαπολύσει ἐναντίον τοῦ σουλτάνου, ἄν ποτὲ ἀποφάσιζε νὰ ἀψηφήσει τὴν δύναµή του. Ἀλλά ἀπατήθηκε. Στὴν Ἑλλάδα ἦταν γραφτὸ νὰ βροῦν τὸ χαµὸ χιλιάδες καὶ δεκάδες χιλιάδες στρατιῶτες του, καὶ µέσα σ’ αὐτὸν τὸν ἀνεµοστρόβιλο σκόρπισαν οἱ θησαυροί του, ποὺ εἶχε συνάξει γιὰ νὰ ἑδραιώσει ἀκόµα πιὸ πολὺ τὴν ἀνεξαρτησία του καὶ τὴν πρόοδο τῆς Αἰγύπτου.

Ἐπίσης, στὴν σελίδα 390:

Ὁ ἀντικειμενικός σκοπός τοῦ Ἰμπραήμ ἔμενε πάντα ὁ ἴδιος: νὰ καταστείλει τὴν Ἑλληνική Ἐπανάσταση. Ἀλλὰ περιόρισε τὴν ἔκταση τῶν ἐπιχειρήσεών του καί τώρα ἐπιδίωκε νὰ πετύχει τό σκοπό του μέ τὴ βαθμιαία ἐξάντληση τῶν Ἑλλήνων.

Ἰδού τί ἀναφέρουν οἱ πηγές γιά τήν «ἐπιτυχία» τοῦ Ἰμπραήμ, ὅπως ὁ ἀπολύτως ἀκριβής καί ἀντικειμενικός Ἀμβρόσιος Φραντζῆς, Ἐπιτοµή τῆς Ἱστορίας τῆς ἀναγεννηθείσης Ἑλλάδος, τόμος δεύτερος, σ. 482:

Ἀλλά µεταξὺ τούτων πάντων ὁ Ἰµπραχήµ πασάς δὲν ἔπαυεν ἀπὸ τοῦ νὰ περιφέρεται εἰς τήν Πελοπόννησον πράττων ὅσα καί εἰς τὰς λοιπὰς ἐκστρατείας του ἐναντίον τῶν Πελοποννησίων· ἀλλ’ ἐπειδή εἶδεν ὅτι δὲν ἐδυνήθη νὰ κατορθώσῃ τὸ µηδὲν διὰ νὰ γίνῃ κατακτητής, ἐνεδύθη τὴν Ἀλωπεκήν, κολακεύων τοὺς Ἕλληνας, ὑπισχνούµενος πρὸς αὐτοὺς τιµάς, δόξας, πλοῦτον, τριετῆ ἀτέλειαν (ἀσιδοσίαν), καὶ πολλὰ ἄλλα.

Ἀμβρόσιος Φραντζῆς, Ἐπιτομή τῆς Ἱστορίας τῆς ἀναγεννηθείσης Ἑλλάδος, τόμος δεύτερος, σ. 487:

Ἀλλ’ ἐν τούτοις ὁ Ἰµπραχήµης ὁµολογήσας ἀναφανδόν τὴν γενναιότητα καὶ τὴν ἀνδρείαν τῶν εἰς τὸ Βαρθολοµιόν καὶ εἰς τὸ Χλουµοῦτζι ἀντιπαραταχθέντων Ἑλλήνων τῆς Ἐπαρχίας Ἤλιδος, δὲν ἠρυθρίασε νὰ διοµολογήσῃ ἐν ταυτῷ καὶ τὴν προξενηθεῖσαν εἰς τὸν ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν του στρατόν φθοράν, ἐκ τοῦ ὁποίου οἱ πεφονευµένοι καὶ πληγωµένοι καιρίως εἶχον ὑπερβῆ τὸν ἀριθµὸν τῶν 1500 (τίς οἶδε δὲ ἐάν ἦσαν καί περισσότεροι, καί ἔκρυψε τὴν ἀλήθειαν!).

Ἀμβρόσιος Φραντζῆς, Ἐπιτομή τῆς Ἱστορίας τῆς ἀναγεννηθείσης Ἑλλάδος, τόμος δεύτερος, σ. 525:

Ἀφ’ οὗ δέ εἶδεν ὁ Ἰµπραχήµ πασσᾶς ὅτι ἦτον ἀδύνατον νά φθάσῃ εἰς τόν ὁποῖον ἐφαντάζετο σκοπόν τοῦ νά κατακτήσῃ τούς Ἕλληνας µ’ ὅσα καί ἄν ἐπεχειρίσθῃ νά ἐπιφέρῃ κατ’ αὐτῶν, ὁδηγούµενος ἀπό τήν θηριωδίαν του, ἀπεφάσισε τελευταῖον νά καταπολεµήσῃ καὶ τὰ ἄψυχα κτήµατα, καὶ ἐπὶ τούτῳ (τήν 20 Σεπτεµβρίου 1827) ἔπεµψε τὸν Κεχαγιάµπεήν του εἰς τὴν Μεσσηνίαν, διὰ νὰ κατακόψῃ καὶ ἀφανίσῃ µὲ τὸν πέλεκυν καὶ ὅλα τὰ δένδρα τῶν ἰδιοκτησιῶν τῶν Ἑλλήνων…».

Φωτάκου Ἀπομνημονεύματα, Ἀθῆναι 1971, δεύτερος τόμος, σσ. 453:

[ὁ Ἰµπραήµ] εἶχεν ἐπιθυµίαν µεγάλην νά ἀποκτήσῃ καὶ εἰς τὴν Μεσσηνίαν Ἕλληνας φίλους, καὶ πρὸς τοῦτο µετεχειρίσθη µυρίους τρόπους, ἀλλ’ ἀφοῦ εἶδεν ὅτι δὲν ἦτο δυνατόν νὰ κατωρθώσῃ τοῦτον, κατ’ ἄλλον τρόπον, κατέφυγεν ἐπὶ τέλους εἰς τὴν δενδροτοµίαν τοῦ τόπου.

Ὁ Γρηγόριος Δαφνῆς, στό ἔγκριτο ἔργο του Ἰωάννης Καποδίστριας. Ἡ γέννηση τοῦ Ἑλληνικοῦ κράτους [Ἀθήνα 1975, ἐπανέκδοση ἀπό τίς ἐκδόσεις Κάκτος 2018, σ. 544] ἀναφέρει ἐπιστολή τοῦ Καποδίστρια στὸν Ἐϋνάρδο (Μάϊος 1827, ἄρα ΠΡΟ ΤΗΣ ΝΑΥΜΑΧΙΑΣ ΤΟΥ ΝΑΥΑΡΙΝΟΥ), στήν ὁποία ὁ Καποδίστριας γράφει ὅτι ὁ συνταγματάρχης Heideck εἶχε πεῖ στὸν ἀδελφό του Βιάρο: «Δῶστε μου χίλιους καλούς στρατιῶτες ἀπὸ τοὺς δικούς μου καὶ ἀναλαμβάνω, στὴν κατάσταση ἀγωνίας ποὺ βρίσκονται ὁ Ἰμπραήμ καὶ ὁ Ρεσίτ, νὰ τοὺς ἀποτελειώσω». Τὸ δέ ἀκόμα πιὸ ἀποκαλυπτικὸ εἶναι ἡ ἐπιστολή (τὴν ἴδια ἡμέρα) τοῦ Καποδίστρια στὸν Στούρτζα, στὴν ὁποία ἐπεσήμαινε ὅτι «εἶχε δημιουργηθεῖ στήν ξηρά ἕνα status quo, πού δέν εἶναι καθόλου δυσάρεστο γιὰ τοὺς Ἕλληνες». [Correspondance du comte J. Capodistrias, président de la Grèce (20.4.1827-9.10.1831), par É. – A. Betant, Genève, 1839, I, 161]. Ἔτσι, εὔλογα γράφει ὁ Γρηγόριος Δαφνῆς ὅτι: «Ἡ ἐπιχείρηση “εἰρηνεύσεως”, ποὺ εἶχαν ἀναλάβει οἱ δύο πασᾶδες, ἀπέτυχε πρὶν ἀποφασίσουν οἱ μεγάλοι νὰ ἐπέμβουν. Ἔτσι, ἡ ἐπέμβασή τους φαινόταν ἄσκοπη.»

  • Ο μύθος ότι το Ναυαρῖνο έφερε την Ελληνική Ανεξαρτησία, Ενῷ χρειάστηκαν Αλλα δυόμισυ χρόνια Αγῶνα, μία γαλλική Εκστρατεία καί Ενας ρωσσοτουρκικός πόλεμος γιά να φθάσουμε στήν Απελευθέρωση

Συμπέρασμα: ὅταν τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1827 ἔφτασαν οἱ τρεῖς στόλοι στὸ Ναυαρῖνο, ὁ Ἰμπραὴμ εἶχε ἀπειλήσει σοβαρὰ ἀλλὰ εἶχε ἀποτύχει παταγωδῶς νὰ καταστείλει τὴν Ἐπανάσταση. Στὴν οὐσία τὸ Ναυαρῖνο προσέφερε στὸν Ἰμπραὴμ μία εὔσχημη διέξοδο. Ἡ ἀποχώρησή του ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα πραγματοποιήθηκε τελικῶς λόγῳ τῆς ἥττας του ἀπὸ τὶς τρεῖς Μεγάλες Δυνάμεις, ἄρα ἦταν λιγώτερο ταπεινωτικὴ ἀπὸ μία ἐκκένωση τῆς περιοχῆς λόγῳ στρατηγικοῦ ἀδιεξόδου.

Ὁ Canning πρωθυπουργοποιήθηκε τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1827 καὶ ἀπεβίωσε τὸν Αὔγουστο τοῦ ἰδίου ἔτους. Ἀλλὰ ὁ ἀναλόγων πεποιθήσεων ἐξάδελφός του Stratford Canning, πρεσβευτὴς τῆς Ἀγγλίας στὴν Κωνσταντινούπολη, ἔπαιξε καθοριστικὸ ρόλο στὴν δρομολόγηση τῆς Ναυμαχίας τοῦ Ναυαρίνου ὡς ἑξῆς: ἡ πρώτη Συνθήκη τοῦ Λονδίνου (6/7/1827) ἐπέβαλε ἑλληνοτουρκικὴ ἀνακωχή. Σὲ περίπτωση μὴ ἀποδοχῆς της ἀπὸ τὴν Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία, ὅριζε ὅτι «ἐὰν ἡ ἀνακωχὴ δὲν ἐγένετο δεκτὴ ἐντὸς μηνός, αἱ ὑπογράφουσαι Δυνάμεις ἤθελον λάβη τὰ προσήκοντα εἰς τὰς περιστάσεις μέτρα…». Ὅταν ὁ Ἄγγλος στόλαρχος τῆς Μεσογείου ναύαρχος Codrington ζήτησε ἀπὸ τὸν Stratford Canning ἐξειδίκευση τῶν ἐντολῶν σὲ περίπτωση μὴ συμμόρφωσης τοῦ Ἰμπραήμ, ὁ πρεσβευτὴς ἀπάντησε: «… Ἄν δὲν γίνεται ἀλλιῶς, νὰ ἐπιβάλετε τὴν εἰρήνη μὲ τὰ πυροβόλα σας».

Ἡ Ναυμαχία τοῦ Ναυαρίνου, στὶς 20 Ὀκτωβρίου 1827, κατέστρεψε ὁλοσχερῶς τὴν ναυτικὴ ἰσχὺ τοῦ Μωχάμετ Ἄλυ. Ἐπιβεβαίωσε τὴν κυριαρχία τῆς Ἀγγλίας στὴν θάλασσα. Ἀκύρωσε τὴν προοπτικὴ τῆς οἰκειοποίησης τῆς σουλτανικῆς ἐξουσίας ἀπὸ τὸν Μωχάμετ Ἄλυ. Ἄνοιξε τὸν δρόμο γιὰ τὴν μετατροπὴ τῆς Αἰγύπτου σὲ ἀγγλικὴ ἀποικία καὶ τὴν —σέ δεύτερο χρόνο— διάνοιξη τῆς Διώρυγας τοῦ Σουέζ.

Ταυτόχρονα, ἐπιβεβαιώθηκε τὸ τέλος τῆς Ἱερᾶς Συμμαχίας, ἀφοῦ ἡ Αὐστρία εἶχε προσφέρει στὸν Ἰμπραὴμ μεταγωγικὰ ὥστε νὰ μεταφέρει τὰ στρατεύματά του στὴν Ἑλλάδα. Ἀφ’ ἑτέρου, ἐπιβεβαιώθηκε τὸ ἀρραγὲς μέτωπο τῶν ὑπολοίπων Μεγάλων Δυνάμεων, ποὺ γιὰ διαφορετικοὺς λόγους συνέπραξαν στὴν Ναυμαχία.

Στὸ Ναυαρῖνο, πράγματι, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Ἀγγλία καὶ τὴν Ρωσσία, συνέπραξε καί ἡ Γαλλία. Ἡ μεγάλη αὐτὴ χώρα εἶχε συντριβεῖ τὸ 1815 καὶ εἶχε συρθεῖ ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Συμμαχία σὲ πορεία διαμελισμοῦ, ἀπὸ τὴν ὁποία τὴν διέσωσε μὲ στερεὰ ἐπιχειρήματα ὁ ἤδη ἀπὸ τὸ 1815 ὑπουργὸς Ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσσίας Καποδίστριας. Ἡ γαλλικὴ κοινὴ γνώμη ἦταν καθοριστικὰ φιλελληνικὴ καὶ ἡ συμμετοχὴ τῆς μοναρχικῆς πλέον Γαλλίας στὸ Ναυαρῖνο (ὅπως καὶ ἡ ἔνθερμη διπλωματικὴ καὶ ἔμπρακτη στήριξη τῶν ΗΠΑ) ἔδωσαν παγκόσμιο στίγμα στὴν ναυμαχία. Ἡ Γαλλία, ἄλλωστε, ἀνέλαβε τὴν ἐκκαθάριση τῶν ὑπολειμμάτων τῆς στρατιᾶς τοῦ Ἰμπραήμ, μὲ τὴν ἀποστολὴ τοῦ στρατηγοῦ Maison στὴν Ἑλλάδα τὸ καλοκαῖρι τοῦ 1828.

Ὅταν στὶς 18 Ἰανουαρίου 1828 ἔφτασε ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας ὡς Κυβερνήτης στὴν Ἑλλάδα, ἡ Ἀθήνα βρισκόταν ἀκόμα ὑπὸ τουρκικὴ κατοχή. Καὶ θὰ παρέμενε ἔτσι μέχρι τὸ 1833 (!). Ὁ Ἰμπραὴμ δὲν ἐγκατέλειψε τὴν Πελοπόννησο παρὰ τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1828, ἕναν ὁλόκληρο χρόνο μετὰ τὴν Ναυμαχία τοῦ Ναυαρίνου (!) καὶ μόνον μετὰ ἀπὸ συμφωνία μεταξὺ τοῦ Κόδριγκτων καὶ τοῦ Μωχάμετ Ἄλυ καὶ τὴν ἀποστολὴ γαλλικοῦ ἐκστρατευτικοῦ σώματος ὑπὸ τὸν στρατηγὸ Maison στὴν Ἑλλάδα τὸν Αὔγουστο τοῦ ἰδίου ἔτους.

Παρὰ τὶς ἀλλεπάλληλες ἧττες του, ὁ σουλτᾶνος Μαχμοὺτ Β΄ δὲν ἔστεργε νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν Ἑλληνικὴ Ἀνεξαρτησία. Διέπραξε ὅμως ἀκόμα ἕνα μοιραῖο σφᾶλμα, πού ἐπιτάχυνε τὶς εἰς βάρος του ἐξελίξεις. Γιὰ νὰ ἐκδικηθεῖ τοὺς Ρώσσους ποὺ συνέπραξαν στὸ Ναυαρῖνο, ἀκύρωσε τὴν Συνθήκη τοῦ Ἄκερμαν, ποὺ προέβλεπε τὴν ἐλεύθερη διέλευση τῶν ρωσσικῶν πλοίων ἀπὸ τὰ Στενά. Αὐτός (καὶ ὄχι κάποιο φιλελληνικό αἴσθημα) ἦταν ὁ λόγος ποὺ ὁ ἴδιος ὁ τσάρος Νικόλαος διέσχισε τὸν Δούναβι ἐπικεφαλῆς ρωσσικῆς στρατιᾶς τὸν Ἰούνιο τοῦ 1828. Ὅταν τὸ φθινόπωρο τοῦ 1829 τὰ ρωσσικὰ στρατεύματα ἔφτασαν 70 χιλιόμετρα ἀπὸ τὴν Πόλη, ὁ σουλτᾶνος πανικόβλητος ὑπέγραψε τὴν Συνθήκη τῆς Ἀδριανουπόλεως (14/9/1929), μὲ τὴν ὁποία ἀναγνώρισε τὴν ἀνεξαρτησία τῆς Ἑλλάδος. Μὲ τὴν Συνθήκη τοῦ Λονδίνου (3/2/1830), ἡ Ἀγγλία, ἡ Γαλλία καὶ ἡ Ρωσσία ἀναγνώρισαν τὴν Ἑλλάδα ὡς κυρίαρχο κράτος.

  • Η Ελλάδα έπρεπε να περιοριστεῖ γεωγραφικά σε ελάχιστα μη βιώσιμα όρια, ώστε να καταστεῖ ελεγχόμενη Αποικία

Ἤδη πρὶν ἀπὸ τὸ Ναυαρῖνο, εἶχε καταστεῖ σαφὲς ὅτι ἡ Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία εἶχε ἡττηθεῖ καὶ εἶχε χάσει ὁριστικὰ τὸν ἔλεγχο τοῦ Αἰγαίου, τοῦ Μοριᾶ καὶ τῆς Ρούμελης. Ἦταν πλέον φανερὸ ὅτι ὅλα ὁδηγοῦσαν στὴν ἵδρυση ἑλληνικοῦ κράτους. Ὁπότε στὰ ἀνακτοβούλια καὶ τὶς καγκελλαρίες τῶν Μεγάλων Δυνάμεων προέκυπτε τὸ ζήτημα τῆς ὁριοθέτησης τοῦ ὑπὸ ἵδρυση κράτους. Ἀπὸ ἀπόψεως διεθνοῦς δικαίου, ἡ ἔκταση τῆς ἐλεύθερης Ἑλλάδας θὰ προσδιοριζόταν μὲ διεθνεῖς συμφωνίες ἀνάμεσα στὶς Μεγάλες Δυνάμεις καὶ τὴν ἡττημένη Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία. Τὸ κυριώτερο ζήτημα, τώρα, ἦταν ἡ ὁριοθέτηση τοῦ νέου κράτους πρὸς βορρᾶν, ἀφοῦ νοτίως, ἀνατολικῶς καὶ δυτικῶς ἡ Ἑλλάδα περιβάλλεται ἀπὸ θάλασσα. Ἐδῶ λοιπὸν προέκυψε τὸ «πρόβλημα» Καραϊσκάκης.

Ὁ Καραϊσκάκης ἦταν ὁ μόνος στρατιωτικὸς ἡγέτης τῆς Ρούμελης ποὺ διέθετε τὴν ἱκανότητα νὰ σχεδιάσει καὶ νὰ συντονίσει ὄχι ἁπλὰ μία τοπικῆς ἐμβέλειας πολεμικὴ ἐπιχείρηση, ἀλλὰ ἕναν εὐρύτερο πόλεμο. Ἦταν λοιπὸν μία προσωπικότητα ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἐκδιώξει τοὺς Τούρκους ἀπὸ τὴν νότια Ἑλλάδα καὶ νὰ τοὺς ἀπωθήσει πρὸς βορρᾶν, ἀπελευθερώνοντας εὐρύτερες περιοχές. Καὶ ταυτόχρονα ἦταν σὲ θέση νὰ συντρίψει τὶς ἐγκλωβισμένες στὸν νότο ὀθωμανικὲς στρατιές, ὥστε ἡ ὥρα τῆς Ἀπελευθέρωσης νὰ βρεῖ τὴν Ἑλλάδα σὲ θέση διαπραγματευτικῆς ἰσχύος.

Ἀπὸ τὴν ἄφιξη τοῦ Ἰμπραὴμ καὶ μετά, ὁ Καραϊσκάκης ἀποκτᾶ εὐρύτερο ρόλο. Τὸν Ἰούλιο τοῦ 1826 διορίζεται Ἀρχιστράτηγος τῆς Ρούμελης καὶ ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο καὶ μετὰ διαδραματίζει εὐρύτερο ρόλο. Κατάγει ἀλλεπάλληλες νῖκες στὴν πιὸ δύσκολη φάση τῆς Ἐπανάστασης. Συντρίβει τοὺς Τούρκους τὸν Αὔγουστο τοῦ 1826 στὸ Χαϊδάρι, τὸν Νοέμβριο τοῦ 1826 στὴν Ἀράχωβα (ἡ μεγαλύτερη νίκη ἐπὶ τῶν Τούρκων στὴν Στερεά), τὸν Μάρτιο καὶ Ἀπρίλιο σὲ διάφορα σημεῖα στὴν Ἀττική, καθὼς καὶ ἐναντίον τοῦ Κιουταχῆ ποὺ πολιορκοῦσε τὴν Ἀκρόπολη.

Ὁ Καραϊσκάκης ἀποσκοποῦσε νὰ ἀπομονώσει τὸν Κιουταχῆ καὶ νὰ ἀποκλείσει τὶς ὁδοὺς ἀνεφοδιασμοῦ του, ὥστε νὰ ὑποχρεωθεῖ νὰ λύσει τὴν πολιορκία τῆς Ἀκροπόλεως. Στὰ τέλη Φεβρουαρίου τοῦ 1827 ὁ Καραϊσκάκης ἐπιστρέφει στὴν Ἀττική, ἔχοντας ἐκκαθαρίσει ἀπὸ τοὺς Τούρκους ὁλόκληρη τὴν Ρούμελη, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ Μεσολόγγι, τὴν Βόνιτσα καὶ τὴν Ναύπακτο. Ἐγκαθιστᾶ στρατόπεδο στὸ Κερατσίνι καὶ ἐκεῖ δέχεται ἐνισχύσεις ἀπὸ τὸν Γενναῖο Κολοκοτρώνη καὶ ἄλλους Πελοποννησίους ὁπλαρχηγούς.

Ἀλλὰ στὶς ἀρχὲς Ἀπριλίου προσέρχονται οἱ προσφάτως τότε διορισμένοι ἀπὸ τὴν Ἐθνοσυνέλευση τῆς Τροιζήνας στόλαρχος Κόχραν καὶ ἀρχιστράτηγος Τσώρτς. Ἐπέρχεται διαφωνία μὲ τὸν Καραϊσκάκη σχετικὰ μὲ τὴν στρατηγικὴ ἐναντίον τοῦ Κιουταχῆ. Οἱ δύο Ἄγγλοι ἐπιμένουν σὲ κατὰ μέτωπο ἐπίθεση στὴν πεδιάδα, ποὺ ἀποτελεῖ βέβαιη συνταγὴ αὐτοκτονίας λόγῳ τοῦ ὑπέρτερου ἀριθμοῦ τῶν Τούρκων. Μέγα ἐρώτημα ἐὰν ἡ ἐπιμονή τους ὀφείλεται στὴν ἀντίληψη τακτικοῦ πολέμου ποὺ εἶχαν ὡς ἐπαγγελματίες στρατιωτικοὶ ἢ σὲ πρόθεση ἐσκεμμένης ἀκύρωσης μίας ἑλληνικῆς νίκης, ποὺ θὰ ἐξουδετέρωνε τὸν Κιουταχῆ καὶ θὰ ὁδηγοῦσε τὰ σύνορα τοῦ ὑπὸ δημιουργία κρατιδίου μέχρι τὴν Θεσσαλία ἢ καὶ τὴν Μακεδονία. Πιθανότατα τὸ ἐρώτημα θὰ μείνει ἀναπάντητο.

Σὲ ἐκείνη τὴν κρίσιμη χρονικὴ στιγμή, πρόωρα καὶ ἀδόκητα καὶ ἀπολύτως σκοτεινὰ καὶ ὕποπτα, ἐπέρχεται ὁ θάνατος τοῦ Καραϊσκάκη στὶς 23 Ἀπριλίου 1827. Ἔχουν διατυπωθεῖ πολλαπλὲς ὑποθέσεις σχετικὰ μὲ τὰ βαθύτερα κίνητρα τῆς δολοφονίας τοῦ Καραϊσκάκη. Σοβαροὶ μελετητὲς τῆς Ἐπανάστασης (Βλαχογιάννης, Σταμέλος, Φωτιάδης) ὑποστήριξαν ὅτι ἡ δολοφονία του προέκυψε λόγῳ τῆς ρήξης του μὲ τὸν Ἀλέξανδρο Μαυροκορδᾶτο, ποὺ λειτουργοῦσε σὲ στενὴ συνεργασία μὲ τὴν βρεταννικὴ πολιτική. Ἄν ἰσχύει πράγματι αὐτὴ ἡ ἐκδοχή, τότε προκύπτει ὅτι ὁ Καραϊσκάκης ἐξοντώθηκε γιὰ νὰ ἐπιτευχθεῖ ὁ γεωγραφικὸς περιορισμὸς τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους σὲ μὴ βιώσιμα ὅρια καὶ ἄρα ἡ ἐξέλιξή του σὲ ἀποικία. Ὁ γοερὸς θρῆνος τοῦ Κολοκοτρώνη, μόλις πληροφορήθηκε τὸν θάνατο τοῦ Καραϊσκάκη, ἴσως δὲν ἀφοροῦσε μόνον τὴν προσωπική του φιλία με τὸν ἀρχιστράτηγο τῆς Ρούμελης.

Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Καραϊσκάκη, οἱ Κόχραν καὶ Τσὼρτς διηύθυναν τὶς ἐπιχειρήσεις χωρὶς ἀντίλογο. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν ἡ συντριπτικὴ ἧττα τῶν ἑλληνικῶν δυνάμεων στὶς 24 Ἀπριλίου στὴν μάχη τοῦ Ἀνάλατου (Φάληρο), ὅπου οἱ Τοῦρκοι παρέσυραν τοὺς Ἕλληνες σὲ κατὰ παράταξη μάχη σὲ ἀνοικτὸ πεδίο, τοὺς κύκλωσαν καὶ τοὺς ἐξουδετέρωσαν. Πλῆθος προσωπικοτήτων καὶ φιλελλήνων ἔπεσαν ἡρωικὰ ἀλλὰ ἄσκοπα σὲ αὐτὴν τὴν μάχη. Ἀκολούθησε ἡ κατάληψη τῆς Ἀκρόπολης ἀπὸ τὸν Κιουταχῆ στὶς 24 Μαΐου, ποὺ ἀντέστρεψε τὴν συνολικὴ εἰκόνα τοῦ πολέμου καὶ ἀποδυνάμωσε ἐξαιρετικὰ τὴν ἑλληνικὴ θέση.

Ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος ἐξαρτᾶτο τώρα ἀποκλειστικὰ ἀπὸ τὴν βούληση, τοὺς σχεδιασμοὺς καὶ τὴν εὔνοια τῶν Μεγάλων Δυνάμεων. Ἡ βασικὴ προϋπόθεση τῆς ἵδρυσης ἑνὸς καχεκτικοῦ, καθηλωμένου στὰ νοτιώτερα καὶ ἐλάχιστα δυνατὰ ὅρια, ἄρα μὴ βιώσιμου, ἄρα πλήρως ἐξαρτημένου ἀπὸ τὶς ἰσχυρὲς ἀποικιοκρατικὲς δυνάμεις τῆς ἐποχῆς κρατιδίου, εἶχε ἐκπληρωθεῖ.

  • Η πολυεπίπεδη διαστρέβλωση τῆς πραγματικότητας τῆς Επανάστασης ως προϋπόθεση τῆς Αποικιοκρατίας

Ἑπομένως ἡ Ἑλληνικὴ Ἀνεξαρτησία ΔΕΝ προκύπτει ὡς αὐτόματο ἀποτέλεσμα τῆς Ναυμαχίας τοῦ Ναυαρίνου, ὅπως ἐπαναλαμβάνεται, διδάσκεται, ἐκπέμπεται σὲ ὅλα τὰ μήκη καὶ τὰ πλάτη τῆς νεώτερης ἱστοριογραφίας. Ἡ Ναυμαχία ΔΕΝ ὑπῆρξε τὸ τέρμα τῆς Ἐπανάστασης. Χρειάστηκαν ἀκόμα δυόμισυ χρόνια, μεσολάβησε ἕνας θηριώδης ρωσσοτουρκικὸς πόλεμος ποὺ κράτησε ἑνάμισυ χρόνο καὶ μία γαλλικὴ ἐκστρατεία στὴν Ἑλλάδα, γιὰ νὰ ὑπογραφεῖ ἡ Συνθήκη τῆς Ἀνεξαρτησίας.

Ἐξ ἄλλου, ἡ Ναυμαχία, ποὺ ὑπῆρξε προσεκτικὰ προσχεδιασμένη ἀγγλικὴ πρωτοβουλία, ΔΕΝ ἔγινε μὲ σκοπὸ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδας, ἀλλὰ γιὰ νὰ συντριβεῖ ὁ Μωχάμετ Ἄλυ καὶ νὰ καταστεῖ ἡ Αἴγυπτος ἀνεξάρτητο κράτος καί στήν συνέχεια, ἀγγλικὴ ἀποικία, μὲ ἀπώτερο στόχο τὴν διάνοιξη τῆς ναυτικῆς ὁδοῦ Γιβραλτάρ-Σουέζ-Ἰνδικὸς Ὠκεανός.

῾Η πραγματική πρόθεση τῆς Ἀγγλίας φαίνεται ἀπὸ τὸν συγκλονιστικὸ διάλογο ποὺ παραθέτει ὁ αὐστριακὸς διπλωμάτης Πρόκες φὸν Ὄστεν στήν ἀλληλογραφία του, πού ἐξέδωσε ὁ Πολυχρόνης Ἐνεπεκίδης [Π.Κ.Ἐνεπεκίδης, Γράµµατα πρὸς τὴν Βιέννη (1824–1843). Ἀπὸ τὴν ἀλληλογραφία τοῦ πρώτου Αὐστριακοῦ πρεσβευτῆ στὴν Ἀθήνα Πρόκες φὸν Ὄστεν, ἐκδόσεις Ὠκεανίδα, Ἀθήνα 2007]. Ὁ Ἰμπραήμ στὶς 30 Μαρτίου 1828 διηγεῖται στὸν Ὄστεν τήν συνομιλία του μέ τόν Κόδριγκτων στὴν ἀγγλικὴ ναυαρχίδα πρὶν ἀπὸ τὴν ναυμαχία):

Στή συνομιλία μας ἦταν παρὼν ἕνας νέος ἄνδρας ποὺ φοροῦσε σκούφια καί σακκάκι. Αὐτὸ μοῦ ἔκανε ἐντύπωση καὶ ρώτησα τοὺς στόλαρχους, ποιὸς νά εἶναι; Ἕνας ταξιδιώτης! μοῦ ἀπάντησαν, πρᾶγμα ποὺ δὲν ἀφαίρεσε τὴν ἐντύπωση τοῦ ἀνάρμοστου τῆς σκηνῆς. Τὸ ἴδιο ἄτομο τὸ βρῆκε ἔπειτα ἀπὸ λίγο ὁ διερμηνέας Ἄμπρο στὸ κατάστρωμα τοῦ σκάφους τοῦ Κόδριγκτων, ὁπότε ὁ ἄγνωστος τράβηξε τὸν Ἄμπρο στὴ γωνιά λέγοντάς του:

– Ἄς βγάλουμε τὶς μάσκες κι ἄς μιλήσουμε ἀνοικτά. Εἶμαι ὁ ταγματάρχης Cradock. Γνωρίζετε γιὰ τὴν ἀποστολή μου στὴν Αἴγυπτο!

Λέγοντας αὐτὰ ἔφερε ἕνα χαρτοκιβώτιο μὲ τὴν ἐπιγραφή ῾῾Foreign affairs” (Ἐξωτερικές ὑποθέσεις), καί συνέχισε:

– Βλέπετε, αὐτές εἶναι οἱ ὁδηγίες πού ἔχω: νά προτρέψω τὴν Αἴγυπτο νὰ γίνει ἀνεξάρτητη χώρα. Ὁ Ἰμπραήμ πρέπει νὰ καταλάβει τὶ σημαίνει αὐτό. Εἶσθε ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ἀσκεῖτε ἐπιρροή. Συμβουλεῦστέ τον τὶ ἀπαιτεῖ τὸ συμφέρον του.

Ὁ Ἄμπρο ἀπάντησε σὲ αὐτά:

– Δὲν γνωρίζω καθόλου κατὰ ποιὸν τρόπο δέχθηκε ὁ Μεχμέτ Ἀλῆ αὐτὴ τὴν πρόταση.

– Ὦ, διέκοψε ὁ Cradock, ἡ ὑπόθεση εἶναι σχεδόν τελειωμένη!

Καὶ μετὰ τό θρασὺ αὐτὸ ψέμα, ἀπειλοῦσε μὲ τὴν ἄφιξη τῶν Ρώσσων καὶ τὴν ὀργὴ τῶν Ἄγγλων, ἄν δὲν δεχόμουν νὰ ὑποστηρίξω τὴν ἀχρεῖα του πρόταση στὸν πατέρα μου.

Ἤδη τὸν Μάρτιο (1828) μοῦ εἶχε διηγηθεῖ ὁ κυβερνήτης τοῦ ‘Juno’ κύριος Leblanc, ἕνας ἔντιμος ἄνθρωπος, γι΄ αὐτὸν τὸν ταγματάρχη Cradock καὶ τὴν ἀποστολή του καὶ πῶς ὁ ἀντιβασιλέας τὸν εἶχε βάλει στὴν θέση του.

– Ἄν θέλετε νὰ ἀνεξαρτητοποιηθεῖτε, εἶπε τότε στόν ἀντιβασιλέα, ὑπολογίστε στὸν ρόλο τῆς Ἀγγλίας. Ἡ πραγματικὴ στιγμὴ ἔχει ἔρθει. Ἀνακαλεῖτε τὸν γυιό σας καὶ ἀποτινάζετε τὶς ἁλυσίδες. Ἡ Ἀγγλία εἶναι πεπεισμένη ὅτι ἐπιδιώκετε τὴν ἀνεξαρτησία. Αὐτήν τὴν ἔχω μαζί μου, ἑπομένως ἄς ἀποβάλουμε τὶς μάσκες!

– Ἡ Ἀγγλία μπορεῖ νά σκέπτεται ὅ,τι θέλει, ἀπάντησε ὁ ἀντιβασιλέας Μεχμέτ Ἀλῆ μέ ἀξιοπρέπεια. Ἀλλά, συνέχισε, ποιὸς σᾶς δίνει τὸ δικαίωμα νὰ μοῦ λέτε μέσα στό ἴδιο μου τὸ σπίτι ὅτι μέ θεωρεῖτε σεῖς ἕναν προδότη;

Ἔπειτα ἀπ΄ αὐτὸ διέκοψε ὁ πατέρας μου κάθε ἐπαφὴ μαζί του. Λίγες ὧρες μετά τήν συνομιλία ποὺ εἴχαμε, ἔφτασε ἡ εἴδηση τῆς ἐπίθεσης τοῦ Κόχραν κατὰ τοῦ προμαχώνα τοῦ Μεσολογγίου.»

Περαιτέρω ἀνάλυση παρέλκει. Ἐξ ἄλλου ὁ ἄγγλος ἱστορικός Κ.Μ.Γούντχαουζ, στό ἔργο του Ἡ ναυμαχία τοῦ Ναυαρίνου [ἐκδόσεις Καστανιώτη, Ἀθήνα 2016, ὅπου στὴν σ.53 ἀναφέρεται ἡ παρουσία τοῦ Κράντοκ], καταρρίπτει πλήρως καὶ τεκμηριωμένα τήν θεωρία τοῦ «τυχαίου γεγονότος». Ἡ θεωρία τοῦ «θερμοῦ ἐπεισοδίου» διαψεύδεται γενικά σὲ ὅλες τὶς πηγές.

Ἡ ρωσσικὴ καὶ ἡ γαλλικὴ συμμετοχὴ στὴν Ναυμαχία ὀφείλονται στὴν γεωπολιτική τους ἐπιλογὴ νὰ συμμετάσχουν στὴν βασικὴ παρενέργεια τῆς Ναυμαχίας, ποὺ ἦταν ἡ ἀναπόφευκτη μεσοπρόθεσμη ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδας.

Ὅπως ἄλλωστε καί ὁ ρωσσοτουρκικός πόλεμος τοῦ 1828–9 ΔΕΝ ἔγινε γιά νά καταστεῖ ἡ Ἑλλάς ἀνεξάρτητο κράτος, ἀλλὰ ἐπειδή ἡ Τουρκία ἔκλεισε τὰ Στενά στὰ ρωσσικά πλοῖα ἀκυρώνοντας τὴν Συνθήκη τοῦ Ἄκερμαν. Τὸ «θεώρημα τοῦ Ναυαρίνου» προεβλήθη στὴν ἐπίσημη νεοελληνικὴ ἀλλὰ καὶ παγκόσμια ἱστοριογραφία, διότι δικαιολογοῦσε, στήριζε, νομιμοποιοῦσε τὴν ἀποικιοκρατικὴ παρουσία τῶν τριῶν Προστάτιδων Δυνάμεων.

Ἐγκαθίδρυε τὴν ψυχικὴ καὶ κοινωνικὴ ἀποδοχὴ τῆς ἀποικιοκρατίας ἀπό τήν ἑλληνική κοινωνία.

Ἡ (ἀμέσως μετὰ τὴν Ἀπελευθέρωση) ἵδρυση ἀγγλικοῦ, γαλλικοῦ καὶ ρωσσικοῦ κόμματος, δηλαδὴ ἡ συγκρότηση μίας ἑλληνικῆς πολιτικῆς γεωγραφίας ὡς ἀντανάκλασης τῆς διεθνοῦς γεωπολιτικῆς, ὑπῆρξε ἀποτέλεσμα τοῦ «θεωρήματος τοῦ Ναυαρίνου».

Ἡ ἐπιβολὴ μοναρχικοῦ πολιτεύματος καὶ εἰσαγόμενης ξένης δυναστείας (καὶ ὄχι π.χ. ἑνὸς κλάδου τῶν Παλαιολόγων, ὅπως ἔκαναν οἱ Σέρβοι πού ἐγκαθίδρυσαν σερβικὴ δυναστεία) ὑπῆρξε καὶ αὐτὴ ἀποτέλεσμα τοῦ «θεωρήματος τοῦ Ναυαρίνου».

Ἡ μεταπολίτευση τοῦ 1863, ἀκόμα καὶ ὅλες οἱ μεταγενέστερες ξένες παρεμβάσεις μέχρι τὸν Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ὑπῆρξαν ἀποτέλεσμα τοῦ θεωρήματος τῆς Ναυμαχίας τοῦ Ναυαρίνου.

Ἡ ψυχολογικὴ ἀποδοχὴ τῆς ἀποικιοκρατίας ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ κοινωνία, ἡ εκμηδένιση τῆς αὐτοπεποίθησής της, ἡ δουλικὴ ξενομανία της, ὑπῆρξε καὶ αὐτὴ ἀποτέλεσμα τοῦ «θεωρήματος τοῦ Ναυαρίνου». Διότι ἀσφαλῶς μία κοινωνία ποὺ συνέτριψε τὴν Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία στὸ πεδίο τῆς μάχης δὲν θὰ μποροῦσε ἀλλιῶς νὰ δεχθεῖ, μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή της, τὴν ἑκούσια ὑποδούλωση σὲ μιὰ νέα, ἔστω καὶ ἔμμεση, μορφὴ ἐξωτερικοῦ ἀποικιακοῦ ἐλέγχου.

Καὶ ἡ πρόθυμη αὐτοεργαλειοποίηση τῆς νεοελληνικῆς ἰθύνουσας τάξης ὡς αὐτόκλητου διεκπεραιωτῆ ξένων συμφερόντων, καὶ αὐτή, δὲν θὰ εἶχε πραγματοποιηθεῖ τόσο εὔκολα χωρὶς τὸ «θεώρημα τοῦ Ναυαρίνου».

Φυσικά, γιὰ νὰ προβληθεῖ ὡς κυρίαρχη ἄποψη τὸ ὅτι τὸ Ναυαρῖνο καὶ μόνον τὸ Ναυαρῖνο γέννησε τὴν ἑλληνικὴ ἀνεξαρτησία, ἔπρεπε νὰ στηριχθεῖ σὲ ἕνα δεύτερο ζωτικὸ ψεῦδος. Τὸ δεύτερο αὐτὸ ζωτικὸ ψεῦδος ἦταν ὅτι ἡ Ἐπανάσταση εἶχε ἐκμετρήσει τὸ ζῆν ὅταν ἔφθασαν οἱ τρεῖς στόλοι-σωτῆρες στὸ Ναυαρῖνο, διότι ὁ Ἰμπραὴμ εἶχε δῆθεν καταστείλει τὴν Ἐπανάσταση. Στὴν πραγματικότητα, ὁ Ἰμπραὴμ εἶχε πλήρως ἀποτύχει. Ἐπὶ δυόμισυ ὁλόκληρα χρόνια ἀδυνατοῦσε νὰ ἐλέγξει μία περιορισμένη ἔκταση περιβαλλόμενη ἀπὸ θάλασσα, εἶχε βραχυκυκλωθεῖ καὶ ὁ Κολοκοτρώνης εἶχε ἀκυρώσει ὅλες τὶς ἀπόπειρές του νὰ ἐγκαθιδρύσει αἰγυπτιακὸ προτεκτορᾶτο ἐπὶ ἑλληνικοῦ ἐδάφους.

Ἀλλὰ αὐτὰ τὰ ζωτικὰ ψεύδη ἐνθυλακώθηκαν στὴν ἐπίσημη νεοελληνικὴ ἱστοριογραφία, διότι δὲν θὰ ἔπρεπε ἐπ’ οὐδενὶ λόγῳ νὰ προβληθεῖ ἡ ἐξαιρετικὰ ἐπικίνδυνη γιὰ τὸν κόσμο τῶν Μεγάλων Δυνάμεων πραγματικότητα. Ποὺ ἦταν τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἀπελευθέρωση ἦταν αποτέλεσμα μίας σειρᾶς ἀπὸ ἐπικὲς νῖκες ἑνὸς ὀλιγάριθμου ἔθνους ἐναντίον μίας ἀχανοῦς αὐτοκρατορίας. Ὅτι ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς ἀνορθολογικῆς ἀπόφασης τῆς Ἐπανάστασης, τῆς αἱματηρῆς ἀπελευθέρωσης τῆς Τριπολιτσᾶς, τῆς ἐπικῆς νίκης στὰ Δερβενάκια, τῆς ἡρωϊκῆς ναυμαχίας τῶν Σπετσῶν, τῆς στρατηγικῆς σοφίας, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀδιαλλαξίας τοῦ Κολοκοτρώνη, τῆς καταδρομικῆς δράσης τοῦ Κωνσταντίνου Κανάρη, τῆς ἀναμέτρησης μέ τὸν θάνατο τοῦ Καραϊσκάκη, τοῦ Ἀνδρούτσου καὶ τοῦ Διάκου, τοῦ δράματος τῆς Χίου, τῶν Ψαρρῶν καὶ τοῦ Μεσολογγίου, τῆς ἀντίστασης μέχρις ἐσχάτων στὸν Ἰμπραήμ, τῆς τερατώδους ἀντοχῆς ἑνὸς λαοῦ ποὺ ὑπέφερε τὰ πάνδεινα ἐπὶ μία δεκαετία, ἀλλὰ δὲν ἔκανε οὔτε ἕνα βῆμα πίσω ἀπὸ τὸ ἀνυποχώρητο αἴτημά του νὰ ἀπελευθερωθεῖ. Γεγονὸς αὐτόχρημα ἀνατινακτικὸ γιὰ τὶς κυρίαρχες ἀντιλήψεις τῆς ἐποχῆς τοῦ Μέττερνιχ, τῶν τσάρων καὶ τῶν σουλτάνων.

Σὲ αὐτὰ τὰ ζωτικὰ ψεύδη προσετέθησαν διάφορα συναφῆ φληναφήματα, ὅπως ὅτι ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση ἦταν προϊὸν τῆς ἰδεολογίας τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης καὶ τοῦ Γαλλικοῦ Διαφωτισμοῦ. Τὸ θεώρημα αὐτὸ εἶναι κωμικὰ ἀνιστόρητο. Διότι τότε τὰ Ὀρλωφικὰ τοῦ 1770, ποὺ προηγήθηκαν ἕνα τέταρτο τοῦ αἰῶνα τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης, προϊὸν ποιᾶς εὐρωπαϊκῆς ἰδεολογίας ἦταν; καὶ τὰ δεκάδες ἄλλα ἐθνικοαπελευθερωτικὰ κινήματα ποὺ ἐκδηλώθηκαν σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας, αἰῶνες πρὶν ἀπό τὸν Γαλλικὸ Διαφωτισμό, πῶς συνδέονται μὲ τὶς δυτικοευρωπαϊκὲς ἰδεολογικὲς ἐξελίξεις;

Σὲ αὐτὰ ἂς προσθέσουμε τὴν ἀφελῆ ἰδεοληπτικὴ ἀπόπειρα τῶν μαρξιστῶν νὰ ἐμφανίσουν ὡς ταξικὴ μία Ἐπανάσταση τῆς ὁποίας ἡγήθηκαν οἱ ἀρχιερεῖς, οἱ προεστοί, οἱ φαναριῶτες, οἱ ἔμποροι, οἱ ἐφοπλιστές, δηλαδὴ ἡ ἴδια ἡ ἰθύνουσα τάξη τῶν προνομιούχων, πληρώνοντας φυσικὰ πρῶτοι τὸ τίμημα τῆς ἐπιλογῆς τους νὰ ἀπαρνηθοῦν τὰ ταξικά τους προνόμια γιὰ νὰ ἀγωνιστοῦν γιὰ τὸ ὑπερταξικό, πανεθνικὸ αἴτημα τῆς Ἐλευθερίας.

Ἀλλὰ αὐτὰ τὰ θεωρήματα ἀποτελοῦν ἀθῶα νοητικὰ παίγνια μπροστὰ στὴν σημερινὴ ὀργανωμένη, συστηματική, ἐπίμονη καὶ δόλια προσπάθεια συκοφάντησης, διαστρέβλωσης, παραχάραξης τῶν γεγονότων καὶ τῆς σημασίας τους, ποὺ συντελεῖται ἀκριβῶς κατὰ τὴν ἐπέτειο τῶν 200 χρόνων ἀπὸ τὴν ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης. Αὐτὴ ἡ προσπάθεια, στὴν ὁποία συμμετέχει μὲ ζῆλο μέρος τοῦ πολιτικοῦ καὶ πανεπιστημιακοῦ κατεστημένου, ἀποτελεῖ ἀπόληξη μακροχρόνιας διεργασίας, στοὺς κόλπους τῆς ἀντιεπιστημονικῆς καί ἰδεοληπτικῆς σχολῆς τοῦ Ἐθνομηδενισμοῦ. Αὐτὴ ἡ ρυπαρὴ καὶ ὕποπτη «σχολὴ» ἐμφανίστηκε στὰ χρόνια τοῦ ψευδο-«ἐκσυγχρονισμοῦ» καὶ εἶχε ὡς σκοπὸ νὰ ἀποδομήσει τὴν συνέχεια τῆς τρισχιλιετοῦς ἑλληνικῆς ἱστορίας, νὰ πλήξει τὴν ἐθνικὴ συνείδηση, τὴν πολιτισμικὴ καὶ θρησκευτικὴ ταυτότητα τῶν Ἑλλήνων, ὥστε νὰ τοὺς καταστήσει εὔκολη λεία τῆς ἀπο-ἐθνοποίησης καὶ νὰ διευκολύνει τὴν ἐκχώρηση κυριαρχικῶν δικαιωμάτων στὸν τουρκικὸ ἀναθεωρητισμό. Αὐτὴ ἡ σχολὴ φυσικὰ δὲν ἔχει βρεῖ σοβαρὴ ἀνταπόκριση στὴν ἑλληνικὴ κοινωνία, ἀλλά, ἔχοντας συμμάχους στοὺς ἁρμοὺς τῆς ἐξουσίας, ἐργάζεται μὲ τεράστιο ζῆλο γιὰ νὰ δηλητηριάσει τὴν μεγάλη ἐπέτειο.

Ἡ ἑλληνικὴ κοινωνία, ἡ πραγματικὴ καὶ ὄχι ἡ εἰκονικὴ τῶν ψευδοελὶτ καὶ τῶν ψευδοεπιτροπῶν, θυμᾶται, ἑορτάζει, τιμᾶ, ἀναβιώνει, κατανοεῖ, θαυμάζει, ἐξυμνεῖ, ἐξαίρει τὸ Εἰκοσιένα. Ἀντιλαμβάνεται τὴν ἐπικαιρότητα τοῦ μηνύματος, συνειδητοποιεῖ ὅτι ἡ Ἐλευθερία δὲν εἶναι ποτὲ δεδομένη ἀλλὰ διαρκὲς ζητούμενο. Διατηρεῖ τὴν διαρκῆ ἐγρήγορση ποὺ ἀπαιτεῖ καὶ ἡ σημερινὴ κρίσιμη συγκυρία, στὸν ἡρωϊκὸ καὶ βαλλόμενο πανταχόθεν ἐδῶ καὶ χιλιετίες ξηρό μας βράχο. Βιώνει τὴν Ἐλευθερία ὡς πρωτογενὲς αἴσθημα καὶ ὄχι ὡς ἐπιβεβλημένη ἀντανάκλαση διεθνῶν ἰδεολογικῶν ρευμάτων, ὅπως προσπαθοῦν νὰ μᾶς πείσουν διάφοροι ψευδο-διαφωτισμένοι μεταπράτες κακοχωνεμένης ξένης σοφίας. Ὁ λαὸς αὐτός, ὁ Ἑλληνικός, ἦταν αὐθεντικὸς καὶ σταθερὸς ἐπὶ χιλιετίες φορέας τοῦ ὑπαρξιακοῦ αἰτήματος τῆς Ἐλευθερίας ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Λεωνίδα. Δὲν χρειαζόταν τὴν μετακένωση, στὶς ἀμεσοδημοκρατικές του κοινότητες καὶ στὰ κλέφτικα λημέρια του, τοῦ Διαφωτισμοῦ καί τοῦ Φιλελευθερισμοῦ, δηλαδὴ τῆς ἰδεολογίας τῆς καθυστερημένης ἐξόδου τῶν δυτικῶν βαρβαρικῶν φύλων ἀπὸ τὸν Μεσαίωνα μέσῳ τῆς δικῆς μας πολὺ προγενέστερης ἑλληνικῆς γραμματείας.

Ὁ λαὸς αὐτὸς πολέμησε ἐναντίον τῆς βαρβαρότητας στὴν Ἀρχαιότητα, στὸν Μεσαίωνα καὶ στὴν Νεώτερη ἐποχή, διασώζοντας τὸν δυτικὸ πολιτισμό, τὸν ὁποῖον αὐτὸς θεμελίωσε. Καὶ παραμένει Ἀκρίτας, Ἥρωας, Πολεμιστὴς τῆς Ἐλευθερίας, στὸ ὅριο τοῦ δυτικοῦ κόσμου, γιὰ νὰ διασώζει τὸν πολιτισμὸ ἀπὸ τὴν βαρβαρότητα.

*Απόσπασμα – προδημοσίευση από το ομώνυμο άρθρο που συμπεριλαμβάνεται στο επετειακό συλλεκτικό τεύχος της Νέας Κοινωνιολογίας ‘Η Επανάσταση που Άλλαξε τον Παγκόσμιο Χάρτη’, αφιέρωμα στα 200 χρόνια από το 1821, που κυκλοφορεί από τις 7 Δεκεμβρίου 2021 στα βιβλιοπωλεία (Εκδόσεις Καπόν).

** Ο Μελέτης Η. Μελετόπουλος ειναι Διδάκτωρ Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Γενεύης*  

  • Τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν απαραίτητα τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΓΝΩΜΕΣ, ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ΕΔΩ ΚΑΙ ΕΔΩ

Η διαχρονική κυρίαρχη σημασία της γεωστρατηγικής θέσης της Ελλάδας στον παγκόσμιο χάρτη: Ο δυτικός πολιτισμός θα υπάρχει όσο υπάρχει η Ελλάδα *

Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: