Ο επικεφαλής της Δημοκρατικής Πλειοψηφίας στη Γερουσία, Τσακ Σούμερ. EPA, JIM LO SCALZO
Σχεδόν όλοι οι γερουσιαστές που ανήκουν στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα ψήφισαν χθες Τρίτη υπέρ μιας πρωτοβουλίας με σκοπό να ακυρωθεί η ιστορική δεύτερη δίκη του τέως προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, κατηγορούμενου για «υποκίνηση στάσης», για την αιματηρή έφοδο οπαδών του στο Καπιτώλιο, κάνοντας πολύ καθαρό ότι η καταδίκη του μεγιστάνα παραμένει μάλλον απίθανη.
Η ψηφοφορία διεξήχθη λίγο μετά την ορκωμοσία των 100 γερουσιαστών, που δεσμεύθηκαν να αποδώσουν «αμερόληπτη δικαιοσύνη» στη διαδικασία, που ξεκινά στην αμερικανική άνω Βουλή την 9η Φεβρουαρίου.
Πρόκειται για διαδικασία διπλά ιστορική: ο κ. Τραμπ είναι ο πρώτος πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ που παραπέμφθηκε δεύτερη φορά σε δίκη στη Γερουσία από τη Βουλή των Αντιπροσώπων (impeachment). Και θα γίνει επίσης ο πρώτος που θα δικαστεί αφού εγκατέλειψε τον Λευκό Οίκο.
Αυτό ακριβώς επικαλέστηκε ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Ραντ Πολ, που χαρακτήρισε αντισυνταγματική τη δίκη διότι ο επιχειρηματίας των ακινήτων δεν βρίσκεται πια στο αξίωμα, καθώς και διότι δεν θα προεδρεύσει σε αυτή ο επικεφαλής του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ.
Υποχρέωσε τους γερουσιαστές να ψηφίσουν για το ζήτημα αυτό, για να «σκοτώσουν» ή όχι την πρωτοβουλία του για την ακύρωση της διαδικασίας.
Και έτσι, 45 από τους Ρεπουμπλικάνους τάχθηκαν υπέρ της πρωτοβουλίας, ανάμεσά τους ο ισχυρός επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας τους, ο Μιτς Μακόνελ, που μολαταύτα δεν έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να ταχθεί υπέρ της καταδίκης του πρώην προέδρου.
Για τον Ραντ Πολ, πάντως, το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας δείχνει ότι η διαδικασία είναι «θνησιγενής», ότι δεν υπάρχει καμία πιθανότητα καταδίκης του κ. Τραμπ, καθώς γι’ αυτή χρειάζονται 17 ψήφοι Ρεπουμπλικάνων, πέρα από τις 50 των Δημοκρατικών.
Έστω κι αν κάποιοι από τους γερουσιαστές του GOP υπογράμμισαν ότι το πώς ψήφισαν χθες δεν προκαταλαμβάνει την οριστική τους απόφαση για το εάν θα ταχθούν υπέρ της καταδίκης του τέως προέδρου ή όχι, το αποτέλεσμα, αν μη τι άλλο, πιστοποιεί πόσο μεγάλη επιρροή διαθέτει ακόμη ο Ντόναλντ Τραμπ στο κόμμα με το οποίο εξελέγη στην προεδρία το 2016.
Μόλις πέντε γερουσιαστές και γερουσιάστριες των Ρεπουμπλικάνων ψήφισαν κατά της πρωτοβουλίας του κ. Πολ (Μιτ Ρόμνι, Σούζαν Κόλινς, Λίσα Μουρκάουσκι, Μπεν Σας, Πατ Τούμι).
Αφού απορρίφθηκε η πρόταση του Ραντ Πολ, οι γερουσιαστές ψήφισαν επί των κανονισμών της διαδικασίας. Εγκρίθηκαν με 83 ψήφους έναντι 17.
Η περίσταση έφερε ένα σπάνιο θέαμα στην άνω Βουλή: και οι 100 γερουσιαστές ήταν παρόντες στα έδρανά τους για την ορκωμοσία.
Στη διαδικασία θα προεδρεύσει ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Πάτρικ Λίχι, ο «πρόεδρος pro tempore» της Γερουσίας, κατά τον τίτλο που συνήθως απονέμεται στον παλαιότερο γερουσιαστή της πλειοψηφούσας κοινοβουλευτικής ομάδας.
Με βάση το αμερικανικό Σύνταγμα, πρόεδρος της Γερουσίας είναι ο (η, μετά την ορκωμοσία της Κάμαλας Χάρις) αντιπρόεδρος της χώρας, παρότι δεν είναι μέλος του σώματος.
«Όλοι μας γίναμε μάρτυρες» των βιαιοτήτων των οπαδών του κ. Τραμπ την 6η Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο, όταν έχασαν τη ζωή τους πέντε άνθρωποι, υπογράμμισε ο επικεφαλής της ΚΟ των Δημοκρατικών, ο Τσακ Σούμερ, επιμένοντας ότι «για μένα, ο Τραμπ έκανε το πιο επονείδιστο πράγμα που έχει κάνει ποτέ πρόεδρος» και ότι «πρέπει να καταδικαστεί».
Στον πρόσφατο διάλογο συνταγματολόγων και πολιτολόγων ανταλλάχθηκαν διάφορα επιχειρήματα για το κατά πόσον μπορεί ή πρέπει να δικάσει τον Ντόναλντ Τραμπ η Γερουσία αφού έχει πλέον εγκαταλείψει το αξίωμα. Αρκετοί έκριναν ότι η δίκη είναι συνταγματική, ενώ ο θεμελιώδης νόμος προβλέπει ότι σε δίκες προέδρων μπορεί να αποφασιστεί να στερηθούν το δικαίωμα του εκλέγεσθαι – πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχει ένα ζήτημα με καίρια σημασία που πρέπει να επιλυθεί.
Η Λίσα Μουρκάουσκι, Ρεπουμπλικάνα γερουσιάστρια που απέρριψε την πρωτοβουλία του Ραντ Πολ, επισήμανε ότι οι δίκες των προέδρων δεν αφορούν απλά και μόνο την παύση τους αλλά τις «πολιτικές συνέπειες» των πεπραγμένων τους.
Λίγη ώρα μετά τις εργασίες της Γερουσίας, ο Πάτρικ Λίχι εισήχθη σε νοσοκομείο για παρακολούθηση «προληπτικά», διότι είπε πως δεν ένιωθε καλά, ανέφερε ο εκπρόσωπός του.
Ο 80χρονος γερουσιαστής όρκισε νωρίτερα, με κουρασμένη φωνή, τους συναδέλφους του.
Αφού εξετάστηκε από τον γιατρό του Καπιτωλίου, «προληπτικά» ο κ. Λίχι διακομίστηκε σε νοσοκομείο, για παρακολούθηση και για να υποβληθεί σε εξετάσεις.
Πληροφορίες από AFP-Reuters-dpa μέσω του ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ουάσινγκτον, United States