Ο Δικαστής ως υπερασπιστής της κανονιστικής ισχύος του Κανόνα Δικαίου: Επέκεινα δε ως υπερασπιστής του Κράτους Δικαίου και της Αρχής της Νομιμότητας

Ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος παρέστη στην κηδεία του προέδρου της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος και του ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνου Μίχαλου, στο Α Νεκροταφείο Αθηνών, Δευτέρα 9 Αυγούστου 2021. Ο Κωνσταντίνος Μίχαλος, ο οποίος πέθανε την περασμένη Παρασκευή, από ανακοπή καρδιάς, σε ηλικία 61 ετών, στο εργοστάσιό του που ήταν στην περιοχή των πυρκαγιών της Β. Αττικής. ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/Αλέξανδρος Μπελτές




Ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας και Επίτιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Προκόπιος Παυλόπουλος, συμμετείχε στο επετειακό -για τα 200 χρόνια της Εθνεγερσίας του 1821- Συνέδριο του Δικαστικού Σώματος.

Μίλησε με θέμα «Η Ελληνική Δικαιοσύνη από την Επανάσταση του 1821 έως σήμερα. Σημαντικοί σταθμοί και προοπτικές».

Ο κ. Παυλόπουλος ανέπτυξε το θέμα «Ο Δικαστής ως υπερασπιστής της κανονιστικής ισχύος του Κανόνα Δικαίου στην σύγχρονη Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία».

Επισήμανε, μεταξύ άλλων, και τα εξής:

«Αποτελεί κοινό τόπο στο πεδίο του Δημόσιου Δικαίου ότι οι θεσμικές εγγυήσεις του Κράτους Δικαίου συνιστούν ένα θεμελιώδες «ανάχωμα» προστασίας της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας και των μέσων που οργανώνει για την υπεράσπιση της Ελευθερίας, συνακόλουθα δε του «οπλοστασίου», το οποίο θεσμοθετείται προκειμένου να διασφαλισθεί η ακώλυτη άσκηση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

  • Συνοπτικώς, το Κράτος Δικαίου αποτελεί το σύνολο εκείνο των θεσμικών εγγυήσεων, οι οποίες καθιστούν ρυθμιστικώς εφικτή την μέσω δημοκρατικώς νομιμοποιημένων κανόνων δικαίου οριοθέτηση της δράσης τόσο των κρατικών οργάνων -κυρίως δε αυτών- όσο και των μελών του οικείου κοινωνικού συνόλου στις μεταξύ τους σχέσεις, όπως αυτές διαμορφώνονται κατ’ εξοχήν μέσω της ανάπτυξης της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.

Πρόσθετο βασικό στοιχείο του Κράτους Δικαίου είναι και το ότι οι κανόνες δικαίου που το συγκροτούν πρέπει να είναι πλήρεις –leges perfectae, και όχι leges imperfectae, ούτε καν leges minus quam perfectae– υπό την έννοια πως η παραβίασή τους επιφέρει, οπωσδήποτε, την επιβολή κυρώσεων, κυρίως δια της ενεργοποίησης των θεσμικών διαύλων της Δικαστικής Εξουσίας.

Υπό τα δεδομένα αυτά, είναι προφανές πως οιασδήποτε μορφής διάβρωση των θεσμικών και πολιτικών «αντηρίδων» του Κράτους Δικαίου ισοδυναμεί, εν τέλει, με αντίστοιχη διάβρωση της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, επέκεινα δε της Δημοκρατίας εν γένει.  Διάχυτη είναι σήμερα η βεβαιότητα ότι όχι μόνο παρατηρείται «διάβρωση» των προμνημονευόμενων «αντηρίδων» του Κράτους Δικαίου, αλλά η «διάβρωση» αυτή και βαθιά είναι και, δυστυχώς, «προϊούσα», με εντεινόμενο μάλιστα ρυθμό.

Οφείλεται δε -τουλάχιστον κατά κύριο λόγο- στην ρυθμιστική αποδυνάμωση των κανόνων δικαίου που συνθέτουν το κανονιστικό πλαίσιο του Κράτους Δικαίου, τόσο λόγω της σχετικοποίησης της ισχύος τους όσο και λόγω της ατελούς λειτουργίας των κυρωτικών μηχανισμών, σε περίπτωση παραβίασής τους.

Α. Σπουδαιότερος «σύμμαχος» του Κράτους Δικαίου και του Κανόνα Δικαίου ως προς την αποκατάσταση της κανονιστικής του ισχύος είναι εκείνος, στον οποίο μπορεί -και πρέπει-να επενδυθούν οι βάσιμες προσδοκίες ουσιαστικής και απο­τελεσματικής στήριξής του.

Πρόκειται για τον Δικαστή, μέσ’ από την οργάνωση και την λειτουργία της Δικαστικής Εξουσίας. Ίσως το συμπέρασμα αυτό να φαίνεται, prima facie, αντι­φατικό, αν αναλογισθεί κανείς αφενός ότι η ευθεία δημοκρα­τική νομιμοποίηση του Δικαστή υπολείπεται σαφώς εκείνης του Νομοθέτη.

Και, αφετέρου, η Δικαστική Εξουσία εν γένει δεν έχει ως τώρα αναπτύξει, μέσα σε αυτή την «σκοτεινή» οι­κονομική και κοινωνική συγκυρία, όλες τις δυνάμεις αντίστα­σης, τις οποίες διαθέτει θεσμικώς, έναντι των διαβρωτικών επιθέσεων που υφίσταται ο Κανόνας Δικαίου, η Έννομη Τάξη, το Κράτος Δικαίου και, εν τέλει, η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία.

  • Αν όμως εμβαθύνει κανείς και στην παράδοση και στα θεσμικά αποθέ­ματα που διαθέτει η Δικαιοσύνη και με τα οποία θωρακίζεται ο Δικαστής, κατά την άσκηση της δικαιοδοτικής του λειτουρ­γίας, θ’ αντιληφθεί ότι η αποτελεσματική ενεργοποίησή του προς αυτή την κατεύθυνση είναι περισσότερο πιθανή ή και αναμε­νόμενη, σε σχέση με τις προσδοκίες που αφορούν τον Νομοθέτη.
  • Αρκεί να το θελή­σει, βεβαίως με την ώθηση της επιστήμης και της ίδιας της κοινωνίας, σε μια κοινή πορεία υπεράσπισης των δημοκρατι­κών θεσμών.

Β. Ο Εθνικός Δικαστής, πρώτος αυτός, εί­ναι σε θέση ν’ αποκαταστήσει την κανονιστική ισχύ του Κανόνα Δικαίου. Καταλυτικό συγκριτικό του πλεονέκτημα έναντι του Νομοθέτη, είναι η δικαιοδοσία του να ελέγχει και την συνταγματότητα των κάθε είδους, υποδεέ­στερης του Συντάγματος τυπικής ισχύος, κανόνων δικαίου και ν’ αποτρέπει, έτσι, την εφαρμογή τους.

Με τον τρόπο αυτόν έχει την αρμοδιότητα, επιπλέον, να εμπλουτίζει υποστηρικτικώς το συνταγματικό κανονιστικό πλαίσιο και με τους Κανό­νες Δικαίου του διεθνούς κανονιστικού περιγύρου.

Σε αυτή την αποστολή του ο Εθνικός Δικαστής θα κληθεί να υπερασπισθεί την κανονιστική ισχύ του Κανόνα Δικαίου φθάνοντας ως τα ακραία όρια μιας νομολογίας, η οποία δίχως βεβαίως να οδηγείται στην ευθεία διάπλαση νέων κανόνων δικαίου -δοθέντος ότι η νομολογία, τουλάχιστον στον χώρο της Έννομης Τάξης των Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν συνιστά πηγή δικαίου- συμπληρώνει το κανονιστικό πλαίσιο των κείμενων ρυθμίσεων, με οδηγό την μέθοδο συναγωγής κατάλληλων γενικών αρχών.

Γ. Με την σειρά του, ο Ευρωπαίος Δικαστής -στην ουσία το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ)- μπορεί να συμβάλλει καθοριστικώς τόσο στην υπε­ράσπιση του ευρωπαϊκού θεσμικού κεκτημένου όσο ακό­μη και στην κάλυψη του υφιστάμενου δημοκρατικού -ορ­γανωτικού και κανονιστικού- ελλείμματος μέσα στην Ευ­ρωπαϊκή Έννομη Τάξη. Αυτό προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, κυρίως:

  1. Πρώτον, την σύμπλευση του ΔΕΕ με τον Εθνικό Δικαστή στην επιχείρηση προάσπισης των δημοκρατικών θεσμών, του Κράτους Δικαίου και των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Με την έννοια, ότι θα ήταν εντελώς ανεδαφική -ίσως και, τελικώς, κατα­στροφική- κάθε αντιπαράθεσή τους σ’ έναν στείρο αγώ­να επικράτησης του Ευρωπαϊκού έναντι του Εθνικού Δι­καίου. Κατά τούτο, είναι εξαιρετικά ανησυχητικό αλλά και απογοητευτικό το παράδειγμα του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας (BVerfG), το οποίο με την πρόσφατη νομολογία του -βλ. τις αποφάσεις Gauweiler, της 21.6.2016 και, κυρίως, Weiss, της 5.5.2020- ήλθε σ’ ευθεία αντίθεση με το ΔΕΕ, κατ’ αποτέλεσμα δε με την Έννομη Τάξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ίδιο ανησυχητικό αλλά και απογοητευτικό είναι και το παράδειγμα του Συμβουλίου Επικρατείας της Γαλλίας (Conseild’État), το οποίο με την απόφασή του της 21.4.2021 «FrenchDataNetworketautres» «κατοχύρωσε» την υπεροχή του Συντάγματος της Γαλλίας έναντι του Ευρωπαϊκού Δικαίου, εν συνόλω, τουλάχιστον ως προς τις διατάξεις του εκείνες που, κατά την κρίση του, άπτονται της «συνταγματικής ταυτότητας» της Γαλλίας.
  2. Δεύτερον, την ενεργοποίηση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) προς την κατεύθυν­ση της συναγωγής συμπληρωματικών γενικών αρχών, οι οποίες έχουν ως αποκλειστικό στόχο την κάλυψη των κε­νών του πρωτογενούς Ευρωπαϊκού Δικαίου, στο πλαίσιο της προστασίας των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
  3. Τρίτον, την εκ μέρους του ΔΕΕ πλήρη αξιοποίηση της κα­νονιστικής δύναμης της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και του Χάρτη των Θεμε­λιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΧΘΔΕΕ).

Δ. Τέλος, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου οφείλει, σύμφωνα με τον προορισμό του, να ερμηνεύει και να εφαρμόζει την ΕΣΔΑ όχι μόνο σύμφω­να με τον αρχικό κανονιστικό προορισμό της, δηλαδή ως αυτοτελές πλαίσιο προστασίας των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Αν­θρώπου.

Αλλά και ως σύστημα κανόνων δικαίου που επη­ρεάζει, έστω και εμμέσως ακόμη, την Ευρωπαϊκή Έννομη Τάξη, ώστε να διασφαλίζει πλήρως τα κάθε είδους Δικαι­ώματα του Ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένων των Κοινω­νικών.

Τούτο σημαίνει ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου από την μια πλευρά πρέπει να ερμηνεύει τις διατάξεις της ΕΣΔΑ, με τρόπο που αποβαίνει υπέρ της προστασίας των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Και, από την άλλη πλευρά, πρέπει να ερ­μηνεύει τις διατάξεις αυτού τούτου του Ευρωπαϊκού Δι­καίου, πρωτογενούς και παράγωγου -βεβαίως όταν και στο μέτρο που έχει σχετική δικαιοδοσία- έτσι ώστε να εφαρμόζονται υπό το πνεύμα της ΕΣΔΑ, στην πιο προστατευτική για τα Θεμελιώδη Δικαιώματα του Ανθρώπου εκδοχή του. Με άλλες λέξεις να εφαρμόζει, με συνέπεια, την αρχή in dubio pro libertate.

Και όχι να δικαιοδοτεί αποκλειστικώς την υπό την επιρροή αμιγώς οικονομικής και νομισματικής λογι­κής κανόνων του Ευρωπαϊκού Δικαίου, κατ’ εξοχήν δε του παράγωγου.

Όπως είναι ευνόητο, στην Ελληνική Έννομη Τάξη ο ρόλος του Διοικητικού Δικαστή -ακριβώς λόγω της ιδιομορφίας της συνταγματικώς κατοχυρωμένης δικαιοδοσίας του κατά το Σύνταγμα -κατά την υπεράσπιση της κανονιστικής ισχύος του Κανόνα Δικαίου αποκτά όλως ιδιάζουσα σημασία.

Και τούτο διότι η εμπειρία της σύγχρονης λειτουργίας του Κράτους Δικαίου έχει αποδείξει ότι τη μεγαλύτερη φθορά, εξαιτίας της εγγενούς και της επίκτητης σχετικότητας κατά τ’ ανωτέρω, υφίστανται οι κανόνες δικαίου, οι οποίοι διαμορφώνουν το πλαίσιο της lato sensu  Αρχής της Νομιμότητας της δράσης των κρατικών οργάνων, κατ’ εξοχήν δε εκείνων της Εκτελεστικής Εξουσίας.

  • Σε αυτό το πεδίο ο Διοικητικός Δικαστής καλείται, μέσω της άσκησης της δικαιοδοσίας του, να θωρακίσει πρωτίστως τα φυσικά και νομικά πρόσωπα από τις επιπτώσεις της κρατικής αυθαιρεσίας, την οποία επιτείνει η σχετικοποίηση της κανονιστικής ισχύος του νομικού πλαισίου της Αρχής της Νομιμότητας.

Και εδώ ο Δικαστής εν γένει, ιδίως όμως ο Διοικητικός Δικαστής, καλείται να εκπληρώσει την δικαιοδοτική αποστολή του υπέρ του Κράτους Δικαίου και της Αρχής της Νομιμότητας -άρα υπέρ της στήριξης των θεμελιωδών αντηρίδων της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας- με στήριγμα την Ανεξαρτησία του, τόσο την Προσωπική όσο και την Λειτουργική. Έχοντας μάλιστα υπόψη του ότι αυτή η διπλή Ανεξαρτησία, με κορωνίδα βεβαίως την λειτουργική πτυχή της, του αναγνωρίζεται από το Σύνταγμα ακριβώς για να εκπληρώσει, στο ακέραιο, την κατά τ’ ανωτέρω δικαιοδοτική του αποστολή.

Με γνώμονα αυτή την συναίσθηση καθήκοντος και ευθύνης, τα στελέχη της Δικαιοσύνης έχουν την μεγάλη ευκαιρία να τιμήσουν, όπως αρμόζει στις κρίσιμες σύγχρονες περιστάσεις, την ιστορία της από την ίδρυση του Νεώτερου Ελληνικού Κράτους ως τις μέρες μας.»

  • Τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν απαραίτητα τους συγγραφείς. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες κανενός.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΓΝΩΜΕΣ, ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ΕΔΩ ΚΑΙ ΕΔΩ

Το κύκνειο άσμα της προδομένης ΑΟΖ: Τότε ποιος ήταν ο λόγος που την οριοθετήσαμε με την Αίγυπτο;

Ακολουθήστε τη HELLAS JOURNAL στη NEWS GOOGLE

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: