Ο Πρόεδρος της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν στο Προεδρικό Μέγαρο στην Αγκυρα. Φωτογραφία Τουρκική Προεδρία
Ο R.T. Erdoğan στέκεται ενώπιον της Μοίρας του και ενώπιον της Ιστορίας. Ύστερα από τις τρεις διαδοχικές θητείες ως πρωθυπουργός της Τουρκίας (2003-2014) και ευρισκόμενος στον προεδρικό θώκο της γείτονος από το 2014 έως σήμερα, αναμφίβολα έχει αποδείξει ότι διαθέτει πολλές από τις αρετές που (πρέπει να) χαρακτηρίζουν ένα ηγέτη (αποφασιστικότητα, τόλμη, ικανότητα μακροπρόθεσμου σχεδιασμού κ.ά.).
Έχει αποδείξει επίσης ότι γνωρίζει να αξιοποιεί τα δώρα της Τύχης, όπως κατέστη προφανές από τη σχέση που σφυρηλάτησε με τον τέως πρόεδρο των Η.Π.Α. D. Trump, αλλά και με τη γερμανίδα καγκελάριο Angela Merkel.
Έχει αποδείξει, τέλος, ότι αγωνίζεται σθεναρότατα για την επίτευξη των στόχων του και ότι προς την κατεύθυνση αυτήν εκμεταλλεύεται στο έπακρο κάθε πρόσφορο μέσο.
Απέδειξε, ωστόσο, ότι βαρύνεται και από τρεις ολέθριες για έναν ηγέτη αδυναμίες:
Από την ημέρα που ο J. Biden εξελέγη πρόεδρος των Η.Π.Α., o R.T. Erdoğan έχασε μέσα από τα χέρια του το «λυχνάρι του Αλαντίν» με τις απειράριθμες ευχές. Διότι μπορεί μεν η πάγια στήριξη της γερμανίδας καγκελαρίου να αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα για τον Τούρκο πρόεδρο, αλλά η απώλεια της εύνοιας του πλανητάρχη δεν ισοσταθμίζεται με οτιδήποτε άλλο.
Εάν ισχύει η άποψη ότι στη ζωή ενός ανθρώπου μεγαλύτερη σημασία έχει όχι αυτό που του συμβαίνει τυχαία, αλλά ο τρόπος με τον οποίον εκείνος αντιμετωπίζει το τυχαίο συμβάν, ο R.T. Erdoğan οδεύει προς την καταστροφή.
Η ασυμβατότητα χαρακτήρων μεταξύ του ιδίου και του J. Biden, η δεδηλωμένη προεκλογική στήριξη εκ μέρους του προς στον D. Trump, η ήττα του τέως Αμερικανού προέδρου από το Κογκρέσο αναφορικά με το ζήτημα των ρωσικών πυραύλων S-400 που προμηθεύτηκε η Τουρκία, αλλά και η βαθιά κρίση που διέρχεται η τουρκική οικονομία είναι ορισμένα από τα «τυχαία» γεγονότα που καλείται να διαχειριστεί ο R.T. Erdoğan (η ευθύνη βεβαίως για πολλά από αυτά τα «τυχαία» συμβάντα βαρύνει αποκλειστικά τον ίδιον τον R.T. Erdoğan).
Οι έως τώρα ενέργειες του Τούρκου προέδρου για την αντιμετώπιση αυτών των «κακοτυχιών» είναι οι πλέον ατυχείς:
Διχάζει βαθύτατα τον λαό του σε κάθε ευκαιρία (π.χ. απόσυρση από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, απόπειρα απαγόρευσης του φιλοκουρδικού κόμματος HDP, καταγγελίες περί δήθεν εξυφαινόμενων πραξικοπημάτων από αποστράτους ναυάρχους κ.ά.), προκαλεί αλλεπάλληλους τριγμούς στην τουρκική οικονομία με τις σπασμωδικές κινήσεις του και τις αναίτιες καρατομήσεις τεχνοκρατών, κορυφώνει την ένταση με την Ελλάδα στο Αιγαίο εργαλειοποιώντας το μεταναστευτικό, επιχειρεί τεχνηέντως να καταστήσει «παίκτη» στη σκακιέρα της Μεσογείου το ψευδοκράτος, απειλεί ότι θα συσφίξει επιπλέον τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία και θα αποκτήσει επιπλέον ρωσικές συστοιχίες S-400 και μαχητικά αεροσκάφη Su-35 / Su 57.
Και, το σοβαρότερο όλων, επιχειρεί διεύρυνση των (οικονομικών και όχι μόνον) σχέσεων της χώρας του με την Κίνα, τον βασικότερο αυτήν τη στιγμή αντίπαλο του αμερικανού προέδρου J. Biden. Και όλα αυτά εν αναμονή του πολυπόθητου τηλεφώνου από τον Λευκό Οίκο, το οποίο όμως ίσως αργήσει αρκετά ακόμα να γίνει και, όταν γίνει, ενδεχομένως θα προκαλέσει μεγαλύτερους πονοκεφάλους στον Τούρκο πρόεδρο…
Ο R.T. Erdoğan εξασφάλισε μία σημαντική ανάσα ζωής για την καταρρέουσα τουρκική οικονομία με το δάνειο των 400 εκατ. δολαρίων που έλαβε η τουρκική Ziraat Bankasi από την κινεζική Exim Bank. Η κίνηση αυτή, όμως, αποδεικνύει περίτρανα ότι ο Τούρκος πρόεδρος δεν θεωρεί ως δεδομένη τη γεωπολιτική σύνδεση της χώρας του με τις Η.Π.Α.
Είναι γεγονός ότι στην χειρότερη περίπτωση η Ευρωπαϊκή Ένωση θα σκληρύνει λίγο περισσότερο της στάση της έναντι της Τουρκίας, αφού οι Ευρωπαίοι εταίροι αρνούνται να αντιμετωπίσουν τα σύνορα της Ελλάδος πραγματικά ως σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, ταυτοχρόνως, τρέμουν τη «στρόφιγγα» των μεταναστευτικών ροών που ελέγχει ο R.T. Erdoğan.
Με τις Η.Π.Α. όμως τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Οι Η.Π.Α. έχουν επενδύσει σε βάθος χρόνου πολλά δισεκατομμύρια δολάρια στην Τουρκία εξαιτίας της γεωπολιτικής της αξίας και προφανώς επ’ ουδενί είναι διατεθειμένες είτε να αποδεχθούν ότι οι επενδύσεις αυτές ήταν «παλάτια στην άμμο» είτε να καταστούν δέσμιες των αδηφάγων ορέξεων του ακόρεστου R.T. Erdoğan.
Οι Η.Π.Α. άλλωστε «βλέπουν» το λογικό και το προφανές: η παρουσία του R.T. Erdoğan στον προεδρικό θώκο ή ακόμα και στην πολιτική σκηνή της Τουρκίας ούτε αυτονόητη είναι ούτε δεδομένη.
Ως εκ τούτου, είναι βέβαιο ότι οι Η.Π.Α. αντί να επιτρέψουν την (έστω και προσωρινή) προσχώρηση της Τουρκίας στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας και της Κίνας, θα επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στο να ενημερωθεί ο τουρκικός λαός αντικειμενικά και να συνειδητοποιήσει πόσο επιζήμια για τα συμφέροντα του είναι η παρουσία του R.T. Erdoğan στην πολιτική ζωή της χώρας.
Εφόσον αυτό επιτευχθεί, πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι ο τουρκικός λαός στις επόμενες εκλογές, όποτε αυτές γίνουν, θα «γυρίσει την πλάτη» ανεπιστρεπτί στον R.T. Erdoğan. Και τότε η Τουρκία, απαλλαγμένη από τις νέο-οθωμανικές αυταπάτες του χθες, θα ξαναβρεί τον δυτικό της προσανατολισμό και θα μπορέσει να σχεδιάσει ένα μέλλον στηριγμένο στην ειρηνική συνύπαρξη των λαών και στην ευημερία.
Βεβαίως, η Ιστορία δεν εξελίσσεται πάντοτε με τρόπο προβλέψιμο και ένας λαός που υποφέρει επί μακρόν εξαιτίας του ηγέτη του ενίοτε αποφασίζει να απαλλαγεί από αυτόν με «ανορθόδοξους» για τα πολιτικά ήθη της εποχής μας τρόπους…
*Ο Κωνσταντίνος Παΐδας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής του Ε.Κ.Π.Α.
Ο τρόμος των νεο-Οθωμανών για την Ελληνική Γλώσσα: Απεχθάνονται την αλήθεια της Ιστορίας