Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τον πρόεδρο της Αιγύπτου Αλ Σίσι κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στο Κάιρο Φωτογραφία: Μέγαρο Μαξίμου
Η Τουρκία αναζητούσε άλλοθι, χρόνο και ανάσες για να προχωρήσει χωρίς αντιδράσεις στην υλοποίηση των επεκτατικών της σχεδιασμών. Και χωρίς να έχει κόστος.
Στη φιέστα της συνόδου του ΝΑΤΟ, ο Ερντογάν ήταν πρωταγωνιστής. Συναντήθηκε με όλους τους ηγέτες των χωρών, που έχει διαφορές και άνοιξε κανάλια επικοινωνίας. Με τον Αμερικανό πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν, με τον Γάλλο πρόεδρο, Εμμανουέλ Μακρόν και τον πρωθυπουργό της Ελλάδος, Κυριάκο Μητσοτάκη. Οι διαφορές, ανέφεραν όλοι, παραμένουν ακουμπώντας εν πολλοίς στο γεγονός ότι «έσπασε ο πάγος», όπως αναφέρθηκε από ελληνικής πλευράς.
Η Ελλάδα τι έχει κερδίσει από τη συνάντηση αυτή; Ένα «ήρεμο» καλοκαίρι, όπως ειπώθηκε αρμοδίως. Τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία επενδύουν στον τουρισμό και ως εκ τούτου η αποφυγή εντάσεων ενδεχομένως να εξυπηρετεί αμφότερες τις πλευρές. Το ζητούμενο είναι πόσο θα αντέξει σε αυτή τη δέσμευση ο Ερντογάν.
Προφανώς και ο Ερντογάν θέλει να θέσει εκτός των συζητήσεων του το Κυπριακό καθώς από τη μια δεν επιθυμεί να σταματήσει την υλοποίηση των σχεδιασμών του και από την επιχειρεί να απομονώσει τη Λευκωσία.
Στην Αθήνα πολιτικές, διπλωματικές και οικονομικές ελίτ θεωρούν πως το Κυπριακό δεν πρέπει να είναι εμπόδιο στις συζητήσεις με την Άγκυρα. Θεωρούν πως θα πρέπει να αποσυνδεθεί το Κυπριακό από τα ελληνοτουρκικά.
Ενδεικτικό του κλίματος είναι και άρθρο του ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Παναγιώτη Ιωακειμίδη, στην εφημερίδα Τα Νέα ( 8 Ιουνίου 2021). Ο ομότιμος καθηγητής προβαίνει σε μια παραδοχή, την οποία στη Λευκωσία εδώ και καιρό είχαν διαπιστώσει. Αναφέρει πως «φαίνεται πως έχει επέλθει ένα άτυπο decoupling των ελληνοτουρκικών με το κυπριακό ζήτημα.
Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι σιωπηρώς έχει γίνει αποδεκτό ότι ρεαλιστική προοπτική για την προώθηση οποιασδήποτε επίλυσης του Κυπριακού δεν υπάρχει, πολύ περισσότερο μετά τις βουλευτικές εκλογές της Κυριακής 30 Μαΐου στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Στις οποίες οι ελληνοκυπριακές πολιτικές δυνάμεις που θα ήθελαν μια λύση στη βάση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας (ΔΔΟ) υποχώρησαν εκλογικά, ενώ στην άλλη πλευρά (Τουρκοκύπριοι, Άγκυρα) η εμμονή στη λύση των δύο κρατών ισχυροποιείται. Με δεδομένη αυτή την κατάσταση η οποιαδήποτε προοπτική για λύση μετατίθεται για μετά τις προεδρικές εκλογές του 2023 στην Κύπρο.»
Τότε προφανώς θα «μετρήσουμε» και την αντίδραση των εταίρων, φίλων μας πόσο ακόμη θα καλύπτουν την Άγκυρα. Όπως η Γερμανίδα καγκελάριος, Άγγελα Μέρκελ. Θα φανεί, όμως και πόσο «ήρεμα» θα είναι τα νερά του Αιγαίου.
Γιατί και η μη αντίδραση θα εκληφθεί ως αδυναμία, όπως έγινε το 2019, που η Τουρκία δοκίμασε τα αντανακλαστικά της Αθήνας όταν παρανομούσε στην κυπριακή ΑΟΖ και όταν είδε μια φοβική αντιμετώπιση προχώρησε σε κινήσεις στην ελληνική θαλάσσια περιοχή.
Το σκηνικό το έστησε το καθεστώς Ερντογάν και του βγήκε. Είναι προφανές πως η Άγκυρα χρειάζεται άλλοθι για το επικείμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Παράλληλα επιθυμεί να βρεθούν τρόποι για να υπάρξει συνεννόηση με τις ΗΠΑ.
Είναι πρόδηλο ότι η ιμπεριαλιστική Τουρκία αναζητά άλλοθι και προφανώς το εξασφάλισε σε μεγάλο βαθμό. Άφησε ανοικτό παράθυρο να συζητήσει τις διαφορές με τους Αμερικανούς καθώς και με την Ελλάδα, τους Ευρωπαίους.
Ο ηγέτης της κατοχικής δύναμης στη φιέστα του ΝΑΤΟ κατάφερε να μην έχει κόστος σε σχέση με το Κυπριακό και τα ανθρώπινα δικαιώματα στο εσωτερικό της Τουρκίας. Αυτό ήθελε αυτό πήρε μαζί με το άλλοθι, το οποίο του προσφέρθηκε απλόχερα.
Τώρα έπεται το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, τα δύσκολα για την Τουρκία δεν θα βρίσκονται στην ατζέντα. Εξασφάλισε το άλλοθι που αναζητούσε.
Για ποια αριστερά μιλάμε σήμερα; Το ΑΚΕΛ αιχμάλωτο από την κρίση ταυτότητας, που το ταλανίζει