Για τα …μάτια της Κίνας, υπαρκτός ο κίνδυνος σύγκρουσης των Αμερικανών με την Ευρωπαϊκή Ένωση

FILE PHOTO: Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν με την Καγκελάριο της Γεμανίας Άγγελα Μέρκελ, στις Βρυξέλλες EPA, STEPHANIE LECOCQ / POOL




Η ανάλυση στην εφημερίδα Handelsblatt του δημοσιογράφου στο Βερολίνο Moritz Koch, της ανταποκρίτριας στην Ουάσιγκτον Annett Meiritz και του συντάκτη διεθνών θεμάτων Torsten Riecke, είναι αποκαλυπτική. Η Αμερική οδεύει σε σύγκρουση με την Κίνα για τα …μάτια της Κίνας.

Αναφέρει, μεταξύ άλλων:

Τίτλος: «”Επικρατεί απογοήτευση στην Ουάσινγκτον” – Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπάιντεν είναι απογοητευμένος από την στάση της Ευρώπης έναντι της Κίνας»
Υπότιτλος: «Οι ΗΠΑ θέλουν να σφυρηλατήσουν μια συμμαχία εναντίον της Κίνας, αλλά η Ευρώπη εμφανίζεται διστακτική. Υπάρχει μια χώρα, για την οποία εκφράζεται ενόχληση στην Ουάσιγκτον -η Γερμανία»

Η διατλαντική κατανομή των ρόλων ήταν ξεκάθαρη τα τελευταία χρόνια: Από τη μία πλευρά ήταν ο Donald Trump, ο οποίος αρεσκόταν να βλέπει τον εαυτό του ως ταραχοποιό και προσέβαλλε τους συμμάχους της Αμερικής ακολουθώντας μονομερώς την δική του πολιτική. Από την άλλη πλευρά, οι Ευρωπαίοι, οι οποίοι εμφανίζονταν εξοργισμένοι με την «Πρώτα η Αμερική» πολιτική του Trump και αποφασισμένοι να υπερασπιστούν την πολυμερή συνεργασία.

Η εποχή Trump ήταν πολύ απαιτητική για την Ευρώπη, δεν τους εξανάγκασε όμως σε πολλές υποχωρήσεις, καθώς δεν ετίθετο ούτως ή άλλως ζήτημα ανάληψης κοινών πρωτοβουλιών.

Αυτό όμως δεν ισχύει πλέον. «Η Αμερική επέστρεψε», δήλωσε ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ Joe Biden την περασμένη εβδομάδα, κατά την επίσκεψή του στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ. «Οι συμμαχίες της Αμερικής είναι το πιο πολύτιμο αγαθό μας».

Αυτό είναι μήνυμα που θέλει να υπογραμμίσει την Παρασκευή, κατά την Σύνοδο Κορυφής του G7 και με την δια βίντεο εμφάνισή του σε ειδική εκδήλωση της Διάσκεψης Ασφαλείας του Μονάχου. Ο Biden έχει εναποθέσει μεγάλες ελπίδες στην Ευρώπη. Υποσχέθηκε να «αναζωογονήσει» τις συμμαχίες της Αμερικής και σχεδιάζει να δημιουργήσει μια «Συμμαχία των Δημοκρατιών» για να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη ισχύ αυταρχικών καθεστώτων, ειδικά της Κίνας.

Αλλά και η ΕΕ τρέφει τεράστιες προσδοκίες από τον νέο Πρόεδρο και δεν έχει κατά νου τίποτα λιγότερο από ένα «νέο διατλαντικό σύμφωνο». Στην Ουάσινγκτον, ωστόσο, εκφράζεται η απορία αν η Ευρώπη είναι πραγματικά έτοιμη να ενώσει τις δυνάμεις της με την Αμερική του Biden.

Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν δείγματα πως επικρατεί ατμόσφαιρα διατλαντικής αισιοδοξίας. Με αυξανόμενη απογοήτευση η νέα αμερικανική κυβέρνηση συνειδητοποιεί ότι η Ευρώπη αποδεικνύεται όχι ιδιαίτερα διατεθειμένη να προχωρήσει σε περισσότερη διατλαντική συνεργασία. Υπάρχει μία σειρά γνωστών σημείων τριβής: Ο αγωγός Nord Stream 2, ο προσβλητικός περιορισμός των εταιρειών τεχνολογίας των ΗΠΑ από την ΕΕ και οι άνισες δαπάνες για την Άμυνα στο ΝΑΤΟ. Αλλά η πιο σημαντική διατλαντική σύγκρουση περιστρέφεται γύρω από το ζήτημα του αιώνα: Πώς θα πρέπει να αντιμετωπίσει η Δύση την πρόκληση που της θέτει η Κίνα.

Ο Αμερικανός ειδικός σε θέματα Εξωτερικής Πολιτικής Daniel Bear, ο οποίος είναι άριστα δικτυωμένος με την ομάδα συμβούλων του Biden, ταρακούνησε πρόσφατα από τον λήθαργό της την διατλαντική κοινότητα στο Βερολίνο με άρθρο του στο Foreign Policy.

Ο Bear διέγνωσε «ευρωπαϊκή έλλειψη ενδιαφέροντος για την ανανέωση της συνεργατικής διατλαντικής προσέγγισης ενώπιον των κοινών προκλήσεων» και προειδοποίησε: «Το χρονικό παράθυρο για μια νέα επένδυση στις διατλαντικές σχέσεις δεν είναι απεριόριστο. Ήρθε η ώρα, αγαπητοί σύμμαχοι, να συγκεντρωθείτε».

Ο Bear δεν είναι o μόνος στις Ηνωμένες Πολιτείες που εκφράζει ανυπομονησία. «Η Ουάσιγκτον είναι απογοητευμένη με την διστακτικότητα της Ευρώπης», δήλωσε ο Erik Brattberg, Διευθυντής για την Ευρώπη στην δεξαμενή σκέψης της Ουάσιγκτον Carnegie Endowment. «Ειδικά όταν πρόκειται για την αντιμετώπιση μιας ολοένα και πιο αυταρχικής Κίνας».

Για τις ΗΠΑ, η Κίνα αποτελεί την πιο σημαντική γεωπολιτική πρόκληση. Ο Biden περιγράφει τη Λαϊκή Δημοκρατία ως τον «σκληρότερο ανταγωνιστή» των ΗΠΑ και έχει ανακοινώσει στον Κινέζο Πρόεδρο Xi Jinping ότι θα υπάρξει «ακραίος ανταγωνισμός» για οικονομική κυριαρχία. Αυτός θα περιλαμβάνει και την αποσύνδεση από την Κίνα σε εκείνους τους τεχνολογικούς και οικονομικούς τομείς που ορίζει η Ουάσιγκτον ως «συμφέροντα Εθνικής Ασφαλείας». «Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την επιθυμία της Ευρώπης να διατηρηθούν οι οικονομικές και εμπορικές σχέσεις με την Κίνα», είπε ο Brattberg. «Οι Ευρωπαίοι έχουν διαφορετικές προτεραιότητες και κοσμοθεωρία από τους Αμερικανούς», επιβεβαιώνει ο Ian Bremmer, επικεφαλής του Eurasia Group.

Ιδιαίτερα η Επενδυτική Συμφωνία ΕΕ-Κίνας, η οποία συνομολογήθηκε στα τέλη Δεκεμβρίου -σε μεγάλο βαθμό χάρη σε γερμανική πρωτοβουλία- προκάλεσε «απογοήτευση» στην κυβέρνηση Biden, υποστηρίζει ο Brattberg. Οι ΗΠΑ θεωρούν τη Γερμανία ως «εταίρο-κλειδί στην πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Ρωσίας και της Κίνας». Υπάρχει, ωστόσο, «κάποιος σκεπτικισμός ως προς το εάν η Γερμανία μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτήν την αξίωση, ειδικά σε έτος εκλογών».

Η απάντηση της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης σε επερώτηση του FDP πιθανότατα θα ενισχύσει τον σκεπτικισμό των Αμερικανών. «Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση συνεχίζει να βλέπει μεγάλες δυνατότητες για την Ευρώπη στην περαιτέρω ανάπτυξη της συνεργασίας με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας», αναφέρεται στην απάντηση και υπογραμμίζεται ότι «η κινεζική Οικονομία έχει καταστεί βασικός παράγοντας στην παγκόσμια Οικονομία».

Το FDP επικρίνει έντονα αυτήν τη στάση: «Η Γερμανία και η ΕΕ πρέπει να αντιμετωπίσουν με συνέπεια τον κινεζικής απόχρωσης αυταρχισμό», ζητά ο ειδικός των Φιλελευθέρων σε θέματα Εξωτερικής Πολιτικής Frank Müller-Rosentritt. Αλλά και η Lindsay Gorman από το German Marshall Fund προειδοποιεί: «Ένα από τα πιο επιτυχημένα εργαλεία της Κίνας είναι η χρήση της δικής της αγοράς ως μοχλού πίεσης». Αυτό επιτρέπει στο Πεκίνο να «εμποδίζει τις δημοκρατικές χώρες από το να ασκούν κριτική στις καταπιεστικές και καταχρηστικές πρακτικές».

Οι οικονομικές διασυνδέσεις είναι ένας βασικός λόγος, για τον οποίο οι Ευρωπαίοι δεν ήταν μέχρι στιγμής πρόθυμοι να προσχωρήσουν στην έκκληση του Biden για την δημιουργία Συμμαχίας Δημοκρατιών. Με βάση τον όγκο των συναλλαγών, η Λαϊκή Δημοκρατία είναι πλέον ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ. Όπως δείχνουν τα στοιχεία της Eurostat, η Κίνα υποκατέστησε για πρώτη φορά τις ΗΠΑ σε αυτόν τον ρόλο το 2020.

Το ποιες είναι οι πολιτικές συνέπειες αυτού κατέστη εμφανές πριν από δύο εβδομάδες. Σε κοινή συνέντευξη Τύπου της Καγκελάριου Angela Merkel και του Γάλλου Προέδρου Emmanuel Macron, οι δύο πολιτικοί δεν έδειξαν σχεδόν καθόλου ενδιαφέρον για μια κοινή πρωτοβουλία με τις ΗΠΑ εναντίον της Κίνας. Η αποσύνδεση από την κινεζική αγορά «δεν είναι ιδιαίτερα καλή ιδέα στην ψηφιακή εποχή», δήλωσε η Merkel. Και ο Γάλλος Πρόεδρος υπερθεμάτισε: Ευρωπαϊκή κυριαρχία σημαίνει την ελευθερία «να λαμβάνουμε τις δικές μας αποφάσεις» αντί να γίνεται πρόσδεση στην στρατηγική κάποιου άλλου.

Αυτό που φαίνεται καταρχήν σαν μια ισορροπημένη στάση, είναι στην πραγματικότητα ένα δώρο για τους Κινέζους, εξηγεί ο Noah Barkin, ειδικός σε θέματα Κίνας του Rhodium Group: «Ο στόχος της Κίνας δεν είναι να τραβήξει την Ευρώπη στο κινεζικό στρατόπεδο επειδή γνωρίζει ότι αυτό δεν είναι ρεαλιστικό. Ο στόχος της Κίνας είναι να διασφαλίσει ότι η Ευρώπη δεν θα είναι σταθερά ενταγμένη στο στρατόπεδο των ΗΠΑ».

Κι αυτό μολονότι ήταν οι Ευρωπαίοι που, υπό την προεδρία ακόμα του Trump, πρότειναν στις Ηνωμένες Πολιτείες έναν «διατλαντικό διάλογο για την Κίνα», τονίζει ο Reinhard Bütikofer, ευρωβουλευτής των Πρασίνων. Ο ειδικός του CDU σε θέματα Εξωτερικής Πολιτικής Norbert Röttgen προειδοποιεί: «Έχουμε συμφέρον να αποδείξουμε ότι η πολιτική της συμμαχίας αποδίδει -για εμάς τους Ευρωπαίους, αλλά και για τους Αμερικανούς». Δεν επιτρέπεται «να μην συμβεί σχεδόν τίποτα στην Εξωτερική Πολιτική μέχρι να σχηματιστεί η επόμενη Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση».

Ο Βρετανός Πρωθυπουργός Boris Johnson αντιμετωπίζει κατά τα φαινόμενα την απρόθυμη στάση της ΕΕ έναντι της Κίνας ως ευκαιρία ανανέωσης της «ειδικής σχέσης» με τις ΗΠΑ. «Η Επενδυτική Συμφωνία της ΕΕ με την Κίνα δεν θα υπήρχε με τη Μεγάλη Βρετανία ως μέλος», δήλωσε εκπρόσωπος της βρετανικής κυβέρνησης παίρνοντας αποστάσεις από το Σύμφωνο της ΕΕ με το Πεκίνο. Ο Johnson σχεδιάζει επίσης να αξιοποιήσει την συνάντηση του G7 τον Ιούνιο για να σχηματίσει ενιαίο μέτωπο των χωρών που διέπονται από τις ίδιες απόψεις έναντι της Κίνας. Η συνάντηση προορίζεται να καταστεί Σύνοδος Κορυφής των κυριότερων Δημοκρατιών με συμμετοχή της Ινδίας, της Νότιας Κορέας και της Αυστραλίας. Την εναντίον της Κίνας κατεύθυνση την αρνείται μεν η βρετανική πλευρά, αλλά είναι σαφώς αναγνωρίσιμη.

Στον Biden πιθανόν να αρέσει η Συμμαχία των Δημοκρατών του Johnson. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ έφερε ένα στοιχείο στην αμερικανική πολιτική που λείπει εδώ και καιρό: Την ταπεινοφροσύνη. Τις προκλήσεις του κόσμου, δηλώνει ο Biden, «δεν είμαστε σε θέση να τις αντιμετωπίσουμε μόνοι μας». Πότε, εάν όχι τώρα, θα πρέπει να ενισχυθεί η διατλαντική εταιρική σχέση; Αν όχι με τον Biden, τότε με ποιον;

«Ο Joe Biden είναι ο Αμερικανός πολιτικός που θεωρεί περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο σημαντική την Ευρώπη», δηλώνει ο Brattberg. Η εμφάνισή του στην Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου «δεν αποτελεί υποχρέωση βάσει προγράμματος, αλλά προσωπική του επιθυμία». Το γεγονός ότι ο Biden στέλνει μήνυμα φιλίας στην αρχή της θητείας του «υπογραμμίζει την ισχυρή του δέσμευση για τη σχέση με την Ευρώπη και τη Γερμανία».

Η μέσω βίντεο εμφάνισή του στην Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου αναμένεται να είναι η αρχή μιας ολόκληρης σειράς ενεργειών που αποσκοπούν στο να φέρουν ξανά κοντά τις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Antony Blinken ενδεχομένως να ταξιδέψει τον Μάρτιο στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες. Ο Biden έχει επίσης ανακοινώσει μια ειδική Σύνοδο Κορυφής για το Κλίμα στις 22 Απριλίου, την «Earth Day», ακολουθούμενη από τη συμμετοχή στο G7 το καλοκαίρι και τη Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Κλίμα το φθινόπωρο.

Την Παρασκευή πάντως, δεν θα πρέπει να αναμένονται μόνο κολακευτικά λόγια από την Ουάσιγκτον, αλλά και σαφείς απαιτήσεις. Έτσι, ο Λευκός Οίκος υπογράμμισε εκ των προτέρων τη σημασία των επενδύσεων για την τόνωση της παγκόσμιας Οικονομίας, η οποία αποδυναμώθηκε από την πανδημία. Ο φιλόδοξος στόχος του Biden για ένα πακέτο οικονομικών κινήτρων αξίας σχεδόν 2 τρις Δολαρίων θέτει υπό πίεση άλλες βιομηχανικές χώρες να διαθέσουν περισσότερα χρήματα. «Η νέα αμερικανική κυβέρνηση ενδιαφέρεται ιδιαίτερα να επιτύχει συγκεκριμένα αποτελέσματα», λέει ο Brattberg.

ΠΗΓΗ: Εφημερίδα Handelsblatt

Μιχάλης Ιγνατίου στο Omega Tv: Ο Μπλίνκεν στους ΥΠΕΞ της ΕΕ για επανεκκίνηση και για τις απειλές της Τουρκίας

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: