File Photo: Ο πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης. Copyright: European Union
Με τίτλο «Αυτή τη φορά, η Ευρώπη δεν αστόχησε» και υπότιτλο «Ο κοινός δανεισμός συνιστά ιστορικό βήμα στην αντιμετώπιση ενός κρίσιμου ελαττώματος στην αρχιτεκτονική της ζώνης του ενιαίου νομίσματος», καθώς και σχόλιο στη λεζάντα φωτογραφίας με το άγαλμα του πρώτου Υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ, Alexander Hamilton, ότι «Το ‘χαμιλτονιανό’ παρελθόν της Αμερικής μπορεί να αποτελέσει το μέλλον της Ευρώπης», το δημοσίευμα του πρακτορείου Bloomberg (John Authers), επισημαίνει δύο προβλήματα που συνδέονται με την οικονομία και τα οικονομικά της Ευρώπης:
Tην αποτυχία της να διευρυνθεί εδώ και χρόνια, αφενός και αφετέρου, την ‘υπαρξιακή κρίση’ που περιβάλλει το ενιαίο της νόμισμα, το οποίο διέπεται μεν από τις αρχές της κοινής νομισματικής πολιτικής της Ένωσης, ωστόσο, η δημοσιονομική πολιτική χαράσσεται από τα κράτη-μέλη. Από την παγκόσμια οικονομική κρίση των ετών 2007-2009, η Ευρώπη κλονίζεται από τις ανισορροπίες που προκαλεί η ίδια η ατελής αρχιτεκτονική της. Φέτος, όμως, η χρόνια έλλειψη εμπιστοσύνης στην ευρωζώνη δείχνει να έχει σχεδόν επιλυθεί, όταν όμως η πανδημία έκανε την εμφάνισή της, ήταν ήδη ορατός ο κίνδυνος του αποπληθωρισμού που θα οδηγούσε σε οικονομικό τέλμα.
Πρώτα, είχε προκύψει η κρίση στην Ελλάδα, και τώρα τελευταία στην Ιταλία, ενώ πριν την εμφάνιση της πανδημίας, οι αποδόσεις των ομολόγων και των δύο χωρών βρίσκονταν περίπου στα ίδια επίπεδα με τα αντίστοιχα της περιόδου προ της ευρωκρίσης. Το τελευταίο τρίμηνο τα πράγματα βελτιώθηκαν, η ΕΚΤ ανακοίνωσε πακέτο συνολικής στήριξης 1,35 τρις ευρώ στο πλαίσιο του προγράμματος έκτακτης ανάγκης (PEPP), με αποτέλεσμα να μειωθούν ραγδαία οι αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων, το ευρώ να έχει σημειώσει άνοδο έναντι του δολαρίου, και οι επενδυτές να θεωρούν αναγκαία την πολιτική αυτή για την αποτροπή της ύφεσης.
Επιπλέον, η Γερμανία, εγκαταλείπει τώρα την προσήλωσή της στην πολιτική δημοσιονομικής λιτότητας και θέτει σε ισχύ εθνικό πακέτο στήριξης 130 δις ευρώ. Τα μέτρα αυτά, όπως υπογραμμίζεται, συνιστούν για την Ευρώπη μια πιο συνεκτική πολιτική απόκρισης στην πανδημία απ’ ό,τι πολλοί θα φαντάζονταν.
Ερχόμαστε στον Alexander Hamilton, τώρα, συνεχίζει ο αρθρογράφος, τον πρώτο Υπουργό Οικονομικών της Αμερικής, του οποίου η πλέον διαρκής συνεισφορά ήταν να πείσει τον επιφυλακτικό Thomas Jefferson να αποδεχθεί τη συγκέντρωση των χρεών που είχαν συσσωρεύσει οι πολιτείες από τον πόλεμο στο ομοσπονδιακό ταμείο, κάτι που οδήγησε στη δημιουργία της αγοράς ομολόγων και στις ομόσπονδες Ηνωμένες Πολιτείες, με τη σημερινή τους μορφή. Την πρωτοβουλία-ορόσημο του Hamilton ο αρθρογράφος τη συγκρίνει επιπλέον και με τη γαλλογερμανική πρόταση, ύψους 750 δις ευρώ, η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει την απαρχή μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν στοιχεία σε γράφημα που παρουσίασε στο Twitter ο Jacob Kirkegaard, του Peterson International Institute of Economics, σύμφωνα με τα οποία, τα πακέτα στήριξης που έχει ανακοινώσει η ΕΕ, μολονότι αντιστοιχούν μόνο στο 5%-6% του ΑΕΠ, στην ουσία, είναι ανάλογου ύψους με τα προγράμματα ομοσπονδιακού δανεισμού των ΗΠΑ, κατά τη διάρκεια των 130 ετών που μεσολάβησαν μεταξύ της πρωτοβουλίας του Hamilton και της Μεγάλης Ύφεσης της περιόδου 1929-1933.
Όπως, εξάλλου, σημειώνει ο Anatole Kaletsky του Gavekal Economics, αφενός, τα κοινά ομόλογα θα φέρουν το ίδιο το όνομα της ΕΕ, προς αποφυγή οποιασδήποτε σύγχυσης με τις κοινές εγγυήσεις, και αφετέρου, θα δώσουν στην ΕΕ τη δυνατότητα επιβολής φόρων (πιθανόν από «οικονομικές δραστηριότητες που υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα», όπως από εκπομπές ρύπων, οικονομικές συναλλαγές ή ψηφιακές δραστηριότητες), επιπλέον των εσόδων που ήδη συγκεντρώνει από τελωνειακούς δασμούς και από μερίδιο του ΦΠΑ. Κατά τον Kaletsky, τα κοινά ευρωπαϊκά ομόλογα θα αποτελέσουν, επίσης, μηχανισμό αντιμετώπισης και άλλων καταστάσεων πέραν της πανδημίας, όπως τη διαχείριση των επιτοκίων που κυριολεκτικά βρίσκονται στον πάτο, όπως σημειώνει.
Κατά άλλους αναλυτές, όπως οι Martin Wolf (σ.σ. επικεφαλής οικονομικός αναλυτής στους FT) και Philip Stephens (σ.σ. διευθυντής των FT) καθώς και ο Adam Tooze, διευθυντής του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου του Πανεπιστημίου Columbia, η συγκυρία αυτή είναι πιο σημαντική για τη Γερμανία απ’ ό,τι για την ΕΕ. Σύμφωνα με τον Tooze, η γαλλογερμανική πρωτοβουλία, συνιστά περισσότερο ένα τεχνητό εργαλείο αντιμετώπισης των προβλημάτων της Ευρώπης, ενώ συνδέεται με τις προσπάθειες της γερμανικής κυβέρνησης να διαχειριστεί την απόφαση του Συνταγματικού της Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία το πρόγραμμα ομολόγων της ΕΚΤ αποτελεί παραβίαση του γερμανικού Συντάγματος.
Απηχεί, επίσης, την αναβίωση πολιτικών οραμάτων εντός του κόμματος CDU της Merkel, παρέχοντάς του την εξουσία να προωθεί αντιδημοφιλή μέτρα. Ο Adam Tooze, πάντως, θεωρεί ότι η Γερμανία προσδίδει προσωρινό χαρακτήρα στην πρωτοβουλία του γαλλογερμανικού πακέτου στήριξης, χωρίς να το θεωρεί ως απαρχή μιας νέας εκδοχής της Ευρώπης, διότι υπάρχει η αντιδραστική ομάδα των τεσσάρων ‘συνετών χωρών’, οι οποίες θα προσπαθήσουν να αποσπάσουν κέρδη. Και η συγκέντρωση φόρων θα ήταν το σημείο ανάφλεξης: εάν Γερμανία θελήσει να κυνηγήσει τους Ιταλούς «φοροφυγάδες», θα άνοιγε ο δρόμος για πολλές προστριβές στο μέλλον.
Αναφορικά με τους δείκτες ανεργίας σε ΕΕ και ΗΠΑ, η ανάλυση επισημαίνει ότι εν καιρώ θα φανεί ποια πλευρά του Ατλαντικού εφάρμοσε την ορθότερη πολιτική: εν πολλοίς, όπως σημειώνεται, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αποζημιώνουν τις εταιρείες για να διατηρούν τις ανενεργές θέσεις εργασίας του προσωπικού τους, ενώ στις ΗΠΑ, οι επιχειρήσεις απολύουν πιο εύκολα το εργατικό τους δυναμικό και οι κρατικές επιδοτήσεις απευθύνονται στους εργαζόμενους και όχι στις εταιρείες.
Παρατίθενται, επιπλέον, γραφήματα της Deutsche Bank, στα οποία οι ΗΠΑ κατέχουν διακριτά υψηλή θέση ως προς το ποσοστό ανεργίας, ακόμη και πριν την πανδημία, ενώ εκτιμάται ότι στην περίπτωση που ανακάμψουν συντομότερα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις των ΗΠΑ από τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, θα μπορούσε, εκ των υστέρων, να θεωρηθεί ότι η πολιτική που ακολούθησαν οι ΗΠΑ λειτούργησε πιο αποτελεσματικά από την προσέγγιση της Γερμανίας.
Το δημοσίευμα, επίσης, πλαισιώνεται από γράφημα στο οποίο γίνεται συγκριτική απεικόνιση των αποδόσεων των δεκαετών ομολόγων Ιταλίας και Ελλάδας -από το 2010 έως το 2020- με τις αντίστοιχες αποδόσεις του δεκαετούς γερμανικού ομολόγου, και καταδεικνύεται η άνοδος των αποδόσεων του ελληνικού και ιταλικού ομολόγου, με την έλευση της πανδημίας.
ΠΗΓΗ: This Time, Europe Hasn’t Thrown Away Its Shot
Να παρατείνουν και τον Ιούλιο τις περικοπές στην παραγωγή πετρελαίου συμφώνησαν τα μέλη του ΟΠΕΚ+