Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Φωτογραφία Μέγαρο Μαξίμου, @PrimeministerGR
Έκλεψαν σπίτια και περιουσίες, σύλησαν κοιμητήρια και αρχαία μνημεία, βεβήλωσαν εκκλησίες και ιστορικούς χώρους. Για 46 χρόνια κατέχουν παράνομα το 36,6% του εδάφους και το 57% της ακτογραμμής της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Κι αφού δεν τους ενοχλεί κανένας, δεν δίστασαν να προχωρήσουν σε ακόμη μια θεαματική κλοπή μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες και στα μάτια της διεθνούς κοινότητας.
Πριν καν περάσουν αρκετές μέρες από τη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε., ο ισλαμοφασίστας Ερντογάν έγραψε στα παλιά του τα παπούτσια τους Ευρωπαίους και προχώρησε σε παράνομες ενέργειες στην περιοχή της κατεχόμενης Αμμοχώστου, αγνοώντας προκλητικά τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, ενώ τουρκικό ερευνητικό πλοίο συνεχίζει να αλωνίζει στην κυπριακή ΑΟΖ.
Πώς μπορεί όμως να είναι «ανοιχτή πληγή για ολόκληρο το Έθνος μας» όταν ο κ. Μητσοτάκης δεν έκανε καμία αναφορά στην Κύπρο και την τουρκική κατοχή κατά την ομιλία του στην 75η σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ και όταν η Αθήνα δεν θέλησε να συμπορευτεί με τη Λευκωσία στην προσπάθεια για επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία;
Η σχέση των δυο χωρών δεν ήταν ποτέ εύκολη και πέρασε σκαμπανεβάσματα, αλλά μακάρι να περιοριζόταν πάντα σε διαφορετικές επιλογές και να μη συνέβαινε το προδοτικό πραξικόπημα της χούντας, το οποίο οδήγησε στην τουρκική εισβολή και κατοχή.
Επομένως, πέρα της «εθνικής υποχρέωσης», η Ελλάδα έχει «ηθικό χρέος» απέναντι στην Κύπρο. Αλλά, φαίνεται ότι σε διάφορες φάσεις και ανεξάρτητα με τη ιδεολογική απόχρωση της εκάστοτε κυβέρνησης, αναδύεται μια υποβόσκουσα αντίληψη ότι το Κυπριακό είναι βαρίδι για τα ελληνικά συμφέροντα.
Κι αν ορισμένοι πρωθυπουργοί ή άλλοι πολιτικοί παράγοντες απέφυγαν να εκδηλωθούν πιο ανοιχτά σ’ αυτό το ζήτημα είναι επειδή υπολόγισαν το πολιτικό κόστος και τις εσωτερικές αντιδράσεις.
Αν η τουρκική κατοχή και η παρανομία της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ ήταν εντελώς αποσυνδεδεμένες από τη στάση της Άγκυρας απέναντι στην Αθήνα, τότε όσο και να πίκραινε τους Ελληνοκύπριους μια «ξενική προσέγγιση» από μέρους της Ελλάδας, ήταν αναφαίρετο δικαίωμά της να προτάξει τη δική της ασφάλεια σύμφωνα με τις δικές της προτεραιότητες.
Μακάρι να ήταν έτσι απλά τα πράγματα και ας έλεγαν μερικοί στην Αθήνα: «Δεν θα υποφέρουμε εμείς με την τουρκική επιθετικότητα λόγω των ξεροκέφαλων Ελληνοκυπρίων, που, δεν θέλουν να μοιραστούν την εξουσία με τους Τουρκοκύπριους και κάνουν του κεφαλιού τους».
Η συγκεκριμένη φράση δεν σημειώνεται τυχαία. Αποτελεί μέρος μιας συστηματικής και παραπλανητικής προπαγάνδας, η οποία στην ουσία εξυπηρετεί την τουρκική στρατηγική και τους τουρκικούς στόχους.
Δεν είναι μόνο στην Ελλάδα που υπάρχουν τέτοιες φωνές, είναι και στην Κύπρο. Άλλο πράγμα είναι η απογοήτευση και η αντίδραση για πολιτικούς χειρισμούς, για κομματικές σκοπιμότητες και για επιλογές που θεωρούνται επιζήμιες, κι άλλο να φτάνεις στο σημείο να θεωρείς υπεύθυνη την όποια ελληνοκυπριακή ηγεσία που μέχρι σήμερα δεν επεστράφη το Βαρώσι στους νομίμους κατοίκους του.
Γίνεται λόγος για «χαμένες ευκαιρίες» και ότι υπήρξαν περιπτώσεις που οι Τούρκοι ήταν διατεθειμένοι να παραδώσουν την ερειπωμένη πόλη στους Ελληνοκύπριους, αλλά δεν λένε τι έπρεπε να δώσουν οι Ελληνοκύπριοι σε ένα τέτοιο «συμβιβασμό», ένα «συμβιβασμό» όπως τον αντιλαμβάνεται η Άγκυρα, μέσα από το πρίσμα της πάγιας επιδίωξής της για έλεγχο της Κύπρου.
Είναι κρίμα, είναι άδικο και συνάμα άκρως επικίνδυνο για τον Ελληνισμό να διαμορφώνεται ένα τέτοιο μέτωπο με αλληλοκατηγορίες, αυτομαστιγώματα, πολύχρονες ψευδαισθήσεις και αυταπάτες, παραμερίζοντας τη μεγάλη εικόνα του τουρκικού επεκτατισμού και του νεοσουλτανικού ηγεμονισμού.
Όχι όμως να αγνοείται η μεγάλη εικόνα των γεγονότων και των εξελίξεων που αφορούν ενέργειες υλοποίησης των τουρκικών επεκτατικών σχεδίων στην Αμμόχωστο, την Ανατολική Μεσόγειο, το Αιγαίο και τη Θράκη. Όχι να διχαζόμαστε ξανά προς όφελος της Τουρκίας, απενοχοποιώντας την από τα χθεσινά και τα σημερινά εγκλήματά της.
«Η συνεχιζόμενη τουρκική κατοχή και η διαίρεση της Κύπρου είναι μια συνεχής ανοιχτή πληγή για ολόκληρο το Έθνος μας», όπως είπε ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης. Αν όμως το Κυπριακό μπει και πάλι στο ράφι με την προσδοκία ότι θα μπορούσαν να βελτιωθούν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις ή αν επιδιωχθεί να το κλείσουν επειγόντως με ανέντιμο τρόπο ώστε να πάψει δήθεν να είναι πια βαρίδι για την Ελλάδα, τότε οι καινούριες πληγές που θα ανοίξουν θα είναι χειρότερες.
ΟΛΕΣ ΟΙ ΓΝΩΜΕΣ, ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ΕΔΩ ΚΑΙ ΕΔΩ