Η κριτική του Νίκου Χριστοδουλίδη για το βιβλίο του Αλέξη Παπαχελά: “Ένα σκοτεινό δωμάτιο 1967-1974”

Για το «Ένα σκοτεινό δωμάτιο 1967-1974», μίλησαν ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Χριστοδουλίδης και ο Χρήστος Στυλιανίδης, υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας της Ελλάδας. Δεξιά η διευθύντρια της Καθημερινής. Φωτογραφία via Καθημερινή




Είκοσι πέντε χρόνια άοκνης μελέτης και επισταμένης έρευνας αφιέρωσε ο Αλέξης Παπαχελάς για να συγκεντρώσει και να μας παρουσιάσει τα στοιχεία που τεκμηριώνουν τις πολιτικές του Ιωαννίδη το καλοκαίρι του 1974 καθώς και τη δράση των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών τα τραγικά χρόνια της επταετίας.

Γνωρίζοντάς τον ως έγκριτο και καταξιωμένο δημοσιογράφο με αξιοζήλευτη πορεία και συγγραφικό έργο για τη νεότερη πολιτική ιστορία της Ελλάδας, δεν μας προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι το νέο βιβλίο του Αλέξη Παπαχελά μετρά ήδη δύο πρωτιές.

Πριν προλάβει να φτάσει στα ράφια των βιβλιοπωλείων η πρώτη έκδοση των 10 000 αντιτύπων, το βιβλίο ανατυπώθηκε ήδη λόγω της μεγάλης ζήτησης και σε δεύτερη έκδοση. Επιπλέον παρουσιάζει ένα πρωτοποριακό χαρακτηριστικό που όχι μόνο καθιστά την ανάγνωση ζωντανότερη και απολαυστικότερη αλλά και αποδεικνύει την ανατρεπτική ματιά του συγγραφέα και των Εκδόσεων Μεταίχμιο που συμβαδίζοντας με την εποχή εφαρμόζουν καινοτόμες ιδέες αξιοποιώντας τις δυνατότητες που προσφέρει στις μέρες μας η τεχνολογία.

Ο αναγνώστης μπορεί σε 22 σελίδες του βιβλίου να βρει 22 QR κωδικούς που παραπέμπουν σε πολύτιμα, αποκαλυπτικά ηχητικά ντοκουμέντα πολλά από τα οποία βλέπουν πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας. Χάρη σε αυτή την καινοτομία και στην πολύχρονη ενδελεχή έρευνα του Παπαχελά για πρώτη φορά ακούμε τους ηχογραφημένους διάλογους του Πολεμικού Συμβουλίου που πραγματοποιήθηκε στις 20 Ιουλίου του 1974 στο Πεντάγωνο.

  • Πρόκειται για μια συγκλονιστική αποτύπωση της ανεπάρκειας όσων διαχειρίζονταν την τύχη του ελληνικού έθνους. «Ένα πολιτικό θρίλερ που σου προκαλεί τρόμο λόγω της αδεξιότητας, της ατολμίας, της απόλυτης έλλειψης στοιχειώδους πολιτικής και στρατηγικής από τους ανθρώπους που είχαν αρπάξει την εξουσία στα χέρια τους εκείνη την εποχή» επισημαίνει πολύ εύστοχα η Κατερίνα Ανέστη.

Ο Αλέξης Παπαχελάς χωρίζει το έργο του σε δύο θεματικές κατευθύνσεις. Η πρώτη, όπως και ο ίδιος αναφέρει «είναι οι αντιφάσεις και οι αντιθέσεις μεταξύ των πρωτεργατών της χούντας με κορύφωση την απομάκρυνση του Παπαδόπουλου και την επικράτηση του Ιωαννίδη, ενός μονήρους εθνικιστή, ο οποίος ήταν πολύ διαφορετικός από τον ιδιαιτέρως πολιτικό προκάτοχό του.

Η άλλη κατεύθυνση σχετίζεται με την πολιτική του κυνικού ρεαλισμού των ΗΠΑ, η οποία κατέληξε στην τραγωδία του 1974, με κύριο εκφραστή της τον Υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Χένρι Κίσινγκερ», τον οποίο η πολιτική επιστήμονας Βασιλική Γεωργιάδου, σχολιάζοντας το βιβλίο, εντάσσει στο πάνθεον των ωμών, κυνικών πολιτικών της ιστορίας.

Ένα συναξάρι αυτογνωσίας, μια καλειδοσκοπική ματιά στα γεγονότα μέσα από κυρίως πρωτογενείς πηγές που είναι και οι πλέον αξιόπιστες και λιγότερο αμφισβητήσιμες, με δεκάδες συνεντεύξεις και μαρτυρίες από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές ή ανθρώπους του άμεσου περιβάλλοντός τους, επίμοχθη έρευνα σε επίσημα αρχεία, αποχαρακτηρισμένα έγγραφα, πλούσια ελληνική και ξένη βιβλιογραφία.

Το βιβλίο του Αλέξη Παπαχελά επιχειρεί να δώσει απαντήσεις σε βασανιστικά, πολυσυζητημένα ερωτήματα που είχαμε όλα αυτά τα χρόνια: για την εφταετία, για τον ρόλο των Αμερικάνων και σημαντικών δρώντων της εποχής, για την τραγωδία του Κυπριακού το 1974, αν και ποιος έδωσε πράσινο φως στον Ιωαννίδη να ανατρέψει τον Μακάριο με το προδοτικό πραξικόπημα, γιατί επιβλήθηκε η «σιγή των ελληνικών όπλων» τις πρώτες κρίσιμες ώρες της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο και ποιος αποφάσισε να αποτρέψει την τελευταία στιγμή την επίθεση στο τουρκικό αποβατικό ―δια θαλάσσης και αέρος― στις 22 Ιουλίου.

«Το 1974 ήμουν δεκατριών ετών. Ένιωθα ότι ζούσα κι εγώ όπως όλοι οι Έλληνες κάτι σημαντικό που θα μας σφράγιζε για πολλές γενιές», με αυτά τα λόγια ξεκινά το βιβλίο του ο Αλέξης Παπαχελάς. Κατά μια ενδιαφέρουσα σύμπτωση, το διαμέρισμα της αδερφής του «αόρατου δικτάτορα» επί της Βασιλίσσης Σοφίας στο οποίο πραγματοποιούσε πολλά ραντεβού και στο οποίο έβρισκε καταφύγιο τις δύσκολες στιγμές που έπρεπε να πάρει αποφάσεις βρισκόταν στην πολυκατοικία όπου ζούσε ο μικρός Αλέξης Παπαχελάς με την οικογένεια του ως παιδί.

  • Το βιβλίο αυτό, αναφέρει ο δημοσιογράφος Παύλος Τσίμας, ήταν η έμμονη ιδέα του Αλέξη Παπαχελά, να ρίξει φως στα γεγονότα που οδήγησαν στην επαλήθευση εκείνης της προειδοποίηση του Cyrus Vance πρώην Υπουργού Εξωτερικών και υφυπουργού Άμυνας των ΗΠΑ, τον Ιανουάριο του 1968 όταν σε μια σύσκεψη στον Λευκό Οίκο μετά την κρίση του ’67 στην Κύπρο είχε πει «εμποδίσαμε την Τουρκία δύο φορές να εισβάλει στην Κύπρο αν υπάρξει τρίτη ανάφλεξη στο νησί δεν θα την εμποδίσουμε πια».

Επιτρέψτε μου να σταθώ ιδιαίτερα στο ανατριχιαστικό ηχητικό ντοκουμέντο από το Πολεμικό Συμβούλιο στις 20 Ιουλίου του ’74. Σ’ αυτό ακούμε με αποτροπιασμό τα λόγια του Ιωαννίδη να επιβεβαιώνουν την προδοσία:  «Μα δεν την ξέρουμε τη λύση; Την ξέρουμε κ. Πρωθυπουργέ. Αυτή θα βγούνε στην Κυρήνεια, κι αφού βγούνε τότε θα μπουν. Αυτό που θέλουν οι Τούρκοι το κάνουν. Θα τους σταματήσουμε μετά, αφού πάρουν το λιμάνι την Κυρήνεια και ενώσουν τη Λευκωσία τότε θα σταματήσουν. Γι’ αυτό είμαστε σίγουροι.»

Αυτά, τα τρομακτικά λόγια του Ιωαννίδη θα προκαλέσουν βαθιά τραύματα στο ελληνικό έθνος. Πληγές που παραμένουν αιμάσσουσες τόσα χρόνια μετά. Ο πολιτικός αναλυτής Ηλίας Νικολακόπουλος περιέγραψε εύστοχα την οδυνηρή πραγματικότητα. Ερωτηθείς τι του έμεινε από το βιβλίο θα σημειώσει:

«Η μετάβαση από τη δικτατορία στη δημοκρατία οικοδομήθηκε και στηρίχθηκε σ’ ένα τραύμα, την προδοσία της Κύπρου, το οποίο έμεινε χωρίς λογοδοσία, γι’ αυτό και θεωρώ ότι παραμένει ανεπούλωτο 47 χρόνια μετά. Η εσχάτη προδοσία του πραξικοπήματος και της τρίωρης τουλάχιστον σιωπής των ελληνικών όπλων το πρωί της 20ης Ιουλίου είναι ένα τραύμα που σημάδεψε τη γέννηση της τρίτης ελληνικής δημοκρατίας. Μια εθνική καταστροφή για την οποία δεν λογοδότησε στην πραγματικότητα κανένας».

Ο Βρετανός γνωστός Ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ αναφέρει ότι το βιβλίο θέτει τον προβληματισμό: «πού πραγματικά βρίσκεται η ισχύς;» Αναπτύσσοντας αυτή τη σκέψη θα πει πως «η μεγάλη πάλη των ιδεολογιών του 20ού αιώνα υπέρ και κατά του μπολσεβικισμού, υπέρ και κατά του σοσιαλισμού ήταν με πολλούς τρόπους μια πάλη που έλαβε χώρα σε έναν κόσμο σκοτεινών δωματίων στα οποία ένας μικρός αριθμός αντρών, και ήταν πάντοτε άντρες, είχαν στα χέρια τους απίστευτη δύναμη».

Ο Αλέξης Παπαχελάς, σύμφωνα με τον Μαζάουερ, έχει καταδείξει με τις εξαιρετικά διαφωτιστικές συνεντεύξεις του με διπλωμάτες και στελέχη της CIA που είχαν σύνδεση με την Ελλάδα, ότι η επιρροή των μυστικών υπηρεσιών, των υπηρεσιών πληροφοριών και της παρασκηνιακής διπλωματίας ήταν πολύ καθοριστικής σημασίας.

Από την άλλη, ο Καθηγητής Ιστορίας Ευάνθης Χατζηβασιλείου μιλώντας για την έκδοση του βιβλίου θα πει ότι βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα μείζον γεγονός της διανοητικής ιστορίας της Ελλάδας αφού θέτει υπό αμφισβήτηση το κυρίαρχο αφήγημα της δουλικότητας και εξάρτησης των ελληνικών ηγεσιών από τις μεγάλες δυνάμεις, μια αντίληψη που είναι μια από τις ιερές αγελάδες του ελληνικού λαϊκισμού και του ελληνικού αντιδυτικισμού και μας καλεί να αναστοχαστούμε τις δικές μας ευθύνες. Τα αίτια πρέπει να αναζητηθούν στις εσωτερικές ελληνικές πραγματικότητες και όχι στον μυθικό ξένο.

Η επίρριψη όλων των ευθυνών στον ξένο δάκτυλο, συνεχίζει ο Χατζηβασιλείου, αποτελεί αυτό που ο Ιστορικός  Τζέιμς Μίλλερ ονομάζει «underdog mentality» μια νοοτροπία που υπάρχει έντονα στην ελληνική κοινωνία και είναι δείγμα υπανάπτυκτης πολιτικής κουλτούρας.

  • Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα όσα περιλαμβάνονται στα τελευταία κεφάλαια του βιβλίου του Αλέξη Παπαχελά όπου ο συγγραφέας περιγράφει τα γεγονότα μετά την πρώτη φάση της τουρκικής εισβολής και την πτώση της Χούντας. Εκεί, ο συγγραφέας καταθέτει τα στοιχεία που συνέλεξε μέσα από τις συνεντεύξεις του με τους πρωταγωνιστές της Γενεύης.

Γίνεται λόγος για το «Σχέδιο Γκιουνές» το οποίο χαρακτήρισε ως μεγάλη χαμένη ευκαιρία ο Ετζεβίτ, ωστόσο όπως δήλωσε στον δημοσιογράφο ο Γλαύκος Κληρίδης που ως προεδρεύων της Δημοκρατίας εκπροσωπούσε την Κύπρο στη Γενεύη, δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό γιατί θα σήμαινε ότι οι Τούρκοι θα μπορούσαν να στείλουν στρατεύματα σε όποιο σημείο της Κύπρου θεωρούσαν ότι κινδύνευαν Τουρκοκύπριοι.

Ο Γλαύκος Κληρίδης καταθέτει επίσης ότι μετά τη δήλωση του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών Γεώργιου Μαύρου ότι «η Ελλάς μεταξύ της ατιμώσεως και πολέμου θα προτιμούσε τον πόλεμο», του τηλεφώνησε ο Καραμανλής και του είπε να έχει υπόψη ότι υπάρχουν φοβερά προβλήματα και δεν μπορεί η Ελλάς στην κατάσταση που είναι να επέμβει.

Αποκαλυπτικά είναι δε τα πρακτικά της σύσκεψη των αρχηγών των Ενόπλων Δυνάμεων μετά την κατάρρευση των συνομιλιών στη Γενεύη στις 13 Αυγούστου σύμφωνα με τα οποία η απάντηση των στρατιωτικών προς τον Καραμανλή, όταν ρώτησε αν μπορούσαν να σταλούν ενισχύσεις, ήταν ότι η ενίσχυση των δυνάμεων στην Κύπρο θα ήταν «ανθρωποκτονία άνευ ανταλλάγματος». Η απόφαση που λήφθηκε ήταν μια τακτική υποχώρησης των ελληνικών δυνάμεων με συντεταγμένο τρόπο ώστε να επιβραδυνθεί η προέλαση των Τούρκων.

Οι αναλυτές της CIA εκείνη την περίοδο έγραφαν ότι η «η Κύπρος βρίσκεται στα απώτερα όρια της ακτίνας επιχειρησιακής δράσης των ελληνικών αεροσκαφών» και ελληνικά πολεμικά σκάφη δεν θα μπορούσαν να επιχειρήσουν στην θαλάσσια περιοχή γύρω από την Κύπρο λόγω της έλλειψης αεροπορικής κάλυψης».

Λίγο πριν από τον δεύτερο γύρο της τουρκικής εισβολής ο Κίσινγκερ ενημέρωνε τον μόλις 4 ημερών Πρόεδρο Φορντ που αντικατέστησε τον Νίξον ότι σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου, η Τουρκία ήταν πιο σημαντική για τις ΗΠΑ και είχε ένα πολιτικό σύστημα που θα μπορούσε να παραγάγει έναν Καντάφι θα πει χαρακτηριστικά:

«Δεν υπάρχει κανένας αμερικανικός λόγος για τον οποίο οι Τούρκοι δεν πρέπει να έχουν το ένα τρίτο της Κύπρου».  Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλεί και η κυνική παραδοχή του υπεύθυνου των επιχειρήσεων της CIA στην Αθήνα Ρον Έστες σε συνέντευξη που παραχώρησε στον Παπαχελά:

«Ξέραμε ότι δεν υπήρχε περίπτωση η Ελλάδα να πήγαινε σε πόλεμο, θα ήταν αυτοκτονία, η εκτίμησή μας ήταν ότι θα έχανε μέσα σε λίγες μέρες. Δεν δίναμε πάντως μια δεκάρα για την Κύπρο. Μας ένοιαζε το ΝΑΤΟ και να μην ξεσπάσει ελληνοτουρκικός πόλεμος. Η  έγνοια των ΗΠΑ για την Ελλάδα και για την ανατολική Μεσόγειο ήταν μία: η προστασία της Αμερικής και του Ισραήλ από την Αίγυπτο και τη Συρία κατά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών.

  • Το βιβλίο του Αλέξη καταγράφει επίσης τον ρόλο της ομογένειας στις μετέπειτα εξελίξεις. Στις 18 Αυγούστου πάνω από 30 χιλιάδες ομογενείς είχαν συγκεντρωθεί κοντά στον Λευκό Οίκο και φώναζαν «Δολοφόνε Κίσινγκερ».

Ο Κίσινγκερ, υπό την πίεση της κοινής γνώμης αλλά και λόγω της ανησυχίας για την προσέγγιση της Ελλάδας από τη Γαλλία θα στείλει αυστηρό μήνυμα στον Ετζεβίτ να σταματήσει την περαιτέρω προέλαση των τουρκικών δυνάμεων στην Κύπρο.

Στις 24 Αυγούστου ο Κίσινγκερ συναντήθηκε με τον Αρχιεπίσκοπο Βορείου και Νοτίου Αμερικής Ιάκωβο για τον οποίο ανέφερε σε μια σύσκεψη:

«Νόμιζα ότι είχα γνωρίσει τον πιο κυνικό Έλληνα παπά, τον Μακάριο. Αλλά μετά γνώρισα τον Ιάκωβο.». Ο Κίσινγκερ ήταν έξαλλος γιατί θεωρούσε ότι η επιρροή του ελληνοαμερικανικού λόμπι δεν του επέτρεπε να ασκήσει τη διπλωματία που ήθελε. Στον Αμερικανό Πρόεδρο Φορντ θα πει: «Υπάρχει μια ελληνοτουρκική διένεξη γύρω από τα νησιά η οποία αφορά χωρικά ύδατα και τον εναέριο χώρο. Όταν διαπραγματευθούμε πρέπει να μπουν στο τραπέζι όλα τα θέματα έτσι ώστε η Τουρκία να υποχωρήσει σε άλλα σημεία και να ανταποδώσει αυτά που έχασε η Ελλάδα στην Κύπρο. Δεν μπορούν να βρουν μια ικανοποιητική συμφωνία μόνο για την Κύπρο».

Στο τελευταίο του κεφάλαιο με τίτλο «Η μονομαχία Μακαρίου-Κίσινγκερ» ο Αλέξης Παπαχελάς παραθέτει αποσπάσματα από διαλόγους μεταξύ Μακαρίου και Κίσινγκερ όπως και μεταξύ Καραμανλή και Κίσινγκερ.

Ιδιαίτερα αποκαλυπτικές οι αναφορές του Καραμανλή που κατηγορεί τον Κίσινγκερ για φιλοτουρκισμό, και το σχόλιο του τελευταίου ότι γνωρίζει καλά τον Ετζεβίτ γιατί υπήρξε μαθητής του,  και ότι η φιλοδυτική του στάση του έχει κοστίσει στην πολιτική του καριέρα στην Τουρκία, οι πιέσεις Κίσινγκερ προς Καραμανλή για να πείσει το ελληνοαμερικανικό λόμπι να σταματήσει να προωθεί την επιβολή εμπάργκο στην πώληση όπλων στην Τουρκία, και οι αναφορές Καραμανλή ότι μια λύση στην Κύπρο θα πρέπει να είναι έντιμη και δίκαιη για να είναι βιώσιμη.

Έχουν περάσει από τον διάλογο Κίσινγκερ- Καραμανλή 46 χρόνια. Η πραγματικότητα που έχουμε ενώπιον μας σήμερα είναι αδυσώπητη. Τα τετελεσμένα της εισβολής και της κατοχής έχουν εδραιωθεί και η ανατροπή τους χρόνο με τον χρόνο καθίσταται δυσκολότερη.

Η Κύπρος, λέει κλείνοντας το βιβλίο ο Αλέξης Παπαχελάς, παραμένει υπό τουρκική κατοχή, οι πρόσφυγες δεν έχουν επιστρέψει στα σπίτια τους και η Τουρκία κατέχει ακόμη το 37% του νησιού. Η Ελλάδα περιμένει ακόμη να συμφωνήσει η Τουρκία στην παραπομπή του ζητήματος της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Τόσα χρόνια μετά, με τα δεδομένα να γίνονται σαφώς πιο δύσκολα λαμβάνοντας υπόψη και την άνευ προηγουμένου αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας όχι μόνο έναντι της Κύπρου και της Ελλάδας, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή.  Πολλά τα μηνύματα και τα διδάγματα από το βιβλίο του Αλέξη.  Κάποια φανερά, κάποια προκύπτουν έμμεσα από τους διαλόγους που παραθέτει. Κάποια που επιβεβαιώνονται και κάποια που προκύπτουν για πρώτη φορά.

  • Αν είναι κάτι που θέλω να κρατήσω, είναι οι σχέσεις Αθηνών-Λευκωσίας γιατί αυτές εξαρτώνται αποκλειστικά από την δική μας στάση, από την δική μας βούληση.  Και δυστυχώς όποτε υπάρχει ρήγμα, ανειλικρίνεια, διαφορετικές προσεγγίσεις, το αποτέλεσμα είναι τραγικό.  Απέναντί μας έχουμε μια Τουρκία που μας προσεγγίζει ως ενιαίο χώρο και ως εκ τούτου δεν υπάρχει άλλη επιλογή από την ενιαία αντιμετώπιση του τουρκικού επεκτατισμού από το σύνολο του Ελληνισμού.

Κλείνοντας, θα ήθελα να συγχαρώ τον συγγραφέα και τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Είμαι πεπεισμένος ότι το έργο του Αλέξη θα εμπλουτίσει την ελληνική ιστοριογραφία και θα ενισχύσει ένα διάλογο στην ακαδημαϊκή κοινότητα και στην κοινωνία των πολιτών που ξεκίνησε την επομένη εκείνων των τραγικών γεγονότων. Αυτό που θα κρατήσω προσωπικά από το βιβλίο και σε συνέχεια των όσων προανέφερα, είναι το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει και ο Αλέξης:

«οι μεγαλύτερες τραγωδίες γίνονται τις ώρες του μεγάλου διχασμού. Στην περίπτωση της Κύπρου ο ελληνισμός πλήρωσε τους διχασμούς, τους βυζαντινισμούς ανάμεσα στην Αθήνα και τη Λευκωσία».

Ναι, είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός πως το σαράκι του διχασμού κατατρύχει το ελληνικό έθνος και έχει ροκανίσει μέσα στους αιώνες κι αποκόψει από το ελληνικό σώμα χαμένες πατρίδες. Μόνο με σύμπνοια και ενότητα ως συμπορευόμενοι επιβάτες «στο ίδιο καράβι, με τον ίδιο προορισμό» όπως λέει ο συγγραφέας θα  επιτύχουμε τον κατάπλου στο απάνεμο λιμάνι της ειρήνης και της κοινής προόδου.

Παρουσιάστηκε στη Λευκωσία το νέο βιβλίο του Αλέξη Παπαχελά: Ένα σκοτεινό δωμάτιο 1964-1974

Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: