Η υπουργός Διεθνούς Εμπορίου της Βρετανίας η νέα “αγαπημένη” του Ερντογάν: Του τα έδωσε όλα…

Η υπουργός Διεθνούς Εμπορίου της Βρετανίας, Liz Truss με την υπουργό Εμπορίου της Τουρκίας, Ruhsar Pekcan και τον Βρετανό πρέσβη στην Άγκυρα. Φωτογραφία Via Twitter, υπουργείο Εμπορίου Τουρκίας, @pekcan




Η νέα εμπορική συμφωνία του Ηνωμένου Βασιλείου με την Τουρκία, η οποία υπεγράφη την περασμένη εβδομάδα, αγνοεί τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την τουρκική κυβέρνηση, ενισχύει τον επικίνδυνο πρόεδρό της και υπονομεύει τις υπουργικές δεσμεύσεις ότι η «παγκόσμια Βρετανία» θα υποστηρίζει τους διεθνείς νόμους και αξίες.

Τα παραπάνω γράφει στην εφημερίδα Guardian ο αρθρογράφος Simon Tisdall.

Η συμφωνία τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου χωρίς καν στοιχειώδη κοινοβουλευτικό έλεγχο.

Σημειώνει ότι ο Ταγίπ Ερντογάν, ο «ισχυρός» ηγέτης της Τουρκίας, είναι πολύ ευχαριστημένος. Είναι ο νέος, μεγαλύτερος θαυμαστής της Βρετανίδας Υπουργού Διεθνούς Εμπορίου, Liz Truss, στην οποία ανήκει αυτή η άθλια δουλειά. Ο Erdoğan χαιρέτισε τη συμφωνία ως την αρχή μιας «νέας εποχής» και ορόσημο για την Τουρκία.

Μετά από χρόνια καταστροφικής οικονομικής κακοδιαχείρισης και σκληρών αντιπαραθέσεων με τις ΗΠΑ και την ΕΕ για την τουρκική πολιτική έναντι της Ρωσίας, της Συρίας, της Λιβύης, της Ελλάδας και της Κύπρου, ο Erdoğan  χρειαζόταν απελπισμένα μια νίκη. Η καημένη η Truss του την παρέσχε.

Το γεγονός ότι ο Johnson χρησιμοποίησε το φόβητρο των Τούρκων μεταναστών για να τρομάξει τους ψηφοφόρους του Leave το 2016, φαίνεται τώρα ξεχασμένο. Η κυβέρνησή του δημιούργησε ένα ευνοϊκό διμερές εμπορικό πλαίσιο και υποσχέθηκε προσαρμοσμένες “αναβαθμίσεις”, σε έναν ηγέτη που συχνά χλευάζει την ΕΕ και αντιμετωπίζει πιθανές ευρωπαϊκές εμπορικές κυρώσεις. Πώς μπορεί αυτό να ταιριάξει με τον όρκο του Johnson να γίνει «ο καλύτερος φίλος και σύμμαχος της ΕΕ»; Οι ίσοι όροι ανταγωνισμού ήδη ανατρέπονται.

Αυτή η εσπευσμένη διαπραγμάτευση αδιαφορεί για τις ευρείες ανησυχίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Μπορεί να είναι αφελές να πιστεύουμε ότι η συμφωνία, η οποία επαναλαμβάνει τις υφιστάμενες εμπορικές ρυθμίσεις μεταξύ ΕΕ-Τουρκίας, θα επιτρέψει σε θέματα αρχής να θέσουν σε κίνδυνο τις 18,6 δισ. λίρες αμφίδρομου εμπορίου. Ωστόσο, η Βρετανία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά της Τουρκίας. Η Άγκυρα ήθελε απελπισμένα να διατηρήσει την πρόσβαση χωρίς δασμούς. Αυτό έδινε το πλεονέκτημα στους Johnson και Truss. Ήταν μια στιγμή κυριαρχίας. Αλλά απέτυχαν να απαιτήσουν από τον Erdoğan να αλλάξει τις στάσεις του.

Η Βρετανία είναι πλέον αναντίρρητα δεμένη με μια κυβέρνηση που καταδιώκει συστηματικά  τους επικριτές της, χειραγωγεί τις εκλογές και δωροδοκεί τους δικαστές. Ανεξάρτητοι δικηγόροι, υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοσιογράφοι φυλακίζονται ή εξορίζονται κατά εκατοντάδες. Ο Selahattin Demirtaş, πρώην ηγέτης του φιλοκουρδικού Λαϊκού Δημοκρατικού κόμματος, υποφέρει στη φυλακή, παρά την εντολή από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να απελευθερωθεί.

Έχοντας υπόψη αυτά και παρόμοια προβλήματα που σχετίζονται με άλλους εμπορικούς εταίρους μετά το Brexit, η Βουλή των Λόρδων τροποποίησε τον Εμπορικό νόμο της κυβέρνησης τον περασμένο μήνα προκειμένου να απαιτήσει εκτιμήσεις κινδύνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα κατά τη σύναψη συμφωνιών – ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις διεθνείς συνθήκες και υποχρεώσεις του Ηνωμένου Βασιλείου. Ωστόσο, η κυβέρνηση αναμένεται να ακυρώσει την τροποποίηση όταν το νομοσχέδιο επιστρέψει στη Βουλή των Κοινοτήτων. Η συμφωνία με την Τουρκία δεν περιέχει τέτοιες εγγυήσεις.

Στην προσπάθειά της να αντικαταστήσει τις συμφωνίες της ΕΕ, η κυβέρνηση του Johnson έχει μέχρι στιγμής «δρομολογήσει» περίπου 30 υπάρχουσες εμπορικές συμφωνίες. Όπως και η συμφωνία με την Τουρκία, δεν έχουν τεθεί υπό ενδελεχή κοινοβουλευτικό έλεγχο. Ο κατάλογος περιλαμβάνει άλλες χώρες ή οντότητες με αμφισβητούμενες επιδόσεις ως προς τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως η Αίγυπτος, η Τυνησία, το Ισραήλ και η Παλαιστινιακή Αρχή. Δεν έχουν γίνει προσπάθειες διμερών συμφωνιών με διαβόητους καταπατητές δικαιωμάτων, όπως η Κίνα και η Σαουδική Αραβία.

Μια καθολική διακοπή του εμπορίου με την Τουρκία ή οποιαδήποτε άλλη χώρα για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι γενικά μια πορεία δράσης που αρέσει στις βρετανικές κυβερνήσεις. Εξαίρεση ήταν ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Robin Cook, ο οποίος υπερασπίστηκε μια «ηθική εξωτερική πολιτική». Εν τούτοις, οι εμπορικοί δεσμοί μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την προώθηση ευρύτερων στόχων, όπως ο σεβασμός της δημοκρατίας και των ατομικών ελευθεριών. Αυτό το στοιχείο απουσιάζει εντελώς από την προσέγγιση «cash-and-carry» του Johnson.

Για παράδειγμα, ένα μεγάλο κομμάτι του εμπορίου Τουρκίας-Ηνωμένου Βασιλείου τα προηγούμενα χρόνια περιελάμβανε στρατιωτικές πωλήσεις στην Άγκυρα. Σύμφωνα με την Εκστρατεία Κατά του Εμπορίου Όπλων, η Βρετανία έχει εξαγάγει όπλα αξίας 1,3 δισεκατομμυρίων λιρών στην Τουρκία από τη λαϊκή εξέγερση του Gezi Park του 2013. Κατά την περίοδο μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα το 2016, όταν ο Erdoğan ξεκίνησε μια σειρά βίαιων καταστολών, χορηγήθηκαν άδειες εξαγωγής όπλων αξίας 806 εκατομμυρίων λιρών. Νέες άδειες σταμάτησαν το 2019, αλλά οι υπάρχουσες παραμένουν σε ισχύ.

Αυτή η κερδοφόρα επιχείρηση ή η προοπτική να χαθεί, μπορεί να βοηθήσει να εξηγήσουμε τη βιασύνη για την ολοκλήρωση της συμφωνίας με την Τουρκία. Ωστόσο, το γεγονός ότι ο  Erdoğan κατηγορείται ότι χρησιμοποίησε εξοπλισμό βρετανικής κατασκευής και τεχνολογία για να καταπιέσει τους εσωτερικούς αντιπάλους του, να επιτεθεί στους Κούρδους της Συρίας, να παρέμβει στον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης και να τροφοδοτήσει τη σύγκρουση Αζερμπαϊτζάν-Αρμενίας έπρεπε να είχε οδηγήσει σε διακοπή. Αυτές οι ενέργειες έρχονται σε αντίθεση με τα βρετανικά συμφέροντα, όπως συμβαίνει και με την πρόκληση προβλημάτων  από τον  Erdoğan στην ανατολική Μεσόγειο. Ωστόσο, η κυβέρνηση του Johnson, έχοντας πάντα επίγνωση των αναγκών της για το Brexit, έχει σκύψει το κεφάλι.

Ο πλήρης και έγκαιρος κοινοβουλευτικός έλεγχος των εμπορικών συμφωνιών μετά το Brexit θα βοηθούσε να έλθουν στο φως τέτοιες παραλείψεις και αντιφάσεις – αλλά δυστυχώς λείπει, όπως είπε η η Emily Thornberry, σκιώδης υπουργός εμπορίου των Εργατικών το Νοέμβριο. Κατηγόρησε την κυβέρνηση για «απόλυτη ανικανότητα» όταν ο υπουργός Εμπορίου Greg Hands παραδέχτηκε ότι δεν υπήρχε αρκετός χρόνος για τους βουλευτές να ελέγξουν τις εμπορικές συμφωνίες πριν από την προθεσμία της 31ης Δεκεμβρίου.

Η συμφωνία της Τουρκίας μαρτυρά μια μεγαλύτερη, θεμελιώδη υποκρισία. Εκθειάζοντας μια μελλοντική «παγκόσμια Βρετανία» το 2019, ο υπουργός Εξωτερικών Dominic Raab υποσχέθηκε ότι «μόλις φύγουμε από την ΕΕ… οι παραβάτες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων οπουδήποτε στον κόσμο θα αντιμετωπίσουν συνέπειες για τις πράξεις τους». Τον Ιανουάριο του 2020, ο Raab διαβεβαίωνε τη Βουλή των Κοινοτήτων, ότι «μια πραγματικά παγκόσμια Βρετανία είναι κάτι περισσότερο από απλώς διεθνές εμπόριο και  επενδύσεις… Η Παγκόσμια Βρετανία έχει επίσης ως στόχο να συνεχίσει να υποστηρίζει τις αξίες της φιλελεύθερης δημοκρατίας και την ειλικρινή δέσμευσή μας για το διεθνές κράτος δικαίου».

Η πρόσφατη επιβολή κυρώσεων από τον Raab σε άτομα που παραβιάζουν δικαιώματα στη Ρωσία, τη Σαουδική Αραβία και αλλού δεν επηρεάζει τη μεγαλύτερη εικόνα. Είναι μια βρετανική κυβέρνηση αποφασισμένη να συνάψει βιαστικές, κακο-μελετημένες συμφωνίες με κάθε είδους ανεπιθύμητους πελάτες σε όλο τον κόσμο, χωρίς να λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι πολιτικές, νομικές, στρατηγικές και ανθρώπινες συνέπειες. [

ΠΗΓΗ: Guardian, αρθρογράφος Simon Tisdall – “Global Britain” is willing to trade away everything. Including scruples

Τι γυρεύει η εταιρεία Palantir Technologies στην Αθήνα; Η συνεργασία της με την ελληνική κυβέρνηση…

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: