Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν στο νησί Yassiada (Democracy and Freedoms Island), στον Μαρμαρά. EPA, TURKISH PRESIDENT PRESS OFFICE HANDOUT
Δυο στρατηγικές κινήσεις: Ενίσχυση αμυντικής συνεργασίας με την Ελλάδα και προσέγγιση με τους Τουρκοκύπριους υπό την ομπρέλα της Κυπριακής Δημοκρατίας
Επιχειρείται -σκοπίμως- να εδραιωθεί η εντύπωση πως ο Ταγίπ Ερντογάν μπορεί να κάνει ό,τι θέλει διά της ισχύος. Και ως αποτέλεσμα τούτου, αναπτύσσονται διάφορες θεωρίες, που έχουν ως πυρήνα της ανάλυσής τους την προσαρμογή του ελληνισμού στις τουρκικές αξιώσεις.
Είναι προσέγγιση περιορισμένης μεν εμβέλειας αλλά εκφραστές της είχαν βρεθεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να διαχειρίζονται τα εθνικά θέματα, τόσο στην Ελλάδα όσο και την Κύπρο.
Για το Κυπριακό υπάρχει η εύκολη «λύση», που βολεύει αυτή τη σχολή σκέψης. Λένε πως δεν μπορούμε καν να σκεφτούμε μια άλλη πορεία, πλην της πεπατημένης, γιατί θα προκληθεί κόστος. Είναι, δηλαδή, καλύτερα να εδραιώνονται τα κατοχικά δεδομένα, επιτρέποντας σε διάφορους να εισάγουν ιδέες για συνεργασία δυο χωριστών οντοτήτων, τη δημιουργία μηχανισμών επίλυσης προβλημάτων της καθημερινότητας κ.ά.
Να δοκιμαστούν άλλες πολιτικές, μια άλλη στρατηγική, από Ελλάδα και Κύπρο. Κοινή στρατηγική.
Όταν γίνονται, για παράδειγμα, στρατηγικής εμβέλειας ανοίγματα στην περιοχή θα πρέπει να υποστηρίζονται πολλαπλώς, κι όχι να αναμένονται «σωσίβια» από τρίτους, που δεν έχουν κάποιο λόγο να αναμετρηθούν με την Άγκυρα εκ μέρους μας.
Διαχρονικά υπάρχει ένα ταμπού σε σχέση με τη δημιουργία εργαλείων ανάσχεσης. Να υπάρξει, δηλαδή, αναβάθμιση της αμυντικής συνεργασίας Ελλάδος και Κύπρου. Αναφέρθηκε και στο παρελθόν:
Περαιτέρω, θα πρέπει να διαμορφωθούν συνθήκες για συνεργασία στο πεδίο αυτό και με χώρες της περιοχής. Δηλαδή, να γίνουν κινήσεις ενίσχυσης και εμπλουτισμού των συνεργασιών, τριμερών κι άλλων, που αναπτύσσουν Ελλάδα και Κύπρος.
Την ίδια ώρα θα πρέπει και η Κύπρος να ενισχυθεί. Δεν πρόκειται με την ενίσχυση της αμυντικής θωράκισης ( με βάρος αυτή τη φορά στη θάλασσα), να επιδιώξουμε πολεμική σύγκρουση. Αυτό θα συνιστούσε αυτοχειρία. Αυτοχειρία, όμως, είναι και η μη ύπαρξη αποτρεπτικών εργαλείων, εργαλείων ανάσχεσης.
Η αγορά, για παράδειγμα, φρεγάτων, στέλνει μηνύματα και κινητοποιεί όσους θέλουν να αποτρέψουν περαιτέρω όξυνση και συγκρούσεις στην περιοχή.
Σε πολιτικό επίπεδο, αυτό που πρώτιστα πρέπει να διαμορφωθεί είναι μια στρατηγική προσέγγισης με τους Τουρκοκύπριους, ως πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτό δεν θα έχει καμία σχέση με τις γνωστές επαναπροσεγγιστικές συνάξεις, που το μόνο που κατάφεραν είναι, μέσα από τα χαριεντίσματα, να εδραιώνουν τον διαχωρισμό.
Όλοι αυτοί κτίζουν στη λογική των αποτελεσμάτων της εισβολής και τα τετελεσμένα που θέλει να επιβάλλει η Τουρκία. Οικοδομούν σχέσεις καλής γειτονίας στη βάση ενός μοντέλου, που αναπαράγει τον διαχωρισμό, ενισχύει κι αναζωπυρώνει τον εθνικισμό, εξυπηρετώντας διαχρονικά σχέδια της Άγκυρας.
Και η Τουρκία; Λύση με παρουσία της είτε διά της συμφωνίας είτε διά της τουρκοκυπριακής ελίτ, θα οδηγήσει σε χειρότερη κατάσταση πραγμάτων από τη σημερινή. Εάν εφαρμοστεί μια ολοκληρωμένη στρατηγική για τους Τουρκοκύπριους θα διευκολυνθούν οι χειρισμοί σε σχέση με την παρουσία της Τουρκίας.
Δεν είναι εύκολο το εγχείρημα καθώς την Άγκυρα δεν την ενδιαφέρει τι θέλουν οι Τουρκοκύπριοι, τους οποίους χρησιμοποιεί μόνο ως όχημα προώθησης των επεκτατικών της σχεδιασμών στην περιοχή.
Εάν δεν σπάσουμε αυγά, ομελέτα δεν γίνεται. Εκτός κι εάν βολεύονται κάποιοι με την κατοχή, διευκολύνονται με την προσαρμογή στις τουρκικές αξιώσεις, επειδή πιστεύουν πως έτσι θα «ηρεμήσει» ο Ερντογάν.
Στην Κύπρο, είχε πει, «…ζημιώνεται και η ψυχή μας»: Ύστατο αντίο στον Πρέσβη Θέμο Στοφορόπουλο