Το Σαχέλ μας πέφτει… πολύ μακριά: Η φτώχεια, η πείνα, οι δολοφόνοι της Μπόκο Χάραμ και στο… βάθος ο Ερντογάν [video]

FILE PHOTO: Ένας στρατιώτης του Μαλί βρίσκει στρατιωτικές αρβύλες σε μία βάση που καταλήφθηκε από τζιχαντιστές και στη συνέχεια βομβαρδίστηκε από την γαλλική αεροπορία στην πόλη Diabaly EPA/NIC BOTHMA




Το Σαχέλ (Sahel), σύμφωνα με την ιστοσελίδα του Ομίλου Διεθνών και Ευρωπαϊκών Θεμάτων είναι μία ιδιόμορφη λωρίδα γης στην Αφρικής που βρίσκεται νότια της ερήμου Σαχάρα.

Πρόκειται για μία ζώνη, η οποία θεωρείται ως μία από τις πλέον ασταθείς του κόσμου, καθώς μαστίζεται από φτώχεια, βιώνει όλες τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, χαρακτηρίζεται από ακυβερνησία και συνεχή εναλλαγή εξουσίας μέσω πραξικοπημάτων, ενώ αποτελεί ταυτόχρονα μία τεράστια δεξαμενή παραγωγής ακραίων στοιχείων που τροφοδοτούν τρομοκρατικά και αντάρτικα κινήματα που δρουν είτε στην περιοχή της υποσαχάριας Αφρικής είτε σε άλλες περιοχές του κόσμου.

Η περιοχή αποτελεί το συνδετικό κρίκο μεταξύ της υπο-σαχάριας Αφρικής και της Μεσογειακής λεκάνης

Τι είναι οι χώρες του Σαχέλ 

H λωρίδα αυτή  εκτείνεται διαμέσου 10 Αφρικανικών χωρών: Της βόρειας Σενεγάλης, της Μαυριτανίας, του Μάλι, του βορείου μέρους της Μπουρκίνα Φάσο, του Νίγηρα, του Τσαντ, του Σουδάν και τέλος των βόρειων κομματιών του Νότιου Σουδάν και της Ερυθραίας.

Οι χώρες που αποτελούν τη λωρίδα του Σαχέλ, βρίσκονται σήμερα στη λίστα με τις φτωχότερες χώρες του κόσμου. ενώ είναι αντιμέτωπες με επισιτιστική κρίση. Συγκεκριμένα, εκατομμύρια άνθρωποι κινδυνεύουν από την πείνα, ενώ η κρίση αυτή έχει οδηγήσει σε μία ευρύτερη ανθρωπιστική κρίση με περίπου 10 εκατομμύρια ανθρώπους να κινδυνεύουν να πεθάνουν από υποσιτισμό με το 1,5 εκατομμύριο από αυτούς να αποτελούν παιδιά, ενώ οι ξηρασίες που εμμένουν τα τελευταία 7 χρόνια στην περιοχή έχουν συμβάλλει στην επιδείνωση της κατάστασης.

Μετά τους πολέμους σε Λιβύη, Μάλι αλλά και στο ευρύτερο  κομμάτι του Μακχρέμπ, η πολιτική αστάθεια στην περιοχή οδήγησε στην ανάδυση μη-κρατικών δρώντων που προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τα κενά εξουσίας.

Έτσι φυλές που  ζούσαν στο περιθώριο, όπως οι Τουαρέγκ, οι Χάουσα, οι Πελ και οι Φούλα (φυλές που ασπάζονται το Ισλάμ) συνεργάστηκαν με τους μη-κρατικούς δρώντες που προσπάθησαν να καλύψουν τα κενά εξουσίας, δημιουργώντας τρομοκρατικές ομάδες. Ο ταυτόχρονος οικονομικός αποκλεισμός τοπικών κοινοτήτων και φυλών, οδήγησε φυλές ή εθνοτικές ομάδες στην ασχολία με το λαθρεμπόριο όπλων και τη διακίνηση ναρκωτικών.

Είναι η περιοχή που συγκεντρώνει όλες τις προϋποθέσεις για να “ανθίσει” η ισλαμιστική τρομοκρατία η οποία αποτελεί μάστιγα για όλες τις χώρες του Σαχέλ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ισλαμιστική οργάνωση Μπόκο Χαραμ που έχει εκτελέσει εκατοντάδες εγκληματικές επιθέσεις.

Η διείσδυση της Τουρκίας

Αν και εκ πρώτης όψεως η ζώνη του Σαχέλ μοιάζει να είναι ιδιαίτερα μακρινή για τα ελληνικά συμφέροντα, εντούτοις η στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας σε μία σειρά από χώρες της περιοχής παρέχει στη χώρα μας την αφορμή προκειμένου να εμπλακεί με έμψυχο δυναμικό στις εκεί επιχειρήσεις του γαλλικού στρατού.

Τα τελευταία χρόνια η συγκεκριμένη περιοχή έχει βρεθεί στο επίκεντρο του τουρκικού επεκτατισμού στην αφρικανική ήπειρο, σε μία προσπάθεια της Άγκυρας να αποκτήσει γεωπολιτικά ερείσματα, αλλά και οικονομικές ευκαιρίες, σε βάρος κυρίως των γαλλικών συμφερόντων, δεδομένου ότι αρκετές από αυτές τις περιοχές βρίσκονταν στο παρελθόν υπό γαλλική επιρροή ή κατοχή όπως π.χ. ο Νίγηρας ή το Μάλι.

Σημειώνεται πως η Τουρκία διαθέτει περισσότερους από 100 στρατιώτες στο Μάλι και την Κεντροαφρικάνικη Δημοκρατία θεωρητικά για να υποστηρίξει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στο πλαίσιο της αποστολής MINUSMA του ΟΗΕ, στην πραγματικότητα ωστόσο τους χρησιμοποιεί για να κάνει “επίδειξη σημαίας” προωθώντας τη δική της ατζέντα, απέναντι στους Γάλλους.

Από το 2017, η Τουρκία έχει εκμισθώσει από το Σουδάν το στρατηγικό νησί Suakin για να το χρησιμοποιήσει ως στρατιωτική βάση στην περιοχή για 100 χρόνια. Καταλυτική επίσης, ως προς τις εξελίξεις στην περιοχή, είναι και η τουρκική διείσδυση στην Σομαλία. Η Τουρκία τα τελευταία χρόνια εκπαιδεύει και προμηθεύει με οπλισμό τον Σομαλικό στρατό, οργανώνοντας ταυτόχρονα ένοπλα μισθοφορικά τμήματα από σομαλούς μαχητές, τα οποία στέλνει σε εμπόλεμες ζώνες της περιοχής προς υποστήριξη των φίλα προσκείμενων σε αυτή πολεμάρχων και κυβερνήσεων.

Η γαλλική παρουσία

Βασικός αντίπαλος του συνασπισμού Γαλλίας – G5-Sahel, είναι το λεγόμενο Ισλαμικό Κράτος της Μεγάλης Σαχάρας (EIGS), που ενώ ιδρύθηκε αρχικά από τους ισλαμιστές Τουαρέγκ στη Δυτική Αφρική, σταδιακά επεκτάθηκε σε όλη σχεδόν τη ζώνη του Σαχέλ, παρέχοντας καταφύγιο σε ακραίους ισλαμιστές μαχητές που εκδιώχθηκαν στο πλαίσιο των πολεμικών επιχειρήσεων της Δύσης κατά της διεθνούς τρομοκρατίας. Η δράση του EIGS εκτείνεται σε μία αχανή περιοχή που συμπεριλαμβάνει εδάφη του Μάλι, του Νίγηρα, της Νιγηρίας, της Μπουρκίνα Φάσο, της Αλγερίας και της Λιβύης.

Η συγκεκριμένη οργάνωση, έχει κεντρικά ελεγχόμενη πολιτική αλλά και στρατιωτική δομή, αντλώντας επιρροές από τον ISIS και την Al-Qaeda. Στις τάξεις της, τα τελευταία 10 χρόνια, έχει ενσωματωθεί και ένας μεγάλος αριθμός τζιχαντιστών που ανήκουν στη λεγόμενη Μουσουλμανική Αδελφότητα, με έχοντας σημαντική πολεμική εμπειρία την οποία απέκτησαν στο πλαίσιο των γεγονότων της Αραβικής Άνοιξης στα κράτη της Βορείου Αφρικής (Αλγερία-Λιβύη-Αίγυπτο-Τυνησία-Μαρόκο-Μαυριτανία).

Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το Μάλι, εδώ και περίπου 2 χρόνια με πρωτοβουλία της Γαλλίας δημιουργήθηκε η Task Force Takuba με συμμετοχή συνασπισμού κρατών-μελών της ΕΕ (Βέλγιο, Ολλανδία, Γερμανία, Τσεχία, Δανία, Εσθονία, Πορτογαλία κ.α) με στόχο οι Ένοπλες Δυνάμεις της συγκεκριμένης χώρας να αποκτήσουν την απαιτούμενη επιχειρησιακή αυτονομία προς αντιμετώπιση των τρομοκρατικών οργανώσεων που δρουν στην περιοχή. Η Task Force Takuba εντάσσεται στην ευρύτερη -επίσης- γαλλική επιχείρηση με την ονομασία Barkhane που βρίσκεται σε εξέλιξη από το 2014 με τη συμμετοχή περισσοτέρων από 5.000 στρατιωτών.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση

Η επιδείνωση της κατάστασης στο Σαχέλ και ιδιαίτερα οι απαγωγές Ευρωπαίων, ώθησε στην έγκριση μιας Στρατηγικής της ΕΕ για την Ασφάλεια και την Ανάπτυξη στη περιοχή. Το 2012 η Ε.Ε ανέπτυξε την αποστολή EUCAP SAHEL Niger με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Επίσης με σκοπό την καταπολέμηση της φτώχειας και της επισιτιστικής κρίσης, η Ε.Ε. έχει δώσει με τη μορφή χρηματοδότησης 423 εκατομμύρια ευρώ, το 2018 και το 2019. Σήμερα, το ζωτικό έργο ΕΕ, G5 Σαχέλ και Ο.Η.Ε. για την παροχή κάθε είδους βοήθειας σε μία από τις φτωχότερες αλλά και πιο εύθραυστες περιοχές του πλανήτη συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό.

Μπόκο Χαράμ: Η ιδεολογία, η δράση και η διεθνής αντίδραση

Για να καταλάβει κανείς από πού προήλθε η Μπόκο Χαράμ, θα πρέπει να αναδιφήσει στην ιστορία της δυτικής Αφρικής. Η ανάπτυξη της περιοχής ξεκίνησε, όταν τα εκεί βασίλεια πήραν υπό τον έλεγχό τους τις εμπορικές οδούς διακίνησης αγαθών και σκλάβων από το βορρά προς το νότο και αντίστροφα. Η αυτοκρατορία Μπορνού, η οποία ιδρύθηκε τον 8ο αιώνα κοντά στη λίμνη Τσαντ, άκμασε αντικαθιστώντας στο ρόλο αυτό το βασίλειο της Γκάνας μετά την καταστροφή του από τους Αλμοραβίδες το 1076. Επρόκειτο ουσιαστικά για ένα σουλτανάτο με μουσουλμανικό πληθυσμό, το οποίο άκμασε ιδιαίτερα τον 17ο αιώνα.

Το 1903, το σουλτανάτο του Μπορνού και το χαλιφάτο του Σοκότο κατελήφθησαν από τους Βρετανούς αποικιοκράτες, οι οποίοι επεχείρησαν μέσω της εκπαίδευσης να διαδώσουν τον χριστιανισμό, όχι μόνο στη συγκεκριμένη περιοχή, αλλά και σε ολόκληρη τη Νιγηρία, η οποία είχε ενταχθεί στη Βρετανική Αυτοκρατορία και ανεξαρτητοποιήθηκε το 1960.

Αυτό που επί της ουσίας έγινε ήταν η Νιγηρία να αποτελεί μεν ένα κράτος ενιαίο διοικητικά, αλλά διαιρεμένο κοινωνικά σε δύο κομμάτια: τον φτωχό μουσουλμανικό βορρά και τον πλούσιο χριστιανικό νότο. Από το 1966 μέχρι και το 1999 και με εξαίρεση ένα μικρό διάστημα στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και στις αρχές εκείνης του ’80, η Νιγηρία κυβερνιόταν με στρατιωτικές δικτατορίες, γεγονός που συνέβαλε στην κλιμάκωση των κοινωνικών και θρησκευτικών εντάσεων.

Η αποκορύφωση ήρθε στη δεκαετία του ’80 στο Κάνο, τη μεγαλύτερη πόλη του βορρά, όπου οι φανατικοί ισλαμιστές της οργάνωσης Γιαν Τατσίν πρωτοστάτησαν σε διαδηλώσεις, οι οποίες κατεστάλησαν μεν από τις κρατικές δυνάμεις ασφαλείας, αλλά με πολύ βαρύ φόρο αίματος. Τουλάχιστον 4.000 άτομα σκοτώθηκαν τότε, με κάποιες αναφορές να ανεβάζουν τον απολογισμό σε 10.000.

Το μέγεθος του κοινωνικού χάσματος μεταξύ βορρά και νότου δημιούργησε εύφορο έδαφος στο βόρειο κομμάτι της Νιγηρίας για τα κηρύγματα φανατικών ισλαμιστών, ενώ μετά την ανεξαρτητοποίηση της χώρας δεν ήταν λίγες οι φωνές με επιρροή που εξέφραζαν έντονη αντίθεση στη δυτική εκπαίδευση των Βρετανών αποικιοκρατών.

Η Νιγηρία αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα γι’ αυτό που οι οικονομολόγοι αποκαλούν «παράδοξο της αφθονίας». Αν και πρόκειται για την έβδομη σε παραγωγή πετρελαίου χώρα στον κόσμο, πάνω από το 30% του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας.

Τα κύρια εξαγώγιμα προϊόντα της χώρας είναι το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, πόροι που επέτρεψαν στη Νιγηρία να αυξήσει κατακόρυφα τις εμπορικές της δραστηριότητες και φυσικά τα έσοδά της. Το 80% αυτών των εσόδων πηγαίνουν για τις ανάγκες της κυβέρνησης, το 16% για την κάλυψη του λειτουργικού κόστους και το 4% στους επενδυτές. Όμως, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, η ενδημική διαφθορά έχει ως αποτέλεσμα από το 80% των εσόδων μέσω της ενέργειας να επωφελείται μόλις το 1% του πληθυσμού.

Επιπλέον, η συμφωνία του 2005 με τη Λέσχη του Παρισιού, η οποία προέβλεπε τη διαγραφή του διμερούς εξωτερικού χρέους της με αντάλλαγμα μερίδιο στα ενεργειακά έσοδα της χώρας, δέσμευσε ακόμη ένα μέρος αυτών των προσόδων.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η Νιγηρία, η πιο πολυπληθής χώρα της Αφρικής βασίζεται στον ενεργειακό τομέα περισσότερο από όσο πρέπει, αφήνοντας σε ανεπαρκή κατάσταση τις υποδομές που δεν σχετίζονται με την παραγωγή ενέργειας και χωρίς να αξιοποιεί το πλούσιο ανθρώπινο κεφάλαιό της, το οποίο σχεδόν κατά το ήμισυ αποτελείται από νέους ηλικίας το πολύ 14 ετών.

Εξάλλου, όταν μιλάμε για τη Νιγηρία θα πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν ότι μιλάμε για μία χώρα με πάνω από 250 εθνοτικές ομάδες και 512 (!) γλώσσες. Επίσημη γλώσσα της χώρας είναι βέβαια τα αγγλικά, απότοκο της αποικιοκρατίας, ενώ μεγάλο μέρος του πληθυσμού μιλά και γαλλικά συνεπεία της επιρροής των όμορων χωρών, οι οποίες υιοθέτησαν τα γαλλικά – επίσης λόγω αποικιοκρατίας.

Η ίδρυση

Όλοι αυτοί οι παράγοντες ήταν που οδήγησαν σε ριζοσπαστικοποίηση τμήματα του πληθυσμού στη βόρεια Νιγηρία, τα οποία θεωρούσαν την ένοπλη αντίσταση στον πλούσιο χριστιανικό νότο ως το μόνο μέσο για να αποκομίσουν όσα θεωρούσαν πως τους στερούνταν.

Η οργάνωση ιδρύθηκε το 2002 από τον φανατικό μουσουλμάνο ιεροκήρυκα Μοχάμεντ Γιουσούφ στο Μαϊντουγκούρι, πρωτεύουσα της βορειοανατολικής επαρχίας Μπορνό. Η επίσημη ονομασία της είναι «Τζαμαάτου Αχλί ισ-Σούναχ λιντ-νταουάτι ουάλ-Τζιχάντ», δηλαδή «Λαός δεσμευμένος στη διάδοση της διδασκαλίας του Προφήτη και της τζιχάντ». Επίσης ονομάζεται και Γιουσιφίγια, από το όνομα του ιδρυτή της, ενώ διεθνώς έχει γίνει γνωστή ως «Μπόκο Χαράμ» που αποδίδεται ως «Η δυτική εκπαίδευση απαγορεύεται».

Η βάση της Μπόκο Χαράμ βρίσκεται στα εδάφη που κάποτε αποτελούσαν την αυτοκρατορία Μπορνού. Η οργάνωση ξεκίνησε ως μια σουνιτική σέχτα που υποστήριζε την επιβολή της σαρία και το 2009, επηρεασμένη από τις υπεσυντηρητικές θέσεις του Γουαχαμπισμού, μετεξελίχθηκε σε σαλαφιστική οργάνωση τζιχαντιστών.

Ουσιαστικά, η Μπόκο Χαράμ αντιτίθεται στον εκδυτικισμό της νιγηριανής κοινωνίας και τη συγκέντρωση του πλούτου της χώρα στα χέρια της κυρίως χριστιανικής ελίτ. Η οργάνωση αυτοχαρακτηρίστηκε αρχικά σύμμαχος της Αλ-Κάιντα, όμως πλέον δηλώνει την αφοσίωσή της στους σκοπούς των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους.

Χρηματοδότηση

Μεγάλα ποσά για τις ανάγκες της οργάνωσης προέρχονται από λύτρα για την απελευθέρωση ομήρων, όπως έγινε τον Απρίλιο του 2013 στην περίπτωση της απαγωγής στο Καμερούν επταμελούς γαλλικής οικογένειας .

Η οργάνωση αντλεί επίσης πόρους από φίλα προσκείμενες κοινότητες , όμως αυτή η πηγή εσόδων δεν μπορεί παρά να είναι περιορισμένων δυνατοτήτων, σε μια χώρα με τόσο ακραία φτώχεια όπως η Νιγηρία – ειδικά όταν γίνεται λόγος για τον ακόμη πιο φτωχό βορρά.

Επίσης, μεγάλο κομμάτι των εσόδων της οργάνωσης θεωρείται πως προέρχεται από εισαγωγή και εμπορία ναρκωτικών στην Αφρική, αλλά και τη συμμετοχή στο λαθρεμπόριο χαυλιόδοντων.

Οι Σχέσεις της με άλλες Τζιχαντιστικές Οργανώσεις

Αν και η ιδεολογία της Boko Haram έχει κατά κύριο λόγο τοπικό χαρακτήρα, την τελευταία δεκαετία είχε αναπτύξει σημαντικές διασυνδέσεις και συμμαχίες και με άλλες διεθνείς σαλαφιστικές τζιχαντιστικές οργανώσεις, οι οποίες διακρίνονται σε περιφερειακές και σε διεθνείς.

Αναφορικά με τις περιφερειακές συμμαχίες, ορισμένες από τις ομάδες με τις οποίες συνεργάστηκε η Boko Haram είναι το Κίνημα για την Μοναδικότητα και την Τζιχάντ στη Δυτική Αφρική (MUJWA), η  Ansar al-Din, η AQIM και η Al-Shabaab.

Μάλιστα φαίνεται να υπήρξε στενή συμμαχία με τις οργανώσεις MUJWA και AQIM, οι οποίες προσέφεραν τα στρατόπεδά τους που βρίσκονταν στις ερήμους του Νίγηρα και του Τσαντ στους μαχητές της Boko Haram, προκειμένου να λάβουν στρατιωτική εκπαίδευση, ενώ τους παρείχαν και σημαντικό στρατιωτικό εξοπλισμό.

Επίσης, υπάρχουν ενδείξεις ότι η AQIM και η οργάνωση Ansaru συνεργάστηκαν για κάποιο χρονικό διάστημα με την Boko Haram με σκοπό την απαγωγή ξένων αξιωματούχων.

Νιγηρία Μπόκο Χαράμ: Οι συμμαχίες

Πιθανολογείται ότι οι συμμαχίες της Boko Haram με οργανώσεις, όπως η AQAP και το Ισλαμικό Κίνημα στο Ουζμπεκιστάν (IMU) , προέκυψαν έπειτα από την πρωτοβουλία των Adam Kambar, Khalid al-Barnawi και Mamman Nur, οι οποίοι ενήργησαν ως διαμεσολαβητές.

Επίσης, αρκετά κινήματα-παραφυάδες του Ισλαμικού Κράτους φαίνεται να έχουν συνάψει στενή συμμαχία με την Boko Haram.

Για παράδειγμα, το Ισλαμικό Κράτος της Μεγάλης Σαχάρας, ένα αποσχισμένο τμήμα του Al-Mourabitoun που δραστηριοποιείται σε χώρες όπως το Μάλι, η Μπουρκίνα Φάσο και ο Νίγηρας, και το οποίο υπήρξε παρακλάδι του JNIM, παραμένει υποτεταγμένο στα συμφέροντα της Boko Haram.

Τέλος, όσον αφορά στις διεθνείς συμμαχίες της Boko Haram, ξεχωρίζουν αυτές με την Al-Qaeda και με το ISΙS.

Οι χειρότερες επιθέσεις

Το 2009 καταγράφεται ο πρώτος ξεσηκωμός της οργάνωσης, όταν η αστυνομία προχώρησε σε συλλήψεις μελών και κατάσχεση οπλισμού. Η κίνηση αυτή πυροδότησε ένα μπαράζ αντιποίνων υπό μορφή επιθέσεων, το οποίο με τη σειρά του προκάλεσε ευρεία επέμβαση στρατιωτικής δύναμης. Η σύρραξη της 30ής Ιουλίου άφησε πίσω της περίπου 700 νεκρούς – η πλειοψηφία μέλη της Μπόκο Χαράμ – και πολλά κατεστραμμένα δημόσια κτήρια.

Ο ιδρυτής και ηγέτης της οργάνωσης ήταν μεταξύ των συλληφθέντων. Ο Γιουσούφ σκοτώθηκε ενώ κρατείτο και, σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, επεχείρησε να αποδράσει, με τον υπαρχηγό του Αμπουμπακάρ Σεκάου να αναλαμβάνει την ηγεσία.

Υπό την ηγεσία του Σεκάου η οργάνωση ανασυντάχθηκε και κατάφερε σημαντικά πλήγματα με βομβιστικές επιθέσεις εναντίον αστυνομικών τμημάτων, στρατοπέδων, εγκαταστάσεων του ΟΗΕ και άμαχων πολιτών. Λάδι στη φωτιά της ήδη τεταμένης ατμόσφαιρας έριχναν και οι εθνοτικές διαμάχες κι ενώ η Μπόκο Χαράμ οργάνωνε αποδράσεις μελών της από φυλακές της χώρας και την επαναφορά τους στη δράση.

Το 2011 την προεδρία της Νιγηρίας ανέλαβε ο Γκούντλακ Τζόναθαν, ένας χριστιανός από τη Νότια Νιγηρία. Η Μπόκο Χαράμ φρόντισε να δώσει τα διαπιστευτήριά της, πραγματοποιώντας βομβιστικές επιθέσεις στην πρωτεύουσα Αμπούτζα και στις πόλεις Μπαούτσι και Ζαρία, μόλις λίγες ώρες μετά την ορκωμοσία του νέου προέδρου.

Συνολικά το 2011 η Μπόκο Χαράμ πραγματοποίησε 115 επιθέσεις, σκοτώνοντας 550 άτομα, οδηγώντας το 2012 τον Τζόναθαν στην κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης, κίνηση που μάλλον χειροτέρεψε την κατάσταση. Δύο ημέρες μετά, η Μπόκο Χαράμ κάλεσε τους νοτιονιγηριανούς που έμεναν σε βόρειες περιοχές να τις εγκαταλείψουν μέσα σε τρία εικοσιτετράωρα. Μόνο στις 20 Ιανουαρίου, από επιθέσεις της Μπόκο Χαράμ, είτε με βομβιστές αυτοκτονίας, είτε με εκρηκτικούς μηχανισμούς είτε με παγιδευμένα οχήματα, σκοτώθηκαν 190 άτομα.

Το 2013 η κυβέρνηση επεξέτεινε την κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε όλη την επίμαχη περιοχή της βορειοανατολικής Νιγηρίας που θεωρείτο βάση και χώρος δράσης της Μπόκο Χαράμ, με αποτέλεσμα τα βίαια επεισόδια να περάσουν τα σύνορα, στις όμορες χώρες του Τσαντ και του Καμερούν.

Όμως το γεγονός που έφερε στο διεθνές προσκήνιο τον αγώνα της Νιγηρίας εναντίον της Μπόκο Χαράμ ήταν η απαγωγή το Απρίλιο του 2014 276 κοριτσιών από ένα σχολείο στην πόλη Τσιμπόκ.

Εξ αυτών, περίπου 50 κατάφεραν να αποδράσουν, όμως τα υπόλοιπα κορίτσια παραμένουν όμηροι, με τον Σεκάκου να έχει δηλώσει την πρόθεσή του να τις πουλήσει ως συζύγους.

Την ίδια ώρα, η οργάνωση συνέχιζε να δρα και στο βόρειο Καμερούν, όπου μάλιστα κατάφερε το Μάιο του 2014 να απαγάγει τη σύζυγο του αντιπροέδρου της χώρας, η οποία όμως απελευθερώθηκε τον Οκτώβριο.

Στις αρχές Ιανουαρίου 2015 η Μπόκο Χαράμ προχώρησε σε μια επίδειξη δύναμης, καταλαμβάνοντας στρατιωτική βάση στη νιγηριανή πόλη Μπάγκα, στην οποία στρατοπέδευε πολυεθνική δύναμη που είχε συσταθεί για να πολεμήσει εναντίον της. Περαιτέρω, η Μπόκο Χαράμ σφαγίασε τους κατοίκους της πόλης και στις αρχές Μαρτίου φέρεται να απήγαγε 400 γυναικόπαιδα από το Νταμασάκ. Τα τελευταία χρόνια η οργάνωση και άλλες θυγατρικές της επιδίδονται στις απαγωγές εκαταντάδων μαθητών από σχολεία/.

 Βιασμός ή θάνατος: Τα κορίτσια – νάρκες και η ιστορία τους

Oι απαγωγές χωριών ολόκληρων από γυναίκες είναι μία από τις συνήθεις πρακτικές στη βορειοανατολική Νιγηρία.

Τα κορίτσια αυτά, τις κακουχίες και τη σεξουαλική κακοποίηση σε καθημερινή βάση, έχουν δύο επιλογές: ή να παντρευτούν έναν μαχητή της Μπόκο Χαράμ, τον βιαστή τους συνήθως, ή να γίνουν ανθρώπινες νάρκες.

Μέσα στο 2017, 13 παιδιά -τα 2/3 εκ των οποίων κορίτσια- χρησιμοποιήθηκαν από τα μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης σε αποστολές αυτοκτονίας, ζωσμένα με εκρηκτικά.

Προτιμώνται γι’ αυτές τις αποστολές γυναικόπαιδα, γιατί δύσκολα ή δυστυχώς πολύ αργά το πλήθος υποψιάζεται ότι κάτω από τα ρούχα τους κρύβουν ένα μικρό οπλοστάσιο.

Η Fatima Akilu, ψυχολόγος και μέλος της οργάνωσης “Neem” εξηγεί ότι αυτό είναι πέρα από οτιδήποτε μπορεί να φανταστεί για τα όσα συμβαίνουν εκεί ο δυτικός κόσμος: παιδάκια μικρότερα των 5 ετών και κορίτσια που έχουν ήδη υποστεί κάθε μορφής κακοποίηση να στέλνονται ως άλλοι άγγελοι θανάτου σε ναούς, αγορές και σπίτια ακόμη για να σκοτωθούν και να σκοτώσουν με την υπόσχεση ότι αυτή τους η πράξη -κατά το Κοράνι πάντα- τους εξασφαλίζει μια θέση στον παράδεισο.

Η 13χρονη Falmata είναι μία τέτοια ανθρώπινη νάρκη που όμως είχε την τύχη (και μαζί της πολύς αθώος κόσμος) να μην εκραγεί. Απήχθη από την Μπόκο Χαράμ και είχε να επιλέξει ανάμεσα στο να παντρευτεί έναν μαχητή ή να ζωστεί με εκρηκτικά και να πάρει μέρος σε μία τέτοια αποστολή.

Και τις δύο φορές που την έστειλαν για να σκοτώσει, προσπάθησε να το σκάσει για να ζητήσει βοήθεια από χωρικούς και όποιον βρέθηκε στον δρόμο της. Εκείνη τα κατάφερε, όμως, δεν είναι η μόνη που το έχει επιχειρήσει.

Πολύ συχνά τέτοια παιδιά ζητούν βοήθεια για να σώσουν και να σωθούν, ωστόσο η κατάσταση στη βορειο-ανατολική Νιγηρία έχει φοβίσει τους ανθρώπους, κάνοντας τους να αντιμετωπίζουν αυτά τα θύματα ως θύτες…

Με πληροφορίες από euronews.com, lifo.gr, foreignnews.gr

Αιματηρή ισχυρή έκρηξη σε τζαμί στο Αφγανιστάν: Αναφορές για έως και 100 νεκρούς

Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: